Πρίν σᾶς καλέσουµε
στή Χριστουγεννιάτικη Γιορτή
Ὅπως κάθε χρόνο, ἔτσι καί φέτος, θεωροῦµε ἀπαραίτητο νά ἑτοιµάσουµε τήν καθιερωµένη χριστουγεννιάτικη γιορτή, προσπαθῶντας, µέσα ἀπό ἕνα µεῖγµα νοσταλγίας καί χαρᾶς, νά προβληµατίσουµε, νά συγκινήσουµε καί νά εὐχαριστήσουµε µικρούς καί µεγάλους.
Κάθε χρόνο, προσπαθοῦµε νά βροῦµε κάτι πέρα ἀπό τά χιλιοειπωµένα ποιήµατα, κάλαντα, τραγουδάκια, πού συνηθίζουµε νά ἀκοῦµε παντοῦ αὐτές τίς µέρες –χωρίς, ὡστόσο, νά τά παραλείπουµε καί αὐτά– ὥστε κάθε µας γιορτή νά µᾶς µαθαίνει κάτι καινούριο καί νά µᾶς ἀγγίζει κάπως βαθύτερα.
Ὅµως, αὐτή τή χρονιά, ἡ προετοιµασία γιά τά Χριστούγεννα ἦταν πιό δύσκολη ἀπό κάθε ἄλλη φορά. Καί δέν ἀναφέροµαι στόν κόπο καί τό φόρτο τῆς καθηµερινῆς ζωῆς, πού φαίνεται νά αὐξάνει χρόνο µέ τό χρόνο γιά ὅλους µας.
Δέν ἀναφέροµαι οὔτε στή γενική γκρίνια γιά τή δύσκολη οἰκονοµική κατάσταση. Ἴσα-ἴσα, πού -σάν ἀφελής καί ἀµνήµων λαός πού εἴµαστε, αἰσιοδοξήσαµε ὅτι εἴδαµε φῶς στό τοῦνελ!- καί ξεκινήσαµε τήν καταναλωτική µανία νωρίτερα ἀπό κάθε ἄλλη φορά, µέ πολυδιαφηµισµένες Black Fridays νά µᾶς βοµβαρδίζουν µέ µηνύµατα γιά προσφορές πάνω στίς προσφορές, µέχρι νά πεισθοῦµε πώς ἡ ζωή µας δέν ἔχει κανένα νόηµα χωρίς αὐτό καί ἐκεῖνο καί τό ἄλλο προϊόν!
Δέν ἀναφέροµαι οὔτε στήν πικρία τῶν Ἱερέων, ἀποκαµωµένων ἀπό τήν κούραση τῶν ἡµερῶν καί τό βάρος τῶν ἀνθρώπων (πού βλέπουν τά προβλήµατά τους νά αὐξάνονται τίς ἑορταστικές µέρες, ἀντί νά ἐλαττώνονται, καί περιµένουν ὧρες ἔστω “γιά µιά εὐχή” κι αὐτές οἱ ὧρες δέν φτάνουν, γιατί τό εἰκοσιτετράωρο ἔχει τήν κακή συνήθεια νά ἔχει µόνο 24 ὧρες!) νά ἀνέχονται νά βλέπουν τήν ἐκκλησιαστική διοίκηση νά ξεπουλάει «ἀντί πινακίου φακῆς» τό ὑστέρηµα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πού ἐπέλεξε νά τό ἐµπιστευτεῖ σέ αὐτούς πού θεωροῦσε πατέρες του, κι ὄχι σέ ἕνα κράτος πού... “ἐτίµησε” τούς ἀγωνιστές, πού ἔχυσαν τό αἷµα τους γιά τήν πατρίδα, κλείνοντάς τους στίς φυλακές καί δίνοντας τους “ἄδεια ἐπαιτείας”, ὅπως ἔδωσε στόν ἀτρόµητο Νικηταρά τόν τουρκοφάγο, αὐτόν πού ὁ Κολοκοτρώνης ἀποκαλοῦσε “ἀρχάγγελο Μιχαήλ” καί “ἅγιο Γεώργιο”, ἐνῶ ἡ “εὐγνώµων” πατρίδα τόν εἶχε νά ζητιανεύει κάθε Παρασκευή ἔξω ἀπό τό Ναό τῆς Εὐαγγελιστρίας τοῦ Πειραιᾶ!!!
