Ἀναστάσιμοι Στοχασμοὶ
μὲ τὸ τέλος τῆς Πανηγύρεως
«Ὡς ὄντως ἱερὰ καὶ πανέορτος, αὕτη ἡ σωτήριος, νὺξ καὶ φωταυγής...»
Τὸ νὰ μένεις μόνος μέσα στὸ ναὸ ποὺ ἔχει πιὰ κενωθεῖ ἀπὸ τοὺς πιστούς, σὲ ὧρες μεταμεσονύχτιες τὴ «σωτήριο καὶ φωταυγὴ» Νύχτα τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἀναμφίβολα ἕνα προνόμιο καὶ μιὰ ἐμπειρία ποὺ ἐλάχιστοι, πιστεύω, τὴ βιώνουν καὶ τὴ χαίρονται. Γιατὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν ἥσυχη χρονικὴ περίοδο, παρέχεται στὸν ἐφημέριο ἡ εὐκαιρία, ἡ μοναδικὴ εὐκαιρία, νὰ συμμαζέψει λίγο τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ κάμει τὸν ἀπολογισμό του: ἀπολογισμὸ χρέους ἀπέναντι στὸν Κύριο Ἰησοῦ ποὺ τοῦ χάρισε κι ἐφέτος τὴν κορυφαία αὐτὴ εὐκαιρία, ἀλλὰ καὶ ἀπέναντι στὸν ἑαυτό του.
Ἔτσι τὶς στιγμὲς ποὺ κάθεται νὰ ξαποστάσει ἀπὸ τὴν πολυήμερο ἔνταση-φυσικὴ ἔνταση λόγῳ τῶν καταιγιστικῶν ἀλλαγῶν μέσα σὲ μιὰ ἑβδομάδα- ἀφήνεται γιὰ λίγο σὲ κάποιους στοχασμούς καὶ διαπιστώσεις. Ποὺ τοῦ χρειάζονται ἄλλωστε. Γιατὶ δὲν εἶναι καὶ λίγες οἱ ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἀφαιρέσει κάθε ἰκμάδα κατανύξεως καὶ βιωματικῆς προσεγγίσεως τῶν ὅσων διαδραματίζονται ὅλη τὴ Μ. Ἑβδομάδα καὶ κορυφώνονται τὸ Μ. Σάββατο τὸ βράδυ, μέχρι, δηλαδή, νὰ εἰπωθεῖ τό, «Δόξᾳ τῇ Ἁγίᾳ καὶ Ὁμοουσίῳ καὶ Ἀδιαιρέτω Τριάδι...» καὶ ὅλοι μαζὶ νὰ εἰσοδεύσουμε συγκινημένοι στὴν «Πανέορτο νύκτα καὶ φωταυγῆ, τὴ Νύκτα τῆς Ἐγέρσεώς Του..».