ΔΙΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΖΩΗΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 400 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ, ΔΙΟΤΙ «ΕΣΩΘΗΜΕΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»!

ΔΙΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΖΩΗΣ

ΜΕΤΑ ΑΠΟ 400 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ,

ΔΙΟΤΙ «ΕΣΩΘΗΜΕΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»!

 

Ἀφιερώνεται στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία,

ἡ Ὁποία διοίκησε τόν λαό μας ἐπί 400 χρόνια, ΑΥΤΗ ΜΟΝΗ

καί τοῦ διετήρησε ἀλώβητη τήν Ὀρθόδοξη Πίστη,

τήν γλῶσσα καί τήν Ἐθνική του συνείδηση.

 

χουμε εἰσέλθει στόν Μάρτιο μήνα τοῦ 2021, δηλαδή συμπληρώθηκαν ἤδη διακόσια χρόνια ἀπό  τῆς ἐνάρξεως τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ Γένους μας, πού ἔγινε στίς 25 Μαρτίου τοῦ 1821, ὁπότε βρισκόμαστε στήν καρδιά τῆς ἐπετείου δύο αἰώνων ἀπελεύθερης ζωῆς, μόνο  μέρους τῆς Πατρίδος μας (τοῦ Ἑλλαδικοῦ Θέματος τῆς Ὀρθοδόξου Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας μας), ἀπό τόν Τουρκικό ζυγό 400 χρόνων.

Τό περιοδικό μας «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» συμμετέχει σ’ αὐτήν τήν ἐπέτειο μέ τήν δική του ἀντίληψη τοῦ ἑορτασμοῦ (παρά τούς προβληματισμούς καί τίς ἐνστάσεις, πού ἔχει δημοσιοποιήσει ἕνα χρόνο πρίν, ὡς πρός τούς Κρατικούς σχεδιασμούς αὐτῆς τῆς ἐπετείου), περιλαμβάνοντας σχετικά ἄρθρα, μέ τήν εὐχή νά συντελέσῃ καί τό ἔντυπό μας αὐτό, μέ τίς μικρές του δυνάμεις, στήν ἀφύπνιση καί στήν αὐτοκριτική ὅλων μας γιά ἕνα κατά Θεόν μέλλον τῆς Πατρίδος μας.

Ἐπιθυμοῦμε νά συμπροβληματισθοῦμε γιά τό ἐάν καί κατά πόσον ἀξιοποιήσαμε τά 200 αὐτά χρόνια μέ πνευματική συναίσθηση, μέ Πανεθνική αὐτοκριτική καί, κυρίως, ἐάν δείξαμε ἔμπρακτη Πανεθνική Μετάνοια καί «διό­ρθωσιν βίου», ὥστε νά ἐπακολουθήσῃ πρῶτα ἡ ψυχική μας γαλήνη καί χαρά καί, κατόπιν, ἡ Ἐθνική μας Εἰρήνη καί Ἀσφάλεια.

Πόθος μας εἶναι νά μεταφέρουμε στούς ἀναγνῶστες μας τήν βαθειά μας ἐπιθυμία νά γίνουν γνωστά τά βιώματα τῶν Πατέρων μας, στούς νεωτέρους καί νά ὑπομνησθῇ στούς παλαιοτέρους ὅτι τά πνευματικά βιώματα τῶν εὐσεβῶν Προγόνων μας ἀποκτήθηκαν μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι ἐκεῖνοι συνύφαναν τή ζωή τους μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του καί γι’ αὐτό ζοῦσαν καί τήν Πατρίδα μας, ὄχι μόνο ὡς «Ἐθνική Κυριαρχία» ἀλλά ὡς ἕνα Ἱερό Περιβάλλον, τό ὁποῖο τούς ἐξασφάλιζε τίς προϋποθέσεις γιά νά ζήσουν αὐθεντικά καί ἐλεύθερα τήν Πνευματική τους ζωή.

Δυστυχῶς, τά 200 χρόνια, πού πέρασαν δέν ἔδειξαν ὅτι συμμερισθήκαμε τήν ἐν μετανοίᾳ προσευχή τοῦ ἁγίου Πατριάρχου Γενναδίου Σχολαρίου, ἡ ὁποία μετάνοια ἔδωσε στήν Ἐκκλησία μας, μέσῳ τῶν Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως, τήν Οὐράνια Δυνατότητα νά Κυβερνήσῃ τό ὑπόδουλο Γένος μας ἐπί 400 χρόνια, καί νά τό διασώσῃ ἀποκλειστικά καί ΜΟΝΗ ΑΥΤΗ καί γι’ αὐτό ἐπηκολούθησαν ἀπό τῆς Παλιγγενεσίας καί ἐντεῦθεν τά λυπηρά ἀποτελέσματα, τά ὁποῖα θά προσπαθήσουμε νά ἀναπτύξουμε σ’ αὐτό τό ἐπετειακό ἄρθρο μας.

 

Προϋποθέσεις ἑνός εὐεργετικοῦ ἑορτασμοῦ

 

Θεωροῦμε ἀπαραίτητη προϋπόθεση ἑνός εὐεργετικοῦ ἑορτασμοῦ νά θυμηθοῦμε ὅλοι μας κάποια σημεῖα ἀπό τήν ἐν μετανοίᾳ Ἐξομολόγηση τοῦ Ἁγίου Πατριάρχου Γενναδίου γιά τήν αὐτοσυνειδησία μας καί γιά  τήν ἐπίγνωση τῶν λόγων καί τῶν αἰτίων, πού μᾶς ὁδήγησαν στήν 400χρονη ὑποδούλωσή μας:

«Κύριε, ἐταπεινώθηµεν γάρ ὑπό τοῖς ποσίν τῶν ἐχθρῶν ἄκοντες, οὐ βουληθέντες ὑπό τοῖς νόµοις σου ταπεινοῦσθαι καί τοῖς τείχεσι τῆς ἐνδοτέρας ἀσφαλείας ἡµῶν ἡ ἔξωθεν ἐπικαθηρέθη ἀσφάλεια, καί τῇ αἰσχίστῃ δουλείᾳ τῶν ἐν ἡµῖν παθῶν, ἡ δουλεία τῶν ἔξωθεν ἐπιβουλευσάντων ἐπηκολούθησεν.

Νῦν ἐπιγινώσκοµέν σου τήν δύναµιν,ἡµετέρων προσώπων ὡς ἐν κατόπτροις ταῖς συµφοραῖς ἐν αἷς ἐκπαιδεύθηµαν· οὐχ ἡ τοῦ Χριστοῦ πίστις ἠσθένησεν, ἀλλ’ ἡµεῖς ἀσθενήσαντες διεφθάρηµεν, καὶ καταπατήσαντες µὲν αὐτόν, τὸ δ’ Αἷµα τῆς Διαθήκης κοινὸν ἡγησάµενοι· καὶ ὁ ὑπὲρ ἡµῶν γενόµενος ἄνθρωπος καὶ τὴν ὑψηλοτάτην ἐκείνην ταπείνωσιν ἐνδόξως ἀνύσας ἀΐδιος Λόγος σου καὶ Θεὸς ἀφῆκεν ἐνδότους ταῖς ἐξ ἀνθρώπων ἐπιβουλαῖς, τὴν ἀχαριστίαν καὶ τόλµαν οὐκ ἐνεγκών.

Οὐ τὸ πατρικόν σου περὶ ἡµᾶς ἐψυχράνθη φίλτρον, ἀλλ’ ὁ καπνὸς τῶν ἡµετέρων ἁµαρτιῶν τὴν πηγὴν ἡµῖν ἀνεστόµωσε τῆς σῆς εὐσπλαχνίας, καὶ ὅλη καθ’ ἡµῶν ἡ τῆς δικαιοσύνης ἔρρεψε πλάστιγξ, καὶ ὁ ταῖς πολλαῖς καὶ ἀναριθµήτοις ὑψώσας πρότερον δωρεαῖς, νῦν λίαν ἐλεεινῶς ἐταπείνωσας.

Ὁµολογοῦµεν ὅτι σὺν δίκῃ τεταπεινώµεθα· εὐχαριστοῦµεν ὅτι οὕτως ἐταπεινώθηµεν, ὅτι µὴ καταποντισµῷ καὶ πυρὶ διώλεσας ἄρδην ἐναργεῖ τεκµηρίῳ τῆς αἰωνίου πανωλεθρίας, ἀλλὰ τὴν ἐν ὀδύναις ταύτην ζωὴν ὑπόθεσιν ἡµῖν ἐπανορθώσεως δέδωκας, τοῖς γε προαιρουµένοις, καὶ τὴν ὀφειλοµένην ταῖς ἀφροσύναις ἡµῶν δίκην ἐν θλίψει µικρᾷ καὶ ὀλιγοχρονίῳ λαµβάνων, ἀνοίγεις ἡµῖν διὰ τῆς ἐν µετανοίᾳ φιλοσοφίας τὴν ὁδὸν τῆς ἀληθοῦς τε καὶ καθαρᾶς καὶ µονιµωτάτης ἀνέσεως, καὶ µετὰ τὴν ἀποπλήρωσιν τῆς ἀπαραιτήτου δικαιοσύνης ἐν σοὶ καὶ δεσποτικῆς τὴν πηγὴν τῶν οἰκτιρµῶν ἐκ τῶν πατρικῶν σπλάχνων ἀνίης ἄφθονόν τε καὶ ὑπεραναβλύζουσαν, τοὺς µὲν καθάπαξ ῥυοµένους, τοῖς δὲ ταῖς θλίψεσι τὰς ἀνέσεις ἀναµιγνύς, τοὺς δὲ µείζονι δώρῳ τῷ τῆς καρτερίας ἐµµίσθους παρασκευάζων εἰς τὸν µέλλοντα βίον, ἐγγύθεν φαινόµενον καὶ ψυχαγωγοῦντα τοὺς εἰς ἐκεῖνον προωρισµένους.....».

