ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΓΙΟΡΤΗΣ ΜΑΣ

ΤΟ  ΝΟΗΜΑ  ΤΗΣ  ΓΙΟΡΤΗΣ  ΜΑΣ*

 

Σεβαστοί Πατέρες,  ἀξιότιµες κυρίες καί ἀξιότιµοι κύριοι,

Καλή σας ἑσπέρα!

 

   ρχονται καί πάλι τά Χριστούγεννα! Ἄλλος ἕνας χρόνος, πού ἀποµακρυνόµαστε ἀπό τή µέρα πού γεννήθηκε ὁ Χριστός! Ἀποµακρυνόµαστε γιά δισχιλιοστή δέκατη ἔνατη φορά! Πόσες γενεές εἶναι τά δύο χιλιάδες δεκαεννέα χρόνια; Πόσες γενεές παραδίδουν ἡ µιά στήν ἄλλη τή σκυτάλη τῆς ἀποµάκρυνσης ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ;

     Γιά νά σταθοῦµε λίγο, νά σκεφτοῦµε τόν κόσµο µας καί τή δική µας ζωή. Πῶς θά στεκόταν ὁ κόσµος µας µπροστά σ᾽ αὐτή τή Γέννηση; Πῶς στέκεται ὁ κόσµος µας µπροστά στά Μυστήρια τοῦ Θεοῦ καί στή σιωπή πού τά περιβάλλει;

    Τότε, ὑπῆρχε µιά ὑπερδύναµη, µιά πρώην δηµοκρατία, πού εἶχε ἀλλάξει σέ αὐτοκρατορία: ἡ Ρώµη! Κι αὐτή ἡ ὑπερδύναµη, δυνάστευε τίς ζωές τῶν ἀνθρώπων. Καί τώρα ὑπάρχει µιά ὑπερδύναµη πού ἔχει ξεκινήσει µέ δηµοκρατικές ἀρχές, ἀλλά µεταλλάσσεται σέ ὁλοκληρωτισµό. Τότε ὑπῆρχε ὁ Ὀκταβιανός, ὁ Αὔγουστος, ὁ ὁποῖος ἀνέβαζε καί κατέβαζε βασιλεῖς καί ἡγεµόνες, κρατῶντας τάχα τίς ἰσορροπίες τοῦ κόσµου, σπέρνοντας διχόνοιες καί δηµιουργῶντας πολέµους, ἐξαφανίζοντας τούς ῾ἐχθρούς τῆς Ρώµης᾽ καί χαρίζοντας προνόµια καί τιµές καί δῶρα στούς ὑπάκουους φίλους της!  (Παρενθετικά, νά ἐξηγήσουµε ὅτι ἡ ἐπίκληση Αὔγουστος δόθηκε γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία καί προέρχεται ἀπό τό Λατινικό Augustus,  πού σηµαίνει σεβαστός, σάν νά λέµε, ἡ αὐτοῦ µεγαλειότης. Καί δέν δόθηκε ἀκριβῶς, τόν δηµιούργησε ὁ ἴδιος ὁ Ὀκταβιανός, γιά νά καταστήσει σαφέστατη στή Σύγκλητο τήν ἀπόλυτη καί ἀδιαµφισβήτητη ἐξουσία του. Εἶναι ἡ διακήρυξη τοῦ πολιτικῶς ὀρθοῦ τῆς ἐποχῆς! Ὅ,τι ὁ αὐτοκράτορας θεωρεῖ σωστό, εἶναι καί σωστό καί κανείς δέν θά τολµήσει νά ἐναντιωθεῖ, ὅσο γελοῖο κι ἄν εἶναι, ἔστω κι ἄν κάνει θεό τό ἄλογό του καί ὑποχρεώσει τούς συγκλητικούς νά τό προσκυνοῦν, ὅπως ἔκανε λίγο ἀργότερα ὁ Καλιγούλας!)

