«Ἡ τοῦ Ληστοῦ μετάνοια, τόν Παράδεισον ἐσύλησεν»

200 mN1

«Ἡ τοῦ Ληστοῦ μετάνοια,
τόν Παράδεισον ἐσύλησεν»

                                                                                            (Μακαρισμοί Α΄ ἤχου)

Πάλι Μεγάλη Ἑβδομάδα καί πάλι Μεγάλη Παρασκευή ἀνατέλει, χάριτι Θεοῦ. Καί κατά τό δημῶδες ἆσμα: «Σήμερα μαῦρος οὐρανός, σήμερα μαύρη μέρα· σήμερ’ Ἀγγέλοι Ἀρχάγγελοι, ὅλοι μαυροφοροῦνε». Πάλι τά ἴδια πνευματικά νοήματα, σάν ἐξεταστέα μας ὕλη, θά παρουσιασθοῦν ἀπό τήν Σχολή-Ἐκκλησία μπροστά σέ ὅλους ἐμᾶς, πού σάν ἐπανεξεταστέοι μαθητές – πάλιν καί πολλάκις – καλούμαστε νά τά ἐγκολπωθοῦμε, νά τά ἐνστερνιστοῦμε, μήπως καί «πιάσουμε τή βάση» καί περάσουμε τίς πνευματικές μας ἐξετάσεις, γιά νά εἰσέλθουμε στό Ἀνώτατο - ἤ μᾶλλον Αἰώνιο – Πανεπιστήμιο, στόν Παράδεισο, ὅπου πρῶτος ἀπ’ ὅλους, μᾶς «προήγαγεν», δηλ. προηγήθηκε, ὁ εὐγνώμων Ληστής.

Σύμφωνα μέ μυστική καί ἄγραφη διδαχή τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἅγιος Ληστής τοῦ Γολγοθᾶ, εἶναι ὁ μόνος κοινός θνητός πού κατόρθωσε νά εἰσέλθει, πρό τῆς Δευτέρας Παρουσίας, στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Σέ μιά Αἰώνια καί Οὐράνια Βασιλεία, ὅπου μόνος ὁ Δεσπότης Χριστός μας βασιλεύει, ἔχοντας καί ἐκ δεξιῶν Του τήν Παναγία Μητέρα Του, κατά τό ψαλμικό λόγιο: «Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου …». Σ’ αὐτό τό ἀνέκφραστα πάντερπνο πανηγύρι, πού «ὀφθαλμός οὐκ οἶδεν καί οὖς οὐκ ἤκουσεν καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη», σ’ αὐτήν τήν οὐράνια δόξα καί τό κάλλος, μόνος ὁ Ληστής ἐνδιαιτᾶται καί ἐντρυφᾶ, ἀγνώστως καί ἀφράστως. Ὅλοι οἱ ἄλλοι Ἅγιοι, «Ἀπόστολοι, Μάρτυρες καί Προφῆται, Ἱεράρχαι, Ὅσιοι καί Δίκαιοι, οἱ καλῶς τόν ἀγῶνα τελέσαντες καί τήν πίστιν τηρήσαντες», καθώς καί ὅλοι οἱ ἤδη σεσωσμένοι, στέκονται «ἀπ’ ἔξω» καί περιμένουν, «ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσι».

Σέ πολλούς, μάλιστα, μοναστηριακούς Ναούς, ἱστορεῖται στίς τοιχογραφίες ἡ ἄγραφη καί μυστική παράδοση αὐτή. Μυστική μέν καί ἄγραφη, ἀλλ’ ὄχι καί αὐθαίρετη. Διότι βασίζεται στά Κυριακά Δεσποτικά, πρός τόν Ἅγιον Ληστή, λόγια: «Σήμερον, μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ».

Νά, λοιπόν, πού ὁ Ληστής πῆρε βαθμό ἄριστα στίς αἰώνιες ἐξετάσεις καί πέρασε πρῶτος στόν Παράδεισο. Μακάρι κι ἐμεῖς ὅλοι, οἱ περιλειπόμενοι, νά πιάσουμε, ὅπως εἶπα, τήν βάση. Οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς, φαινομενικά τουλάχιστον, δέν ζήσαμε ληστρική, ἀλλά ἐκκλησιαστική καί μυστηριακή ζωή, ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων - ἐλέῳ Θεοῦ βέβαια. Κι ὅμως, ἰσοβίως παλεύουμε μέ τά κρυφά πάθη μας καί ταξιδεύουμε πολυετῶς γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μέ βάρκα τήν ἐλπίδα, ἡ ὁποία ἐλπίδα, πιστεύουμε ὅτι «οὐ καταισχύνει». Ἐνῶ, ὁ εὐγνώμων Ληστής, σώθηκε στό παρά πέντε, ἔχοντας προηγουμένως ζήσει πολυετῶς ἕναν βίο κατ’ ἐξοχήν ληστρικό, ἔχοντας βάψει πολλάκις τά χέρια του στά αἵματα τῶν θυμάτων του, κουβαλώντας ἰσοβίως μιά κατεγνωσμένη συνείδηση καί βιώνοντας στό ἔπαρκο τήν κατακραυγή τῆς τότε «καλῆς» κοινωνίας, πού, τελικά τόν κατεδίκασε δικαίως στόν διά σταυροῦ Θάνατο.

Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε δόξα σοι! Εἶναι, ἄραγε, τυχαῖο, ὅτι αὐτή τή φράση τήν ἐπαναλαμβάνουμε στήν Ἀκολουθία τῶν Ἀχράντων Παθῶν, μετά ἀπό κάθε ἕνα ἀπ’ τά Δώδεκα Εὐαγγέλια, ἐνῶ συνήθως, τόν ὑπόλοιπο χρόνο, στό τέλος κάθε Εὐαγγελίου, λέμε ἁπλῶς «Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι»; Ὄντως, «μυστήριον ξένον ὁρῷ καί παράδοξον». Αὐτό τό μυστήριο θαυμάζοντας καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, στό βιβλίο του «Κλίμαξ», ἀπορεῖ, πῶς, ἐνῶ ὁ Ἰούδας, εἷς ὤν ἐκ τῶν Δώδεκα, κέρδισε διά τῆς ἀγχόνης τήν Κόλαση, ὁ Ληστής, τήν ἴδια ὥρα, ἐνῶ δέν ἦταν Μαθητής, κέρδισε τόν Παράδεισο μέ τό «Μνήσθητί μου».

Ὅλη ἡ σχετική μέ τόν εὐγνώμονα Ληστή Ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὄχι μόνο αὐτές τίς ἡμέρες, ὅπου ὁ Κύριος «ἔρχεται πρός τό ἑκούσιον Πάθος», ἀλλά, εὐκαίρως-ἀκαίρως, ὅλο τό ἐκκλησιαστικό ἔτος, μᾶς παρουσιάζει ἐξαίσια μελωδήματα, ποιήματα Ἁγίων Ὑμνογράφων, ἐγκατεσπαρμένα σέ πολλές Ἀκολουθίες. Ἐπίσης, πολλοί Ἅγιοι Πατέρες, Ποιμένες καί Διδάσκαλοι τῆς Οἰκουμένης, Ἱεροί Συγγραφεῖς καί δόκιμοι Ἱεροκήρυκες, ἔβαλαν τά δυνατά τους, γιά νά ἐξάρουν, προφορικῶς ἤ γραπτῶς, «τήν τοῦ Ληστοῦ μετάνοιαν», ἡ ὁποία «τόν Παράδεισον ἐσύλησεν». Εἰδικότερα μάλιστα, ὁ ρητορικότερος ὅλων, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, στόν Λόγο του γιά τήν Σταύρωση καί τόν εὐγνώμονα Ληστή, μᾶς προσφέρει πλούσια πνευματική τροφοδοσία, ὡς ἑστιάτωρ πνευματικός. Σέ πολλά θέματα ἀναφέρεται ὁ Χρυσοῦς Ἅγιος, πού ἀφοροῦν τόν Σταυρωθέντα Κύριο καί τόν πιστό Ληστή. Οἱ ἀναλύσεις καί ἑρμηνεῖες του εἶναι ὑπέροχες. Καί τό σπουδαιότερο, ὅτι ἡ Χρυσοστομική γλῶσσα, δέν χρειάζεται μετάφραση, ὅπως ἴσως ἄλλα πατερικά κείμενα. Εἶναι χειμαρρώδης γλῶσσα, μέ φράσεις καί λόγια κατανοητά καί ἀπό κάποιον πού δέν ξέρει καλά τήν ἀρχαία Ἑλληνική, ἐάν βέβαια λίγο προσέξει καί καταβάλει μιά σχετικά φιλότιμη προσπάθεια. Ἐκεῖνο, λοιπόν, πού ἰδιαίτερα τονίζει ὁ Ἅγιός μας στόν Λόγο του καί ἐπιμένει πολύ στήν ἀπό μέρους μας κατανόησή του, εἶναι τό ὅτι ὁ Ληστής, μέ τά λόγια: «Δικαίως· ἄξια ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν», πού τά ἀνέφερε, ὡς νά ἤλεγχε τρόπον τινά τόν ἄλλον συσταυρωθέντα βλάσφημο-συγκατάδικό του, ἔδειξε ἐπίγνωση τῆς δικῆς του –τουλάχιστον– ἁμαρτωλότητος καί ψυχοπνευματικῆς καταπτώσεως. Καί μετά ἀπό αὐτά τά λόγια του, πού ἦταν ὁμολογία μετανοίας καί ἐξομολόγηση συγχρόνως, προχωρεῖ στήν σωτηριώδη κραυγή: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλεία σου». Μιά κραυγή πού, ἀκαριαίως καί παραχρῆμα, ἐφελκύει τό ἔλεος τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καί ἐπιδέχεται τήν δίκαιη ἀπάντησή Του: «Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ». Μᾶς διαβεβαιώνει ὁ Ἱερός Χρυστόστομος ἐν προκειμένῳ, ὅτι ἄν δέν εἶχε προηγηθεῖ ὁ πρῶτος λόγος τοῦ Ληστοῦ, τό «ἄξια ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν», λόγος ὁμολογιακός, δέν θά ἀκολουθοῦσε ὁ δεύτερος λόγος – κραυγή, τό «Μνήσθητί μου Κύριε …». Θά εἶχε παραμείνει ὁ καλός μας Ληστής στόν ἴδιο παρονομαστή τῆς ἀμετανοησίας μέ τόν ἄλλο ἀγνώμονα ληστή, τόν σύντροφό του, ὁ ὁποῖος «οὐκ ἠβουλήθη συνιέναι» καί ἔτσι, ἀφοῦ πέθανε βλασφημώντας, μηδενίστηκε στίς εἰσαγωγικές, γιά τήν αἰώνια ζωή, ἐξετάσεις καί βρέθηκε ἔξω τοῦ Νυμφῶνος.