 

Πῶς προβλέπαµε πέρυσι τήν ἐξέλιξη τοῦ ἑορτασµοῦ

καί πῶς ἐπαληθευθήκαµε

 

«Ἀρχικά, ἡ εἴδηση γιά τόν πανηγυρικό ἑορτασμό τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας ἔδωσε σέ ὅλους μας μεγάλη χαρά καί ἐλπίδα. Ἀναζωπυρώσαμε τίς ἐλπίδες μας ὅτι οἱ Κυβερνῆτες τῆς Πατρίδος μας ἀνένηψαν ἀπό τόν λήθαργο καί τήν ξενοδουλεία καί ἀποφάσισαν νά σταθοῦν ὡς Ἕλληνες μέ ἀνδρεῖο καί ἀδούλωτο πνεῦμα, ἐνισχυόμενοι ἀπό τά “λαμπρά παλληκάρια”, πού ἔδωσαν μιά ἄνιση μάχη 4 αἰώνων ἐναντίον τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καί ἐνίκησαν “μέ τοῦ Χριστοῦ τήν Πίστη τήν Ἁγία”.

Δυστυχῶς, ὅμως, ἐνῶ βρισκόμαστε λίγο πρίν ἀπό αὐτόν τόν ἑορτασμό, ὅπως ὅλα δείχνουν, δέν μποροῦμε νά ἐλπίζουμε σέ κανένα καλό, ἀλλά πρέπει νά περιμένουμε ἕναν ἑορτασμό ἀντάξιο τῆς τραγικῆς εἰκόνας, πού παρουσίασε ὅλα αὐτά τά χρόνια τό Γένος μας, ἀπό τῆς δολοφονίας (1831) τοῦ μέχρι σήμερα Ἀναντικατάστατου καί Μαρτυρικοῦ Κυβερνήτου τῆς Πατρίδος μας Ἰωάννου Καποδίστρια!».

Μέ αὐτά τά ἴδια λόγια εἴχαμε ἐκφρασθεῖ πρίν ἕνα χρόνο γιατί –χωρίς νά ἀπαιτεῖται προφητικό χάρισμα– εἴχαμε στηριχθεῖ σέ δύο πολύ βασικούς καί ἰσχυρούς λόγους, τούς ὁποίους καί εἴχαμε ἐκθέσει ἐγκαίρως: «Πρῶτον, ὁ ἑορτασμός δέν ἀνετέθη στήν Ἐκκλησία, ἡ Ὁποία εἶναι καί Ὁ Μοναδικός Δικαιοῦχος αὐτοῦ τοῦ ἑορτασμοῦ ἀλλά καί Ὁ Μοναδικός Κριτής τῶν ἐπί 200 ἔτη πεπραγμένων τῶν Κυβερνητῶν τῆς Πατρίδος μας, ἀλλά ἀνετέθη σέ μιά δραστήρια, ὄντως καί ἐργατική κυρία, ἡ ὁποία, ὅμως, διοργάνωσε τούς Ὀλυμπιακούς Ἀγῶνες τοῦ 2004 μέ Χολυγουντιανό κίτς, ἀμέτρητα ἄσκοπα ἔξοδα, συμπεριλαμβάνοντας στήν ὀργανωτική της ὁμάδα ὅλα τά ἀντιεκκλησιαστικά στοιχεῖα τῆς θολοκουλτούρας καί τοῦ Δυτικοῦ πιθηκισμοῦ, ἀγνοῶντας ἐντελῶς τήν σπονδυλική στήλη τοῦ Ἑλληνισμοῦ, πού εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση καί Πίστη! Καί, δεύτερον, τό Ἐκκλησιαστικό Σῶμα, ὄχι μόνο δέν ἔδειξε μέχρι σήμερα σημεῖα ἀντιδράσεως σ’ αὐτόν τόν ἐπικείμενο ἐξευτελισμό μιᾶς μοναδικῆς Ἐθνικῆς Πανηγύρεως, ἀλλά παρουσιάζεται ἄχρι τοῦ νῦν ὅτι ἀποδέχεται παθητικά τόν διακοσμητικό ρόλο(!), πού ἔχουν ἐπιφυλάξει στήν Ἐκκλησία μας, γι’ αὐτόν τόν Ἑορτασμό, οἱ Κυβερνῶντες τήν Πατρίδα μας!

