Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΟΣ ΑΡΕΙΑΝΙΣΜΟΣ ΑΛΩΣΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ!

 Germany flag

 

Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΟΣ ΑΡΕΙΑΝΙΣΜΟΣ

ΑΛΩΣΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ!

Ὁ μήνας Μάϊος μᾶς καλεῖ καί φέτος σ’ ἕνα θρηνητικό ἑορτασμό μέ ἀφορμή τήν ἐπέτειο τῆς Ἁλώσεως τῆς Πόλεως πού ὑπῆρξε ἡ Ζωή καί τό Φῶς τῆς Οἰκουμένης!

Αὐτός ὁ θρῆνος, ἄν ἦταν θρῆνος ἐπιγνώσεως καί μετανοίας, ὅ­πως ὁ Ἀδαμιαῖος, θά μεταστοιχειωνόταν σέ ἀλλαγή σκέψεως καί ἀλ­λαγή πλεύσεως. Θά δρομολογοῦσε καθοριστικές ἐξελίξεις γιά τήν πο­­ρεία τοῦ Ἔθνους μας καί, κυρίως καί πρωταρχικά, θά ἀνέτρεπε ἐκ βάθρων τήν Βαυαρική Προτεσταντική παράδοση, πού ἔχει γί­νει φι­λο­σοφία, θεολογία καί ζωή τῶν Νεοελλήνων ἀπό τότε πού θε­με­­λιώθηκε μέ τή βία ἀπό τόν Βαυαρό ἀντιβασιλέα Maürer καί τόν θλιβερό κληρικό συμπαίκτη του Θεόκλητον Φαρμακίδη, τό 1833.

Ἡ Βαυαροπροτεσταντική σκέψη καί κοσµοθεωρία

ἔγινε καί συνείδηση τοῦ λαοῦ µας!

Ἡ Βαυαροπροτεσταντική σκέψη καί κοσμοθεωρία ἔγινε σταδιακά καί συνείδηση τοῦ λαοῦ μας, ἀφοῦ οἱ Πατέρες μας ἐκδίωξαν μέν τήν Βαυαρική κατοχή, ἡ ὁποία μέ πρόσχημα τήν ἡλικιακή ἀνεπάρκεια τοῦ Ὄθωνα ἐπέβαλε στήν Ὀρθόδοξη Πατρίδα μας τήν Θρησκευτική Πολιτική τοῦ Λουθήρου, δέν ἐφρόντισαν, ὅμως, νά ξεριζώσουν αὐτήν καθ’ ἑαυτήν τήν Προτεσταντική Πολιτική πρακτική, μέ ἀποτέλεσμα νά παραπαίη τό Ἔθνος μας ἐπί δύο αἰῶνες, προσπαθῶντας νά ἐπα­νεύρη τήν αὐτοσυνειδησία του καί «οὐκ ἔχει τόν βοηθοῦντα»!

Σήμερα, φαίνεται πιά καθαρά ὅτι ὁ Ἐκκλησιαστικός Καταστατικός Χάρτης τοῦ 1833 σημάδεψε ἀποφασιστικά τήν πορεία τοῦ Γένους μας, ἀφοῦ πρόκειται γιά κείμενο μέ αὐθεντική Προτεσταντική σφρα­γί­δα, πού θά μποροῦσε νά συνταχθῆ μόνο “πάνω ἀπ’ τό πτῶμα” τοῦ μαρτυρικοῦ Καποδίστρια, αὐτοῦ τοῦ ἀνεπανάληπτου φορέως τῆς ἁγιοπατερικῆς Παραδόσεώς μας. Ἕνα ἐπαίσχυντο κείμενο, τό ὁποῖο ὅριζε ὅτι «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἀνατολική Ἐκκλησία τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος κεφαλήν γνωρίζουσα τόν Ἰησοῦν Χριστόν, κατά τό διοι­κη­τι­κόν αὐτῆς µέρος ἔχει ἀρχηγόν τόν Βασιλέα τῆς Ἑλλάδος»!1

Ἔτσι θεμελιώθηκε ἡ ἄκρατη πολιτειοκρατία καί ἐπεβλήθη ἡ κυ­ρι­αρχία τῆς Πολιτείας ἐπί τῆς Ἐκκλησίας μας, σέ τέτοιον μάλιστα βαθμό, ὥστε στίς μέρες μας νά καταργεῖται σταδιακά τό Ἅγιο Εὐαγ­γέλιο καί νά ἀπειλοῦνται οἱ κληρικοί ἀκόμη καί μέ φυλάκιση ὅταν διδάσκουν ὅτι συμπεριφορές σάν τήν ὁμοφυλοφιλία, εἶναι διαστροφή τῆς κατά Θεόν λειτουργίας τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως!

