Τιμῶντας τὰ 90 χρονα ἀπὸ τῆς κοιμήσεώς του (2-10-1929)
Μιὰ ἀνέκδοτη ἐπιστολὴ τοῦ Ἀλέξανδρου Μωραϊτίδη
Στὸν Γέροντα Σωφρόνιο Κεχαγιόγλου
(Οἱ πρῶτες πληροφορίες γιὰ τὴν ἑτοιμασία τῆς μοναχικῆς του κουρᾶς)
Στὴν προσπάθειά μου νὰ γράψω μιὰ ὁλοκληρωμένη, ὅσο γίνεται, μελέτη γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Γέροντος Σωφρονίου Κεχαγιόγλου1, τοῦ κορυφαίου αὐτοῦ πνευματικοῦ ὁδηγοῦ τοῦ τέλους τοῦ 19ου μὲ ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰ., ἐρευνῶντας τὸ Ἀρχεῖο τῆς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς νήσου Σκοπέλου, εἶδα ὅτι μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐπιστολῶν ποὺ ὑπῆρχαν ἐκεῖ, ἦταν καὶ μιὰ αὐτόγραφη τοῦ λογίου Σκιαθίτη Ἀλέξανδρου Μωραϊτίδη2, σταλμένη ἀπὸ τὴν Ἀθήνα στὶς 5 Ἰουνίου τοῦ 1926: λίγες μέρες πρὶν ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τοῦ ἀπονείμει τὴν εὐλογία καὶ τὸν ἔπαινο γιὰ τὸ ἔργο του, μὲ τὸ ἀπὸ 26 Ἰουνίου 1926 Ἀρχιεπισκοπικὸ Γράμμα, τοῦ Ἀθηνῶν Χρυσοστόμου (Παπαδοπούλου).3
Ὁ Μωραϊτίδης αὐτὸν τὸν καιρὸ ζεῖ μόνος του στὴν Ἀθήνα, στὸ σπίτι τῆς ὁδοῦ Καποδιστρίου 14 ἔχοντας σιμά του τὸν ἱστορικὸ ναὸ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς (ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Ἀκαδημίας), ὅπου καὶ ἐκκλησιάζεται. Ἤδη ἀπὸ τὸ 1914 ἔχει κοιμηθεῖ ἡ σύζυγός του Βασιλική, ἡ διὰ τοῦ μοναχικοῦ σχήματος κληθεῖσα Ἀθανασία4.
Κατὰ τὸ ἔτος αὐτὸ τυπώνεται ἀπὸ τὸν ἐκδοτικὸ οἶκο Ἰ. Σιδέρης, ὁ προτελευταῖος τόμος τῆς σειρᾶς «Μὲ τοῦ βορηᾶ τὰ κύματα»-ὁ τελευταῖος θὰ τυθωθεῖ τὸ 1927.
Στὶς ἀρχές, λοιπόν, τοῦ καλοκαιριοῦ τοῦ 1926 ὁ Μ. ἀπὸ τὸ ἐρημητήριό του τὸ «καταστόλιστο ἀπὸ εἰκονίσματα παλιὰ καὶ νεώτερα»5, σχεδιάζει τὴν μελλοντική του κουρὰ εἰς μοναχὸν ποῦ θὰ γίνει καὶ ἀσφαλῶς πότε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀπευθύνεται σὲ δικούς του γνώριμους πνευματικοὺς ὁδηγούς, ἕνας ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι καὶ ὁ Γέροντας Σωφρόνιος Κεχαγιόγλου, Ἁγιορείτης, φίλος τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου καὶ φίλος τῶν δύο Ἀλέξανδρων, ποὺ τὸν παρεκίνησαν ὅπως ἀναλάβει τὴν ἡγουμενία στὴν Μονὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Σκιάθου6, κάτι ποὺ ἔπραξε τὸν Αὔγουστο τοῦ 1887.7