Φαίνεται, πώς ἡ πνευματική ἀφασία ἀπό τήν ἠθική μας ἀποχαύνωση δέν μᾶς ἄφησε οὔτε αὐτήν τήν κρίσιμη ὥρα νά αὐτοκριθοῦμε, ἀναμετρώμενοι μέ τό πνευματικό μας παρελθόν, Κληρικοί, Κυβερνῆτες καί Λαός. Νά ἀναμετρηθοῦμε μέ τήν πραγματικότητα τῆς Πνευματικῆς ψυχικῆς καί κυτταρικῆς συστάσεώς μας, ἡ ὁποία ―παρά τήν ἐπί 4 αἰῶνες ὑποδούλωσή μας― μᾶς κράτησε ἰσχυρούς, ἀγωνιστές καί ἠθικά ἐλεύθερους».

 

  Ἦσαν τόσο πνευματικά στιβαροί οἱ ὦμοι
τῶν Κληρικῶν τοῦ 1821, καί γι’ αὐτό δέν φοβήθηκαν

μήπως καί “φορτωθῇ ἡ Ἐκκλησία” τούς ποταμούς τῶν

αἱμάτων τῶν ἀγωνιστῶν, ἐπευλογοῦσα μιά ἐξέγερση!

 

Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἔγινε «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν Πίστη τήν Ἁγία καί τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία» καί τό σάλπισμα αὐτό τό παρέλαβε ὁ ἐπαναστατημένος λαός μας ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Ἱερᾶρχες καί τούς Κληρικούς του, γιατί οἱ τότε Κληρικοί ἦσαν οἱ Πατέρες τοῦ Λαοῦ, οἱ Ὁδηγοί τοῦ Λαοῦ, ἡ Δύναμη, ἡ Προστασία, ἡ Ἔκφραση, ἡ Ἐλπίδα καί ἡ Ἀπαντοχή τοῦ λαοῦ μας. Ἦσαν οἱ Κληρικοί, ἡ ζωντανή Παρουσία τοῦ Χριστοῦ μας ἀνάμεσά τους! Αὐτό, καμμιά πλαστογράφηση τῆς Ἱστορίας δέν μπορεῖ νά τό ἀλλοιώση ἤ νά τό ἀποσιωπήση!

Ἦσαν τόσο πνευματικά στιβαροί οἱ ὦμοι τῶν Κληρικῶν τοῦ 1821, καί γι’ αὐτό δέν φοβήθηκαν μήπως καί φορτωθῇ ἡ Ἐκκλησία τούς ποταμούς τῶν αἱμάτων τῶν ἀγωνιστῶν, ἐπευλογοῦσα μιά ἐξέγερση, ἡ ὁποία, μάλιστα, ὑπό τήν στενή ἔννοια τοῦ «γράμματος τοῦ Νόμου», ὄχι μόνο δέν ἦταν στήν εὐθύνη καί ἁρμοδιότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί Ἁγιογραφικά ἀπαγορεύεται ἀπό τό «γράμμα» τῆς Ἁγίας Γραφῆς! Γιατί οἱ Κληρικοί ἐκεῖνοι ἦσαν Πατέρες μέ πραγματική καί ὄχι λεκτική ἀγάπη καί, γι’ αὐτό ―ὅπως ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος― θυσίαζαν, ὄχι μόνο τήν ὑστεροφημία τους στό πιθανότερο ἐνδεχόμενο ἀποτυχίας τῆς Ἐπαναστάσεως, ἀλλά καί τήν ἐπί γῆς ζωή τους, καί τό μέλλον τῆς Αἰωνίου Ζωῆς τους, προκειμένου νά ἀγωνισθοῦν γιά νά ἐξασφαλίσουν στά Πνευματικά τους Παιδιά τίς πλέον κατάλληλες συνθῆκες γιά τήν ἐπίτευξη τῆς ἐν Χριστῷ Ἐλευθερίας (δηλαδή, τῆς Πνευματικῆς ζωῆς, πού ὁδηγεῖ στήν Ἁγιότητα), συνθῆκες πού συνυφαίνονται μέ τήν ἐγκαταβίωση σέ Ἐλεύθερη ἀπό ἀντίθεα ἐμπόδια Πατρίδα!

Ἐκ τῶν πραγμάτων, λοιπόν, εἶναι ἀδύνατος σήμερα ἕνας ἀντάξιος τῶν Πατέρων μας ἑορτασμός τοῦ 1821, ἀφοῦ ἀπουσιάζουν ἀπό Κλῆρο, Ἄρχοντες καί Λαό οἱ προϋποθέσεις ἔστω καί γιά στοιχειώδη συναντίληψη μέ τούς Πατέρες μας.