Η Ανθρωπίνη Φύσις του Χριστού

 

Τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ, ἴαμα τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν μας

 

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΦΥΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ «ΠΡΟΣΛΗΜΜΑ»

Σέ λίγες µέρες θά κληθοῦµε ἀπό τήν Ἐκκλησία µας νά συµ­­µε­τά­σχουµε στά Πάθη καί στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ µας, µέ ἕναν ξεχωριστό τρόπο.

Οἱ κατανυκτικοί ὕµνοι τῆς Μεγάλης Ἑβδοµάδος, µέ τήν ἁγιο­πνευµατική διεισδυτικότητά τους στήν ἀνθρώπινη ψυχή, µᾶς ἐξηγοῦν µέ κάθε λεπτοµέρεια ποιά εἶναι τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ, τό πῶς ἔπαθε καί ποιά εἶναι ἡ σχέση τῶν Παθῶν αὐτῶν µέ τόν καθένα µας.

Μαθαίνουµε ἀπό τούς ὕµνους αὐτούς ὅτι τό Πάθος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἑκούσιο, ἀλλά ὁ νοῦς µας, µαθηµένος νά σκέπτεται βιωτικά καί γήϊνα, δέν μπορεῖ χωρίς πνευματική χειραγωγία νά συλλάβη τό πῶς αὐτό τό «ἑκούσιον Πάθος» τοῦ Χριστοῦ μας ἀφορᾶ ἄμεσα ὅλους ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους καί καθορίζει ὁλόκληρο τό Μυστήριο τῆς Σωτηρίας µας.

Εἶναι ἀπαραίτητη, λοιπόν, ἡ θεολογική χειραγωγία µας ὥστε νά εἴµεθα εἰς θέσιν νά κατανοήσουµε τό πῶς κατεργάσθηκε ἡ Θεία Χάρις τήν Σωτηρία µας, ἀναπληρώνοντας ὅλα τά κενά καί τίς ἐλλείψεις τῆς πεπτωκυΐας ἀνθρωπίνης φύσεώς µας.

Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ 25ης ΜΑΡΤΙΟΥ

 Θά εἶναι μεγάλο κρῖμα, ἄν πάει χαμένη καί ἡ φετεινή ἐπέτειος τῆς 25ης Μαρτίου 1821, μέ ἕναν ἑορτασμό ρουτίνας ἤ μᾶλλον μέ μιά σειρά ἀπό ἀνιαρές ἐκδηλώσεις πού μᾶς ὁδηγοῦν σιγά-σιγά στήν κατάργηση τῆς ἑορτῆς.

Εἶναι πολύ νωπές οἱ ἀπόπειρες πού ἔγιναν ἀπό πολιτικά πρό­σω­πα γιά νά δοκιμασθῆ ὁ βαθμός πνευματικῆς ἀναισθησίας τοῦ λα­οῦ μας, ἄν, δηλαδή, ἔχει ἀκόμη ἤ δέν ἔχει δυνάμεις ἀντιστάσεως στήν παραχάραξη τῆς Ἱστορίας του. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ δοκιμές γίνονται γιά νά παραποιοῦνται συστηματικά τά Γεγονότα, ἡ Ἱστο­ρι­κή Πραγματικότητα, καί τότε, ἄν ἀκυρωθοῦν τά Γεγονότα, εἶναι προφανές ὅτι ἡ κατάργηση τοῦ ἑορτασμοῦ τους θά εἶναι αὐτο­νό­ητη!

Ἡ κατάργηση τῶν ὑπαρξιακῶν ἐπετείων τοῦ Γένους μας εἶναι καί τό τελικό ζητούμενο καί ὁ ἐπιδιωκόμενος σκοπός τῶν ξένων ἀλλά καί τῶν ντόπιων ξενόδουλων ὑποτακτικῶν τους, στήν προ­­κει­μέ­νη δέ περίπτωση, ὡς πρός τήν ἐπέτειο τῆς Παλιγγενεσίας μας, προ­στί­θε­ται καί ἕνας ἐπιπλέον λόγος, ἡ ...ἐνόχληση τῶν γειτόνων μας Ὀ­θω­μα­νῶν, οἱ ὁποῖοι, σημειωτέον, ἑορτάζουν μέ προκλητικό, μάλιστα, τρόπο τήν ἐπέτειο τῆς Ἁλώσεως τῆς Πόλης, ὀργανώνοντας –ἐκτός ἀπό στρατιωτικές παρελάσεις– καί ἀναπαραστάσεις τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς Βασιλεύουσας!

