Εἶπε ἄφρων: «Ὁ Χριστός δέν σώζει»!

Εἶπε ἄφρων: «Ὁ Χριστός δέν σώζει»!

 

δῶ, ὁ Χριστός δέν σώζει»! Μέ αὐτόν τόν εὔσχημο τίτλο δημοσιεύει τό ἄρθρο του γνωστός ἀρθρογράφος μεγάλης Ἀθηναϊκῆς ἐφημερίδας, στήν δεύτερη μάλιστα σελίδα τῆς Κυριακάτικης ἔκδοσής της, στίς ἀρχές τοῦ περασμένου Μαρτίου, ὁ ὁποῖος ἐμπνέεται ἀπό τό γεγονός ὅτι, μεταξύ τῶν πρώτων συμπολιτῶν μας πού προσβλήθηκαν ἀπό τόν ἰό πού πρωταγωνιστεῖ στή ζωή μας αὐτό τόν καιρό, ἦταν καί 21 ἀπό τούς 24 Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν λίγο πρίν ἐπισκεφθεῖ τούς Ἁγίους Τόπους, παρ’ ὅτι, ὅπως ὁ ἴδιος συμπληρώνει, «εἶχαν προμηθευθεῖ τόν ὑψηλότερο βαθμό Θεϊκῆς προστασίας».

Μπορεῖ ὁ ἴδιος, σέ παλαιότερο ἄρθρο του, νά δηλώνει εὐθαρσῶς ὅτι, δέν τόν ἀπασχολεῖ τό ἐρώτημα ἐάν ὑπάρχει Θεός, ὡστόσο στό πράγματι ἀφοπλιστικό σκεπτικό πού ἀναπτύσσει στό ἄρθρο του, προσπαθεῖ νά ἐκφράσει τήν ἀνησυχία του γιά τούς «ἀνθρώπους πού ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία δέν θέλει νά προστατεύσει», ἀναφερόμενος στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

Καί μάλιστα ἐπειδή θεωρεῖ ὅτι, «Εἶναι γελοῖο πιά ἐν ἔτει 2020 νά φοβόμαστε νά ἀμφισβητήσουμε τήν αὐθεντία τῆς θρησκείας» προτρέπει τήν Κυβέρνηση νά μήν ἀγνοήσει τήν ὑποχρέωσή της γιά τή δημόσια ὑγεία καί νά συνεννοηθεῖ μέ τήν Ἐκκλησία, ὥστε νά ληφθεῖ μέριμνα γιά νά ἀποφευχθεῖ ὁ κίνδυνος μετάδοσης τοῦ περίφημου ἰοῦ ἀπό τή Θεία Κοινωνία.

Καί πράγματι ἡ Κυβέρνηση λίγες μέρες μετά τακτοποίησε ριζικότερα τό θέμα, ἀπαγορεύοντας τίς ἱερές ἀκολουθίες, πλήν ἐξαιρέσεων, καί τό πρόβλημα λύθηκε γιά τή ὥρα.

Μᾶς τά εἶπαν καί ἄλλοι, βέβαια, αὐτές τίς ἡμέρες μέ τήν τόση ἀναστάτωση. Ἄλλωστε συνηθίσαμε τά τελευταῖα χρόνια σέ παρεμφερεῖς δῆθεν ἀνακαλύψεις καί δημοσιεύματα περί μύθων γιά τόν Χριστό μας, ἰδιαίτερα κατά τίς παραμονές τοῦ Πάσχα.

Βλέπετε λοιπόν, ὅτι, ὑπάρχουν πολλοί “ψυχόπονοι” συνάνθρωποί μας, οἱ ὁποῖοι νοιάζονται γιά τό “καλό” ὅλων αὐτῶν, πού, παρά τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης καί τήν ἐξέλιξη τῆς κοινωνίας, ἐπιμένουν σέ παλαιομοδίτικες ἀντιλήψεις καί διατηροῦν μεταφυσικές ἀνησυχίες καί γι’ αὐτό καταβάλλουν ἐπίμονες ὄντως προσπάθειες γιά νά τούς “σώσουν” ἀπό τήν νομιζόμενη πλάνη.

Βασανιστικά προβάλλει τό ἐρώτημα: γιατί νοιάζονται τόσο πολύ γιά τούς «πλανεμένους» οἱ ἀδελφοί μας; Τί τούς ἐνδιαφέρει ἄν σώζει ἤ δέν σώζει ὁ Χριστός; Αὐτοί ἔχουν βρεῖ τήν ἀπάντηση. Ἐκεῖνοι πού δηλώνουν πιστοί, συνήθως δέν προβάλλουν τίς λατρευτικές τους συνήθειες, μᾶλλον θά ἔλεγα, ἐπιδιώκουν νά τίς βιώνουν κατ’ ἰδίαν. Ἄλλωστε δέν εἶναι καί πολλοί, ἀφοῦ οἱ μετρήσεις δείχνουν ὅτι δύο μέ τρεῖς στούς ἑκατό θρησκεύουν.

