ΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ «ΠΙΣΤΕΥΩ»
ΦΩΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ *
Τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Βουκουρεστίου
& Πατριάρχου Ρουμανίας κ. ΔΑΝΙΗΛ
Ἡ ἐμβάθυνση καί ἡ θεολογική ἐξήγηση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πού διατυπώθηκε στήν Πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Νικαίας (325), καί συμπληρώθηκε μετέπειτα, τό ἔτος 381, ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες τῆς Δευτέρας Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μᾶς προσφέρει σήμερα ἀκόμη μιά εὐκαιρία γιά νά ὑπογραμμίσουμε τό νόημα τῆς πίστεως καί τοῦ Χριστιανικοῦ βιώματος σ’ ἕναν κόσμο ὅλο καί πιό ἀδιάφορο γιά τίς ἀξίες τῆς πίστεως, ἤ ὁ ὁποῖος, βρισκόμενος μπροστά στόν Θρησκευτικό πλουραλισμό τῆς Κοινωνίας, παρεκκλίνει ἀπό τήν ὀρθή Πίστη καί δέχεται μέ ἐλαφρότητα τίς σέκτες καί τούς θρησκευτικούς συγκρητισμούς.
Τό Νικαιο-Κωνσταντινοπολίτκο «Πιστεύω» διατυπώθηκε ἀπό τούς συνοδικούς Πατέρες, Ἀρχιεπισκόπους τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κοινοτήτων τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως, ἔχοντας τήν συνείδηση τῶν εὐθυνῶν τους γιά τήν σωστή διατήρηση τῆς πίστεως ὡς βάση γιά τήν σωτηρία καί τήν Αἰώνια Ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί ὡς κατευθυντήρια ἀρχή καί κριτήριο γιά τήν διατήρηση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἴδιοι ἰσχυρίζονταν ὅτι, ἐάν ὁ Χριστός δέν εἶναι ἀληθινός Θεός, οὔτε ἡ Πίστη σ’ Αὐτόν δύναται νά εἶναι σωτήρια, διότι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά θεοποιηθεῖ καί νά ζήσει αἰώνια, παρά μόνο σέ κοινωνία μέ τόν Θεό – τήν Πηγή τῆς αἰώνιας Ζωῆς. Καί ἐάν ἡ Ἐκκλησία δέν ὁμολογεῖ τήν ὀρθή Πίστη, τότε δέν μπορεῖ νά εἶναι οὔτε μία, οὔτε ἁγία, οὔτε Καθολική καί Ἀποστολική, διότι ἡ Ὀρθοδοξία τῆς Πίστεως θεμελιώνεται ἐπάνω στήν Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτούς τούς λόγους, οἱ συνοδικοί Πατέρες ἀπέρριπταν τήν Αἵρεση καί τήν καινοτομία ὡς ὀρθολογιστική διαχείριση καί ἀκρωτηριασμό τοῦ μυστηρίου ἤ τῆς Ἀλήθειας τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἑνός τῆς Ἁγίας Τριάδος. Κατ’ αὐτό τόν τρόπο εἶναι ἐνδεικτική ἡ δήλωση τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς τέταρτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Χαλκηδόνα, 451) γιά τό Νικαιο-Κωνσταντινοπολίτικο Πιστεύω: «Ὁ Κύριος καί Σωτήρας ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἐνδυναμώνοντας τούς μαθητές Του στήν γνώση τῆς Πίστεως, τούς εἶπε «τήν εἰρήνη Μου σᾶς δίνω, τήν εἰρήνη Μου σᾶς ἀφήνω», ὥστε κανείς νά μή διαχωρισθεῖ ἀπό τόν πλησίον του στά δόγματα τῆς Πίστεως, ἀλλά ὅλοι νά ἐμφανίζονται μέ τήν ἴδια ὁμολογία τῆς Πίστεως (…) Ἑπομένως, αὐτό τό σοφό καί σωτήριο «Πιστεύω» τῆς Θείας Χάριτος θά ἦταν ἀρκετό γιά τήν πλήρη γνώση καί ἐνδυνάμωση τῆς ὀρθῆς Πίστης, διότι μᾶς διδάσκει πλήρως γιά τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα καί παρουσιάζει τήν ἐνσάρκωση τοῦ Κυρίου σέ ὅσους τήν δέχονται μέ Πίστη» (Δογματική ἀπόφαση τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου).