ΠΟΣΟΙ ΕΧΟΥΝ ΤΕΤΟΙΑ ΑΔΕΛΦΙΑ,
ΟΠΩΣ Ο π. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ;
Παραθέτουµε κατωτέρῳ «µιά ἐξοµολογητική κατάθεση» τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα ἐπί πλέον ἐγκώµιο τοῦ ἤθους τοῦ ἁγίου αὐτοῦ Πατέρα µας ἀλλά καί ἀποδεικτική τοῦ ἤθους τῶν κατά σάρκα συγγενῶν του καί ἰδιαιτέρως τῶν ἀδελφῶν του.
Ἡ κατ’ ἐπανάληψιν ἐγκαρδίως ἐκφωνηθεῖσα καί γραπτῶς διατυπωθεῖσα εὐχαριστία τοῦ ἀδελφοῦ του κ. Πολυνείκη Θεοδωροπούλου, «Εὐχαριστοῦµε τό Θεό πού γεννήθηκες στήν οἰκογένειά µας, ἀείµνηστε π. Ἐπιφάνιε!», τά συνοψίζει καί τά ἐκφράζει ὅλα! (π. Β.Ε.Β)
"Θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά παρουσιάσω στήν ἀγάπη σας, μία ἐξομολογητική κατάθεση ψυχῆς, σχετική μέ τή συμπεριφορά τοῦ π. Ἐπιφανίου στούς κατά σάρκα συγγενεῖς του.
Ζῶντας γιά πάρα πολλά χρόνια πλησίον τοῦ π. Ἐπιφανίου –ἀρκετά ἀπό τά ὁποῖα συγκατοικούσαμε– καί γνωρίζοντας καί ἀρκετούς ἀγάμους κληρικούς, μέ τούς ὁποίους συνδεόταν ὁ ἴδιος, διαπίστωσα –προκαταβολικά ζητῶ συγγνώμη ἄν ἡ διαπίστωσή μου εἶναι ἐσφαλμένη– ὅτι ὑπάρχουν τρεῖς κατηγορίες ἀγάμων κληρικῶν, πού ζοῦν κι ἐργάζονται στόν κόσμο, μέ διαφορετική μεταχείριση, ἡ κάθε μία ἀπ’ αὐτές, στίς κατά σάρκα οἰκογένειές τους.
1η Κατηγορία: Σ’ αὐτήν ἀνήκουν οἱ ἄγαμοι κληρικοί πού εἶναι ἀποκλειστικά ἀφοσιωμένοι στό πνευματικό ἔργο τους καί οἱ κατά σάρκα συγγενεῖς τους ἀποτελοῦν γι’ αὐτούς «κάτι δευτερεῦον».
2η Κατηγορία: Στή συγκεκριμένη κατηγορία ἀνήκουν αὐτοί πού στήν καρδιά τους τήν πρώτη θέση ἔχουν οἱ σαρκικοί συγγενεῖς τους καί «παραμελοῦν» τό πνευματικό ἔργο τους καί 3η Κατηγορία: Σ’ αὐτήν ἀνήκουν οἱ ἄγαμοι κληρικοί πού προτάσσουν τό πνευματικό ἔργο τους χωρίς ὅμως ν’ ἀπομακρύνονται ἀπό τούς συγγενεῖς τους. Μέ θαυμαστή ἰσορροπία κινοῦνται μεταξύ τῆς πνευματικῆς καί κατά σάρκα οἰκογενείας τους, ἔχοντας ὅμως τό πνευματικό τους ἔργο στό κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντός τους.
Ὁ π. Ἐπιφάνιος ἀνῆκε στήν τρίτη κατηγορία. Σέ ὅλη του τή ζωή ἦταν ὁ ἄνθρωπος πού ἀσφυκτιοῦσε μέ τά ἄκρα, ἐνῷ ἀντιθέτως ἡ ψυχή του εὐφραινόταν «περπατῶντας» στή μέση ὁδό, τή βασιλική, κατά τούς Πατέρες.
