Μαθήματα περί ἐνδυμασίας
ἀπό Εὐρώπη!
Εἰσαγωγική σημείωση
Ἡ ἐπιστολή πού ἀκολουθεῖ προέρχεται ἀπό µιά ἐπιστήµονα, Ἱατρό, πού ἐργάζεται στήν Γερµανία καί παρακολουθεῖ συστηµατικά τίς ἐνοριακές µας ὁµιλίες µέσῳ τοῦ You Tube. Ἡ ἐπιστολή αὐτή τῆς ἀκροάτριάς µας προκάλεσε ὁλόκληρη συζήτηση στή «Σχολή Νέων» µας, πού γίνεται κάθε Τρίτη ἀπόγευµα καί ἡ συζήτηση ἔχει ἤδη ἀναρτηθεῖ στό διαδίκτυο. Ἐπειδή, ὅµως, ἡ Ἐπιστολή τῆς ἐπιστήµονος, αὐτή καθ’ ἑαυτήν, ἔχει ἰδιαίτερη σηµασία, τήν δηµοσιεύουµε καί ἐδῶ στό περιοδικό µας.
Ἤθελα νά σᾶς πῶ πώς μέ τήν συζήτησή σας αὐτόν τόν καιρό στήν Πνευματική Ἑστία (πού παρακολουθῶ στή Γερμανία ἀπό τό You Tube) μέ τό θέμα περί ἐνδυματολογίας, ἔχουν ἔρθει τά πάνω κάτω στίς σκέψεις μου!
Ἐνῶ στήν ἐκκλησία δέν τολμῶ νά μπῶ μέ παντελόνια, γιατί μοῦ ἔμαθαν ἀπό παιδί πώς πρέπει νά σέβομαι, στήν ὑπόλοιπη ζωή μου –ἔξω ἀπό τόν Ναό– φοράω σχεδόν μόνο παντελόνια. Ἄν ἔλεγα ποιό εἶναι τό ροῦχο μου, θά ἔλεγα τό τζίν!
Ὅταν ξεκίνησαν οἱ συζητήσεις, γιά τό ἄν περιέχει ἡ Ἐκκλησία ἐμᾶς ἤ ἄν περιέχεται ἡ Ἐκκλησία στήν ζωή μας, ἄρχισα νά σκέφτομαι πώς ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών καί μᾶς περιέχει, τότε καί ἡ ζωή μου ἐκτός τοῦ Ναοῦ θά πρέπει νά εἶναι ἐκκλησία, γιατί ἀλλιῶς εἶναι προσποίηση, μεταμφίεση. Μοῦ τήν θύμισε αὐτήν τήν σκέψη ἡ Δάφνη, πού εἶπε στήν ὁμιλία, μέ τίτλο «Λόγια παντελονάτα» πώς εἶναι ὑποκρισία νά ντυνόμαστε ἀλλιῶς στόν Ναό καί ἀλλιῶς ἔξω ἀπό τό ναό.
Σκεφτόμουν τότε, ἐπίσης, πώς δέν μπορεῖ νά μοῦ συμβαίνει νά εἶμαι τόσο ἀκατάλληλα ντυμένη, ὥστε νά μήν μπορῶ ἀνά πᾶσα στιγμή νά μπῶ νά ἀνάψω ἕνα κερί στήν ἐκκλησία. Ἀλλά καί αὐτές οἱ σκέψεις δέν καταφέρανε νά μέ ἀλλάξουν.