Εἶχαν τό θρᾶσος οἱ Βαυαροί, νά φυλακίσουν αὐτόν πού ἀπελευθέρωσε τή Γῆ, πού βρῆκαν ἐκεῖνοι ἕτοιµη γιά νά παραστήσουν τούς Βασιληάδες της, γιατί, ἁπλᾶ, ἔµεινε πιστός στόν Καποδίστρια –τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε ὑπασπιστής– καί συµπαθοῦσε ἰδεολογικά τή “Φιλορθόδοξη Ἑταιρεία”, καί οἱ Βαυαροί φοβόνταν ὅτι θά τούς ἔδιωχναν, γιά νά ἀνεβάσουν Ρῶσο στόν Ἑλληνικό θρόνο!
Βλέποντας, λοιπόν, οἱ πολῖτες αὐτῆς τῆς ταλαίπωρης γῆς, τήν ἀσπλαχνία τῶν νέων διοικητῶν, νά διαφέρει λίγο ἀπό αὐτή τῶν πρώην κατακτητῶν τους, ἐπένδυσαν τήν ἐµπιστοσύνη τους –καί τίς περιουσίες τους– ἐκεῖ πού γνώρισαν στοργή, αὐτοθυσία, δικαιοσύνη, γενναιότητα. Στό πατροπαράδοτο καταφύγιο τοῦ λαοῦ µας: στούς Κληρικούς καί στίς Μονές, ὅπου ἦσαν βέβαιοι ὅτι θά ἀξιοποιηθοῦν γιά τό κοινό καλό.
Καί νά φθάσουµε σήµερα νά ἀκοῦµε τούς «εἰς τύπον Χριστοῦ»! ἐπισκόπους νά παραφράζουν τό περίφηµο «τό κράτος εἶµαι ἐγώ», τοῦ ἀλαζόνα Λουδοβίκου ΙΔ΄ νά καυχῶνται “ἡ Ἐκκλησία εἶµαι ἐγώ”, παραβλέποντας τήν κατάληξη πού εἶχαν οἱ βασιλιάδες τῆς Γαλλίας καί οἱ ὅµοιοί τους, παραβλέποντας ὅτι “πρό τῆς πτώσεως ἡγεῖται ὕβρις” καί θεωρῶντας πώς αὐτοί ἔχουν ἐξασφαλισµένη τήν ἀτιµωρησία καί ἀπό τό Θεό καί ἀπό τούς ἀνθρώπους!
Δέν ἀναφέροµαι οὔτε στό ὅτι σέ ἐλάχιστα πιά µέρη –ἀκόµα καί στήν πατρίδα µας– τά Χριστούγεννα συνδέονται µέ τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι τά συνδέουν πιό πολύ µέ ἕνα χοντρό κοκκινοντυµένο κύριο, πού κατεβαίνει ἀπό τίς καµινάδες, ἀκόµα καί στά σπίτια πού, ἀντί γιά καµινάδες ἔχουν σωλῆνες πετρελαίου ἤ φυσικοῦ ἀερίου!
Ὅλα αὐτά, εἶναι συµπτώµατα τῆς κοινωνιολογικά παρηκµασµένης ἐποχῆς µας καί, ὅσο κι ἄν εἶναι ὀδυνηρά, εἶναι ἁπλά συµπτώµατα. Ἡ αἰτία εἶναι βαθύτερη. Πρέπει νά τήν ψάξει ὁ καθένας µας µέσα του, πολύ µέσα του καί νά πάει πίσω, στή ζωή του καί στή ζωή τῶν γονέων του. Γιατί ἡ ὀσµή τῆς σήψης µας, ἔχει ἀρχίσει νά γίνεται ἀνυπόφορη!…
Κι ἀφοῦ σᾶς στενοχώρησα τόσο, θά µέ ρωτήσετε, τί Χριστούγεννα θά σᾶς παρουσιάσουµε στή γιορτή µας; Μαῦρα καί σκοτεινά;
Δέν ἔχουµε τέτοια πρόθεση.