Ὁ π. Ἐπιφάνιος καί σ’ αὐτή τήν περίπτωση πέτυχε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ν’ ἀποφύγει τά ἄκρα καί νά συνθέσει τά διεστῶτα: Ἀπέφυγε, τόσο τή συναισθηματική προσκόλληση στούς κατά σάρκα συγγενεῖς του, ἡ ὁποία θά ζημίωνε τό πνευματικό του ἔργο, ὅσο καί τήν ψυχρότητα πρός αὐτούς, ἡ ὁποία θά τούς τραυμάτιζε ψυχικῶς. Παράλληλα, ἐπεδίωξε καί πέτυχε νά ἀνήκει πρωτίστως στήν ἐν Χριστῷ πνευματική του οἰκογένεια, χωρίς ὅμως νά ἀγνοεῖ καί τήν κατά σάρκα οἰκογένειά του. Εἶναι γνωστός ὁ ἰσχυρός σύνδεσμος τοῦ π. Ἐπιφανίου μέ τήν πνευματική του οἰκογένεια, ἀλλά δέν εἶναι εὐρέως γνωστή ἡ παράλληλη –διακριτική πάντα– ἀφοσίωσή του στήν κατά σάρκα οἰκογένειά του. Δέν ὑπῆρξε γεγονός, εὐχάριστο ἤ δυσάρεστο, στίς οἰκογένειές μας (γέννηση, βάπτιση, γάμος, κηδεία, μνημόσυνο, δοκιμασία κλπ.), ἀπό τό ὁποῖο ἀπουσίασε ὁ π. Ἐπιφάνιος. Ἀεικίνητος, χωρίς νά ἐγκαταλείπει οὔτε στό ἐλάχιστο τήν πνευματική του ἐργασία, στήν ὁποία ἀφοσιωνόταν ψυχῇ τε καί σώματι τίς περισσότερες ὧρες τῆς ἡμέρας του, θυσιάζοντας ἀγόγγυστα καί παρά τίς σωματικές του ἀσθένειες, ἀκόμα καί αὐτό τόν ἀπαραίτητο χρόνο τοῦ φαγητοῦ (συνήθως ἔτρωγε τηλεφωνῶντας) ἤ τοῦ ὕπνου (κατά κανόνα σχεδόν ἄγρυπνος) ἔβρισκε τρόπο, ὥστε νά ἐξοικονομεῖ ἐλάχιστο χρόνο, γιά νά πραγματοποιεῖ, κατά τίς περιστάσεις, σύντομες ἐπισκέψεις στά σπίτια μας, ἤ νά μᾶς στέλνει ἕνα γραπτό μήνυμα, ἤ νά ἐπικοινωνεῖ μαζί μας τηλεφωνικά. Θεωροῦσε τήν πνευματική του συμπαράσταση καί πρός τούς κατά σάρκα συγγενεῖς του χριστιανικό χρέος, γιά τό ὁποῖο προσπαθοῦσε πάντοτε νά εἶναι συνεπής καί ἀκριβής.
Ἄν καί ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς συγκροτήσεως τόν χώριζε ἀπό τούς κατά σάρκα οἰκείους του τεράστια διαφορά, ποτέ δέν μᾶς ἀντιμετώπισε «ἀφ’ ὑψηλοῦ», ἀλλά κατά τίς συζητήσεις μας ἄκουγε ταπεινά καί λάμβανε σοβαρά ὑπ’ ὄψη του τή γνώμη καί τοῦ νεωτέρου ἀπό ἐμᾶς, συμπεριφερόμενος ὡς ἴσος πρός ἴσους. Εἶχε τή διάκριση νά σέβεται τίς ἀπόψεις μας, ἀκόμη καί ὅταν αὐτές ἦταν λανθασμένες, ἐπειδή σεβόταν βαθιά τήν ἐλευθερία ἐκφράσεως κάθε ἀνθρώπου.
