Στό   Εὐρωπαϊκό  Δικαστήριο  ΕΔΔΑ προσέφυγε κατά τοῦ Τιµίου Σταυροῦ, Ἰταλίδα, µέλος µιᾶς Ἕνωσης Ἀθέων &  Ἀγνωστικιστῶν!

199 AZ 1

Τό Ἰταλικό Δικαστήριο τόνισε, πώς ὁ Σταυρός  εἶναι πέρα καί πάνω ἀπό ὅλα ἕνα

θρησκευτικό σύµβολο, καί ὡς τέτοιο ἀποτελεῖ µέρος τοῦ σχολικοῦ περιβάλλοντος!

 

 Ἄς τά βλέπη αὐτά καί ἡ Ἑλλάδα!

Στό   Εὐρωπαϊκό  Δικαστήριο  ΕΔΔΑ
προσέφυγε κατά τοῦ Τιµίου Σταυροῦ, Ἰταλίδα,
µέλος µιᾶς Ἕνωσης Ἀθέων &  Ἀγνωστικιστῶν!

Τρίτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τελευταία Κυριακή τοῦ Μαρτίου γιά τό ἔτος 2019, εἶναι ἡ Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Στό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσµα τῆς Κυριακῆς αὐτῆς, µᾶς λέγει ὁ Χριστός: «ὅστις θέλει ὀπίσω µου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω µοι» (Μάρκ. 8,34). Ἀλλά, ὅπως παρατηρεῖ ὁ π. Ἀλέξανδρος Σµέµαν «δέν µποροῦµε νά σηκώσουµε τό σταυρό µας καί ν΄ ἀκολουθήσουµε τό Χριστό ἄν δέν ἀτενίζουµε τό Σταυρό πού Ἐκεῖνος σήκωσε γιά νά µᾶς σώσει. Ὁ δικός Του Σταυρός, ὄχι ὁ δικός µας, εἶναι ἐκεῖνος πού µᾶς σώζει. Ὁ δικός Του Σταυρός εἶναι ἐκεῖνος πού δίνει νόηµα ἀλλά καί δύναµη στούς ἄλλους. Αὐτό µᾶς ἐξηγεῖ τό συναξάρι τῆς Κυριακῆς αὐτῆς: “Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ Κυριακῇ τρίτῃ τῶν Νηστειῶν, τήν προσκύνησιν ἑορτάζοµεν τοῦ Τιµίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ”»1.

Ἡ πίστη αὐτή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκφράζεται καί στή δηµόσια ζωή, ἀπό τήν ἵδρυση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ὡς τίς µέρες µας, µέ τήν ἀνάρτηση τῆς εἰκόνας τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά καί τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων στά δηµόσια καταστήµατα καί τίς σχολικές αἴθουσες. Ἡ πρακτική αὐτή δέν ἐπιβάλλεται ἀπό κανένα κρατικό νοµοθέτηµα. Συνιστᾶ ἔθιµο, δηλαδή µακροχρόνια πρακτική µέ συνείδηση Δικαίου, πού ἐκφράζει τήν εὐλάβεια τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καί τήν ἄρρηκτη σύνδεση τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς δηµόσιας ζωῆς στήν πατρίδα µας.

Ἡ παρουσία τῶν εἰκόνων στά δηµόσια κτίρια θεωροῦνταν πάντοτε δεδοµένη καί δέν ἀµφισβητοῦνταν. Μέχρι πού, τό Νοέµβριο τοῦ 2009, τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωµάτων τοῦ Ἀνθρώπου (στό ἑξῆς ΕΔΔΑ), καταδίκασε µία γειτονική µας χώρα, τήν Ἰταλία, γιά τήν παρουσία τοῦ Σταυροῦ στίς σχολικές αἴθουσες.

Στό ΕΔΔΑ προσέφυγε ἡ κ. Solie Lautsi (Σόλιε Λάουτσι), µέλος µιᾶς Ἕνωσης Ἀθέων καί Ὀρθολογιστῶν Ἀγνωστικιστῶν. Ἄσκησε τήν προσφυγή στό ὄνοµά της, ἀλλά καί στό ὄνοµα καί γιά λογαριασµό τῶν δύο ἀνήλικων υἱῶν της. Τά παιδιά φοιτοῦσαν σέ δηµόσιο σχολεῖο τῆς Ἰταλίας, σέ κάθε αἴθουσα τοῦ ὁποίου κρεµόταν ἡ εἰκόνα τοῦ Ἐσταυρωµένου. Σηµειωτέον ὅτι ἡ παρουσία Ἐσταυρωµένων στίς αἴθουσες διδασκαλίας τῶν Ἰταλικῶν δηµοσίων σχολείων δέ βασίζεται σέ ἔθιµο, ἀλλά σέ διατάξεις βασιλικῶν διαταγµάτων.

