Μᾶς χρειάζεται ἄραγε ὁ Θεός;

199 DK1

Μᾶς χρειάζεται ἄραγε ὁ Θεός;

λήθεια, ἔχουμε ἀναρωτηθεῖ ποτέ, ποιά μπορεῖ νά εἶναι τά συμπτώματα τῆς παρακμῆς πού κατά τά φαινόμενα βιώνει ὁ σύγχρονος Ἑλληνισμός στίς μέρες μας;

Φαντάζομαι ὅτι, ἑρμηνεῖες ὑπάρχουν πολλές, καθώς ὁ καθένας μπορεῖ νά ὑποδείξει ὡς τέτοια εἴτε τίς πολύ κακές οἰκονομικές ἐπιδόσεις τοῦ κράτους, εἴτε τήν ἀπώλεια τῆς αὐτονομίας καί τόν περιορισμό τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας του, τήν ἔκλυση τῶν ἠθῶν ἤ τήν μείωση τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου τῶν πολιτῶν, τήν ἐξάντληση τῆς στρατιωτικῆς ἰσχύος ἤ τή σημαντική μείωση τοῦ πληθυσμοῦ καί τόσα ἄλλα, μόνα τους ἤ καί σέ συνάρτηση μεταξύ τους.

Πιστεύω ὡστόσο ὅτι, ἀναντίρρητα, ἕνα τέτοιο σύμπτωμα μπορεῖ νά ἀποτελέσει καί ἡ ὁλοένα αὐξανόμενη ἀπόρριψη, ἀπό τόν λαό, χαρακτηριστικῶν πού συνθέτουν τήν ἰδιοπροσωπία τῶν Ἑλλήνων, ὅπως ἡ ἀγάπη πρός τήν πατρίδα του καί ἡ θυσιαστική ἔκφραση τῆς ἀγάπης αὐτῆς, καί ἀκόμη περισσότερο, ἡ προαιώνια σχέση μας μέ τόν Θεό, τόν Θεό τῶν Πατέρων ἡμῶν.

Ἡ σχέση τῶν Ἑλλήνων μέ τό Θεό, γιά πρώτη φορά στήν Ἱστορία, σέ συνθῆκες ἐλεύθερου βίου, ἔχει διαρραγεῖ χωρίς προηγούμενο, γεγονός πού συνιστᾶ τεκτονική ἀλλαγή στό οἰκοδόμημα τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Τά σχετικά περιστατικά πληθαίνουν καθημερινά καί φαίνεται πώς αὐτή ἡ περίφημη κρίση, ἀντί νά μᾶς ὁδηγήσει σέ αὐτομεμψία, μᾶλλον ἐνισχύει τήν διαφαινόμενη τάση αὐτοκαταστροφῆς, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τίς ἐξελίξεις στή χώρα μας. Παραδείγματα πρέπει νά ἔχουμε ζήσει ὅλοι μας.

Παραβρέθηκα τό περασμένο φθινόπωρο στήν τελετή ἀποφοίτησης ἑνός τμήματος τῆς Πολυτεχνικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καί μέ ἔκπληξη διαπίστωσα ὅτι, ἀπό τούς εἰκοσιεννέα πτυχιούχους, οἱ δέκα, δηλαδή σχεδόν τό ἕνα τρίτο ἀπό αὐτούς, δέν δέχθηκαν νά ὁρκισθοῦν σύμφωνα μέ τό τυπικό πού ἀκολουθεῖται γιά τούς φοιτητές πού ἀσπάζονται τήν Ἑλληνορθόδοξη πίστη.

