Ἁγίου Νεκταρίου Καιομένη καρδία
(ἔνδακρυς καρδιακή δέηση γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου)
«Τό ἔτος 1912, χειροτονηθείς ἱερεύς, μετέβην πάλιν εἰς Αἴγιναν, διά νά λάβω τάς εὐχάς του – τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου – διά τό μέγιστον ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης, ὅπερ ἐπωμίσθην. Τάς ἡμέρας πού ἔμεινα τότε μαζί του, συνέβη τό ἑξῆς: Μίαν πρωΐαν, εἰσῆλθον, πρίν σημάνῃ ὁ ὄρθρος, εἰς τό ἅγιον Βῆμα καί εἰς μίαν γωνίαν, ἀθέατος, ἀνέμενον ἕως νά σημάνῃ τό σήμαντρον, διά νά ἀρχίσῃ τό Μεσονυκτικόν. Μόλις ἐσήμανε τό σήμαντρον, εἰσῆλθε μετά σπουδῆς ὁ Ἅγιος εἰς τό Ἱερόν καί, χωρίς νά μέ ἀντιληφθῇ, ἔκαμε πρῶτον τρεῖς μετανοίας ἔμπροσθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ἠσπάσθη τό Ἱερόν Εὐαγγέλιον καί τήν Ἁγίαν Τράπεζαν καί κατόπιν «ἔτρεξεν» εἰς τόν ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης ἐπί ξύλου κρεμάμενον Σωτῆρα ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καί, κλίνων τά τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος γόνατα, ἐνηγκαλίζετο τόν Σταυρόν καί τούς πόδας τοῦ Κυρίου καί, μέ στεναγμούς ἀλαλήτους, μέ λυγμούς καί δάκρυα κατανύξεως, ἠσπάζετο αὐτούς, ὡς νά ἔβλεπε τόν ἴδιον τόν Χριστόν, τόν Βασιλέα τῆς δόξης». (Εἰσαγωγική διήγηση μακαριστοῦ Ὁσίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου)
Εἶναι, νομίζω, «φῶς φανάρι», καθώς καί ἀπό τό ὕφος τῆς διηγήσεως τοῦ Ὁσίου Γέροντος Φιλοθέου μπορεῖ ὁ καθένας νά συμπεράνει, ὅτι ὁ Ἅγιός μας Νεκτάριος θά εἶχε, κατά τήν διάρκεια τοῦ ὁσιακοῦ βίου του, πολλές φορές τήν ἴδια ἤ καί παρόμοιες ἐκδηλώσεις μυστικῆς καί «λογικῆς» λατρείας – πρβλ. τό γνωστόν «Ἑσπερινόν ὕμνον καί λογικήν λατρείαν σοί Χριστέ προσφέρομεν» - καθώς καί καρδιακῆς, μετά δακρύων καί ἐμπόνου προσευχῆς (ὄχι δηλαδή, ἁπλῶς, «νοερᾶς»).
Ἐμεῖς βέβαια, δικαιολογώντας τήν τύφλωση τῆς ἐμπαθοῦς ζωῆς μας, ἀποφαινόμαστε ὅτι «τήν σήμερον ἡμέραν» οἱ ἐμπειρίες αὐτές τῶν Ἁγίων εἶναι ἀκατόρθωτες, διότι φρονοῦμε πώς δέν εἴμαστε γιά τέτοια πνευματικά μέτρα, ἐμπειρίες, βιώματα κλπ. Μέχρι καί γιά αὐθυποβολή μπορεῖ νά τολμήσει κάποιος ἀπό μᾶς νά μιλήσει σήμερα, ἀναφερόμενος στίς θεϊκές αὐτές ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων, ἀμαυρώνοντας ἔτσι τό κάλλος τῆς ψυχῆς τους.