Ἀργότερα, καὶ συγκεκριμένα τὸ 1894, ὁ Γέρων Σωφρόνιος μεταβαίνει στὴ Σκόπελο καὶ ἀνασυστήνει τὴ Μονὴ τοῦ Προδρόμου μὲ συμμοναστὲς τὸν Γ. Σίλβεστρο Μονοκρούση καὶ τὸν μοναχὸ Γαβριήλ. Γι᾿ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἔγραψε ὁ Μωραϊτίδης: «Ἐξαίρεσιν ἀξιοθαύμαστον ἐν τῇ σειρᾷ τῶν μετακλήτων Ἡγουμένων ἀπετέλεσεν ὁ π. Σωφρόνιος, ἐξ Ἁγίου Ὄρους, πνευματικὸς ἐνάρετος καὶ ἀσκητικώτατος, γνωστὸς εἰς τοὺς ἐν Ἀθήναις πνευματικοὺς κύκλους, πολλοὺς ὠφελήσας καὶ πολλοὺς ὠφελῶν διὰ τῆς εὐαγγγελικῆς διδασκαλίας του, ὅστις ἀναλαβὼν τὴν ἡγουμενίαν τὸ ἔτος 1887 ἐν χαρᾷ τῶν τε δημοτικῶν ἀρχόντων καὶ τῶν νησιωτῶν ὅλων, χαρᾷ οἵα ἐξεδηλώθη καὶ κατὰ τὴν ἐξ Ἰκαρίας κάθοδον τοῦ κτίτορος τῆς Μονῆς, διὰ δρακοντίων μέτρων ἐπεχείρησε νὰ δώσῃ ζωὴν εἰς ἕνα ἑτοιμοθάνατον. Ἀνέλαβε τὴν διαχείρησιν τῆς μεγάλης κτηματικῆς περιουσίας τῆς Μονῆς, ἐπανέφερε τὴν κοινὴν Τράπεζαν, κατήργησε τὴν κρεωφαγίαν, ἐδίδαξε τοὺς μοναχοὺς προσοδοφόρα ἔργα, ἤνοιξε τὸ κατάκλειστον Καθολικὸν καὶ ἐλάμπρυνε τὴν προσευχὴν διὰ τῶν κεκανονισμένων Ἀγρυπνιῶν καὶ τῆς καθημερινῆς λειτουργίας, ἀλλὰ τάχιστα προσκρούσας κατὰ τῆς αὐθαδείας ὀχληρῶν τινων ποιμένων καὶ τῆς πλεονεξίας καταπατητῶν τινων τῶν Μοναστηριακῶν κτημάτων, ἠναγκάσθη νὰ ἀποσυρθῇ ἐγκαταλιπὼν ἡμιτελὲς τὸ μέγα ἔργον ἐν ἀπογοητεύσει, ἤ καὶ κρίνας ἐν τῇ διαυγείᾳ τοῦ νοός του, ὅτι ἀποσυρθείσης τῆς θείας χάριτος ἀπὸ τῆς γεραρᾶς Μονῆς, δὲν ἠδύνατο αὐτὸς νὰ ἀναστήσῃ ἕνα νεκρόν. Καὶ ἤδη διευθύνει ἐν Σκοπέλῳ γυναικεῖον Μονύδριον δεξιώτατα μ᾿ ἐλπίδας μακροζωΐας διὰ τοῦ ἀπεράντου ἀμπελῶνος, ὅν ἐν πόνῳ καὶ μόχθῳ αὐτὸς ἐκαλλιέργησεν, ὥστε νὰ καρποφορήσωσι τὰ τόσα προσόντα, δι᾿ ὧν ἐπροικήσθη πλουσίως ὑπὸ τοῦ Μεγάλου Θεοῦ».8
Μονάζων, λοιπόν, στὸν Τ. Πρόδρομο ὁ Γέρων Σωφρόνιος λαμβάνει τὸν Ἰούνιο τοῦ 1926 τὴν παρακάτω ἐπιστολή.
«Ἐν Ἀθήναις τῇ 5η Ἰουνίου 1926
Πολυσέβαστέ μου Γέροντα,
Ἐφέτος πρώτην φορὰν δὲν συνηντήθημεν καὶ πολὺ ἐλυπήθην. Φαίνεται ὅτι αἰφνιδίως ἀνεχώρησες καὶ ἤθελον νὰ συνεννοηθῶμεν περὶ τῆς ἀποκαταστάσεώς μου, διότι ἐφέτος ἐδοκιμάσθην πολὺ ἀπὸ διαφόρους ἀσθενείας καὶ ἀδυνάτισα. Ἐπειδὴ δὲ εἰς ὑμᾶς ὀφείλω τὴν πνευματικήν μου τακτοποίησιν, ἐπιθυμῶ καὶ τώρα νὰ ἔχω τὴν διακριτικήν σου γνώμην. Πλησίον σου νὰ ἔλθω, ὅπως μοῦ εἶπες ἄλλοτε, ἤ εἰς ἡσυχαστήριον τῆς Σκιάθου, ὅπου νὰ ἔλθετε νὰ μὲ κείρετε; Εἰς Λογγοβάρδαν πῶς σᾶς φαίνεται; Θὰ οἰκονομηθῶ ἐκεῖ; Ἀναμένω ἀπάντησιν. Ἀσπαζόμενος τήν ἁγίαν ὑμῶν δεξιάν. Ἀ(λέξανδρος) Μ(ωραϊτίδης).