Σήμερα, δέν θυσιάζουμε τίποτα ἀπό τόν ἑαυτούλη μας, γιατί ἔχουμε ἀλλοιωμένο ἦθος. Ἔχουμε σφιχταγκαλιάσει ὁ,τιδήποτε ἔχει νά κάνη μέ ἐμᾶς, μέ τήν προστασία τοῦ σαρκίου μας καί, παρ’ ὅτι ἔχουμε τήν ψευδαίσθηση ὅτι πιστεύουμε στόν Θεό, ὁ νοῦς, ἡ καρδιά μας, οἱ προσπάθειες, οἱ φιλοδοξίες μας εἶναι προσηλωμένα ἀποκλειστικά στήν ἐπίγεια ζωή, γιατί σ’ αὐτήν καί μόνο σ’ αὐτήν ἔχει κατορθώσει νά μᾶς προσηλώσῃ «ὁ πλανών τήν οἰκουμένην ὅλην» μέ τήν καλπάζουσα “πρόοδο” τῆς τεχνολογίας, μέσῳ τῆς ὁποίας, ἀπό «τεχνολόγους», μᾶς καταντᾶ «ἀλόγους»!

Ἡ ὑλοποίηση τῆς “φιλοσοφίας” τῆς τεχνολογίας, ἔχει δημιουργήσει ἕνα περιβάλλον τόσο τοξικό πνευματικά, ὥστε καταντήσαμε σάν ἀνθρώπινο γένος νά προσδοκοῦμε μέ λαχτάρα νά ἀνταλλάξουμε τήν Θεανθρωποποίησή μας, πού μᾶς ἐπιφυλλάσσει ὁ Θεός, μέ τήν ψευδῆ καί πρόσκαιρη ἠλεκτρονική “ὑπερανθρωποποίηση”, πού ἐπιτυγχάνεται ὅλο καί ταχύτερα «κατά τήν διδασκαλίαν τοῦ διαβόλου καί τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ»! Ἐπαναλαμβάνουμε, δυστυχῶς, μετά ἀπό τόσες χιλιετηρίδες, ἀπείρως, βεβαίως, μεγιστοποιημένη, τήν ἀφροσύνη τοῦ Ἡσαῦ, δεδομένου ὅτι ἐκεῖνος ἀντήλλαξε τά ἐπίγεια Πρωτοτόκιά του «ἀντί πινακίου φακῆς», ἐνῶ ἐμεῖς σπεύδουμε νά ἀνταλλάξουμε μέ μιά πρόσκαιρη καί ἀπάνθρωπη ἠλεκτρονική “ἀναβάθμιση”, τήν «κατά Χάριν θεανθρωποποίησή μας» καί τήν Αἰώνια Ζωή μας στήν Βασιλεία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ!

Οἱ Πατέρες μας ἐκεῖνοι δέν πίστευαν μόνο θεωρητικά στόν Θεό ἀλλά Τόν ζοῦσαν περισσότερο ἀπό τήν ζωή τους, γι’ αὐτό καί τήν θυσίαζαν πρόθυμα, γιά νά ἐξασφαλίσουν στούς ἄλλους τήν Πνευματική Ζωή, ἐνῶ, ἐμεῖς οἱ πνευματικά τοξικοί, θυσιάζουμε σήμερα πρόθυμα τούς ἄλλους, ἀρκεῖ νά ἐξασφαλίζουμε τήν πρόσκαιρη ὑγεία μας, πού κινδυνεύει μόνο ἀπό τή φοβία μας καί ἀπό τίποτε ἄλλο, ἀδιαφορῶντας γιά τήν στέρηση τῆς Μυστηριακῆς καί Πνευματικῆς μας ζωῆς, πού μᾶς ὁδήγησε στό νά χάσουμε καί τήν λίγη ἀνθρωπιά, πού εἴχαμε, μέ τό νά βλέπουμε καχύποπτα τόν διπλανό μας σάν νά εἶναι μολυσμένος καί ἐπίβουλος τῆς ζωῆς μας!

Ὡστόσο, ὑπάρχουν ἀκόμη στό Ἔθνος μας ―δόξα τῷ Θεῷ― Ἰσχυρές Φωνές Πνευματικῶν Ἀνθρώπων, Κληρικῶν καί Λαϊκῶν ―ἐντός καί ἐκτός Ἑλλάδος― οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν πολύ καλά, μέ τήν συνείδηση πού εἶχαν καί οἱ πρόγονοί μας, ὅτι ἡ Ἐκκλησία καί Μόνη Αὐτή, νομιμοποιεῖται νά Πανηγυρίση αὐτόν τόν ἑορτασμό, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία δέν εἶχε ἁπλῶς συμβολή στήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἀλλά ἦταν Ἐκείνη, πού ἐπί 400 χρόνια διετήρησε τήν Ἐθνική μας συνείδηση, τή μοναδική Γλῶσσα μας (τήν χωρητική ἀκόμη καί τῆς Ἀχωρήτου Θεολογίας) καί τήν Πίστη μας. Καί ὅλα αὐτά τά κατώρθωσε ἡ Ἐκκλησία μας, διότι ΑΥΤΗ ΜΟΝΗ ΔΙΕΤΗΡΗΣΕ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΕ ΤΟΝ ΛΑΟ ΜΑΣ ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΘΕΙΑΣ ΚΙΒΩΤΟΥ, ὥστε νά ἐξέλθη τό Γένος μας ἄσπιλο καί ἀλώβητο ἀπό τήν ὑποδούλωσή του σέ βαρβάρους ἀλλοφύλους, !