Φαίνεται πώς εἶναι ὄντως ἀληθινό αὐτό πού ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός ὅτι, “οἱ ἄθεοι μιλοῦν περισσότερο γιά τόν Θεό ἀπό αὐτούς πού πιστεύουν”.

Ἔτσι, ἀπτόητοι ἐπανέρχονται κάθε τόσο, ἐμμένοντας ξανά καί ξανά, ἄλλοτε οἱ ἴδιοι καί ἄλλοτε διαφορετικοί πρωταγωνιστές στήν προσπάθεια νά διορθώσουν τίς στρεβλές κατ’ αὐτούς ἀντιλήψεις ὅσων πιστεύουν στή Θεότητα τοῦ Χριστοῦ.

Καί ξέρετε ποιό εἶναι τό ὀξύμωρο; Ὅτι αὐτοί πού ἀναλίσκονται σ’ αὐτόν τόν σκοπό θά ἔπρεπε νά ξέρουν καλύτερα ποῦ μποροῦν νά βροῦν ἀποδείξεις, ἐφ’ ὅσον τούς ἐνδιαφέρει ἡ ἀλήθεια, γιατί στίς περισσότερες περιπτώσεις εἶναι ἄνθρωποι μορφωμένοι καί συνήθως χαρισματικοί. Δηλαδή, ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἔχουν τή δυνατότητα πρόσβασης σέ κείμενα ἱστορικά, τῶν ὁποίων ἡ ἀνάγνωση καί μόνο - οὔτε κἄν ἡ μελέτη- θά ἀρκοῦσε γιά νά τούς διαφωτίσει σχετικά. Καί γιά τό θέμα πού τούς ἀνησυχεῖ ἔχουν γραφεῖ ἀμέτρητα κείμενα.

Φαίνεται ὅμως ὅτι ἡ προβληματική καί στήν προκείμενη περίπτωση ἐντοπίζεται στήν ἀπάντηση πού ἀπαιτεῖ τό γνωστό ἐρώτημα πού τέθηκε καί στόν εὐνοῦχο τῆς Κανδάκης: «Γινώσκεις ἅ ἀναγινώσκεις;». Γιατί ὅλοι αὐτοί σίγουρα ἔχουν διαβάσει ἀλλά μᾶλλον δέν κατάλαβαν.

Δυστυχῶς γιά τούς συνανθρώπους μας αὐτούς οἱ ἀνησυχίες καί οἱ ἀντιρήσσεις τους δέν εἶναι πρωτότυπες, ἔχουν προβληθεῖ καί ἀπό ἄλλους στήν ἱστορική διαδρομή, πολύ πρίν ἀπ’ αὐτούς καί ἔχουν δοθεῖ ἀπαντήσεις, ὁπότε μᾶλλον ἄδικος ὁ κόπος. Τέτοιοι ἀμφισβητίες ὑπῆρξαν λόγιοι, θεολόγοι, Ἱστορικοί, Ἱεράρχες, ἀκόμη καί αὐτοκράτορες. Ἡ ἀμφισβήτιση διαρκεῖ σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια, ἀπό τότε ἀκόμη πού περπάταγε στά χώματα ἐτοῦτα Ἐκεῖνος ὁ «ἀντιλεγόμενος».

Ὅμως, τά πράγματα εἶναι μᾶλλον πολύ πιό ἁπλᾶ ἀπ’ ὅσο μποροῦμε νά φαντασθοῦμε. Ἄν γιά παράδειγμα, ὅπως ἀναρωτιέται ὁ ἀρθρογράφος τῆς ἱστορίας μας, ὅσοι ἐπισκέπτονταν τά Ἱεροσόλυμα ἐξασφάλιζαν καί μόνο ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι πάτησαν τό πόδι τους ἐκεῖ τή σωτηρία, τότε δέν θά εἶχε μείνει κανείς παραπονεμένος. Θά φροντίζαμε νά πᾶμε ὅλοι ἐκεῖ, ἔστω μιά φορά, καί θά λύναμε τό πρόβλημα, ἄν αὐτό μᾶς ἐνδιέφερε. Καί θά ἐπιστρέφαμε ἀπ’ τούς Ἁγίους Τόπους ὄχι μόνον «χατζῆδες», ὅπως ὀνομάζονταν οἱ προσκυνητές παλιότερα, ἀλλά μᾶλλον κάτι σάν σούπερμαν. Κι ἄν μιλάγαμε καί γιά τούς Ἁγιοταφίτες, μέ τήν ἴδια λογική, αὐτοί σίγουρα δέν θά ἔπρεπε νά πεθαίνουν ποτέ.

