Ὁ σύγχρονος Γνωστικισµός καί ἡ ἐπιδίωξή του γιά τήν ἀναδηµιουργία τοῦ κόσµου!
«Ὅς λαλήσει καί ἐρεῖ: Ἴδε τοῦτο καινόν ἐστίν, ἤδη γέγονεν ἐν τοῖς αἰῶσιν τοῖς γενοµένοις ἀπό ἔµπροσθεν ἡµῶν. Οὐκ ἔστι µνήµη τοῖς πρώτοις καί γε τοῖς ἐσχάτοις γενοµένοις οὐκ ἔσται αὐτοῖς µνήµη µετά τῶν γενησοµένων εἰς τήν ἐσχάτην».
Ἡ περικοπή αὐτή προέρχεται ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἐκκλησιαστοῦ (κεφ.1, 10-11) καί ἀποτυπώνει µιά ἀλήθεια, τήν ὁποία οἱ ἄνθρωποι καί ἰδιαιτέρως ἐµεῖς οἱ σύγχρονοι, µέ τήν χαρακτηριστική µας προκατάληψη γιά τήν δηµιουργικότητα καί τήν καινοτοµία, τείνουµε νά ξεχνᾶµε: ὅτι δηλαδή ὅσα θεωροῦµε ὡς ἐπιτεύγµατά µας πολύ συχνά δέν εἶναι παρά ἐπαναλήψεις παλαιοτέρων πράξεων.
Αὐτό ἐπαληθεύεται, ἴσως περισσότερο ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλον τοµέα τῆς ἀνθρώπινης δηµιουργικότητας, στό πλαίσιο τῆς Ἱστορίας τῶν ἰδεῶν καί µάλιστα τῶν φιλοσοφικῶν καί θρησκευτικῶν. Οἱ περισσότεροι, δηλαδή, σήµερα θεωροῦµε ὅτι ἡ δική µας ἐποχή ἔχει προέλθει ἀπό µιά ριζική ἰδεολογική ἐπανάσταση, πού δηµιούργησε πραγµατικό ρῆγµα µέ τίς παρελθοῦσες σκοτεινές ἐποχές τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτή ἡ ἰδέα ἀποτελεῖ ἕναν «κοινό τόπο» τῆς ἐποχῆς µας, πού προβάλλεται µέν µέ τή µιά ἤ τήν ἄλλη, µετριοπαθῆ ἤ ἀκραία διατύπωση, ὅµως τό γεγονός εἶναι ὅτι ἐκλαµβάνεται ἀπό τήν πλειοψηφία, ἄν ὄχι ἀπό ὅλους, ὡς µιά αὐτονόητη ἀλήθεια.