ΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ

ΟΙ  ΑΠΟΓΟΝΟΙ  ΤΟΥ  ΙΟΥΔΑ

 

     Ὁ σύγχρονος ἅγιος π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς στό βιβλίο του «Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος», συνοψίζοντας τήν ἱστορία τοῦ ἀντάρτη, πεπτωκότος ἀνθρώπου, γράφει: «Τρεῖς εἶναι οἱ πτώσεις τοῦ ἀνθρώπου: τοῦ Ἀδάµ, τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Πάπα».

    Καί πράγµατι, ἀπό αὐτές τίς τρεῖς πτώσεις, προέρχονται ὅλες οἱ ποικιλίες τῶν πτώσεων, µικρῶν καί µεγάλων. Ἀπό αὐτούς τούς τρεῖς πρέπει ὅλοι µας καί προσωπικά καί κοινωνικά καί ἱστορικά, νά ἐπιλέξουµε τόν πρόγονό µας.

    Ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάµ εἶναι αὐτοί πού ἐπέλεξαν τή φθορά καί τό θάνατο καί κάθονται ἀπέναντι ἀπό τόν Παράδεισο καί θρηνοῦν τή χαµένη πατρίδα τους, ρίχνοντας τόν ἑαυτό τους στό ἀνέκφραστο ἔλεος καί τήν ἀπερίγραπτη ἀνοχή τοῦ Πατέρα καί Δηµιουργοῦ τους, ἐλπίζοντας στήν ἐπάνοδό τους ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἐξέπεσαν.

     Οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰούδα εἶναι αὐτοί πού ἐπέλεξαν νά ζήσουν δίπκλα στόν Κύριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, χωρίς νά ἔχουν ἰδέαν τίνος εἶναι µαθητές, νοµίζοντας ὅτι ὅλα τά ξέρουν καί τά ἐλέγχουν καί µποροῦν µέ “ἀνωτερότητα” καί εἰρωνεία νά Τοῦ κάνουν κριτική καί νά Τόν διορθώνουν ἐκεῖ πού πέφτει ἔξω καί νά Τοῦ ὑποδεικνύουν νά πωλήσει τό µῦρο καί νά δώσει τά χρήµατα στούς φτωχούς, ἀντί νά τό “σπαταλάει”στόν Ἑαυτό Του, αὐτοί πού προσπαθοῦν νά κρυφτοῦν ἀπό τόν «ἐτάζοντα καρδίας καί νεφρούς», ρωτῶντας τάχα ἀθῷα: ῾µήτι ἐγώ εἰµι κύριε; (αὐτός πού θά Τόν παραδώσει). Λές καί δέν ἤξεραν! Καί, τό χειρότερο, αὐτοί πού Τόν προσκυνοῦν καί Τόν φιλοῦν µέ ἕνα φίληµα ὄχι γεµᾶτο Θεῖο ἔρωτα καί Θεῖο πόθο καί Θεία λατρεία, ἀλλά µέ ἕνα ὑπολογιστικό φίληµα µίσους καί προδοσίας.

     Τέλος, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Πάπα δέν εἶναι τίποτ᾽ἄλλο, παρά ἡ ἑπόµενη γενεά τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰούδα, αὐτοί πού προχωροῦν ἕνα βῆµα πιό πέρα. Ἔχοντας πατέρα τόν Πάπα καί παππού τόν Ἰούδα καί κληρονοµιά τους τήν ὑποκρισία, τό ψέµµα καί τήν προδοσία, βάζουν στήν ἄκρη τελείως τόν Νυµφίο τῆς Ἐκκλησίας καί Τοῦ ἁρπάζουν µέσα ἀπό τά χέρια Του τή Νύµφη. Αὐτοί πού χωρίς νά σταυρωθοῦν, χωρίς νά ἀναστηθοῦν, κάθονται στό θρόνο τῆς -κατά τή δική τους ἄποψη- δόξης. Καί ἀπαιτοῦν τιµές καί προσκυνήµατα καί δοξάζουν τούς δικούς τους καί δοξάζονται ἀπό αὐτούς.

    Ἤδη ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ὁ πέλεκυς τῶν Ρωµαίων αὐτοκρατόρων ἔπεφτε ἀµείλικτος σέ ὅποιον τολµοῦσε νά µιλήσει γιά τήν Ἀλήθεια, ἤδη ἀπό τότε, αὐτοί προσπάθησαν νά ἁλιεύσουν τούς ὁµοϊδεάτες τους, νά ξεχωρίσουν τίς ῾αδερφές ψυχές τους᾽ µέσα ἀπό τό πλῆθος τῶν ἁγίων, πού ἔκαναν τά πρῶτα βήµατα γιά νά κληροδοτήσουν σέ µᾶς τόν ἀσφαλῆ τρόπο µιᾶς ζωῆς “ξένης” ἀπό τή ζωή τοῦ κόσµου, µιᾶς ζωῆς πού -ὅπως ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Γέροντας π. Σίµων- «σέ ὁδηγεῖ στόν οὐρανό τόσο βέβαια, ὅσο βέβαια σέ ὁδηγεῖ ἡ ὁδός Πατησίων, στήν πλατεία Ὁµονοίας»!

