Ἅγιο Δωδεκαήμερο 2018:  Πρὸς Ἐκκλησιασμόν λοιπόν,  ἤ ὄχι;

196 pKK

Ἀναζητῶντας τὸ ἀρχαῖον κάλλος τῶν ἑορτῶν

 

Ἅγιο Δωδεκαήμερο 2018: 

Πρὸς Ἐκκλησιασμόν λοιπόν,  ἤ ὄχι;

«Ὅταν ἔφθασαν εἰς τὸ Κάστρον καὶ εἰσῆλθον εἰς τὸν ναὸν τοῦ Χριστοῦ, τόσον θάλπος ἐθώπευσε τὴν ψυχήν των, ὥστε ἂν καὶ ἦσαν κατάκοποι, καὶ ἂν ἐνύσταζόν τινες αὐτῶν, ᾐσθάνθησαν τόσον τὴν χαρὰν τοῦ νὰ ζῶσι καὶ τοῦ νὰ ἔχωσι φθάσει αἰσίως εἰς τὸ τέρμα τῆς πορείας των, εἰς τὸν ναὸν τοῦ Κυρίου, ὥστε τοὺς ἔφυγε πᾶσα νύστα καὶ πᾶσα κόπωσι» (Ἀ. Παπαδιαμάντης, Στὸ Χριστὸ στὸ Κάστρο)

Καθὼς πλησιάζει καὶ πάλι τὸ Ἅγιο Δωδεκαήμερο, μιὰ περίεργη θλίψη ἔρχεται νὰ προστεθεῖ στὰ ὅσα συμβαίνουν γύρω μας. Γιατὶ ὄντως ὅλοι μας, λίγο-πολύ,  διαπιστώνουμε πὼς ἐπιχειρεῖται, χρόνο τὸ χρόνο, μιὰ πνευματικὴ καθίζηση, σκοπὸς τῆς ὁποίας εἶναι νὰ διασαλευτοῦν τὰ ὅσα ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια μᾶς ἄφησαν οἱ Πατέρες μας ὡς κληρονομιὰ πολύτιμη. Κι’ αὐτὸ φαίνεται στὴ συμπεριφορὰ τῶν νεοελλήνων ἀπέναντι στὴν Ἐκκλησιαστικὴ παράδοση καὶ ζωή. Καὶ εἰδικά, ἀπέναντι στὴν ἴδια τὴ Γιορτή.

Ὅμως ἂς πάρουμε τὰ πράγματα ἀπὸ τὴν ἀρχή.

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ & ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ Β΄

Ἀδελφοί μου καί τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

«Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκὶ» καὶ ἐγεννήθη δι’ ἡμᾶς παιδίον νέον .

Ἡ ἑορτὴ τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως εἶναι ἑορτὴ τῆς ἐν σαρκὶ φανερώσεως τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο. Ὁ ἄνθρωπος βρίσκει τὸ πλήρωμά του, πραγματώνεται ὁ σκοπὸς τῆς δημιουργίας του, καθὼς ὑποδέχεται καὶ ἑνώνεται μὲ τὸν Θεὸ στὸ πρόσωπο τοῦ νέου παιδίου , τοῦ Βρέφους τῆς Βηθλεέμ.

