Ο ΦΟΒΟΣ
Σήμερα ζοῦμε μιά ἀκραία ἀντίφαση: ἐνῷ οἱ ἄνομες ἐξουσίες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, γίνονται ὅλο καί πιό ἀπροκάλυπτες, ἐμεῖς γινόμαστε ὅλο καί πιό τυφλοί στήν ὅραση, κωφοί στήν ἀκοή καί ἀνίκανοι στήν κρίση.
Δέν μπορεῖ νά ἑρμηνευτεῖ ἀλλιῶς, γιά παράδειγμα, τό γεγονός, πῶς ἐνῷ μᾶς ἔδειξαν παγκοσμίως, ὅτι τίς οἰκονομικές καί κοινωνικές κρίσεις, τίς προκαλοῦν ἠθελημένα καί συντονισμένα, οἱ ἄρχοντες τοῦ κόσμου τούτου, ἐμεῖς συνεχίζουμε νά ἀναχαράζουμε τά κουτόχορτα τῆς προπαγάνδας τους!
Αὐτό δέν μπορεῖ νά εἶναι, παρά τό ἐπίχειρο μιᾶς διαβολῆς, πού πάει ἀρκετά πίσω στό χρόνο. Ἐδῶ θά ἐπικεντρωθοῦμε σέ μιά οὐσιώδη πλευρά τοῦ προβλήματος, ἡ ὁποία ἀφορᾶ τόν ψυχολογικό φόβο, πού κινεῖται πέρα ἀπό τά ὅρια τοῦ φυσιολογικοῦ φόβου.
Ὁ ψυχολογικός φόβος, κρύβει ἀπόσταση. Ἀλλά ἀπόσταση ἀπό ποιόν; Ἀπό τόν ἑαυτό σου; Ὁ ἑαυτός σου εἶναι ἑπόμενο νά φοβᾶται, ὅταν θεωρεῖται μόνος του.
Αὐτό εἶναι ἡ καλύτερη, ἴσως, ἀφορμή, γιά νά ξεδιπλωθεῖ ἡ ἀδυναμία τῆς προσέγγισης τοῦ «γνῶθι σαὐτόν», χωρίς Θεό. Γιατί ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ, μπορεῖ νά φτάσει ἕως τήν παραδοχή τοῦ φόβου, ἀλλά ὄχι ὡς τήν αἰτία τοῦ φόβου. Χωρίς ἀναφορά σέ κάτι ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό, δέν μπορεῖ νά φανεῖ τί μᾶς χωρίζει, ἀπό τί, καί πόσο βαθύς εἶναι ὁ χωρισμός μας. Βέβαια οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι καί τά ἄλλα ὄντα τοῦ κόσμου, συστήνουν τόν ἑαυτό μας, καθώς αὐτός συστήνεται σέ ἐκείνους. Ἀλλά ἡ ἐπίγνωση αὐτή, δέν μπορεῖ νά ὁλοκληρωθεῖ χωρίς τήν ὑποψία τῆς Θείας παρουσίας πού μᾶς συνέχει. Κανείς μας δέν διαθέτει τήν πληρότητα ἐκείνη, πού μπορεῖ νά χωρέσει μέσα της ἡ κοινότητα τῆς Χάρης Του.
Τό αἴτιο τοῦ σημερινοῦ φόβου εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι χάσαμε τά ὑπερκείμενα ἀνήκειν καί συνανήκειν, τίς κοινές ἀξίες, τά κοινά ἀγαθά, τά ὁποῖα στίς προηγούμενες γενιές, ἔδιναν τόσο νόημα στή ζωή, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά θυσιάζονται ἄν χρειαζόταν γι’αὐτά, γιατί ἡ ζωή δέν ἦταν ἀξιοβίωτη χωρίς αὐτά. Τά κοινά ἀγαθά ἕνωναν τούς ἀνθρώπους καί ὄχι ἡ κοινή στέρηση. Τά κοινά ἀγαθά, τά ὁποῖα πολλαπλασιάζουν τό ἐλάχιστο καί χορταίνουν τούς πάντες, γιατί στό κέντρο τους βρίσκεται ὁ Ἀγαθός Λόγος.