Ἐμεῖς, ὅμως, ἀγαπητοί μου, «μή μείνωμεν ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ». Ἄς κράξουμε, ἔστω κι ἄν δέν διαθέτουμε τό μέγεθος τῆς τελείας μετανοίας τοῦ Ἁγίου Ληστοῦ: - Ἴλεως, γενοῦ ἡμῖν, Κύριε καί μή στήσῃς ἡμῖν τήν ἁμαρτίαν καί ἐμπάθειάν μας. Οὐ γάρ οἴδαμεν, τί ποιοῦμεν, οἱ ἄφρονες, καίτοι ἀπό μικροί ἐπαγγελόμεθα θεοσέβειαν καί δέν ζήσαμε –φαινομενικῶς– βίον ληστρικόν. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ τόν Ληστήν συγχωρήσας καί δικαιώσας, ἐλέησον καί ἡμᾶς τούς εὐτελεῖς καί μήν μᾶς κλείσεις ἔξω τῆς Βασιλείας Σου! Λάμπρυνόν μας τήν στολήν τῆς ψυχῆς, Κύριε!

Αὐτή τήν προσευχή, πατέρες καί ἀδελφοί, ἄς ἀναπέμπουμε αὐτές τίς ἡμέρες, πού πάλι ἀξιωνόμαστε –ἐλέῳ Θεοῦ– νά ἑορτάσουμε. Μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ του, ὁ καθένας, ἄς ἀνακαλύψουμε τά «κρυπτά τῆς καρδίας μας» πάθη κι ἄς ποῦμε, μαζί μέ τόν Ψαλμωδό Δαυίδ «Κύριε, ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με». Καί ἄς ὁμολογήσουμε, ὁ καθένας σέ ἑνικό ἀριθμό, ὅτι «ἄξια ὧν ἔπραξα ἀπολαμβάνω». Ποιά εἶναι αὐτά; Ἐνδεχομένως συμφορές, δυστυχίες, ἀτυχήματα, ἀδόκητοι θάνατοι, καταστροφές οἰκιῶν καί περιουσιῶν, κατάφορες ἀδικίες–προδοσίες–ἀχαριστίες καί ἐκμεταλλεύσεις ἐκ μέρους ποικίλων συνανθρώπων μου, οἰκιακῶν μου, συγγενῶν, φίλων, προϊσταμένων ἤ ὑφισταμένων μου ἤ εὐεργετηθέντων ἀπό ἐμένα, οἰνομοκικές κρίσεις καί τόσα ἄλλα, πού τά βιώνουν, στό σύνολό τους, οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι, οἱ ἀθῶοι. Ἀλλά πού τά βιώνει, στό σύνολό της καί ἡ Ἑλλάς, ἡ πατρίδα μας, ἀπό ἀθέους κυβερνῆτες. Καί, ἐνδεχομένως, τά συγκεκριμένα ἀναφερθέντα καί ἄλλα παρόμοια δεινά, πού σάν θεῖες τιμωρίες μᾶς ἐπέρχονται, τά «ἀπολαμβάνομεν» ὄχι δικαίως –ὅπως δήλωσε ὁ Ληστής– ἀλλά ἀδίκως. Διότι πράγματι ἐν προκειμένῳ, ἐνδέχεται νά εἴμαστε ἀθῶοι. Ὅμως, μήν ξεχνᾶμε, ὅτι σχεδόν πάντοτε, ἰσχύει ὁ πνευματικός νόμος, ὅτι δηλ. «ἐν ἄλλοις πταίομεν καί ἐν ἄλλοις παιδευόμεθα». Τί σημαίνει αὐτό; Θά μᾶς τό ἐξηγήσει, στόν καθένα προσωπικά, μέσα στό μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, ὁ Πνευματικός μας ἐξομολόγος τοῦ καθενός μας. Αὐτός μόνος ἔχει τήν δυνατότητα, τήν ἐξουσία, ἀλλά –πρό παντός– καί τήν ὑποχρέωση καί εὐθύνη τῆς ἐξηγήσεως αὐτοῦ τοῦ ρητοῦ, τό ὁποῖο –κρίμασιν οἷς Μόνος ὁ Κύριος γνωρίζει– εἶναι ἀδυσώπητο καί ἀναπόφευκτο: «ἐν ἄλλοις πταίομεν καί ἐν ἄλλοις παιδευόμεθα». Ἀνεξιχνίαστα τά κρίματα τοῦ Θεοῦ!