 

Ποῦ ἦσαν οἱ Πολιτικοί τά 400 χρόνια τῆς Δουλείας μας;

Μόνο ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρχε!

 

Ποιό ἱστορικό στοιχεῖο μπορεῖ νά διαψεύση τήν πραγματικότητα ὅτι ἐπί 400 χρόνια ―ἰσόχρονα μέ τήν Βιβλική ὑποδούλωση τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ (εἶναι ἄραγε τυχαία ἡ ἐξομοίωση πού ἔκαμε ὁ Θεός μας πρός παιδαγωγία μας;)― τό Γένος μας τό Κυβέρνησε ΜΟΝΗ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ, μέ διοικητικούς σχεδιασμούς, πού ἔκαμε, βάσει τῶν ὁδηγιῶν τῆς διοικήσεως τοῦ Μωυσέως, ὅπως περιλαμβάνονται στό «Δευτερονόμιον», προσαρμοσμένες στήν πληρότητα τῶν Ὁδηγιῶν τοῦ Θεοῦ; Ποιός, ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, διετήρησε τήν ἑνότητα τοῦ Λαοῦ μας μέ τόν σύνδεσμο τῆς ἀγάπης καί τῆς αὐτοθυσίας;

Ποιόν, ἐκτός τοῦ Πατριάρχου, πού ἦταν ὁ νέος Μωυσῆς γιά τόν λαό μας, ἀνεγνώριζε ὁ Σουλτάνος ὡς συνομιλητή του γιά τήν ρύθμιση τῶν συνθηκῶν διαβιώσεως τῶν ὑποδούλων Ἑλλήνων; Ὑπῆρξε ἄλλος Κυβερνήτης κατά τά 400 χρόνια τῆς δουλείας μας; Καί ἄν ναί, τότε ποιός ἦταν αὐτός καί ποῦ μαρτυρεῖται ὅτι συζήτησε ποτέ ὁ Σουλτᾶνος θέματα τῶν Ἑλλήνων μέ αὐτόν; Γιατί δέν παραθέτουν τά ἱστορικά τους στοιχεῖα οἱ ἀντιεκκλησιαστικοί κονδυλοφόροι, γιά νά μᾶς ὑποδείξουν ποῦ ἦσαν οἱ πολιτικοί μας τά 400 χρόνια τῆς δουλείας μας;

Ἀντιθέτως μέ τούς Ἱστοριοδιαστρεβλωτάς, πέραν τοῦ ἀδιαμφισβητήτου, πού προτάξαμε, ἐμεῖς ἔχουμε πάμπολλες μαρτυρίες σπουδαίων Ἱστορικῶν, περί τοῦ λόγου τό ἀληθές.

Δειγματοληπτικά ἄς ἀκούσουμε πρῶ­τα τόν Ματθαῖον Παρανίκαν (γεννήθηκε τό 1831): «....τὸ δὲ ζώπυρον ἐτηρήθη, πλήν τῶν ἐνετοκρατουµένων µερῶν τοῦ Ἔθνους ἡµῶν, ἐν τῇ ἑστίᾳ αὐτῇ ἐν τοῖς κόλποις τῆς Ἁγίας Μητρὸς ἡµῶν Μεγάλης Ἐκκλησίας, πρὸς ἣν εἰ µὲν ὡς Χριστιανοὶ ὀφείλοµεν σεβασµὸν, ὡς Ἔθνος ὅµως καὶ εὐγνωµοσύνην ἀπαράγραπτον· διότι γενόµενοι ἐκ τῶν περιστάσεων κέντρον θρησκευτικὸν ἅµα καὶ πολιτικὸν, περιβάλλουσα διὰ τῆς ἀγάπης καὶ προνοίας Αὐτῆς, οἷά περ σωστικὴ κιβωτὸς, διεβίβασεν ἡµᾶς σώους διὰ τοῦ τοσούτων αἰώνων διαστήµατος, τῷ µὲν γάλακτι τῆς εὐσεβείας ἐκτρέφουσα, τῇ δὲ ἐλπίδι παραµυθουµένη. Κατά τὴν µακρὰν ταύτην καὶ ὀδυνηρὰν τῆς ἱστορίας ἡµῶν περίοδον οἱ λειτουργοὶ τῆς Ἐκκλησίας ἦσαν ὁδηγοὶ καὶ ποιµένες τοῦ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀγραµµάτου ποιµνίου, αἱ δὲ ἱεραὶ Μοναὶ καὶ τὰ Θυσιαστήρια τῆς χάριτος ἐγένοντο τὰ καταγώγια τῆς ἀρετῆς, τῆς ἱκανότητος ἐνίοτε, φυτώρια τῶν γραµµάτων, καὶ οἱ κευθµῶνες πολλῶν θησαυρῶν τῶν ἀρχαίων προγόνων ἡµῶν. Ἡ δὲ Ἐκκλησία διατηρήσασα ἐν ταῖς Ἀκολουθίες, τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς Γραφείοις καὶ ταῖς Σχολαῖς τὴν γλῶσσαν τῶν ἀρχαίων, προχέουσα ὅσον ἐνῆν Αὐτῇ καθαρά καὶ διαυγῆ τὰ νάµατα τῆς σοφίας, σκοποῦσα τὴν ἐµφύτευσιν σωτηρίων καὶ βιωφελῶν γνώσεων καὶ ἀποσκοράκισιν τῶν ἐν τῆς ἀµαθείας κακῶν, περιέθαλψε τὰ γράµµατα, ἀνεῤῥίπισεν, εἰς σύστασιν Σχολείων συνέδραµε λόγῳ καὶ ἔργῳ, ἰδίαν δὲ Πατριαρχικὴν (Μεγάλην τοῦ Γένους) Σχολήν συνέστησε καὶ διετήρησεν, εἰς δὲ τὴν εὕρεσιν τῶν ἀξίων διδασκάλων τῶν τότε διαπρεπόντων ἐνήδρευε, καὶ τούτοις προΐστη πάντοτε». («Σχεδίασμα Περί τῆς ἐν τῷ Ἑλληνικῷ Ἔθνει καταστάσεως τῶν Γραμμάτων ἀπό τῆς Ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1453 μ.Χ.) μέχρι τῆς ἐνεστώσης (ΙΘ) Ἑκατονταετηρίδος», Ἐν Κωνσταντινουπόλει 1867)