Ὅμως, κατά τήν συζήτηση θέσατε τό ἐρώτημα, «μήπως φοράμε τά παντελόνια γιά ψυχολογική στήριξη;», καί ἐκείνη τήν στιγμή εἶδα τόν ἑαυτό μου. Φοράω τά παντελόνια γιά νά ἔχω πυγμή, γιά νά μέ ἀντιλαμβάνονται σάν ἄντρα1 Ἐκεῖ κατάλαβα, πώς κατά βάθος θεωρῶ τήν θηλυκότητα ὡς μειονέκτημα. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, πίστευα πώς, ἀφοῦ ἔχω ἀπέναντί μου ἀσθενεῖς, καλά θά εἶναι νά εἶμαι οὐδέτερη. Σύν ἕνα πλήν ἕνα κάνει μηδέν. Δηλαδή, ἐξουδετερώνω τήν θηλυκότητά μου μέ τό ἀντρικό ντύσιμο καί ἔτσι γίνομαι οὐδέτερη. Ἔτσι κατά τήν περίθαλψη τῶν ἀσθενῶν οὔτε ὡς ἄντρα οὔτε ὡς γυναῖκα θά σέ ἀντιληφθοῦν ἀλλά μόνο ὡς ἰατρό. Ὅμως μετά σκέφτηκα, κούμπωσε τήν ρόμπα καί κανείς δέν θά δεῖ τί φορᾶς! Καί μετά ἔκανα τίς ἑξῆς σκέψεις:
Ἄν θέλω νά βρῶ ἕναν ἀληθινό ἄντρα δέν πρέπει πρῶτα ἐγώ νά γίνω γυναίκα; Ἄν περιφρουρῶ τόν ἑαυτό μου μέ ἀντρική ἐνδυμασία δέν σπρώχνω ἔτσι τόν ἄντρα στό περιθώριο; Καί, τελικά, φορῶντας τά ροῦχα του δέν ἀναλαμβάνω τόν ρόλο του; Δέν τοῦ φέρομαι μέ ἀσέβεια θεωρῶντας τόν ἑαυτό μου καλύτερο ἄντρα ἀπό ἐκεῖνον;
Ἀπό τήν στιγμή πού τά συνειδητοποίησα ὅλα αὐτά δέν μπόρεσα νά φορέσω πάλι παντελόνι, ξαφνικά εἶναι κάτι ξένο πάνω μου. Καί ἔτσι πρόσεξα πώς κάτι ἄρχισε νά ἀλλάζει γύρω μου. Μιά μέρα πού ἔβρεχε, ἐνῶ τό λεωφορεῖο εἶχε ξεκινήσει ὁ ὁδηγός σταμάτησε καί μέ πῆρε μαζί. Στό τρένο ἕνας κύριος μοῦ ἄφησε τό προβάδισμα. Μέ παντελόνια, τόσα χρόνια, αὐτό δέν μοῦ συνέβη ποτέ. Καί ἐκεῖ κατάλαβα τί συμβαίνει. Ἡ γυναικεία παρουσία ὅταν δέν εἶναι προκλητική, ξυπνάει μέσα στόν ἄντρα τόν ἱπποτισμό, τοῦ ἀφήνει τόν χῶρο νά δράσει φυσιολογικά. Καί ἐκεῖ κατάλαβα πώς ἄν ἐμεῖς οἱ γυναῖκες ἐπιστρέφαμε πίσω στήν θέση μας, παντοῦ θά ἄρχιζαν νά ἐμφανίζονται πραγματικοί ἄντρες!
Σᾶς εἶχα ρωτήσει, π. Βασίλειε, ἄν ἡ γυναίκα πού εἶναι ἡ καρδιά χρειάζεται τήν θωράκιση τοῦ ἄντρα, πῶς θά γίνει ἀνδρεία; Καί μοῦ ἀπαντήσατε πώς γιά νά γίνει κάποιος ἀνδρεῖος πρέπει νά παραμείνει στήν θέση του! Πιστεύω πώς αὐτή τήν σημασία ἔχει καί τό παράδειγμα: «ὅστις σέ ραπίσει ἐπί τήν δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καί τήν ἄλλην». Αὐτό σημαίνει παραμένω σταθερός στήν θέση μου ὅσο καί ἄν χτυποῦν οἱ ἄνεμοι. Ὁ Χριστιανός εἶναι λεβεντιά, ὅπως ἀγαποῦσε ὁ Ἅγιος Παΐσιος νά λέει. Ἄρα πρέπει νά παραμείνουμε στήν θέση μας καί νά παλέψουμε ἐκεῖ, μέ τό φῦλο πού μᾶς δόθηκε.