Ἀρχικά, ἡ Lautsi, προσέφυγε στό Διοικητικό Δικαστήριο τοῦ Veneto, ἰσχυριζόµενη, ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Σταυροῦ στίς σχολικές αἴθουσες παραβιάζει τήν κατοχυρωµένη στό Ἰταλικό Σύνταγµα «ἀρχή τῆς ἐκκοσµίκευσης». Ἐκκοσµίκευση εἶναι «ἡ διαδικασία µετατροπῆς µιᾶς κοινωνίας στηριγµένης σέ µεγάλο βαθµό σέ συγκεκριµένες θρησκευτικές ἀξίες καί κανόνες σέ µιά κοινωνία ἄθρησκη, βασιζόµενη σέ κοσµικές ἀξίες καί θεσµούς»2.

199 AZ 2

Ἡ ἐκκοσµίκευση θά πρέπει νά διακρίνεται σαφῶς ἀπό τήν ἀνεξιθρησκεία. Ὡς ἀνεξιθρησκεία νοεῖται ἡ «ἀνοχή τοῦ πλουραλισµοῦ θρησκευτικῶν ἤ ἀθεϊστικῶν πεποιθήσεων, πού ὑφίστανται στήν κοινωνία, µέ παράλληλη ὅµως προώθηση τῆς κρατικῆς θρησκευτικῆς (ἤ ἀθεϊστικῆς) ἰδεολογίας»3.

Ὅλα τά Ἑλληνικά Συντάγµατα, ἀπό  τό Προσωρινόν Πολίτευµα τῆς Ἑλλάδος (ἤ Σύνταγµα τῆς Ἐπιδαύρου) τοῦ 1822 ἕως σήµερα, κατοχυρώνουν τή θρησκευτική ἐλευθερία, ἀλλά καί διακηρύσσουν τή “θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ” ὡς «ἐπικρατοῦσα θρησκεία». Τό ἰσχῦον Σύνταγµα ὁρίζει στό πρῶτο ἐδάφιο τοῦ ἄρθρου 3 παράγραφος 1, ὅτι «Ἐπικρατοῦσα θρησκεία στήν Ἑλλάδα εἶναι ἡ θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ». Παράλληλα, στό ἄρθρο 13 παρ. 1 κατοχυρώνει τή θρησκευτική ἐλευθερία ὡς ἑξῆς: «Ἡ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης εἶναι ἀπαραβίαστη. Ἡ ἀπόλαυση τῶν ἀτοµικῶν καί πολιτικῶν δικαιωµάτων δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός». Στίς µέρες µας, ἡ Κυβέρνηση ἐπιδιώκει νά κατοχυρώσει συνταγµατικά τήν ἐκκοσµίκευση, τή «θρησκευτική οὐδετερότητα» τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους. «Θρησκευτικά οὐδέτερο» ἤ «κοσµικό» εἶναι τό Κράτος πού στόχο ἔχει τήν πλήρη ἀποµάκρυνση τῆς θρησκείας ἀπό τή δηµόσια σφαῖρα4.

Στήν ἐξεταζόµενη ὑπόθεση, τό Ἰταλικό Διοικητικό Δικαστήριο, ταὐτίζοντας τήν ἀνεξιθρησκεία µέ τήν ἐκκοσµίκευση, χρησιµοποίησε τόν Χριστό καί τόν Σταυρόν, γιά νά ὑποστηρίξει τό κοσµικό Κράτος! Δέχθηκε συγκεκριµένα ὅτι «στή σηµερινή κοινωνική πραγµατικότητα, ὁ Ἐσταυρωµένος θά πρέπει νά θεωρεῖται ὄχι µόνο ὡς σύµβολο µιᾶς ἱστορικῆς καί πολιτιστικῆς ἀνάπτυξης, καί, συνεπῶς, τῆς ταυτότητας τοῦ λαοῦ µας, ἀλλά καί ὡς σύµβολο ἑνός συστήµατος ἀξιῶν: τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἰσότητας, τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καί τῆς ἀνεξιθρησκείας καί, κατά συνέπεια, τῆς ἐκκοσµίκευσης τοῦ Κράτους - ἀρχές οἱ ὁποῖες διέπουν τό Σύνταγµά µας». Μέ αὐτό τό σκεπτικό, ἀπέρριψε τήν προσφυγή.