«Μά εἶναι δυνατόν, σήμερα, νά πιστεύουμε σέ ἕνα βιβλίο πού γράφτηκε πρίν ἀπό δύο χιλιάδες χρόνια στήν ἔρημο;», ἀποφάνθηκε ἕνας ἀπό τούς φίλους μιᾶς  παρέας, λίγο πρίν τά περασμένα Χριστούγεννα, ὅταν διαπίστωσε ὅτι ἕνας ἀπό τούς ὑπολοίπους νήστευε, ἐννοῶντας προφανῶς τό βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Τήν ἴδια περίπου περίοδο, ἕνας ἀπό τούς πολύ ἐπώνυμους ἀρθρογράφους τοῦ ἔντυπου τύπου σέ μεγάλης κυκλοφορίας ἐφημερίδα παραδέχεται εὐθαρσῶς, «ἐγώ πού δέν εἶμαι ἀκριβῶς ἄθεος, ἀλλά εἶμαι ἀδιάφορος (διότι τό ἐρώτημα ἐάν ὑπάρχει Θεός, εἰλικρινά, ποσῶς μέ ἀπασχολεῖ ....)», ἀποτελεῖ τό πολλοστό παράδειγμα τῶν προσώπων τοῦ δημόσιου βίου πού τά τελευταῖα χρόνια, μᾶλλον μέ κομπασμό, διαδηλώνουν τίς ἀθεϊστικές ἤ ἔστω τίς ἀγνωκιστικές τους πεποιθήσεις περί θρησκείας. Ὄχι ὅτι παλαιότερα δέν ὑπῆρχαν περιπτώσεις ἀθέων, ἁπλᾶ σήμερα φαίνεται ὅτι ἔχει αὐξηθεῖ ὁ ἀριθμός ὅσων δυσπιστοῦν στίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τῶν γονιῶν καί τῶν προγόνων τους.

Καί φθάνοντας στίς τελευταῖες μέρες, ἴσως προσέξαμε τήν περιγραφή πού ἔκανε ἕνας ἀπό τούς πλέον ταλαντούχους νέους τῆς πατρίδας μας, ὁ ὁποῖος διακρίνεται γιά τίς ἐπιδόσεις του στό ἐξωτερικό, γιά κάποιο περιστατικό τῆς ζωῆς του, ὅπου ἔφθασε πολύ κοντά στό θάνατο. Στήν συγκινητική ἀφήγησή του ὁ νέος τῆς ἱστορίας ἀποδίδει τή σωτηρία του στήν αὐτοθυσία τοῦ πατέρα ἀλλά καί στόν Θεό «ἤ ὅποιον ἄλλον ἦταν ἐκεῖ τήν ὥρα ἐκείνη». Δηλαδή ὁ νέος μας ὑπονοεῖ ὅτι, δέν εἶναι καί σίγουρος πώς τόν ἔσωσε ὁ Θεός, ἔχει δηλώσει ἄλλωστε σέ ἀνύποπτο χρόνο ὅτι θά ἤθελε κάποια στιγμή νά συναντήσει τόν Δαλάι Λάμα, δηλωτικό ἴσως τῶν ἀμφιβολιῶν πού τόν διακατέχουν περί τά θρησκευτικά.

Ὁλοένα λοιπόν πληθαίνουν οἱ παρόμοιες ἐμπειρίες μας ἀπό συνανθρώπους μας πού μέ ἰδιαίτερη εὐκολία διαδηλώνουν τήν πίστη τους ἤ ἔστω τήν ἀμφιβολία τους πώς δέν ὑπάρχει Θεός. Ὑπεράνω ὅλων ἡ πεποίθηση τῶν ἀρχόντων, στούς ὁποίους ὁ λαός ἔχει ἀναθέσει τή διακυβέρνησή του.

«Μακάρι νά μήν ὑπάρχει Θεός»! Τό περιγράψαμε καί ἄλλοτε πώς, αὐτή ἦταν ἡ  ἀπάντηση πού ἔδωσε, μέ στόμφο, ὁ Ἁγιορείτης Γέροντας, στήν παρέα τῶν προσκυνητῶν τοῦ Ἄθωνα, ὅταν ἕνας ἀπό αὐτούς τόν ρώτησε μέ εὐσεβῆ ἀπορία, ἄν ὑπάρχει Θεός. Καί συμπλήρωσε, «γιά νά φύγω κι ἐγώ ἀπό ἐδῶ μέσα», ἐννοῶντας πώς ἄν δέν ὑπάρχει Θεός γιά ποιόν λόγο ὑπέμεινε ἐκεῖνος τήν ἄσκηση, ἀπό παιδί καί γιά πάνω ἀπό πενῆντα χρόνια στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἄραγε εἶναι ἀφελεῖς ὅλοι αὐτοί, πού ἀφιέρωσαν τήν ζωή τους στήν ἄσκηση γιά χάρη τοῦ Θεοῦ;