Πάλι στήν ὁμιλία «Λόγια παντελονάτα», ἄν κατάλαβα καλά, ἡ Ἑλένη πῆγε νά ἀναφέρει τό παράδειγμα μιᾶς κοπέλας, ἵσως πολιτικοῦ μηχανικοῦ πού πρέπει νά ἐπιβλέψει τίς ἐργασίες σέ μιά οἰκοδομή καί πώς τό παντελόνι εἶναι ἀναγκαῖο. Ἄν ἐμφανιστεῖ ὡς γυναίκα καί πρέπει νά περάσει πάνω ἀπό λάσπες κανένας ἄντρας δέν θά μείνει ἀκίνητος, πραγματικά τό πιστεύω πιά αὐτό. Μέ τήν γυναικεία της παρουσία τοῦ ἐπιτρέπει νά τῆς φερθεῖ ἀνάλογα καί ἐκείνη τόν τιμᾶ ὡς ἄνδρα δεχόμενη τήν βοήθειά του. Δέν εἴμαστε ἀδύναμες ἀλλά ζητᾶμε δυνατούς ἄντρες, γιατί μόνο τότε θά εἴμαστε πραγματικά εὐτυχισμένες. Πότε θά τούς δώσουμε τήν εὐκαιρία νά ἀποδείξουνε πώς εἶναι δυνατοί; Πότε θά τούς δώσουμε τήν εὐκαιρία νά καταλάβουν τήν ἀδυναμία τους καί νά ἀλλάξουν; Πῶς θά καταλάβουμε ἐμεῖς ποιός ἄνδρας ἔχει ἱπποτισμό μέσα του καί ποιός ὄχι; Καί ἄς εἶναι τό τίμημα ἕνα λερωμένο φόρεμα ἤ ἕνας ἀνόητος χλευασμός, μποροῦμε νά τό ἀντέξουμε, τό κέρδος δέν θά ἔχει σύγκριση μέ τό τίμημα.
Πιστεύω πώς δέν εἶναι μόνο, πώς ὁ ψυχικός μας κόσμος φαίνεται ἐξωτερικά στίς κινήσεις, στό ἔνδυμά μας. Τό ἐξωτερικό, σωματικό ἀπό τήν δική του μεριά βοηθάει νά διορθωθεῖ τό ψυχικό.
Καί ὅταν λέει ἡ Ἐκκλησία μας τήν Μεγάλη Ἐβδομάδα: «Τόν Νυμφῶνα σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον, καί ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἴνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ· λάμπρυνόν μου τήν στολήν τῆς ψυχῆς, Φωτοδῶτα, καί σῶσον με» καί μετά λέει πώς «ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καί μακάριος ὁ δοῦλος, ὅν εὐρήσει γρηγοροῦντα» πρέπει νά εἴμαστε ἀνά πᾶσα στιγμή ἔτοιμοι, κατάλληλα ντυμένοι, νά μποροῦμε νά μποῦμε στό Ναό γιά νά ἀνάψουμε ἕνα κερί.
Θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω ὅλα αὐτά τά παιδιά πού κάθε φορά δίνουν τό παρών στίς ὁμιλίες αὐτές καί κάνουν τά σκουριασμένα γρανάζια τοῦ μυαλοῦ μας νά δουλέψουν. Εἶναι πολύ μεγάλη ἡ παρηγοριά καί ἡ δροσιά πού προσφέρετε καί ἄν ἀναφέρομαι ὀνομαστικά στά παιδιά εἶναι γιατί βρισκόμαστε κάθε Τρίτη ἐκεῖ μαζί σας!
Σᾶς εὐχαριστῶ
Γ. Σ.
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ», Ἀρ. Τεύχους 210
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2020