Στό µεταξύ ὁ Ἰταλός Ὑπουργός Παιδείας ἐξέδωσε ὁδηγία ἐπιβάλλοντας τήν ἀνάρτηση τοῦ Σταυροῦ στούς τοίχους τῶν σχολείων. Ἡ Solie Lautsi προσέφυγε στή συνέχεια ἐνώπιον τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωµάτων τοῦ Ἀνθρώπου (στό ἑξῆς ΕΔΔΑ). Ἰσχυρίστηκε ὅτι ἡ ἔκθεση τοῦ Σταυροῦ στίς αἴθουσες διδασκαλίας τοῦ δηµοσίου σχολείου συνιστᾶ παραβίαση τοῦ δικαιώµατός της νά ἀνατρέφει καί νά διαπαιδαγωγεῖ τά παιδιά της σύµφωνα µέ τίς φιλοσοφικές της πεποιθήσεις, ἀλλά καί παραβίαση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν παιδιῶν. Τά ἐν λόγῳ δικαιώµατα κατοχυρώνονται στό Ἄρθρο 2 τοῦ Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου καί στό Ἄρθρο 9 τῆς Εὐρωπαϊκῆς Σύµβασης Δικαιωµάτων τοῦ Ἀνθρώπου (στό ἑξῆς ΕΣΔΑ).

Ἀρχικά, ἡ ὑπόθεση κρίθηκε ἀπό τό Δεύτερο Τµῆµα τοῦ Δικαστηρίου, τό ὁποῖο δέχθηκε ὅτι πράγµατι ὑπῆρξε παραβίαση τῶν ἀνωτέρῳ δικαιωµάτων. Ὑποστήριξε, ὅτι ἀπό τά ἀνωτέρῳ ἄρθρα τῆς ΕΣΔΑ ἀπορρέει ὑποχρέωση τοῦ Κράτους «νά διατηρεῖ ὁµολογιακή οὐδετερότητα στή δηµόσια ἐκπαίδευση». Ἀποφάνθηκε ὅτι «ἡ ὑποχρεωτική ἔκθεση ἑνός συµβόλου µιᾶς συγκεκριµένης πίστης, κατά τήν ἄσκηση δηµόσιας ἐξουσίας σέ σχέση µέ εἰδικές καταστάσεις πού ὑπόκεινται σέ κυβερνητική ἐποπτεία, ἰδίως στίς αἴθουσες διδασκαλίας, περιόριζε τό δικαίωµα τῶν γονέων νά ἐκπαιδεύσουν τά παιδιά τους σύµφωνα µέ τίς πεποιθήσεις τους καί τό δικαίωµα τῶν µαθητῶν νά πιστεύουν ἤ νά µήν πιστεύουν».

Ἡ Ἰταλική Κυβέρνηση ζήτησε καί πέτυχε τήν παραποµπή τῆς ὑπόθεσης στό Τµῆµα Μείζονος Συνθέσεως τοῦ Δικαστηρίου, τό ὁποῖο ἐξέδωσε τήν ἀπόφασή του στίς 18 Μαρτίου 2011.5 Στή δίκη ἄσκησαν παρέµβαση τριάντα τρία µέλη τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου, ἐνεργῶντας συλλογικά, δέκα κράτη µέλη τοῦ Συµβουλίου τῆς Εὐρώπης καί πολλές Μή Κυβερνητικές Ὀργανώσεις.

Ἐνώπιον τοῦ ΕΔΔΑ, ὅπως καί ἐνώπιον τοῦ Ἰταλικοῦ Δικαστηρίου, ἡ Ἰταλική Κυβέρνηση ἐπέµεινε στό ἐπιχείρηµά της, ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι ὄχι µόνο θρησκευτικό σύµβολο, ἀλλά καί σύµβολο τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητας ἑνός Κράτους. Ἔδωσε µάλιστα ἔµφαση στό δικαίωµα τῆς κοινότητας νά µεταδίδει τόν πολιτισµό της καί τό δικαίωµα τῶν παιδιῶν νά τόν ἀνακαλύψουν.