200 mN2

Ὅμως, αὐτή ἡ παίδευσις, περί ἧς ὁ λόγος, ἄν τήν χειριστοῦμε ὅπως τήν χειρίστηκε ὁ εὐγνώμων ληστής –πού πράγματι καί ἀληθῶς ἔπταισεν καί «δίκαια ὧν ἔπραξεν ἀπέλαβε»– θά μᾶς ὁδηγήσει κι ἐμᾶς στήν ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει ἐπίγνωση, ὅτι, πράγματι κι ἐγώ «ἄξια ὧν ἔπραξα ἀπολαμβάνω». «Ἡμάρτηκα τῷ Κυρίῳ» εἶπεν ὁ Προφητάναξ Δαυΐδ, ὅταν τόν ἤλεγξεν ὁ προφήτης Νάθαν, κατ’ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ. Κι ἀμέσως, ὁ ἴδιος τοῦ ἀνεκοίνωσε, ὅτι ὁ Κύριος «παρεβίβασε» (=συγχώρεσε) τά ἁμαρτήματά του.

Ὁ Ληστής ἄκουσε κάτι ἀνώτερο ἀπ’ αὐτό: «Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ».

Ἄς ἀναφέρουμε, παρεμπιπτόντως καί μία ἁπλοϊκή ἀρχαία χριστιανική διήγηση (ἄραγε εἶναι μῦθος ἤ πραγματικότης; Ὁ Θεός γνωρίζει). Ὅταν ἡ Παναγία Παρθένος, μέ τόν Ἅγιον Ἰωσήφ, φυγάδευσαν, διά νυκτός, τόν νεογέννητο Χριστό μας, κατά τό ρῆμα τοῦ Ἀγγέλου, γιά νά σωθεῖ ἀπό τήν φονική μανία τοῦ Ἠρώδη, πρίν φθάσουν στήν Αἴγυπτο, σέ κάποια ἀπό τίς νύκτες τῆς πολυήμερης ὁδοιπορίας τους, ἀναγκάστηκαν νά καταλύσουν, κατάκοποι, πεινασμένοι καί διψασμένοι, σέ ἕνα σπήλαιο, πού ἔτυχε νά βρεθεῖ στόν ἔρημο δρόμο. Ὁ ἰδιοκτήτης τῆς σπηλιᾶς-καλύβης, ἄγνωστος βέβαια, τούς φιλοξένησε φιλοφρόνως καί δεόντως. Ὅταν τούς ξεπροβόδιζε, τούς ἐξέφρασε τήν ἔκπληξή του, διότι καί οἱ τρεῖς τους ἔλαμπαν μέ ἕνα ὑπερκόσμιο φῶς. Ἡ Παναγία μας, εὐχαριστώντας τον, τόσο γιά τήν φιλοξενία, ὅσο καί γιά τήν ὁμολογία του, τοῦ δήλωσε, ὅτι ὁ Υἱός Της, κάποτε, θά τόν ἀνταμείψει δικαίως. Ὁ ἄγνωστος αὐτός ἄνδρας, δέν ἦταν ἄλλος ἀπό τόν κατοπινό Ἅγιο Ληστή τοῦ Γολγοθᾶ!

