Λόγος Αγίου Μαξίμου του Γραικού κατά των βλασφημούντων την Παναγία Θεοτόκο

Όλη η θεόπνευστη Γραφή διδάσκει και διατάσσει να προσκυνούμε και να απονέμουμε κάθε τιμή όχι μόνο στην πάναγνη εικόνα του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού και της Παναγίας Θεοτόκου και των άλλων εναρέτων και θεαρέστων ανδρών Του, αλλά και σε όλα τα άλλα που ως προσφορές αφιερώθηκαν στον Σωτήρα Χριστό, όπως τα λειτουργικά εκκλησιαστικά σκεύη η τα διάφορα αντικείμενα για την διακόσμηση και την ευπρέπεια της πάναγνης εικόνας Του η της αγίας Τραπέζης. Όλα αυτά πρέπει να τα τιμούμε και να τα προσκυνούμε ως πράγματα που μετέχουν ήδη της αγιοσύνης Του. Τούτο φαίνεται από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Σωτήρ μίλησε επιτιμητικά στους Φαρισαίους και είπε: «Ουαί υμίν, οδηγοί τυφλοί, οι λέγοντες· ος αν ομόση εν τώ ναώ, ουδέν εστιν, ος δ’ αν ομόση εν τώ χρυσώ του ναού, οφείλει. Μωροί και τυφλοί! Τις γάρ μείζων εστίν ο χρυσός η ο ναός ο αγιάζων τον χρυσόν; Και ος αν ομόση εν τώ θυσιαστηρίω, ουδέν εστιν, ος δ’ αν ομόση εν τώ δώρω τώ επάνω αυτού, οφείλει. Μωροί και τυφλοί! Τί γάρ μείζον, το δώρον η το θυσιαστήριον το αγιάζον το δώρον;»[1]. Πράγματι είναι θαυμαστό ότι τα αντικείμενα, που αφιερώθηκαν στον Θεό με καλή πρόθεση και κατά τους κανόνες του εκκλησιαστικού τυπικού, μετέχουν αγιοσύνης, αφού ακόμη και τα χάλκινα πυρεία των διακοσίων πενήντα ανδρών, που επαναστάτησαν εναντίον του προφήτη Μωυσή και του ιερέα Ααρών με επί κεφαλής τον Κορέ, τον Δαθάν και τον Αβειρών, από τους οποίους άλλους κατάπιε ζωντανούς η γή μαζί με τις οικίες και όλες τις περιουσίες τους και τους άλλους κατέκαυσε το θεόσταλτο πύρ και τα οποία έφεραν εναντίον του θελήματος του Θεού, ο Θεός διέταξε στον Μωυσή και τον ιερέα Ελεάζαρ να τα πάρουν και να κάμουν από αυτά «λεπίδας ελατάς, περίθεμα τώ θυσιαστηρίω, ότι προσηνέχθησαν έναντι Κυρίου»[2]. Όλα αυτά δείχνουν σαφώς και αναντίρητα ότι κάθε αισθητό αντικείμενο, που ως εργαλείο της θείας λειτουργίας αφιερώθηκε στον Θεό, μετέχει της αγιοσύνης και αποτελεί αντικείμενο προσκύνησης.

Η πατρίδα μας δεν περιμένει!

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ!

Ποιά εἶναι ἡ Ἑλλάδα σήμερα καί ποῦ βρίσκεται; Ὅλοι γι’ αὐτήν μιλοῦν, γι’ αὐτήν, ὑποτίθεται, κόπτονται καί πασχίζουν, ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ πιά νά τήν προσδιορίση.

Δέν μιλοῦμε γιά τούς ξένους, τούς ἀλλοεθνεῖς. Αὐτοί οὐδέ­ποτε κατάλαβαν τί σημαίνει Ἑλλάδα, οὔτε τί εἶναι αὐτό πού τήν κάνει νά ξεχωρίζη ἀπό ὅλα τά ἔθνη, ἀπό καταβολῆς τῆς Ἱστορίας. Αὐτοί, τήν παρακολουθοῦν στό διάβα τῶν αἰώνων καί ἄλλοτε τήν ζηλεύουν –γι’ αὐτά τά ἐπιφανειακά πού μποροῦν νά διακρίνουν– τήν φθονοῦν καί ἐκστρατεύουν ἐναντίον της γιά νά τήν κατακτήσουν, νά τήν λεηλατήσουν καί νά πλουτίσουν τά Μουσεῖα τους μέ τά κλοπιμαῖα τους καί, ἄλλοτε, ὅπως σήμερα –πού δείχνει τό χειρότερο πρόσωπο τῆς Ἱστορίας της– τήν χλευάζουν καί τήν εἰρωνεύονται.