Τό Δικαστήριο τόνισε, πώς ὁ Σταυρός εἶναι πέρα καί πάνω ἀπό ὅλα ἕνα θρησκευτικό σύµβολο, καί ὡς τέτοιο ἀποτελεῖ µέρος τοῦ σχολικοῦ περιβάλλοντος. Ἡ δέ ὑποχρέωση τῶν Συµβαλλόµενων Κρατῶν νά σέβονται τίς θρησκευτικές καί φιλοσοφικές πεποιθήσεις τῶν γονέων «συµπεριλαµβάνει, χωρίς καµία ἀµφιβολία, τήν ὀργάνωση τοῦ σχολικοῦ περιβάλλοντος, ὅπου τό ἐγχώριο δίκαιο ἀναθέτει τό καθῆκον αὐτό στίς δηµόσιες ἀρχές» (σκέψη 64).  Εἶπε ἐπίσης, ὅτι «τά Κράτη ἔχουν τήν εὐθύνη νά διασφαλίζουν, κατά τρόπο ἀµερόληπτο, τήν ἄσκηση τῶν διαφόρων θρησκειῶν, δογµάτων καί πεποιθήσεων» (σκέψη 60).

Ἀναγνώρισε ὅµως στά Κράτη ἕνα περιθώριο ἐκτίµησης κατά τό σχεδιασµό καί καθορισµό τοῦ προγράµµατος σπουδῶν καί τοῦ σχολικοῦ περιβάλλοντος. Ἀναγνώρισε ἐπίσης σέ αὐτά τή δυνατότητα νά παραχωροῦν στήν πλειοψηφοῦσα θρησκεία τῆς χώρας «κυρίαρχη προβολή στό σχολικό περιβάλλον», χωρίς ἡ κυρίαρχη αὐτή προβολή νά ὑποδηλώνει «µιά διαδικασία κατήχησης ἐκ µέρους τοῦ ἐναγοµένου Κράτους καί νά ἀποδεικνύει µιά παραβίαση τῶν προϋποθέσεων τοῦ Ἄρθρου 2 τοῦ Πρωτοκόλλου ἀριθ. 1» (σκέψη 74). Σηµαντικό εἶναι γιά τό ΕΔΔΑ, τό νά µήν ἔχει ἡ ἐκπαίδευση κατηχητικό χαρακτῆρα, πού θά µποροῦσε  νά προσβάλλει τούς µαθητές καί τούς γονεῖς µέ ἀποκλίνουσες θρησκευτικές πεποιθήσεις.

Κατέληξε, λοιπόν, τό Δικαστήριο, στό ὅτι «ἡ ἀπόφαση ὡς πρός τό κατά πόσον θά πρέπει νά ὑφίστανται Ἐσταυρωµένοι σέ αἴθουσες διδασκαλίας δηµόσιων σχολείων εἶναι, κατ’ ἀρχήν, ἕνα θέµα πού ἐµπίπτει στό περιθώριο ἐκτιµήσεως τοῦ ἐναγόµενου Κράτους», καί ἑποµένως ἡ διατήρηση τοῦ Ἐσταυρωµένου στίς αἴθουσες διδασκαλίας δέν παραβιάζει τήν ΕΣΔΑ. Στό συµπέρασµα αὐτό συνέτεινε «τό γεγονός ὅτι δέν ὑπάρχει εὐρωπαϊκή συναίνεση σχετικά µέ τό ζήτηµα τῆς παρουσίας θρησκευτικῶν συµβόλων σέ δηµόσια σχολεῖα» (σκέψη 70). Γιά νά ἀποδείξει αὐτή τήν ἀπουσία συναίνεσης τῶν Κρατῶν Μελῶν, τό ΕΔΔΑ παρέθεσε στήν ἀπόφασή του τά ἑξῆς συγκριτικά στοιχεῖα: «Ἡ παρουσία θρησκευτικῶν συµβόλων  σέ δηµόσια σχολεῖα ἀπαγορεύεται ρητά µόνο σέ ἕνα µικρό ἀριθµό Κρατῶν-Μελῶν: στήν  Πρώην Γιουγκοσλαβική Δηµοκρατία τῆς Μακεδονίας (σ.σ. Σηµειωτέον ὅτι παραχωρήσαµε ἀµαχητί τό δικαίωµα νά ὀνοµάζονται «Μακεδόνες» οἱ πολίτες ἑνός κράτους πού ἀπαγορεύει τήν παρουσία θρησκευτικῶν συµβόλων στά σχολεῖα!), τή Γαλλία (ἐκτός τῆς Ἀλσατίας καί τοῦ Διαµερίσµατος τοῦ Μοζέλα) καί στή Γεωργία. Προβλέπεται ρητά -ἐκτός ἀπό τήν Ἰταλία- µόνο σέ µερικά Κράτη-Μέλη, καί συγκεκριµένα: στήν Αὐστρία, σέ ὁρισµένες διοικητικές περιφέρειες τῆς Γερµανίας (Lander) καί τῆς Ἐλβετίας (κοινότητες), καί στήν Πολωνία. Παρ’ ὅλα αὐτά, τά ἐν λόγῳ σύµβολα ὑφίστανται στά δηµόσια σχολεῖα ὁρισµένων Κρατῶν-Μελῶν, ὅπου τό ζήτηµα δέν ρυθµίζεται εἰδικῶς νοµοθετικά, ὅπως ἡ Ἱσπανία, ἡ Ἑλλάδα, ἡ Ἰρλανδία, ἡ Μάλτα, ἡ Δηµοκρατία τοῦ Ἁγίου Μαρίνου καί ἡ Ρουµανία» (σκέψη 27).