Πανοσιολογιώτατον Ἱερομόναχον καὶ Πνευματικόν πατέρα Σωφρόνιον.9
Ἀπὸ τὰ λεγόμενα τῆς ἐπιστολῆς φαίνεται πὼς ὁ Γέρων Σωφρόνιος ἐξομολογοῦσε τὸν Μωραϊτίδη, εἶχαν δὲ καὶ ἀλληλογραφία μεταξύ τους.10 Μάλιστα, ὁ Μωραϊτίδης, εἶχε καὶ τὴν ἐπιθυμία νὰ μονάσει στὴ μονὴ τοῦ Προδρόμου τῆς Σκοπέλου, ὅπως κάποτε ἐπιθυμοῦσε κι ὁ Ἅγιος Νεκτάριος.11 Ἄλλες ἐπιλογές του ἦταν τὰ ἡσυχαστήρια τῆς Σκιάθου καὶ ἡ Λογγοβάρδα, στὴν ὁποία μόναζε ὁ φίλος του ἱερομόναχος Φιλόθεος Ζερβᾶκος.12 Τὸ πλέον σημαντικὸ δὲ εἶναι ὅτι ἤθελε ἡ κουρά του νὰ γίνει ἀπὸ τὸν Γ. Σωφρόνιο. Τελικά, τὰ πράγματα γίνανε διαφορετικά. Δηλαδή, ὅπως γνωρίζουμε ἡ κουρὰ τοῦ ὑποψήφιου μοναχοῦ Ἀνδρόνικου ἔγινε στὶς 16 Σεπτεμβρίου 1929 «ἀπὸ τὸν γλυκύτατον καὶ ἀηδονόστομον Μητροπολίτην Χαλκίδος σεβ. Γρηγόριον13 εἰς μίαν πανέκλαμπρον λειτουργίαν, τελεσθεῖσαν ἐν τῇ μητροπόλει τῆς Σκιάθου...”.14
Δὲ γνωρίζω πότε θὰ μάθουμε, ἄν στὴν ἐν λόγῳ τελετὴ ἦταν παρὼν κι ὁ Γέρων Σωφρόνιος.
Σκόπελος π. Κων. Ν. Καλλιανός
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 207
Νοέμβριος 2019
Ὑποσημειώσεις:
- Μιὰ πρώτη παρουσίαση βλ. π. Κων. Ν. Καλλιανός, Ὁ Ἁγιορείτης Γέροντας Σωφρόνιος Κεχαγιόγλου καὶ ἡ Ὀρθόδοξη πνευµατικὴ ἀναγέννηση τῆς νήσου Σκοπέλου ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 19ου μέχρι τὰ μέσα τοῦ 20ου αἰ. περ. ΠΡΩΤΑΤΟΝ, τευχ.78 ( Ἀπρ. Ἰουν. 2000) σελ. 67-73.
- Γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη βλ. Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Σκιαθίτικα Γ΄ Μελετήματα καὶ Κείμενα, Ἰωλκός, Ἀθήνα 1982, σελ. ὁ ἴδιος, Ἀλ. Μωραϊτίδης, ὁ Ἄνθρωπος-ὁ λογοτέχνης, Ἰωλκός, Ἀθήνα 1982, Βαλερᾶ-Κουνάβα Ροδάνθη, Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης ( 1850-1929), Συμβολὴ στὴ μελέτη τοῦ διηγηματογραφικοῦ του ἔργου, Βιβλιογονιά, Ἀθήνα 1996· Ἀρετὴ Βασιλείου, Τρυγὼν ἡ φιλέρημος, Τὸ θέατρο τοῦ Ἀλ. Μωραϊτίδη, Πανεπιστημιακὲς ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο 2015.
- Χρ. Β. Χειμώνας, Ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Ἀλ. Μωραϊτίδη, περ. ΘΗΜ τ. 1 (1980), σελ. 115-118
- Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Σκιαθίτικα Γ΄ ὅπ. παρ. σελ. 199. Στὴν «θεοπεφιλημένη ὁμόζυγό» του ἀγιερώνει ὁ Μ. τὴ μετάφραση τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Παρθενίας ἐγκώμιον, Ἰ. Σιδέρης, Ἀθῆναι 1922, Ἀρετὴ Βασιλείου, Τρυγὼν ἡ φιλέρημος,ὅπ. παρ. σελ. 59, σημ. 161
- Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Σκιαθίτικα Γ΄ ὅπ. παρ. σελ. 201
- Γιὰ τὸ μοναστήρι αὐτὸ βλ. π. Κων. Ν. Καλλιανός, Ἡ κατάσταση τῶν Μονῶν καί τῶν ἐκκλησιῶν τῆς Σκιάθου τό 1833, περ. Θεσσαλικό Ἡμερολόγιο, τ. 40(2001), σ. 247-256 Οἱ Κολλυβάδες καί ἡ Σκιάθος, περ. Ἀνάπλασις, τ. 405 Μαϊ-Ἰουν2003, σ. 77-80 Γιά τήν ἱστορία τῆς Μονής καί τήν ἀρχιτεκτονική της βλ. Ἰω. 7. Ν. Φραγκούλα, Σκιαθίτικα. Α΄ Ἱστορία τῆς Σκιάθου, Ἀθήνα 1978, σελ. 208-220, Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Τό Μοναστήρι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ της Σκιάθου, Βόλος 1994, σελ.11 ἑξ. Ἀλ.Δ.Ἀλεξίου( Καραμουχτάρης), Σκιάθος, Ἡ ἀρχιτεκτονική τῶν μεταβυζαντινῶν μνημείων, Θεσσαλονίκη 1996, σελ.156 ἑξ.
