Εἴμαστε ἄξιοι τῆς ἐλευθερίας μας;
«Ἡμᾶς δέ πάντας ἀξίους τῆς ἐλευθερίας ἀνάδειξον». Μέ τά λόγια αὐτά, κατακλείει ἡ Εὐχή, πού διαβάζεται στίς ἐκκλησιές μας κάθε φορά πού εἶναι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Παναγίας μας καί, ταὐτόχρονα, πανηγυρίζουμε τήν ἐθνική παλιγγενεσία καί ψάλλουμε τή δοξολογία σ’ Ἐκεῖνον, πού οἱ πατεράδες μας ἀναγνώρισαν ὅτι ὀφείλουν τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό τόν δυνάστη, πού κράτησε σκλάβο τό Γένος γιά αἰῶνες.
Ὅλο τό μικρό αὐτό κείμενο εἶναι πράγματι συγκλονιστικό, γιατί βλέπετε «οἱ τά πάντα καλῶς διαταξάμενοι Πατέρες ἡμῶν» δέν ἀστειευόντουσαν, σοφά τά τακτοποίησαν ὅσα μᾶς ἄφησαν παρακαταθήκη. Προβλέποντας μάλιστα ὅτι, τόσο ὁ λαός ὅσο καί οἱ ἄρχοντες, δέν θά ὑπάρξουν ἄξιοι τῆς τόσο μεγάλης εὐεργεσίας, πού ἀξιώθηκαν μετά ἀπό 500 χρόνια σκλαβιᾶς (400 χρόνια σκλάβοι εἶχαν τήν τύχη νά εἶναι πολύ λιγότεροι ἀπό τούς μισούς Ἕλληνες), εἶπαν νά ἀναθέσουν καί πάλι στόν Ὕψιστο τή φροντίδα γιά τό μέλλον τοῦ τόπου.
Καί ἐμεῖς οἱ ἐπιγενόμενοι, φροντίσαμε νά μήν τούς διαψεύσουμε καί ὅπως δείχνουν τά πράγματα, θά γιορτάσουμε τά 200χρονα ἀπό τήν ἔκρηξη τῆς μεγάλης ἐπανάστασης σέ καθεστώς ἀνελευθερίας, γιά νά μήν πῶ σκλαβιᾶς.