Ἄς τελειώσουμε τήν φτωχή αὐτή ἀναφορά μας στόν Ἅγιο Ληστή τοῦ Γολγοθᾶ, μέ λίγα ἐμπνευσμένα, ἀπό τούς Ἱερούς Ὑμνογράφους, ψαλμωδήματα, ἐντελῶς ἐνδεικτικά, διότι τό σχετικό πλῆθος αὐτῶν εἶναι ἄπειρο.

 

Τροπάριο ἀπό τούς «Μακαρισμούς» τοῦ πλαγίου τοῦ πρώτου ἤχου:

«Σταυρωθέντος σου Χριστέ

ἐν μέσῳ δύο καταδίκων ληστῶν,

ὁ μέν εἷς βλασφημῶν σε, κατεκρίθη δικαίως.

Ὁ δέ ἄλλος σέ ὁμολογῶν, Παράδεισον ὤκησεν»

 

Τροπάριο ἀπό τήν Ἐννάτη Ὠδή τοῦ Μεγάλου Κανόνος

«Ληστής κατηγόρει σοι, Ληστής ἐθεολόγει σοι·

ἀμφότεροι γάρ, σταυρῷ συνεκρέμαντο·

Ἀλλ’ ὦ Πολυεύσπλαγχνε, ὡς τῷ πιστῷ Ληστῇ σου,

τῷ ἐπιγνόντι σε Θεόν, κἀμοί ἄνοιξον τήν θύραν,

τῆς ἐνδόξου βασιλείας σου».

 

Δίστιχο Συναξαρίου Μεγάλης Παρασκευῆς:

«Κεκλεισμένας ἤνοιξε τῆς Ἐδέμ πύλας,

Βαλών ὁ Ληστής κλεῖδα τό, Μνήσθητί μου».

 

Ἐξαποστειλάριον Μεγάλης Παρασκευῆς:

«Τόν Ληστήν αὐθημερόν, τοῦ Παραδείσου ἠξίωσας Κύριε·

κἀμέ τῷ ξύλῳ τοῦ Σταυροῦ, φώτισον καί σῶσον με».

 

Ἀντίφωνον ΙΔ΄ Μεγάλης Παρασκευῆς:

«Κύριε, ὁ τόν Ληστήν συνοδοιπόρον λαβών,

τόν ἐν αἵματι χεῖρας μολύναντα,

καί ἡμᾶς σύν αὐτῷ καταρίθμησον,

ὡς ἀγαθός καί φιλάνθρωπος».

 

Τό ἀμέσως ἑπόμενο ψαλμώδημα:

«Μικράν φωνήν ἀφῆκεν ὁ Ληστής ἐν τῷ σταυρῷ,

μεγάλην πίστιν εὗρε, μιᾷ ροπῇ ἐσώθη

καί πρῶτος Παραδείσου, πύλας ἀνοίξας, εἰσῆλθεν·

ὁ αὐτοῦ τήν μετάνοιαν προσδεξάμενος, Κύριε δόξα σοι».

 

Καλό Πάσχα!

 

Μοναχός Νεκτάριος

Κελλίον Ἁγίου Νικολάου-Μπουραζέρη,  ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Καί ἕνα ὑστερόγραφο:

Ὁ γνωστός καί πολιός Ἀρχιμανδρίτης π. Γερβάσιος Ραπτόπουλος, πνευματικός πατήρ καί ἱδρυτής τῆς φιλανθρωπικῆς καί ἱεραποστολικῆς Ἀδελφότητος «Ὁσία Ξένη», στήν Περαία Θεσσαλονίκης, ἔκτισε στόν περίβολο τοῦ κτηρίου τῆς Ἀδελφότητος ἐκκλησάκι –τό μοναδικό στόν κόσμο– ἀφιερωμένο στόν Ἅγιο Ληστή τοῦ Γολγοθᾶ. Καί, ἀπό πολλῶν ἐτῶν, ἔχει ἐπίσης ἱδρύσει φιλανθρωπικό σύλλογο συμπαραστάσεως καί ἀποφυλακίσεως κρατουμένων, στόν ὁποῖο σύλλογο ἔδωσε ἐπίσης τό ὄνομα «Ὁ Ἅγιος Ληστής τοῦ Γολγοθᾶ». Δώη αὐτῷ ὁ Κύριος, ἀντί τῶν ἐπιγείων, τά ἐπουράνια                                                                    

                                                                           μ. Ν.

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 200

Ἀπρίλιος 2019