Τό σηµαντικότερο ὅµως στοιχεῖο πού διαµόρφωσε τήν ἀπόφαση τοῦ ΕΔΔΑ ἦταν τό γεγονός ὅτι: «ἡ Ἰταλία ἀνοίγει τό σχολικό περιβάλλον, παράλληλα, καί σέ ἄλλες θρησκεῖες. Ἡ Κυβέρνηση ἀνέφερε, στό πλαίσιο αὐτό, ὅτι δέν ἀπαγορευόταν στούς µαθητές νά φοροῦν ἰσλαµική µαντήλα ἤ ἄλλα σύµβολα ἤ ἐνδύµατα πού ἔχουν θρησκευτική χροιά. Ἐναλλακτικές ρυθµίσεις ἦταν δυνατές, προκειµένου νά βοηθήσουν τήν ἐκπαίδευση νά ταιριάζει µέ µή πλειοψηφικές θρησκευτικές πρακτικές. Ἡ ἀρχή καί τό τέλος τοῦ Ραµαζανιοῦ «γιορτάζονταν συχνά» στά σχολεῖα, καί µιά προαιρετική θρησκευτική ἐκπαίδευση θά µποροῦσε νά ὀργανωθεῖ στά σχολεῖα γιά «ὅλα τά ἀναγνωρισµένα θρησκευτικά δόγµατα» (βλ. ἀνωτέρω παράγραφος 39)».

Ἐφ’ ὅσον, λοιπόν, τό σχολεῖο εἶναι «ἀνοιχτό σέ ὅλες τίς θρησκεῖες»  καί τό Κράτος εἶναι  στήν πράξη «θρησκευτικά οὐδέτερο», δέν ἐνοχλεῖ στόν τοῖχο τῆς σχολικῆς αἴθουσας ὁ Σταυρός, πού εἶναι –κατά τήν ἄποψη τοῦ Δικαστηρίου- «παθητικό σύµβολο»  καί «δέν µπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὅτι ἔχει κάποια ἐπίδραση στούς µαθητές, συγκρίσιµη µέ ἐκείνη τοῦ διδακτικοῦ λόγου ἤ τῆς συµµετοχῆς σέ θρησκευτικές δραστηριότητες» (σκέψη 72). Στήν οὐσία, τό ΕΔΔΑ ἀπαξίωσε τό Σταυρό, πού γιά ἐµᾶς τούς Χριστιανούς εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Δέν συνιστᾶ ἡ ἀπαξίωση αὐτή τοῦ ἱερότερου συµβόλου τοῦ Χριστιανισµοῦ προσβολή τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν Χριστιανῶν; Ἄρα τό ἴδιο τό Δικαστήριο παραβιάζει τά δικαιώµατα πού ἔχει ταχθεῖ νά προστατεύει.

