![200 N 1](/images/stories/ee/2019/200_N_1.jpg)
Ο ΣΤΑΥΡΟΣ,
«αὐτό τό φυλαχτό τῆς συγκράτησης» τῆς
ἀνθρωπότητος ἀπό τήν Καταστροφή της!
Ὁ Heinrich Heine (1797-1856) ἦταν ὁ σηµαντικότερος Γερµανός ποιητής τοῦ 19ου αἰῶνα µετά τόν Γκαῖτε καί τόν Χαίλντερλιν. Ἦταν ἕνας «πολιτικοποιηµένος» ποιητής πού ὑπερασπιζόταν τούς καταπιεσµένους καί, ἐπίσης, ἕνας «σοσιαλιστής» ποιητής, πού εἶχε ἀσπασθεῖ ὡς ἕνα βαθµό τίς ἰδέες τοῦ Κάρλ Μάρξ. Τά ποιήµατά του διαβάζονταν στήν Εὐρώπη περισσότερο ἀπό ὁποιουδήποτε ἄλλου, ἐνῷ ἦταν, ἐπιπροσθέτως, ἕνας παραγωγικός δοκιµιογράφος καί κριτικός. Ἄν καί εἶχε Ἰουδαϊκή καταγωγή, ἀσπάσθηκε προσχηµατικά τόν προτεσταντισµό, γιά νά προσληφθεῖ σέ µιά δηµόσια θέση καί προκειµένου νά λάβει ἔτσι «τό εἰσιτήριό του στόν Εὐρωπαϊκό πολιτισµό». Σχετικά µέ τή βάπτισή του ἔγραψε σέ µιά ἐπιστολή: «Τώρα µέ µισοῦν καί οἱ Χριστιανοί καί οἱ Ἰουδαῖοι. Ἔχω µετανιώσει πού βαπτίσθηκα. Δέν βλέπω κανένα σηµάδι ὅτι τά πράγµατα πᾶνε καλύτερα γιά µένα. Ἀντιθέτως, δέν ἔχω ἀντιµετωπίσει παρά κακοτυχία ἀπό τήν ἡµέρα ἐκείνη καί µετά». Ἕνας µεταγενέστερος κριτικός, λαµβάνοντας ὑπ’ ὄψη του καί τό γεγονός ὅτι ὁ Heine ἔζησε γιά πολύ στό Παρίσι µακριά ἀπό τήν πατρίδα του, τόν χαρακτήρισε ὡς τήν «ἐνσάρκωση τῆς µοντέρνας ἀνεστιότητας», ἐνῷ ὁ ἴδιος εἶχε γράψει σέ µιά ἐπιστολή του ὅτι τήν ὕψιστη ἐλευθερία καί κοινωνικότητα µπορεῖ κανείς νά τή συναντήσει σέ ἕνα µασκέ-πάρτυ, ὅπου δέν ἔχει καµιά σηµασία ποιός εἶναι πίσω ἀπό τή µάσκα.
Ὁ Heine διακρίθηκε γιά τίς εὔστοχες, πνευµατώδεις καί δηκτικές παρατηρήσεις του σχετικά µέ τίς ἰδέες καί τή συµπεριφορά τῶν συγχρόνων του. Ἐπεδίωκε νά
ἐντοπίζει καί νά ἀναδεικνύει αὐτό πού θεωροῦσε οὐσιῶδες σέ κάθε ἰδεολογία ἤ κοσµοθεωρία, ὥστε νά τήν παρουσιάζει µέ τρόπο κατανοητό, ἄν καί κάποιες φορές ὑπερβολικά σαρκαστικό καί περιπαικτικό, σέ ὅλους. Ἦταν ἄθεος καί ἀκολούθησε «ἀπό τά ἀριστερά» τή διδασκαλία τοῦ Χέγκελ, στόν ὁποῖο ἀναφερθήκαµε καί στό προηγούµενο σηµείωµα. Περισσότερο ἀπό ὁ,τιδήποτε ἄλλο θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ὡς ἕνα κοσµοπολίτη Εὐρωπαῖο, ἀφοσιωµένο στίς ἀρχές τῆς ἰσότητας καί τῆς ἐλευθερίας. Πίστευε δέ ὅτι αὐτό πού χαρακτήριζε τήν σύγχρονη Εὐρώπη ἦταν ὁ σεβασµός της γιά τόν ἀφηρηµένο νόµο, γεγονός πού τήν καθιστοῦσε διάδοχο τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ὁ πρῶτος «µοντέρνος» λαός, δηλαδή ὁ πρῶτος λαός πού ἀσπάσθηκε τόν ἀφηρηµένο καί ὀρθολογικό Νόµο. «Οἱ Ἰουδαῖοι, ἔγραψε, ἀφιερώθηκαν µόνο στόν νόµο, στήν ἀφηρηµένη σκέψη, ὅπως οἱ πιό κοντινοί µας κοσµοπολῖτες Ρεπουµπλικάνοι, οἱ ὁποῖοι δέν σέβονται τή γενέθλια γῆ, οὔτε τό πρόσωπο τοῦ ἡγεµόνα τους, ἀλλά µόνο τόν νόµο». Γιά δέ τούς «δεξιούς» φιλοσόφους τῆς ἐποχῆς του ἔχει ἐπισηµάνει ὅτι «ὅπως κάποτε παλιά οἱ Ἀλεξανδρινοί φιλόσοφοι ἔστυβαν τό µυαλό τους νά βροῦν ἀλληγορικές ἑρµηνεῖες γιά νά σώσουν µέ αὐτές ἀπό τήν ὁλική κατάρρευση τή θρησκεία τοῦ Δία πού βυθιζόταν, ἔτσι ἐπιχειροῦν τώρα κάτι παρόµοιο οἱ Γερµανοί φιλόσοφοί µας γιά τή θρησκεία τοῦ Χριστοῦ». Εἰδικότερα γιά τόν Ἰµµάνουελ Κάντ εἶχε πεῖ ἐπιγραµµατικά ὅτι: «ὁ Κάντ κατάργησε τόν Θεό στήν πρώτη «Κριτική» του (τήν «Κριτική τοῦ Θεωρητικοῦ Λόγου»), ἀλλά νιώθοντας λύπη πού ἔτσι στενοχώρησε τόν φτωχό ὑπηρέτη του ἀποφάσισε νά Τόν ἐπαναφέρει (τόν Θεό) στή δεύτερη «Κριτική» του (τήν «Κριτική τοῦ Πρακτικοῦ Λόγου»)». Ἀκόµη ὑποστήριζε ὅτι: «Κανείς δέν τό ὁµολογεῖ, ὅµως ὅλοι τό γνωρίζουν. Ὁ πανθεϊσµός εἶναι τό κοινό µυστικό σήµερα στή Γερµανία… Ὁ πανθεϊσµός εἶναι ἡ κρυφή θρησκεία τῆς Γερµανίας».