   Καί σ᾽αὐτό, ὅπως καί σέ τόσα ἄλλα, νοµίζω, ἀναγνωρίζει κανείς τή δική µας ἐποχή. Ἀκριβῶς ἴδια εἰκόνα µέ τόν σηµερινό, παγκοσµιοποιηµένο κόσµο µας. Ὅλες οἱ γλῶσσες, ὅλες οἱ φυλές, ὅλα τά ἔθνη, ὅλοι οἱ πολιτισµοί, ὅλες οἱ θρησκεῖες, κάτω ἀπό τήν ὑπόσχεση τῆς ἄνεσης, τῆς εὐηµερίας, τῆς προσωπικῆς εὐµάρειας, πού πρόσφερε ἡ Pax Romana, ἡ τόσο ὅµοια µέ τήν εὔθραυστη, φευγαλέα “εἰρήνη” τοῦ κόσµου µας.

    Τότε, ὁ αὐτοκράτορας ὥριζε τό πολιτικά ὀρθόν καί οἱ ἄνθρωποι ἔπρεπε νά συµφωνοῦν, ὅπως καί σήµερα. Τότε ἔβγαζε ῾δόγµατα᾽ κι οἱ ἄνθρωποι ἦταν ὑποχρεωµένοι νά τά τηρήσουν. Δέν τολµοῦσαν νά κάνουν ἀλλιῶς, ἀκριβῶς ὅπως δέν τολµοῦµε κι ἐµεῖς νά παρακούσουµε τούς νόµους καί τίς κρατικές ἐντολές, ὅσο κι ἄν µᾶς κάνουν τή ζωή δύσκολη!

     Τότε, ὑπῆρχαν βοσκοί. Πού ἀγαποῦσαν τά ζῶα τους, πού ἔκαναν βάρδιες καί τά φύλαγαν καί τή νύχτα καί περνοῦσαν τίς µακρόσυρτες ὧρες τῆς βάρδιας τους, παίζοντας φλογέρα. Σ᾽αὐτό, τώρα, προοδεύσαµε! Οἱ βοσκοί ἔγιναν κτηνοτροφικές µονάδες, πού καταδικάζουν τά ζῶα σέ µιά βασανιστική ζωή καί σ᾽ ἕνα ἐπώδυνο θάνατο. Ἀλλά, κι αὐτοί οἱ βοσκοί πού ἔχουν ἀποµείνει, τό βράδυ µαντρώνουν τά ζῶα καί πᾶνε γιά µπύρες καί τό πρωί, τά βουνά, µόνο ἀπό φλογέρες δέν ἀντιλαλοῦν!

     Ἐκεῖνοι οἱ βοσκοί, εἶδαν ἕναν ἄγγελο. Καί τόν γνώρισαν ποιός εἶναι. Καί εἶδαν καί τό φῶς τοῦ Θεοῦ νά τούς περιλάµπει. Καί τό γνώρισαν καί φοβήθηκαν. Κι ὁ ἄγγελος τούς ἐνθάρρυνε καί τούς πληροφόρησε ὅτι γεννήθηκε ὁ Σωτήρας καί Κύριος, ὁ Χριστός, στήν πόλη τοῦ Δαυΐδ, µέσα στή φάτνη. Κι οἱ βοσκοί τό θεώρησαν αὐτονόητο νά πιστέψουν τόν ἄγγελο καί νά ὑπακούσουν στά λόγια του καί νά τρέξουν νά προσκυνήσουν τό νεογέννητο. Ἐπιπλέον, διέδωσαν τό θαῦµα καί στούς ἄλλους, σἐ ὅσους περισσότερους ἀνθρώπους µποροῦσαν, κι ἀγαλλίασε ὁ λαός γιά τή Γέννηση τοῦ Σωτῆρα τους.