Ἐντύπωση προξενεῖ ἡ ἔµφαση πού ἔδωσε τό ΕΔΔΑ στήν προσαρµογή τῆς ἐκπαίδευσης µέ τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τῆς µειοψηφίας. Ἀντίθετα, δέν ἔλαβε καθόλου ὑπ’ ὅψη του τό δικαίωµα τῆς πλειοψηφίας τῶν Ἰταλῶν γονέων, πού ἐπιθυµοῦν τή διατήρηση τοῦ Σταυροῦ στό σχολεῖο. Οἱ γονεῖς αὐτοί ἔχουν δικαίωµα νά διασφαλίζουν τήν ἐκπαίδευση καί διδασκαλία τῶν παιδιῶν τους σύµφωνα µέ τίς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ἰσοδύναµο µέ τό δικαίωµα τῶν ἄθεων ἤ ἀλλόθρησκων γονέων. Γιά τό λόγο αὐτό, ἡ ἀποµάκρυνση τοῦ Σταυροῦ ἀπό τίς αἴθουσες θά συνιστοῦσε «κατάχρηση τῆς θέσης τῶν µειονοτήτων», ὅπως ὀρθά τόνισε ἡ Ἰταλική Κυβέρνηση.

Θά µποροῦσαν νά γραφτοῦν πολλά ἀκόµα γιά τήν ὑπόθεση «Lautsi κατά Ἰταλίας», ἡ ὁποία σηµειωτέον ἀριθµεῖ ὀγδόντα τέσσερεις (84) σελίδες. Ἡ οὐσία πάντως εἶναι, ὅτι τά Ἀνθρώπινα Δικαιώµατα προστατεύονται στήν Εὐρώπη ἐρήµην τῶν ἀνθρώπων καί τῶν πνευµατικῶν ἀναγκῶν τους. Ἔχει ἀναλάβει τήν προστασία τους ἕνα Δικαστήριο πού δέν ἔχει καµία δηµοκρατική νοµιµοποίηση. Ἕνα νοµικό διευθυντήριο «ἐπαϊόντων», οἱ ὁποῖοι εἶναι τόσο µεγαλόψυχοι, ὥστε ἀναγνωρίζουν πέρα ἀπό τή θρησκευτική ἐλευθερία τῶν πολιτῶν, καί ἕνα «περιθώριο ἐκτίµησης» τῶν Κρατῶν, σχετικά µέ τήν ἐκπαίδευση πού αὐτά θά παρέχουν στούς πολίτες τους. Ἐπίσης, εἶναι τόσο δηµοκρατικοί(!), ὥστε δέν ἐπιβάλλουν στά Κράτη νά ἔχουν κοσµικό χαρακτῆρα. Τά ἀφήνουν ἐλεύθερα νά ἀποφασίσουν τό βαθµό διαχωρισµοῦ Ἐκκλησίας καί Κράτους. Ὅποιο Κράτος ὅµως δέν διασφαλίσει τήν «οὐδετερότητα καί ἀµεροληψία» κινδυνεύει νά τοῦ ἐπιβάλλουν πρόστιµο! Καί κυρίως, αὐτοί οἱ δικαστές εἶναι τόσο ἀνεκτικοί, ὥστε ἀνέχονται καί τήν παρουσία τοῦ Σταυροῦ στίς σχολικές αἴθουσες.

Τό παράδοξο εἶναι πώς ἐµεῖς οἱ Ἕλληνες ἀναγνωρίζουµε στό Δικαστήριο αὐτό δικαιοδοσία, ἐνῶ ταὐτόχρονα ἀποµακρυνόµαστε ὁλοένα καί περισσότερο ἀπό τή Χριστιανική Πίστη, πού ἦταν ἀνέκαθεν συνυφασµένη µέ τήν ἐθνική µας ταυτότητα.

Ἀγγελική Εὐθ. Ζώη

Νοµικός

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 199

Μάρτιος 2019

Ὑποσηµειώσεις:

1.https://www.dogma.gr/dialogos/ti-giortazoume-tin-kyriaki-tis-stavroproskyniseos/24457/

2. Ἠλεκτρονική ἐγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια https://el.wikipedia.org, στό λῆµµα «ἐκκοσµίκευση».

3. Χρυσογόνος Κ., Ἀτοµικά καί Κοινωνικά Δικαιώµατα, Ἐκδ. ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 2006, σελ. 272.

4. Νικόλαος Γρηγοριάδης, Θρησκευτική ἐλευθερία καί οὐδετερόθρησκο Κράτος ὑπό τό πρίσµα τῶν θρησκευτικῶν συµβόλων στή δηµόσια ἐκπαίδευση, σελ. 41.

5. Διαθέσιµη ἠλεκτρονικά στήν ἰστοσελίδα www.nsk.gr, σέ ἐπίσηµη µετάφραση στήν Ἑλληνική.