Δέν μιλοῦμε, λοιπόν, γιά τούς ἄλλους, πού βλέπουν μό­νο τό περιεχόμενο τοῦ μυαλοῦ τους, καί τήν πολιτιστική ἀνά­πτυξη πού αὐτό σκαρφίζεται καί παράγει, ἀλλά μιλοῦμε γιά μᾶς τούς ἴδιους τούς Ἕλληνες πού, μέσα στήν ψυχική παρακμή καί παραζάλη μας, ξεχάσαμε ἀκόμη καί τό ποιοί εἶναι οἱ γονεῖς πού μᾶς γέννησαν, ξεχάσαμε τήν φύτρα, πού φυτρώσαμε, «ἥν ἐφύτευσεν» τό χέρι τῆς Εὐλογίας Ἐκείνου!

Η Εκκλησία ευλογεί όπλα άλλα όχι πολιτικούς;

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΥΛΟΓΕΙ ΟΠΛΑ

ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ;

Mέσα στόν Φεβρουάριο ἀρχίζει καί τό Τριώδιο, αὐτή ἡ κατανυκτική περίοδος τῆς Ἐκκλησίας μας πού κορυφώνεται τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα.

Θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά καταπιανόμαστε κατά τήν περίοδο αὐ­τή κατ’ ἐξοχήν μέ θέματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, μέ θέματα πού καλλιεργοῦν βαθειά τήν ψυχή καί τίς αἰσθήσεις της. Ὅμως, ἡ ποιμαντική μας εὐθύνη μᾶς ὑπαγορεύει νά μήν ἀκολουθοῦμε τυφλά τίς ἐπιταγές τοῦ Λειτουργικοῦ χρόνου ἀλλά νά ἐξετάζουμε συγχρόνως καί τήν ψυχολογική κατάσταση τῶν ἀνθρώπων καί ἀνα­λόγως αὐτῆς νά ἐνεργοῦμε, εἴτε γράφοντες εἴτε ὁμιλοῦντες πρός αὐτούς, ὥστε οἱ παρεμβάσεις μας νά μήν εἶναι ἐκτός τόπου καί χρόνου ἀλλά νά ἔχουν λόγο, σκοπό καί ὠφέλεια.

Ζῶντας τήν ρευστή κατάσταση πού ἐπικρατεῖ στήν Πατρίδα μας ἀπό τήν πολιτική ἀθλιότητα καί τήν προδοτική συμπεριφορά τῶν κυβερνώντων, πού ὁλοένα κορυφώνεται, δέν δυσκολεύεται κανείς νά διαπιστώση ὅτι ἡ ψυχολογία τῶν ἀνθρώπων κινεῖται σέ ρυθ­μούς «τεταραγμένης» ἕως «λίαν τρικυμιώδους» καταστάσεως. Ἀκόμη καί ἄνθρω­ποι πού προσπαθοῦν νά ζήσουν κατά Θεόν εἶναι ἀνή­συχοι καί δέν τούς ἀφή­νει ἡ ταραχή οὔτε κα­τά τήν ὥρα πού προσεύχονται.

Συνεπῶς, γιά νά μή νεφελοβατοῦμε, πρέπει νά σεβασθοῦμε τόν ὑπαρκτό ψυχισμό τῶν συμπολιτῶν μας καί, παράλληλα μέ τά Θεολογικά θέματα πού ἀποκαθαίρουν τήν ψυχή μας, νά προτάξουμε τόν ἀφυπνιστικό καί πνευματικά ἐπαναστατικό λόγο. Τόν λόγο πού εἰρη­νεύει τόν νοῦ καί βοηθάει τήν ψυχή νά γαληνέψη, μέ τό νά τήν πα­ρακινῆ νά ἀγωνισθῆ μέ εἰρηνικά, ἀποτελεσματικά καί ἀπόλυτα νό­μιμα μέ­σα, γιά τήν ἐπικράτηση καί πάλι τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ στήν κα­θη­μερινή ζωή τῆς Πατρίδος μας.