Τὸ συγκλονιστικὸ αὐτὸ γεγονὸς προσφέρει ἀπέραντες δυνατότητες στὸν ἄνθρωπο· δυνατότητες ποὺ φθάνουν στὶς ἐσχατιὲς τοῦ ἀνθρώπινου εἶναι, ἐκεῖ ὅπου ἐλλοχεύει ὁ θάνατος. Ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀνοίγει τὸν δρόμο γιὰ τὴ νίκη τῆς ζωῆς· ἔτσι θὰ καταργηθεῖ ὁ «ἔσχατος ἐχθρὸς» , θὰ ζήσει ὁ ἄνθρωπος λατρευτικά, ὣς τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀτελεύτητα, κατοπτριζόμενος τὴν «δόξαν Κυρίου» καὶ μεταμορφούμενος ἀπὸ «δόξης εἰς δόξαν» .
Μέσα στὴν κατάφορτη ὀμορφιᾶς λατρεία τῆς ἡμέρας, προσκυνοῦμε καὶ καταφιλοῦμε τὰ σπάργανα τοῦ Θείου Βρέφους. Ἀποθέτουμε στὸ Σπήλαιο τὴ ζωή μας, τὶς ἐλπίδες μας, τὶς χαρές μας, τὰ τραύματά μας, ὅ,τι συνθέτει τὴν ἀνθρώπινη Ἱστορία καὶ τραγικότητα. Ἡ Ἱστορία μᾶς καθιστᾶ συχνὰ μάρτυρες τοῦ ἀνθρώπινου μεγαλείου· εἴδαμε πρόσφατα τὶς πρῶτες φωτογραφίες ἀπὸ τὸ ἡλιοβασίλεμα σὲ ἕναν ἄλλο πλανήτη. Δοξάσαμε τὸν Θεό, θαυμάσαμε τὸν ἄνθρωπο. Κι ὅμως τὴν ἴδια στιγμὴ παραμένουν τόσο πικρὰ τὰ ἡλιοβασιλέματα γιὰ ἑκατομμύρια συνανθρώπων μας στὸν δικό μας πλανήτη. Ὁ πόνος φαίνεται νὰ μὴ τελειώνει. Τὸ κακὸ καὶ ἡ ἀδικία θεριεύουν. Τὸ αἰσθανόμαστε στὴν καθημερινότητά μας. Ὀσμὴ θανάτου καὶ καταστροφῆς συχνὰ στὴν κοινωνία μας, στὸν κόσμο ὁλόκληρο, κάποτε στὴν προσωπική μας ζωὴ καὶ στὶς καρδιές μας. Μαζὶ μ’ αὐτὰ ἡ ἀνθρώπινη ἀλαζονεία· ἡ ἀτομικὴ ἐπιθυμία ὡς πηγὴ νοήματος καὶ ἠθικῆς ἐπιταγῆς ἐπίσης· στὸ ὄνομά της περιφρονοῦνται ἀκόμη καὶ τὰ βιολογικὰ δεδομένα τῆς ὕπαρξής μας. Ἐπιδιώκεται ἐξ ἄλλου ἡ τεχνολόγηση τοῦ ἀνθρώπου, πρυτανεύει τὸ ὅραμα ἑνὸς μετα-ανθρώπου, ὁ ἀκόρεστος πόθος γιὰ δύναμη. Προσβάλλεται ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ.

Μέσα σ’ αὐτὴ τὴν πραγματικότητα ποὺ δίνει τὴν αἴσθηση μιᾶς κοσμογονίας, ἐπιμένει νὰ λάμπει τὸ ἄστρο τῆς Βηθλεέμ· ἐκεῖ ὅπου «οὐ σκῆπτρα καὶ θρόνοι», ἀλλ’ ἐσχάτη πτωχεία· «Τί γὰρ εὐτελέστερον σπηλαίου; τί δὲ ταπεινότερον σπαργάνων;» Τὸ ἀγνοοῦμε ἴσως, μὰ ὡστόσο λάμπει . Ἕνα φῶς, «τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως» , ποὺ δὲν ἔρχεται μόνο ἀπὸ τὸ ἱστορικὸ βάθος τῶν 2000 καὶ πλέον ἐτῶν, ἀλλὰ τὸ ζοῦμε στὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων μας καὶ στὸ πρόσωπο κάθε ἀδελφοῦ μας ποὺ ἐπισκέπτεται τὸν φυλακισμένο, παρηγορεῖ τὸν ἄρρωστο, δίνει ψωμὶ στὸν πεινασμένο, ἐφαρμόζοντας τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου. Εἶναι τὸ φῶς τοῦ σαρκωθέντος Θεανθρώπου ποὺ ἐπιμένει νὰ κενώνεται, νὰ γίνεται Ἀμνὸς καὶ Ποιμήν, νὰ εἶναι καθολικὸς καὶ αἰώνιος καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ νὰ καθιστᾶ μέτοχο τοῦ ἑαυτοῦ του τὴν καρδιά, τὴ σκέψη, τὸ μυαλό, τὴν ἁμαρτία τοῦ καθενός. Νὰ εἶναι ἀντιλεγόμενος , νὰ χωρίζει καὶ νὰ ἑνώνει, νὰ προσφέρει «καινοὺς… οὐρανούς καὶ γῆν καινήν» .

Ἀδελφοί μου καί τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Εὔχομαι τὰ φετινὰ Χριστούγεννα νὰ γίνουν ἀπαρχὴ μεταστροφῆς τοῦ κόσμου, τῆς κοινωνίας μας, τοῦ καθενὸς προσωπικά. Γιὰ τὴν πατρίδα μας ἰδιαίτερα, μιὰ πατρίδα μὲ πολλὲς θεῖες εὐλογίες στὶς ἀποσκευές της, νὰ γίνει ἡ εὐλογία τῆς φάτνης ἀρχὴ ἀφύπνισης. Ἂς ἀναδεχτοῦμε τήν κοινωνική μά καί τήν ἀτομική μας εὐθύνη, ἂς ὑπερβοῦμε τὶς ἄγονες συλλογικὲς ἐνοχὲς καὶ ἂς δημιουργήσουμε ὅραμα γιὰ τὸ μέλλον μας στὸ παγκόσμιο γίγνεσθαι μὲ σεβασμὸ τῆς πλούσιας καὶ προικισμένης ἀπὸ τὸν Θεὸ Ἱστορίας μας.