Ἡ σημερινή μας ἀπόσταση ἀπό τόν Θεῖο Λόγο, δέν εἶναι ἀποτέλεσμα ἐπίγνωσης τῆς διάστασης, ἀλλά ἀντιθέτως ἀποτέλεσμα τῆς ἀπώλειάς της. Μέ μιά ἔννοια, εἶναι μέτρο τῆς ἁμαρτίας, δηλαδή τῆς ἀπουσίας μας ἀπό τήν μαρτυρία τῆς ζωῆς.
Οἱ ἄνομες ἐξουσίες, χρησιμοποιοῦν στήν πραγματικότητα τόν χωρισμό μας, κατ’ ἀρχήν ἀπό τόν Θεῖο Λόγο, γιά νά μᾶς κυβερνοῦν τυραννικά μέ τόν φόβο, πού αὐτός ὁ χωρισμός παράγει. Μέ πολιτικούς ὅρους, θά λέγαμε ὅτι κεφαλαιοποιοῦν τά παράγωγα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.
Ἄρα ἡ ἁμαρτία, δέν ἔχει μόνο τό εἰδικό της βάρος, σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν προσωπική ψυχή, ἀλλά καί τό γενικό της βάρος, σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τά πάθη πού μεταφέρει στό κοινωνικό σύνολο.
Ἡ κύρια ἁμαρτία τῆς ἐποχῆς μας, εἶναι ὁ ἀτομιστικός ὑπολογισμός, πού ὁδηγεῖ στήν ἀποκτηνωτική χρησιμοθηρία. Ἀλλά ὁ ἀτομιστικός ὑπολογισμός σήμερα, κορυφώνεται στή ματαίωσή του, μέ ἀνυπολόγιστες συνέπειες γιά τό ἀνθρώπινο εἶδος. Αὐτό πού θά πρέπει νά γίνει ἀντιληπτό, εἶναι πῶς δέν ὑπάρχει πιό χειραγωγούμενη στάση ζωῆς, ἀπό τόν ἀτομιστικό ὑπολογισμό. Σήμερα βλέπουμε σέ ὅλο της τό μεγαλεῖο, τήν ἐφαρμογή αὐτῆς τῆς χειραγώγησης, ὅπου πάνω στήν παγωνιά τοῦ ἀτομικοῦ φόβου πού ἐνέσπειραν, στήνουν τό ἐμπόριο ἐλπίδας τῶν ἐμβολίων. Τό ἀντίτιμο τοῦ φόβου, εἶναι μιά ἀναξιοπρεπής ἐπιβίωση, χωρίς τό ἀντίδοτο τῆς συνείδησης.
Αὐτό πού ἐπιχειρεῖται σήμερα, εἶναι ὁ χωρισμός τῆς συνείδησης ἀπό τήν πραγματικότητα τῆς ἐπιβίωσης.
Αὐτό ἀντικατοπτρίζει ὁ διαχωρισμός Ἐκκλησίας καί κράτους.
Ἡ ἀληθής ζωή μετατιθέμενη μετά θάνατον, σημαίνει τήν ἀντιμετάθεση τοῦ θανάτου στή σφαίρα τῆς ζωῆς. Μέ αὐτό τόν τρόπο, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποβαίνει ἕνα μήνυμα χωρίς παραλῆπτες. Ἀλλά ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή του, ἐπανιστᾶ τή ζωή στήν Πηγή της, ὥστε νά τή ζήσουμε στήν ὁλότητά της. Εἶναι ὁ μόνος κυριολεκτικά ἐπαναστάτης τῆς Ἱστορίας.