Ἦταν εὔστοχος στίς ἀπαντήσεις του, ἀποφεύγοντας τίς περιττές φράσεις, περιεκτικός, ἑτοιμόλογος, καί παρόλα αὐτά, συνήθως σιωπηλός, προτιμῶντας νά μή μιλάει, ἐάν προηγουμένως δέν τοῦ ἀπευθύναμε κάποια ἐρώτηση. Ἀντίστοιχα, ὁ π. Ἐπιφάνιος, πέτυχε νά μεταδώσει καί σ’ ἐμᾶς τήν πεποίθηση ὅτι δέν ἀνήκουμε ἀποκλειστικά στήν κατά σάρκα οἰκογένειά μας, ἀλλά ὅτι ἀνήκουμε ταὐτόχρονα καί στή δική του μεγάλη πνευματική οἰκογένεια.
Ἀγαποῦσε μέ τήν καρδιά του ὅλους μας (ἄν καί προσπαθοῦσε –συνήθως ἀνεπιτυχῶς– νά τό ἀποκρύπτει) καί σεβόταν τούς μεγαλυτέρους στήν ἡλικία. Ἀπολαυστική ἦταν ἡ σκηνή τῶν συναντήσεών του μέ τόν κατά σάρκα πατέρα μας: Ὁ πατέρας προσπαθοῦσε ν’ ἀσπασθεῖ τό χέρι τοῦ υἱοῦ του, ὡς πνευματικοῦ πατρός, καί ὁ υἱός τό χέρι τοῦ πατέρα μας ὡς σαρκικός υἱός.
Στά ἑξῆντα ὀκτώ χρόνια τῆς ζωῆς μου ἔχω δεχθεῖ πολλές εὐεργεσίες ἀπό τό Θεό μας, ὅπως τό ὅτι μέ γέννησαν καλοί κι εὐλαβεῖς γονεῖς, ὅτι εἶχα γιά χρόνια ὡς φύλακα–ἄγγελό μου τή μακαριστή θεία Ἀλεξάνδρα, ἀναγνώριση καί καταξίωση στόν ἐπαγγελματικό μου χῶρο, ὅτι παντρεύτηκα μία ἐκλεκτή σύζυγο, ὅτι ἀποκτήσαμε δύο ὑπέροχα παιδιά, ἀλλά μιά μεγάλη καί σπουδαία χάρη καί ἀγαθοεργία πού δέχθηκα ἀπό τόν Κύριό μας, εἶναι τό ὅτι γιά ἐννέα μῆνες παρέμεινα στήν ἴδια μήτρα ὅπου πρίν δεκαοκτώ χρόνια εἶχε παραμείνει ὁ μακαριστός π. Ἐπιφάνιος καί ἀκόμη ὅτι θήλασα γιά μῆνες τούς ἴδιους μαστούς τῆς μακαρίτισσας μητέρας μας, πού παλαιότερα εἶχε θηλάσει ὁ π. Ἐπιφάνιος.
Ἐξομολογητικά, θά ἤθελα νά καταθέσω στήν ἀγάπη σας πώς, ὅ,τι καλό στοιχεῖο τοῦ χαρακτήρα μου, ὀφείλεται πρῶτα στόν Κύριό μας, ἀλλά καί στόν π. Ἐπιφάνιο, λόγῳ τῆς παραμονῆς μου γιά πάρα πολλά χρόνια κοντά του, πού μέ τό ὁλόφωτο παράδειγμά του ἄσκησε θετική ἐπίδραση ἐπάνω μου.
Κλείνοντας, ἐπαναλαμβάνω κάτι πού εἶπα μεγαλοφώνως τήν ὥρα τῆς ταφῆς του στό Ἱερό Ἡσυχαστήριο τῆς Κεχαριτωμένης Θεοτόκου: «Εὐχαριστοῦμε τό Θεό πού γεννήθηκες στήν οἰκογένειά μας, ἀείμνηστε π. Ἐπιφάνιε!».
Πολυνείκης Θεοδωρόπουλος
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 165
Μάϊος 2016