Οἱ ἄνθρωποι πού ταξιδεύουν στήν Ἁγία Γῆ ὅμως, θνητοί πηγαίνουν καί θνητοί ἐπιστρέφουν, αἰῶνες τώρα. Σίγουρα γνωρίζει ὁ ἀρθογράφος μας ὅτι, γιά τούς χριστιανούς ἡ σωτηρία συνιστᾶ ἐπιδίωξη πέραν τοῦ τάφου.

Φοβᾶμαι, ὅμως, ὅτι δέν εἶναι καθόλου εὔκολο νά πείσεις τόν ἄνθρωπο πού δέν εἶναι δεκτικός γι’ αὐτό, πού δέν ἔχει τή διάθεση νά διαπραγματευθεῖ τό ἐνδεχόμενο. Γι’ αὐτούς ἰσχύει τό γνωστό: «Οὔ μέ πείσεις κἄν μέ πείσῃς».

Ἐδῶ κοτζάμ Καζαντζάκης, πού ἔψαξε τόσο πολύ, δέν μπόρεσε νά ἀπαντήσει στό ἐρώτημα καί ἀναχώρησε μέ τήν ἀπορία, ὅπως ἀναφέρει καί ἡ ρήση πού εἶναι γραμμένη πάνω στόν τάφο του.

Σέ τελική ἀνάλυση τήν ἀπάντηση θά τήν μάθουμε ὁ καθένας μας ξεχωριστά ὅταν πεθάνουμε.

Τό ζήτημα ὅμως εἶναι νά ἀποφύγει ὁ ἄνθρωπος τό ἐνδεχόμενο νά σώζει ὄντως ὁ Χριστός καί ἐκεῖνος νά χάσει τήν εὐκαιρία πού τοῦ δόθηκε ἐπειδή ἁπλᾶ ἀρνήθηκε νά τό παραδεχθεῖ.

Ὅλοι αὐτοί οἱ «γενναῖοι», πού δηλώνουν ὅτι δέν τούς ἀπασχολεῖ ἐάν ὑπάρχει Θεός ἤ ὄχι, φαντάζομαι πώς νοιάζονται γιά τήν περιουσία τους καί τήν ἀσφάλεια τοὐλάχιστον τοῦ σπιτιοῦ καί τῶν προσφιλῶν τους καί γι’ αὐτό προφανῶς ἀσφαλίζονται μήπως ἔλθει τή νύχτα ὁ κλέφτης.

Κάπως ἔτσι νομίζω σκέπτονται καί αὐτοί πού δηλώνουν ὅτι ἀντιθέτως μέ τούς προηγουμένους, τούς ἀπασχολεῖ ἐάν ὑπάρχει Θεός καί ἀφοῦ ὁ Χριστός, ἀποδεδειγμένα ὑπῆρξε ὡς ἱστορικό πρόσωπο, θά τό ξέρει φαντάζομαι αὐτό ὁ ἀρθρογράφος μας, καί ἐπειδή ὑπάρχουν κάτι πολύ παλιά βιβλία πού λένε πώς Ἐκεῖνος εἶπε «ὅτι οὐκ οἴδατε τήν ἡμέραν οὐδέ τήν ὥραν ἐν ᾖ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται», λαμβάνουν τά μέτρα τους. Βλέπετε ἀκόμη ἰσχύει ὅτι, «οὐδέν θανάτου βεβαιότερον».

Ἡ διαφορά ἔγκειται στό πού βρίσκεται ὁ θησαυρός τοῦ καθενός.

Ὅποιος ἀξιωθεῖ νά παρακολουθήσει τίς Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας θά προσέξει τά λόγια τοῦ ὑμνωδοῦ: «Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός καί μακάριος ὁ δοῦλος ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα».

Γιατί νά πειράζει πού γρηγορεῖ ὁ χριστιανός; Ποιόν ἐνοχλεῖ ἄραγε; Μόνον οἱ χριστιανοί πρέπει νά εἶναι ὕποπτοι γιά τή δημόσια ὑγεία; Θά ἀρχίσουμε τά ἴδια μέ τά πρῶτα χρόνια πού κατηγοροῦσαν τούς χριστιανούς ὅτι τἄχα στίς συγκεντρώσεις τους ἔπιναν αἷμα ἀνθρώπων; Πάλι «μισούμενοι ὑπό πάντων διά τό ὄνομά Του»;

Φαίνεται ὅτι πυκνώνουν τά σύννεφα, γι’ αὐτό ἄς προσέξουμε περισσότερο τώρα ἀδέλφια «μή τίς ἡμᾶς πλανήση» καί «μείνωμεν ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ».

 

Δημήτριος Κοσκινιώτης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ»  Ἀρ. Τεύχους 212

Ἀπρίλιος 2020