Προσκλητήριο διαλόγου

 

ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

ΜΕΤΑΞΥ ΠΙΣΤΩΝ

ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

Eἰλικρινά λυπήθηκα διαβάζοντας κάποιους σχολιασμούς τοῦ ἄρ­θρου μου «Τό νέο ἔτος θά εἶναι χρόνος ἡμερολογίου ἤ ἑορ­το­λο­γί­ου;», πού δημοσιεύθηκε στό Ἐνοριακό μας Περιοδικό «Ἐνο­ρι­ακή Εὐλογία» (τόν Ἰανουάριο 2014, τεῦχος 137).

Οἱ σχολιασμοί προέρχονται ἀπό πιστούς ἀνθρώπους πού ἀκο­λου­θοῦν, ὅμως, τό Ἀρχαῖο (Ἰουλιανό) ἡμερολόγιο καί ὡς ἐκ τούτου ἡ εὐαισθησία τους σέ κάποιες λέξεις, τούς ἀφαίρεσε τήν ψυχραιμία νά ἀξιοποιήσουν τό περιεχόμενο καί κυρίως, τό μήνυμα καί τόν σκο­πό τοῦ ἄρθρου μου.

Σκοπός τοῦ ἄρθρου δέν ἦταν νά ὑποτιμήση οὔτε νά προσβάλη τούς ἀνθρώπους τοῦ Ἀρχαίου Ἡμερολογίου (τό ἀποκαλῶ ἔτσι γιά μιά νέα ἀρχή, ἀφοῦ ὁ προσδιορισμός Παλαιο­ημερολογῖται ἔχει φορτισθεῖ ἀρνητικά). Κάθε ἄλλο: Ἡ πορεία κά­θε ἀνθρώπου εἶναι σεβαστή καί Κριτής ὅλων μας ὁ Θεός «ἐν τῇ ἡμέ­­ρᾳ ἐκείνῃ». Ἀντιθέτως, μάλιστα, ἐτόνισα ὅτι πρόκειται περί «πι­στῶν ἀνθρώπων». Ὡστόσο ἡ φράση μου «ἔκαμαν ἀπό τοῦ 1924 Σχῖ­σμα, στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος» ἦταν ἐκείνη πού πυροδότησε τήν ἀντί­δραση καί ἀγανάκτησή τους.

To νέο έτος θα είναι χρόνος ημερολογίου ή εορτολογίου

 

ΤΟ ΝΕΟ ΕΤΟΣ

ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

Ἤ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ;

Ἡ εἴσοδος τοῦ Νέου Ἔτους ἔγινε χωρίς τή δική μας μεσολάβηση καί συμφωνία, γιατί ὁ χρόνος τρέχει χωρίς νά ἐπηρεάζεται ἀπό τή θέλησή μας, οὔτε ἀλλάζει ρυθμό, ἔστω καί ἄν προκαλῆ σέ μᾶς ψυχικές διαταραχές ὁ ρυθμός του.

Ὅμως, ἄν καί ποταμός ὁ χρόνος, δείχνει τή φιλανθρωπία καί συγκατάβασή του σέ πιστούς καί ἀπίστους, μέ τό νά καταδέχεται νά ἀναχαιτίζη τήν ὁρμή του καί νά κομματιάζη τή ροή του σέ ὧρες, μέρες καί χρόνια, ὑποχρεώνοντας τόν κοσμικό Γραμματικό του, τό ἡμερολόγιο, νά καθορίζη ἐπακριβῶς τό πῶς πρέπει νά κυλοῦν οἱ ἡμέρες τῆς χρονιᾶς, ὥστε νά ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά ὠφεληθοῦμε ἀπό τόν χρόνο καί ὄχι νά καταποντισθοῦμε ἀπό τήν ὁρμή του.

Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ὁ χρόνος δέν μᾶς ἀνήκει. Εἶναι κτίσμα καί κτῆμα τοῦ Θεοῦ. Ποιήθηκε πρίν ἀπό ἐμᾶς ἀπό Τόν «Θεόν Λόγον» καί δίνει λόγο μόνο στόν «Θεόν Λόγον».

Κανείς ἀπό ἐμᾶς δέν ἔχει τήν ἐξουσία νά αὐξήση τόν χρόνο πού τοῦ ἀναλογεῖ, ἀλλά μόνο μπορεῖ νά ἀξιοποιήση τόν χρόνο του, μεταποιῶντας τόν σέ «καιρόν», συμμέτοχον τοῦ «Καιροῦ ἐκείνου», πού «μένει εἰς τόν αἰῶνα». Γι’ αὐτό, καί κανείς ἀπό ἐμᾶς δέν ἔχει δυνατότητα διαλόγου ἤ διαπραγματεύσεως μέ τόν χρόνο, παρά μόνο μέσῳ «τοῦ Θεοῦ καί Λόγου».