     Αὐτούς ἀναγνώρισαν οἱ κολοσσοί τοῦ Πνεύµατος, ὁ ἅγιος Ἰωάννης, ὁ ἀγαπηµένος µαθητής, ὁ πιό ἁρµόδιος ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους νά τούς ἀναγνωρίζει (ἀφοῦ εἶχε γνωρίσει καί ἀναγνωρίσει τόν ἴδιο τόν Ἰούδα) καί τούς ἀναγνωρίζει σάν τόν Ἀντίχριστο, ὁ ὁποῖος «ἤδη ἐστίν ἐν τῷ κόσµῳ». Ἀλλά καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος µέσα στούς κινδύνους του ἀναφέρει τούς “ψευδαδέλφους”καί ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος καί ὁ ἀπόστολος Ἰούδας, οἱ ὁποῖοι στίς ἐπιστολές τους προειδοποιοῦν γιά τούς κινδύνους τῶν πλάνων πού ῾ἐξῆλθαν᾽ στόν κόσµο.

     Αὐτούς ἤθελε νά ἐξαφανίσει ὁ Μέγας καί ἅγιος βασιλέας Κωνσταντῖνος, ὅταν, θέλοντας νά κρατήσει τήν Ἀλήθεια ἀνόθευτη, θέσπισε νόµο νά θανατώνονται ὅσοι κρύβουν τά συγγράµµατα τοῦ πρώτου αἱρεσιάρχη, τοῦ Ἀρείου. Προφανῶς, µέ τόν ἰδιαίτερο, ἀποτελεσµατικό καί ξεκάθαρο τρόπο πού εἶχε νά αντιµετωπίζει τίς καταστάσεις, ὁ πρω῀τος αὐτοκράτορας πού ἔβαλε τά θεµέλια  τῆς νέας ζωῆς στόν κόσµο, θεώρησε ὅτι µέ τήν αὐστηρότητα θά ἔβαζε τέλος σ᾽αὐτή τήν προδοτική γενεά τοῦ Ἰούδα. Ἀλλά δέν τό πέτυχε. Σ᾽αὐτόν τόν τοµέα, ἐκεῖνος, ὁ ἀήττητος, ἡττήθηκε. Γιατί οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰούδα ἔµειναν καί µένουν καί θά µένουν, ὁδηγῶντας τίς ῾ἀδελφές ψυχές᾽ τους στόν πνευµατικό θάνατο. Γιατί αὐτούς, κανείς ἄνθρωπος, ὅσο µεγάλος, ὅσο σπουδαῖος, ὅσο δυνατός κι ἄν εἶναι, δέν µπορεῖ νά τούς νικήσει. Αὐτούς θά τούς ἀναλάβει Ἐκεῖνος, πού «θά ἐξέλθῃ νικῶν καί ἵνα νικήσῃ».

     Παρόλο πού δέν εἶµαι θεολόγος -ἄλλωστε εῖναι τρεῖς οἱ Θεολόγοι, στήν Ἐκκλησιαστική Ἱστορία- ἀλλά ἔχοντας ἀφιερώσει ὁλόκληρη τή ζωή µου στή µελέτη τῆς Ἱστορίας τῆς ἀνθρώπινης γενεᾶς, ἔχω παρατηρήσει, κατά τό δυνατόν, ἕνα-ἕνα τά βήµατα καί τή µέθοδο τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰούδα καί θά εἶχα ἀµέτρητα παραδείγµατα νά ἀναφέρω. Ἀλλά δέν ὠφελεῖ, γιατί δέν χρειάζονται πολλά λόγια, οὔτε πολλά παραδείγµατα. Οἱ περισσότεροι ἀναγνῶστες τοῦ περιοδικοῦ µας δέν εἶναι θεολόγοι, ἀλλά ὅλοι µας ἀναγνωρίζουµε ἀπό µακριά τίς “ἀδελφές ψυχές” µας καί ὅλοι ξέρουµε ὅτι πρέπει νά ἐπιλέξουµε τί µᾶς ἐκφράζει περισσότερο. Ἡ µετάνοια τοῦ Ἀδάµ κι ἡ νοσταλγία τῆς χαµένης πατρίδας, ὁ κυνισµός καί τό προδοτικό φίληµα τοῦ Ἰούδα, ἤ, ἡ “ἐπηρµένη ὀφρύς”καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ Πάπα;

     Ὅποιον ἐπιλέξουµε, αὐτοῦ ἀπόγονοι εἴµαστε, αὐτοῦ τή ζωή ἀκολουθοῦµε καί αὐτοῦ τό τέλος νά περιµένουµε.

  

Γιά Σχόλια: Ninetta1.blogspot.com       Νινέττα  Βολουδάκη

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 207

Νοέμβριος 2019