Χριστὸς γεννᾶται δοξάσατε λοιπόν,
«Θεὸς τὸ τεχθὲν ἡ δὲ μήτηρ παρθένος,
τί μεῖζον ἄλλο καινὸν εἶδεν ἡ κτίσις;»

Πρίν σᾶς καλέσουµε στή Χριστουγεννιάτικη Γιορτή

196 NV

Πρίν σᾶς καλέσουµε

στή Χριστουγεννιάτικη Γιορτή

πως κάθε χρόνο, ἔτσι καί φέτος, θεωροῦµε ἀπαραίτητο νά ἑτοιµάσουµε τήν καθιερωµένη χριστουγεννιάτικη γιορτή, προσπαθῶντας, µέσα ἀπό ἕνα µεῖγµα νοσταλγίας καί χαρᾶς, νά προβληµατίσουµε, νά συγκινήσουµε καί νά εὐχαριστήσουµε µικρούς καί µεγάλους.

Κάθε χρόνο, προσπαθοῦµε νά βροῦµε κάτι πέρα ἀπό τά χιλιοειπωµένα ποιήµατα, κάλαντα, τραγουδάκια, πού συνηθίζουµε νά ἀκοῦµε παντοῦ αὐτές τίς µέρες –χωρίς, ὡστόσο, νά τά παραλείπουµε καί αὐτά– ὥστε κάθε µας γιορτή νά µᾶς µαθαίνει κάτι καινούριο καί νά µᾶς ἀγγίζει κάπως βαθύτερα.

Ὅµως, αὐτή τή χρονιά, ἡ προετοιµασία γιά τά Χριστούγεννα ἦταν πιό δύσκολη ἀπό κάθε ἄλλη φορά. Καί δέν ἀναφέροµαι στόν κόπο καί τό φόρτο τῆς καθηµερινῆς ζωῆς, πού φαίνεται νά αὐξάνει χρόνο µέ τό χρόνο γιά ὅλους µας.

Δέν ἀναφέροµαι οὔτε στή γενική γκρίνια γιά τή δύσκολη οἰκονοµική κατάσταση. Ἴσα-ἴσα, πού -σάν ἀφελής καί ἀµνήµων λαός πού εἴµαστε, αἰσιοδοξήσαµε ὅτι εἴδαµε φῶς στό τοῦνελ!- καί ξεκινήσαµε τήν καταναλωτική µανία νωρίτερα ἀπό κάθε ἄλλη φορά, µέ πολυδιαφηµισµένες Black Fridays νά µᾶς βοµβαρδίζουν µέ µηνύµατα γιά προσφορές πάνω στίς προσφορές, µέχρι νά πεισθοῦµε πώς ἡ ζωή µας δέν ἔχει κανένα νόηµα χωρίς αὐτό καί ἐκεῖνο καί τό ἄλλο προϊόν!

ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ Η ΒΗΘΛΕΕΜ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΚΑΤΑΛΥΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!

196 pVEV

ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ Η ΒΗΘΛΕΕΜ

ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΚΑΤΑΛΥΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!

Eἴμαστε ἕτοιμοι καὶ φέτος νὰ καταδικάσουμε τούς Ἰουδαίους γιατί δέν εἶχαν νά διαθέσουν κατάλυμα γιά τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας καί Τόν ἄφησαν νά γεννηθῆ στή Φάτνη τῶν ἀλόγων. Ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι τότε δέν περίμεναν τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, οὔτε γνώριζαν ποιά εἶναι ἡ Παναγία μας καί ὅτι ἦταν Μητέρα τοῦ Χριστοῦ μας. Γι’ αὐτό καί δέν καταδικάσθηκαν γι’ αὐτήν τήν αἰτία. Ὡστόσο, ἐμεῖς, πάντοτε θέλουμε νά βρίσκουμε τούς ἄλλους ἐνόχους, γιά νά ἔχουμε τήν εὐχέρεια νά νοιώθουμε ἠθική ὑπεροχή καί, κατ’ ἐπέκτασιν, ὅτι ἔχουμε εὐλάβεια καί πνευματικότητα.

Αὐτό τό ἰδιότυπο καμουφλάζ, πού ἐκάλυπτε τήν ψυχική μας γυμνότητα, σέ ἄλλες ἐποχές μᾶς “ἐξυπηρετοῦσε”, γιατί ἔκρυβε καί σέ μᾶς καί στούς ἄλλους τήν ἔλλειψη ἀληθινῆς Πίστεως, Ἀγάπης καί ἀφοσιώσεως πρός τόν Χριστό μας καί τήν Ἁγία Του Ἐκκλησία. Καί ὅλα αὐτά τά ἔκρυβε γιατί κανείς δέν μᾶς ἀπειλοῦσε, οὔτε μᾶς προκαλοῦσε νά δείξουμε ποιοί πραγματικά εἴμαστε. Ὁ Θεός, βεβαίως, μᾶς ἐγνώριζε πάντοτε καί μᾶς γνωρίζει.