ΑΡΧΗ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ – ΑΡΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ
Ἡ ἀρχή κάθε ἐκπαιδευτικῆς χρονιᾶς – καί τῶν τριῶν βαθμίδων ἐκπαιδεύσεως – συνοδευόμενη ἀπό διάφορες ἐκδηλώσεις (ἁγιασμούς - ὁμιλίες – διανομές βιβλίων - ἀγορές γραφικῆς ὕλης – νουθεσίες διδασκάλων καί καθηγητῶν κλπ.), νομίζω ὅτι, πάντοτε καί γιά ὅλους, διδάσκοντες καί διδασκομένους, ἦταν μιά ἀφορμή πνευματικῶν ἐπανατοποθετήσεων καταρτισμοῦ ἐκπαιδευτικῶν προγραμμάτων, ἀνασυντάξεως τῶν πνευματικῶν μας δυνάμεων καί – πρό παντός - ἀποφάσεων γιά διάβασμα καί μελέτη.
Ξεκινῶντας, λοιπόν, ἀπ’ αὐτά τά γνωστά κάθε Σεπτέμβριο δεδομένα, σκέφθηκα νά ἁρπάξω τήν εὐκαιρία, γιά νά στρέψω τό τιμόνι τῆς φτωχῆς μου αὐτῆς προσλαλιᾶς, στό θέμα τῆς ψυχικῆς καί πνευματικῆς ὠφέλειας, πού προέρχεται ἀπό τήν ἀνάγνωση καί μελέτη ἱερῶν καί ἁγιοπνευματικῶν γραφῶν. Γνωρίζω πολύ καλά, ὅτι ὁ ρυθμός τῆς κοσμικῆς ζωῆς, μπορεῖ μέν νά εἶναι ρυθμός φρενίτιδος, ὥστε ἡ μελέτη ἱερῶν γραφῶν νά θεωρεῖται λίγο-πολύ ὡς πνευματική πολυτέλεια - ἀφοῦ καί τήν προσευχή του πολλές φορές ὁ ἐγκόσμιος Χριστιανός ἀδυνατεῖ νά καλλιεργήσει - ἀλλ’ ὅμως γνωρίζω ἐπίσης καλά, ὅτι «πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι», κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου. Γι’ αὐτό κι ἐγώ, ἐπειδή πρός «πιστεύοντας» ἀπευθύνω τόν πενιχρό μου λόγο, ἔχω ἐλπίδα, ὅτι δέν θά τόν ἀπορρίψετε ἀσυζητητί.