* * *

Ἀλλά καί ὁ Φωτάκος (Φώτιος Χρυσανθόπουλος), Ἀγωνιστής στήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, δηλαδή ἄμεσος γνώστης τῆς ἐποχῆς περιγράφει στά Ἀπομνημονεύματά του μέ σαφήνεια τήν ἀνεκτίμητη προσφορά τοῦ Ὀρθοδόξου Κλήρου: «Ὁ Ἑλληνικός κλῆρος ἦτο προωρισµένος ἄνωθεν διὰ νὰ εὑρεθῇ τόσον φιλόπατρις καὶ νὰ σώσῃ ὁλόκληρον το Ἔθνος· διότι ἅµα ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία ἐχάθη, ὁ κλῆρος ἐδέχθη τὴν κηδεµονίαν ἔθνους ἀπροστατεύτου, καὶ µὴ ἔχοντος ἄλλο στήριγµα καὶ ἄλλην παρηγορίαν, εἰµὴ µόνον τὴν θρησκείαν. Ὁ κλῆρος ἐσυµβούλευε καὶ ἐνουθέτει τὸ ἀπελπισµένον Ἔθνος τὴν καρτερίαν καὶ τὴν ὑποµονήν. Ὁ λαὸς εἰς τὴν θρησκείαν του εὕρισκε τὴν ἀνάπαυσίν του, ὑποφέρων ὅλα τά δεινὰ τῆς τυραννίας µαζὺ µὲ τὸν κλῆρόν του. Κατὰ δὲ τὴν ἐπανάστασιν πρῶτος ὁ κλῆρος ἐφάνη εἰς τὸν ἀγῶνα µὲ τὸν σταυρὸν καὶ µὲ τὴν σπάθην εἰς τὰς χεῖρας διὰ νὰ σώσῃ τὸ πλανηµένον ποίµνιον καὶ ὁδηγήσῃ αὐτὸ εἰς τὴν ἐλευθερίαν του φυσικῶς πολιτικῶς, καὶ θρησκευτικῶς· αὐτὸς ἐφύλαξε τὰ γράµµατα καὶ τὴν γλῶσσαν».

* * *

 Ὅλα τά διέστρεψαν οἱ ἄρχοντες τοῦ ψεύδους καί οἱ μισθοφόροι τους γιά νά ἐξαλειφθῇ αὐτή ἡ πραγματική Ἱστορική Εἰκόνα τῆς Μονομάχου Ἐκκλησίας μας κατά τοῦ ἀσεβοῦς Τυράννου. Ἀκόμη καί τά Κρυφά Σχολειά ἀρνοῦνται, παρ’ ὅτι καί τά Κρυφά Σχολειά ὑπάρχουν ―εὐτυχῶς― μέχρι σήμερα, «κράζοντες καί οἱ λίθοι» τους, ἀλλά καί ὁ περίφημος, παμπάλαιος καί πασίγνωστος Πίνακας «Σχολεῖον Κρυπτόν» (ἤ, κατά τόν Δροσίνη, «Κρυφό Σχολειό»)τοῦ ζωγράφου Νικολάου Γύζη βοᾶ. Τόν Πίνακα ζωγράφισε ὁ Γύζης μεταξύ τῶν ἐτῶν 1885-1886 στό Μόναχο καί, ὅπως ἔγραψε στόν πεθερό του, «µέ τόν Πίνακα αὐτόν ἐσκέφθην νά παραστήσω τήν ἐποχήν ἔκεινην τῆς Ἑλλάδος, ὅτε ἐπί Τουρκοκρατίας ἦσαν