    Τώρα, στόν καιρό µας, ποιός βοσκός θά ἀναγνώριζε ἕναν ἄγγελο καί θά ἄκουγε τά λόγια του; Καί ποιός θά µιλοῦσε στούς ἄλλους ἀνθρώπους γιά φῶτα καί ἀγγέλους πού κατεβαίνουν ἀπό τόν οὐρανό καί θά τόν ἔπαιρναν στά σοβαρά; ὅλοι θά θεωροῦσαν ὅτι εἶναι ῾φτιαγµένοι᾽ καί θά ρωτοῦσαν τί πῆραν, νά τό πάρουν κι αὐτοί! Ὁ δικός µας καιρός δέν ἔχει χῶρο γι᾽ ἀγγέλους καί οὐράνια µηνύµατα. Σέ αὐτό, ἡ ἐποχή µας διαφέρει ἀπό τήν ἐποχή τῆς Γέννησης. Γιατί “προοδεύσαµε”. Δέν ἔχουµε χῶρο στή ζωή µας γιά “παραµύθια”.  Κι ἡ ἐνανθρώπιση τοῦ Θεοῦ Λόγου, µᾶς ἀφήνει ἀσυγκίνητους. Μᾶς συγκινοῦν οἱ διακοπές καί τά ταξιδάκια µέ τήν εὐκαιρία τῶν διακοπῶν, τά πάρτυ τῆς ἐποχῆς, τά καινούρια ροῦχα πού ψωνίζουµε. Γιά ἐµᾶς γιορτές εἶναι τά τραπέζια, συνήθως οἰκογενειακά, ὅπου “βγαίνουν τά µαχαίρια” καί ἀναζωπυρώνονται ὅλα τά παράπονα κι οἱ  συγγενικοί καυγάδες, καί ὅπου θά φᾶµε λές καί δέν ἔχουµε ξαναφάει ποτέ καί οὔτε προβλέπεται νά ξαναφᾶµε στό ἄµεσο µέλλον!

   Καί, στό τέλος τοῦ δεκαπενθηµέρου, µένουµε ἄδειοι, κουρασµένοι, θυµωµένοι, µέ ἀνανεωµένα τά παράπονα καί ἀναζωπυρωµένα τά ψυχικά τραύµατα καί τίς σφοδρές ἀντιπάθειες πού µᾶς συνοδεύουν ἀπό τά παιδικά µας χρόνια, συνήθως καταλήγοντας στό: “τί τίς θέλουµε ἐπιτέλους τίς γιορτές; µόνο ἔξοδα, κούραση καί σύγχυση εἶναι. Τοῦ χρόνου θά σηκωθῶ νά φύγω…”

   Καί τοῦ χρόνου κάνουµε ἀκριβῶς τά ἴδια καί λέµε τό ἴδιο, καί τόν ἑπόµενο ἐπίσης καί πάει λέγοντας… Καί δέν διαφέρουµε σέ τίποτα ἀπό τήν εἰδωλολατρική παγκοσµιοποιηµένη ἀνθρωπότητα τῶν χρόνων τοῦ Ὀκταβιανοῦ Αὐγούστου, πού γιόρταζε τούς θεούς της µέ θυσίες ζώων, τίς ὁποῖες ἀκολουθοῦσαν συµπόσια, µέ ἀψιµαχίες µεταξύ τῶν συνδαιτηµόνων, µαχαιρώµατα, κάποιες φορές λεκτικά, κάποιες φορές κυριολεκτικά, µέ ἐπιδείξεις πλούτου, σέξυ φορεµάτων, κοσµηµάτων καί, τέλος, µέ ὄργια.

   Καί, τί λέω δέν διαφέρουµε; Διαφέρουµε καί πολύ. Γιατί ἐκείνη ἡ ἀνθρωπότητα εἶχε ἐλπίδα, ἀφοῦ κάποιοι, ἔστω καί λίγοι, ἀναγνώρισαν στό Πρόσωπο τοῦ νεογέννητου τόν Σωτῆρα καί Κύριο καί Βασιλέα τους. Ἐµεῖς δέν ἔχουµε καµµιά ἐλπίδα γιατί, στήν καλύτερη περίπτωση ἀγνοοῦµε, στή χειρότερη ἐµπαίζουµε καί χλευάζουµε τό ἔργο τῆς σωτηρίας µας, πού τό θεωροῦµε µῦθο! Τήν δέ ἔσχατη κατάντια µας, δέν µπορῶ οὔτε νά τήν περιγράψω, ἀλλά νά σᾶς πῶ µόνο ὅτι τήν ἐκφράζει ἕνα ὑποτίθεται χριστουγεννιάτικο φίλµ ὅπου ὁ Χριστός παρουσιάζεται µέ τρόπο πού δέν λέγεται, τό ὁποῖο προκάλεσε ἀντιδράσεις ἀκόµα καί στήν “ἀνεκτική” αὐστραλιανή κοινωνία ὅπου παίχτηκε!