Νέος χρόνος με θεοστρατηγική

ΝΕΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΜΕ ΘΕΟΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ,

ΟΧΙ ΜΕ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ!

Ἤδη ὁ καινούριος χρόνος ἔφθασε καί εἶναι ἕτοιμος νά τεθῆ στή διάθεση τοῦ καθενός μας γιά νά δείξουμε πάνω στή ροή του τίς ἐνέργειές μας, τόν χαρακτῆρα μας, τό ποιοί εἴμαστε, τί ζητᾶμε στή ζωή μας, ποῦ θέλουμε νά ἀνήκουμε καί σέ ποιόν ἐπιζητοῦμε νά μοιάσουμε.

Ὁ χρόνος, δέν εἶναι αὐθυπόστατος, οὔτε ἐνεργεῖ μόνος του, ἁπλῶς καταγράφει τίς ἐνέργειές μας. Ἐπειδή, ὅμως, δέν ἐνεργοῦμε μόνο ἐμεῖς ἀλλά, κυρίως, ἐνεργεῖ ὁ Θεός μέσα στό χρόνο, γι’ αὐτό ὁ κάθε χρόνος διχοτομεῖται σέ ἔτος ἀνθρώπων καί σέ Ἐνιαυτόν Κυρίου, ὥστε νά ἔχη ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς τήν δυνατότητα νά ὑπάρχη μέ τόν τρόπο τῆς ἐπιλογῆς του, εἴτε ἀνήκοντας στούς χωρίς Χριστό ἀνιαρούς, καταθλιπτικούς καί ἐπικίνδυνους χωρίς ἀγάπη ἀνθρώπους, εἴτε ἀνήκοντας στήν οἰκογένεια τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του.

Δεν υπάρχει πια τόπος για το Χριστό στον τόπο μας

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΙΑ ΤΟΠΟΣ

ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ;

Tά παλαιότερα χρόνια ὅταν εἴμαστε μικροί μαθητές, στήν δεκαετία τοῦ ’60, ἀκούγοντας καί διαβάζοντας γιά τήν κακία πού ὑπῆρχε στόν κόσμο τήν ἐποχή πού γεννήθηκε ὁ Χριστός, μᾶς ἦταν ἀδιανόητο νά φαντασθοῦμε πῶς μποροῦσε ἡ ἀνθρώπινη καρδιά νά μένη σκληρή καί ἀπάνθρωπη στή θέα τοῦ Σαρκωθέντος Θεοῦ καί τῆς Παναγίας Μητέρας Του.

Μᾶς ἦταν ἀδύνατο νά ἐξηγήσουμε τό πῶς ἡ ἀνθρώπινη κακία κάνει τόν ἄνθρωπο τόσο ἀνάλγητο καί σκληρό ὥστε νά μένη ἀσυγκίνητος στή θέα μιᾶς ἑτοιμόγεννης γυναίκας καί, μάλιστα, μιᾶς γυναίκας «θυγατρός τοῦ Μόνου Βασιλέως» μέ εἰρηνόχυτη μορφή, μέ «ἔσωθεν δόξα», πού ἦταν ἔμψυχο Ἀρτοφόριο τοῦ Θείου Ἄρτου τῆς Ζωῆς, τοῦ «ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάντος»!

Δέν χωροῦσε ὁ νοῦς μας τήν συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων τῶν χρόνων τοῦ Χριστοῦ, τό νά βλέπουν μιά ἑτοιμόγεννη γυναῖκα καί νά μή βρίσκουν οὔτε ἕνα μικρό δωμάτιο νά τῆς δώσουν γιά νά μή γεννήση μέσα σέ σταῦλο, σάν νά ἦταν καί αὐτή ἕνα ζῶο, σάν τά ἄλογα ζῶα τοῦ σταύλου αὐτοῦ!