αὐστηρῶς ἀπηγορευµένα τά Σχολεῖα καί µόνον ἐν κρυπτῷ ἐξετελοῦντο» (Ἐπιστολαί Νικολάου Γύζη, ἐπιμέλεια Γ. Δροσίνη καί Λάμπρου Γ. Κορομηλά, Ἀθήνα 1953, σ. 138-139).  Ἀλήθεια, πῶς σκέπτονται νά ἐξαφανίσουν αὐτόν τόν Πίνακα;

* * *

Στή διαστροφή τῆς Ἱστορικῆς Ἀλήθειας περιλαμβάνεται καί ὁ ὑπερτονισμός τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, στήν ὁποία, βεβαίως, βοήθησαν καί Ἕλληνες πολιτικοί τοῦ ἐξωτερικοῦ καί κάποιες ἀπό τίς Ξένες Δυνάμεις, οἱ ὁποῖες, ὅμως, πρέπει νά ἐπισημανθῇ ὅτι δέν ἦσαν καθόλου Φιλελληνικές, ἀλλά βοήθησαν τήν Ἐπανάσταση γιά νά περιορισθῇ ἡ Ἑλλάδα σέ στενά γεωγραφικά ὅρια καί νά μήν ἐπανακτήση τά ἐδάφη της, γιατί ἔβλεπαν ὅτι ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία κατέρρεε καί σύντομα θά περιήρχοντο τά ἐδάφη τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκρατορίας μας σέ μᾶς!

Ὡστόσο, βεβαίως, ἡ Ἐπανάσταση ἔγινε καί ἐλευθερωθήκαμε γιά νά ἀγωνισθοῦμε νά ἀναβιώσουμε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μας, πού ἦταν σ’ Αὐτό ταὐτισμένο καί τό Πνεῦμα τῶν Προγόνων μας. Ὅμως, δέν πρέπει ἐπ’ οὐδενί λόγῳ νά λησμονοῦμε ὅτι μέ τόν ἑορτασμό τοῦ 1821 δέν ἑορτάζουμε τήν ἀπελευθέρωση ὁλοκλήρου τῆς πάλαι Αὐτοκρατορίας μας, μέ τά 32 Θέματά της, ἀλλά μόνο τῶν 8 ἀπό τά 13 Εὐρωπαϊκά Θέματά της καί τῶν 2 Παραθαλασσίων (Σάμου καί Αἰγαίου).  Κυρίως, ὅμως, ἑορτάζουμε τήν ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ τοῦ Γένους μας στήν ΚΙΒΩΤΟ τῆς Ἐκκλησίας μας!

Αὐτό τό τελευταῖο πανηγύριζαν οἱ πραγματικοί Ἕλληνες μετά τήν ἀπελευθέρωσή μας. Ὅπως μᾶς ὑπενθύμισε ὁ Γενικός Διευθυντής τῶν «Ἀρχείων τοῦ Κράτους» Ἐμμανουήλ Γ. Πρωτοψάλτης, «Δέν εἶναι ὑπερβολή ἐκεῖνο τό ὁποῖο ὁ σοφός Νοµοµαθής Νικόλαος Σαρίπολος ἐφώναξεν εἰς τήν Β΄Ἐθνοσυνέλευσιν τό 1864: ΕΣΩΘΗΜΕΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!» (Ἐµµ. Γ. Πρωτοψάλτου, Ἰγνάτιος Μητροπολίτης Οὐγγροβλαχίας, Ἀθῆναι 1961, σελ. 7).

Αὐτή τήν Ἱστορική Ἀλήθεια περιμένουμε νά σαλπίση ἡ Ἐκκλησία μας, οἱ Λειτουργοί της καί ὁ Λαός Της, ὄχι ὡς Πατριδοκαπηλεία ἀλλά ὡς Εὐγνωμοσύνη πρός τόν «Θεῖον τῆς Ἐκκλησίας Δομήτορα», τούς Πιστούς δούλους Του Πατέρας μας, ἀλλά καί σάν δική μας αὐτοκριτική πρός Μετάνοιαν!

Ἄλλως, μᾶς ἀξίζει μιά νέα καταστροφή, πολύ μεγαλύτερη, ἀπό τήν Μικρασιατική Καταστροφή τοῦ 1921, πού ―ὅπως φανέρωσε τό φρόνημα τῶν ὑπαιτίων της― θά ἑορτάζαμε καί τότε ἀντιεκκλησιαστικά τά 100 χρόνια τῆς Ἀπελευθερώσεώς μας!

 

 

π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 223

Μάρτιος 2021