- Ἰω, Ν. Φραγκούλας, Σκιαθίτικα Δ’. Μνῆμες Σκιάθου, Ἰωλκός, Ἀθήνα 1986, σελ. 134- 138 Πρέπει νὰ θυμίσουμε ἐδῶ, πὼς ὅταν ἦταν ἡγούμενος στὸν Εὐαγγελισμὸ ὁ Γέρων Σωφρόνιος, ὁ Μωραϊτίδης ἦταν Σχολάρχης στὴ Σκιάθο ( 1886-1888).
- Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, Μὲ τοῦ βορηᾶ τὰ κύματα, σειρὰ Δ΄, ἐκδ. Ι. Σιδέρης, Ἐν Ἀθήναις 1925, σελ. 69-70 σημ. 1.
- Ἡ ἐπιστολὴ εἶναι γραμμένη σὲ «Ἐπιστολικὸν Δελτάριον» διὰ τὸ Ἐσωτερικόν. Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ταχυδρομήθηκε στὶς 9/6 καὶ στὴ Σκόπελο ἔφθασε στὶς 26/6, σύμφωνα μὲ τοὺς τύπους σφραγίδων τοῦ Δελταρίου.
- Τὰ γράμματα τοῦ Γέροντα στὸν Μωραϊτίδη πρέπει νὰ καταστράφηκαν μαζὶ μὲ τὴν ὑπόλοιπη ἀλληλογραφία ποὺ βρέθηκε στὰ κατάλοιπα τοῦ Σκιαθίτη λογίου. Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Σκιαθίτικα.Β΄ Σύμμεικτα Σκιάθου, Ἰωλκός, Ἀθήνα 1979, σελ. 50, σημ. 3
- Γιὰ τὴ μονὴ τοῦ Τ. Προδρόμου τῆς Σκοπέλου κ,λ.π. βλ. π. Κων. Ν. Καλλιανός Ἀνέκδοτη ἐγκύκλιος ὑπὲρ βοηθείας τῆς ‘Ιερᾶς Μονῆς τοῦ Τιµίου Προδρόµου Σκοπέλου, ( ἀνατυπο ἀπὸ τὸ περ.ΘΕΟΛΟΓΙΑ), Ἀθήνα 1990.
- Στὸ ἀρχεῖο τοῦ Μωραϊτίδη, ποὺ κάηκε ( βλ. σημ. 10), ὑπῆρχε μιὰ σειρὰ ἐπιστολῶν τοῦ Γέροντα Φιλοθέου. Ἀξίζει δὲ νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ μακαριστὸς καὶ φήμην Ἁγίου ἔχοντος Γέρων Φιλόθεος εἶχε γνωρίσει τοὺς δύο Ἀλέξανδρους στὶς ἀγρυπνίες τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου, ἀναφέρει δὲ χαρκτηριστικὰ σὲ δημοσίευμά του ὅτι «καὶ οἱ δύο ( Ἀλέξανδροι, Παπαδιαμάντης καὶ Μωραϊτίδης) εἶχον πόθον νὰ ἤρχοντο νὰ ἐμόναζον ἐνταῦθα εἰς τὴν Ἱ. Μονὴν Λογγοβάρδας». Ἀρχιμ. Φιλόθεος Ζερβᾶκος, Ἀναμνήσεις μου ἀπὸ τὸν Παπαδιαμάντην καὶ Μωραϊτίδην, περ. ΚΙΒΩΤΟΣ τ. Β΄ Ἰαν. 1953, ἀρ. φ. 13, σελ. 260-61.
- Γιὰ τὸν Μητροπολίτη Γρηγόριο βλ. Ἀρχιμ. Φιλόθεος Θεοχάρης, Ὁ Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος Ε΄ ( Πλειαθός), Ἀπόπειρα βιογραφικῆς ἀναφορᾶς, εἰς Ἐγκόλπιον Ἡμερολόγιον Μητροπολέως Χαλκίδος ἔτους 2013, σελ. 6-26
14. Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Σκιαθίτικα Γ΄ ὅπ. παρ. σελ. 210.