Συνηθίζουμε ὀρθῶς νά λέμε γιά τήν εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στήν ἀνθρώπινη Ἱστορία καί πῶς αὐτή ἄλλαξε τόν ροῦ της. Ταὐτοχρόνως ὅμως, ἰσχύει καί τό ἀντίστροφο, ἡ εἴσοδος τῆς ἀνθρώπινης Ἱστορίας, στόν Ἐνσαρκωμένο Θεῖο Λόγο.
Ἡ δυνατότητα, πού τῆς δόθηκε νά Τόν ἐνσαρκώσει κατά χάριν.
Γι’ αὐτό τόν λόγο, δέν χωροῦν στήν Ἐκκλησία Του, οἱ νομοκανονιστικές διευθετήσεις τῆς προχριστιανικῆς μή ἁμαρτίας, ἀλλά ἀπαιτεῖται ἡ σύγχρονη σέ κάθε ἐποχή μαρτυρία, τοῦ πραγματικοῦ περιεχομένου τῆς Ἀνάστασης τῆς Ὄντως Ζωῆς.
Τό πνεῦμα τοῦ πονηροῦ, γνωρίζει πώς δέν μπορεῖ νά ἐξοβελίσει τόν Θεῖο Λόγο ἀπό τήν ἀνθρώπινη Ἱστορία, ἀλλά προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο καί μέσον, νά ἐκδιώξει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Λόγο. Νά ἀποκλείσει ἀπό τόν ἄνθρωπο τήν ὁδό τῆς ἑκούσιας ἐπιστροφῆς στή Ζωή. Ὁ μισανθρωπισμός του συνίσταται στό γεγονός, πώς δέν ἀνέχεται τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία τῆς σωτηρίας, αὐτῆς πού ὁ ἴδιος ἔχασε γιά πάντα. Δέν ἀντέχει τόν ἄνθρωπο, ὅπου παρά τήν πτώση του διαθέτει ὑπόσταση, ἐνῶ ἐκεῖνος εἶναι ἀνυπόστατος. Δέν μπορεῖ νά ὑποφέρει τήν ἀνθρώπινη συναίσθηση τῆς μετάνοιας καί τῆς συγχώρησης ἀπό τόν Θεῖο Λόγο. Φρίττει μπροστά στή συντριβή, πού φέρνει λύτρωση. Γι’ αὐτό προσπαθεῖ νά ἐπιφέρει στόν ἄνθρωπο τή λήθη, τήν ἀφοβία στό καλό καί τόν φόβο στό κακό, τό ὁποῖο μόνο μέ ἄλλο κακό μπορεῖ νά ξεπληρώσει, ὥσπου νά βουλιάξει στόν φαῦλο κύκλο τῆς ἀπώλειας.
Ἡ χάρις τοῦ Χριστοῦ σέ ὅσες ψυχές τόν ζητοῦν, δίδεται μέ τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καί τήν ἔφεση στήν ἄσκηση τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης καί τῶν ἀρετῶν.
Γινόμαστε ἑκούσια δοῦλοι τοῦ Ἀγαθοῦ, ὄχι μόνο γιά νά μήν ἐκπέσουμε στήν τυραννία τοῦ πονηροῦ, ἀλλά γιά νά ἀξιωθοῦμε νά εἴμαστε κύριοι τοῦ ἑαυτοῦ μας στήν ὁλότητά του. Κοινωνοῦμε τό Πῦρ τό ἐσώτερον τῆς Ζωῆς, ὄχι ἁπλῶς ἀπό φόβο νά μήν βρεθοῦμε στό πῦρ τό ἐξώτερον τῆς ἀπωλείας, ἀλλά γιατί εἶναι ἡ μόνη πυρά, πού γίνεται συνάμα δρόσος καί ζέση, στήν ἔσω καί ἔξω κοινωνία μας.
Θεμιστοκλῆς Σβορῶνος
Ἠλεκτρολόγος
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀριθμ. Τεύχους 218
Ὀκτώβριος 2020