Λέγεται ὅτι ὅταν ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης καί ὁ Βολταῖρος φιλοξενοῦνταν στήν αὐλή τῆς Αἰκατερίνης τῆς Μεγάλης συνέβη τό ἑξῆς περιστατικό. Ἦταν Μεγάλη Παρασκευή καί ἀνοίγοντας τήν πόρτα τοῦ δωματίου τοῦ Ἕλληνα φίλου του, πού τόσο ἐκτιμοῦσε ὁ Βολταῖρος, τόν βλέπει νά δειπνεῖ τρώγοντας ἐλιές καί ξερά κρεμμύδια. Εἶναι δυνατόν τοῦ λέει νά πιστεύεις ἐσύ σ’ αὐτά, γιά νά πάρει τήν ἀπάντηση, ἄν αὐτά εἶναι ψέματα ἐγώ τοὐλάχιστον κάνω καλό στήν ὑγεία μου, μά ἄν εἶναι ἀλήθεια, ἐσύ τί ἔχεις νά πεῖς; Ὁ Βολταῖρος χωρίς νά ἀπαντήσει ἔκλεισε τήν πόρτα καί ἔφυγε.

Τά πράγματα ξέρετε εἶναι πολύ ἁπλᾶ. Ἄν ὅλοι αὐτοί πού ἀμφιβάλλουν σήμερα γιά τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, εἶναι σίγουροι γιά τό πιστεύω τους, πρέπει ὅλοι οἱ προηγούμενοι, ἐπί ὀγδόντα γενιές ἀπό τότε πού γεννήθηκε ὁ Χριστός, νά ἦταν σέ πλάνη. Καί τό ἐρώτημα εἶναι ποιά εἶναι ἡ ἀνακάλυψη τοῦ καιροῦ μας, τί εἶναι αὐτό πού βρήκαμε μέ τήν πρόοδο τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς τεχνολογίας ποῦ μᾶς ὁδηγεῖ σέ ἀσφαλῆ συμπεράσματα; Μᾶς ἔπεισαν, ἄραγε, οἱ ὑπέρ-ἐπιστήμονες πού μελετοῦν τό σύμπαν ὅτι ψάχνοντας στό διάστημα δέν βρῆκαν στοιχεῖα γιά τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ;

Πῶς μπορεῖ νά ξεγελάσθηκαν οἱ Ἕλληνες πρόγονοί μας γιά νά πιστέψουν τόν Θεό ἑνός λαοῦ πού ὑπῆρξε ὑποτελής τους καί μάλιστα Θεό, πού σταυρώθηκε καί πέθανε; Γιατί, ἄραγε, δέν ἀμφέβαλλαν αὐτοί πού πρόσφεραν τό κεφάλι τους στό σπαθί τοῦ δήμιου;

Εἶναι γεγονός πώς δέν εἶναι τῆς μόδας ὁ Θεός. Ἄλλωστε δέν μᾶς κάνει ὅλα τά θελήματα. Τοῦ ζητήσαμε τόσα καί δέν μᾶς τά ἔδωσε. Καί γιατί δέν μᾶς ἐμφανίζεται νά τόν δοῦμε γιά νά τόν πιστέψουμε; Δικαίωμά μας εἶναι νά τόν θέλουμε στή ζωή μας ἤ καί νά τόν ἀποκλείουμε. Ἀφοῦ λένε πώς μᾶς ἔπλασε αὐτεξούσιους, σάν τόν Ἑαυτό Του.

Ἄς μήν γελιόμαστε ἀδέλφια κανείς δέν μπορεῖ νά πείσει κανέναν. Ἡ συνάντηση μέ τόν Θεό εἶναι προσωπική ὑπόθεση γιά τόν καθένα μας.