   Τώρα, θά µοῦ πεῖτε, πῶς συνδέονται ὅλα αὐτά µέ τή δική µας γιορτή. Συνδέονται ὡς ἑξῆς: ὅταν χαθεῖ κανείς σ᾽ἕνα δρόµο, τί πρέπει νά κάνει; Φυσικά, νά σταθεῖ, νά πάρει τό δρόµο πίσω καί νά βρεῖ τό σηµεῖο ἀπό τό ὁποῖο ξεκίνησε νά χάνεται…

   Ἔτσι κι ἐµεῖς, ψάχνοντας νά βροῦµε χριστουγεννιάτικες ἱστορίες µέσα στίς παραδόσεις ὅλων τῶν λαῶν γιά νά σᾶς διασκεδάσουµε ἀλλά καί νά σᾶς προβληµατίσουµε, βρήκαµε ἕνα διήγηµα µιᾶς πολύ ἀξιόλογης Ἀγγλίδας συγγραφέως, πού ἔζησε κάποιες γενιές πίσω, στή µεταβατική ζωή τῆς ἀνθρωπότητας, ἀπό τόν πρῶτο παγκόσµιο πόλεµο, πού γεννήθηκε, µέχρι τό 1995, πού πέθανε. Αὐτή ἡ ξεχωριστή γυναίκα, ἐκµεταλλεύτηκε ἕνα πραγµατικό γεγονός πού ἔγινε στή µικρή πόλη ὅπου ἔζησε ὅλη της τή ζωή καί πού τήν ἔκανε νά µπεῖ σέ σκέψεις καί ἡ ἴδια, ἀλλά καί νά βάλει σέ σκέψεις κι ἐµᾶς. Δέν ἀναφέρω τό ὄνοµά της, γιατί τό κείµενό της τό µεταφράσαµε καί τό ἀλλάξαµε γιά νά τό προσαρµόσουµε στίς συνθῆκες τῆς γιορτῆς µας. Ἔχουµε κρατήσει ὅµως ἀκέραιο τόν προβληµατισµό της καί τό νόηµα πού ἤθελε νά περάσει στούς ἀναγνῶστες της. Ἦταν ἕνα γεγονός, πού ἔγινε τήν ἐποχή τῆς µεγάλης ἀλλαγῆς τῶν ἀνθρώπων. Τήν ἐποχή τῆς ἐπανάστασης τῶν hippies, τῶν Beatles, τῆς µεγάλης ἀλλαγῆς στή νοοτροπία καί στά ἤθη, πού µᾶς ἔφερε στό ἀπέραντο φρενοκοµεῖο πού εἶναι σήµερα ὁ κόσµος µας.

   Τήν ἐποχή πού εἶναι ἡ ἀρχή ἑνός δρόµου πού δέν βγάζει πουθενά. Μᾶλλον, βγάζει κάπου… κάπου, πολύ µακριά ἀπό τήν πόλη τοῦ Δαυΐδ, ἐκεῖ ὅπου ἐγεννήθη ὁ Χριστός…

   Καί τώρα, σᾶς αφήνουµε νά βγάλετε τά δικά σας συµπεράσµατα!..

 

Νινέττα Βολουδάκη

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 209

Ἰανουάριος 2020

 

* Εἰσαγωγή στή Χριστουγεννιάτικη Γιορτή τοῦ Ναοῦ μας, πού ἔγινε στό Πνευματικό Κέντρο Ρουμελιωτῶν, τήν Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2019.