Ἀπό ὅλα τά Χριστούγεννα πού ἔχει περάσει ἡ ἀνθρωπότητα, ἐµεῖς διαλέξαµε νά ἀκολουθήσουµε κάποιον ἄνθρωπο, πού ἔζησε πρίν πολλά χρόνια, καταγόταν ἀπό τή Συρία καί, ὅταν χειροτονήθηκε Διάκονος, ἄφησε τήν πατρίδα του γιά νά πάει στήν µεγαλύτερη καί πιό πλούσια πόλη τοῦ κόσµου, τή Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ, ξένος καί ἄσηµος, ἔµενε σέ ἕνα κελλάκι «στά τοῦ Κύρου» καί κάθε βράδυ πήγαινε στήν ἀγρυπνία στήν Ἁγία Σοφία –ὅπως ἦταν παλιά, ἕνας µικρός ναός, προτοῦ ἀκόµα χτιστεῖ µέ τή νέα της µεγαλοπρέπεια– κι ὅταν τέλειωνε ἡ ἀγρυπνία γύριζε στό κελλάκι του. Ἦταν ἕνας ἀσήµαντος ἄνθρωπος, ἰσχνόφωνος, πού δέν διάβαζε καί πολύ καλά, γι’ αὐτό καί οἱ καλλίφωνοι ψάλτες τόν ἀγνοοῦσαν καί τόν µάλλωναν. Μέχρι πού, κάποιο, βράδυ, πού ἦταν παραµονή Χριστουγέννων, πρίν πάει στήν ἀγρυπνία τῶν Χριστουγέννων, κοιµήθηκε λίγο στό κελλάκι του καί ἦρθε στόν ὕπνο του νά τόν ἐπισκεφθεῖ ἡ Παναγία, κρατῶντας µιά περγαµηνή. Καί τοῦ ἔδωσε αὐτή τήν περγαµηνή, λέγοντάς του νά τή φάει. Κι αὐτός ξύπνησε καί πῆγε στήν ἀγρυπνία τῶν Χριστουγέννων καί ἀνέβηκε στόν ἄµβωνα, µπροστά σ’ ὅλους τούς µεγάλους καί καλλίφωνους ψάλτες, κι ἄρχισε νά ψάλλει: «Ἡ Παρθένος σήµερον τόν ὑπερούσιον τίκτει καί ἡ γῆ τό σπήλαιον τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει. ἄγγελοι µετά ποιµένων δοξολογοῦσιν, µάγοι δέ µετά ἀστέρος ὁδοιποροῦσιν. Δι’ ἡµᾶς γάρ ἐγεννήθη παιδίον νέον, ὁ πρό αἰώνων Θεός»!
Τό ὄνοµα τοῦ ἄσηµου Διακόνου ἦταν Ρωµανός. Καί ἔπαψε πιά νά εἶναι ἄσηµος. Ἡ Παναγία, πού τοῦ ἔµαθε γιατί γιορτάζουµε τά Χριστούγεννα, τόν ἔκανε διάσηµο. Ἐµεῖς τὸν ξέρουµε σὰν τὸν ἅγιο Ρωµανό τόν Μελῳδό.
Κάτι ἀπό τά δικά του Χριστούγεννα θέλουµε νά “κλέψουµε” κι ἐµεῖς, µήπως καί νοιώσουµε, ὅπως ἔνοιωσε ἐκεῖνος, γιατί γεννήθηκε ὁ «πρό αἰώνων Θεός». Ὅποιος θέλει νά ἔρθει νά µᾶς βοηθήσει σ’ αὐτή τήν ἀναζήτησή µας, εἶναι καλόδεχτος.
Γιά σχόλια: ninetta1.blogspot.com Νινέττα Βολουδάκη
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Τεῦχος 196
Δεκέμβριος 2018