Πρίν ἀπό μέρες βρέθηκα στήν ὁδό Ἀκαδημίας μπροστά ἀπό τήν ἐκκλησία τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς τήν ὥρα, πού τά παιδιά μικρῶν τάξεων ἑνός Δημοτικοῦ σχολείου τῆς περιοχῆς (μᾶλλον τῶν Ἐξαρχείων) ἀνηφόριζαν ἀπό τό πεζοδρόμιο πού βρίσκεται δίπλα στό Ναό, καί μέ ἔκπληξη παρατήρησα τήν πλειονότητα τῶν πιτσιρικάδων νά σταυροκοπιέται, χωρίς κἄν τήν παραίνεση τῶν δασκάλων πού τά συνόδευαν (τούς ὁποίους ὁμολογῶ πώς δέν πρόσεξα νά κάνουν τό ἴδιο). Βλέπετε, οἱ ἀθῶες ψυχές δέν ἀμφέβαλαν!

Δέν μᾶς εἶπαν ψέματα οἱ πατεράδες μας. Μπορεῖ γράμματα νά μήν ἤξεραν πολλά, ἀλλά ἡ καρδιά τους, πού ἦταν πιό ἄδολη ἀπ’ τή δική μας, μᾶλλον ἔβλεπε καθαρότερα. Χωρίς νά ἔχουν διαβάσει ὁλόκληρο ἐκεῖνο τό βιβλίο, πού γράφτηκε πρίν ἀπό δύο χιλιάδες χρόνια στήν ἔρημο, ἤξεραν ὅτι περιέχει ἀπαντήσεις γιά ὅλα. Καί μόνο αὐτό πού γράφεται ἐκεῖ ὅτι, ὅσοι δέν ἀρκεσθοῦν στά λόγια τοῦ Μωϋσῆ καί τῶν Προφητῶν ἀκόμη κι ἄν ἀκούσουν κάποιον πού γύρισε ἀπό τόν κόσμο τῶν νεκρῶν δέν θά πιστέψουν, τούς ἀρκοῦσε.

Ὁ Ἴντρο Μοντανέλλι, μία ἀπό τίς μεγαλύτερες πένες τῆς Ἰταλικῆς δημοσιογραφίας, στό βιβλίο του μέ τίτλο «Ἱστορία τῶν Ἑλλήνων», θέλοντας νά ἐξηγήσει τήν αἰτία τοῦ τέλους τοῦ μεγαλείου τοῦ Ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ κόσμου γράφει: «Ὁ πατριωτισμός τῶν Ἑλλήνων ἦταν στενά δεμένος μέ τή θρησκεία καί ὁ θάνατος γιά τήν πατρίδα ἦταν θάνατος γιά τούς θεούς καί ἀντιστρόφως. Ἔτσι εἶναι ἀλήθεια, πώς ὅταν οἱ θεοί καταστράφηκαν ἀπό τή φιλοσοφία, οἱ Ἕλληνες, μή ξέροντας πλέον γιά ποιόν νά πεθάνουν, ἔπαψαν νά μάχονται καί ἀφέθηκαν νά ὑποταγοῦν στούς Ρωμαίους, πού πίστευαν ἀκόμη στούς θεούς».

Ὑπάρχει ἄραγε σήμερα κάτι γιά τό ὁποῖο ἀξίζει νά παλέψουν οἱ Ἕλληνες;

Ξεγελαστήκαμε ἀδέλφια καί ἀφήσαμε νά μᾶς κλέψουν τήν περιουσία πού κληρονομήσαμε γιά τά παιδιά μας. Παραχωρήσαμε τήν Ἱστορία καί τήν ὑπόληψή μας. Σέ λίγο δέν θά μᾶς ἀνήκουν οὔτε οἱ ἀρχαιότητές μας. Ἀπό αὐτά, πού μᾶς ἄφησαν οἱ πρόγονοί μας, ἔμεινε δική μας μόνο ἡ Πίστη μας. Πρέπει κι’  αὐτή νά τή στερήσουμε ἀπ’  τά παιδιά μας;

Δημήτριος Κοσκινιώτης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 199

Μάρτιος 2019