Ἐκκοσμίκευση τῆς Πολιτικῆς
καί Ὀρθόδοξη Παράδοση*
Ἡ ἐκκοσμίκευση τοῦ Χριστιανισμοῦ, μαζί μέ τήν παιδεία πού παράγει εἶναι ὁ γενικός τίτλος τοῦ Συνεδρίου μας, προφανῶς συμπεριλαμβάνει καί τήν ἐκκοσμίκευση τῆς Πολιτικῆς. Μάλιστα, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ἡ ἐκκοσμικευμένη πολιτική προσδιορίζει σέ μεγάλο βαθμό τήν ἐκκοσμίκευση τοῦ Χριστιανισμοῦ. Διότι διαθέτει ὅλα τά μέσα καί τήν ἐξουσία γιά τήν προβολή τῶν ἐκκοσμικευμένων χριστιανικῶν θέσεων, μιᾶς ἐκκοσμικευμένης «θεολογίας». Αὐτήν τήν ἐκκοσμικευμένη, αὐτήν τήν αἱρετική «θεολογία» παρουσιάζει ἡ ἐκκοσμικευμένη πολιτική, ὡς μοντέρνα καί σύγχρονη, στά μάτια τῶν πολιτῶν αὐτοῦ τοῦ κράτους καί κυρίως στά μάτια τῶν νέων, μέ τά προγράμματα σπουδῶν πού καταρτίζει. Αὐτή ἡ πολιτική προωθεῖ τούς ἐκκκοσμικευμένους «θεολόγους» σέ θέσεις κλειδιά γιά τή διαμόρφωση αὐτῆς τῆς νέας εἰκόνας τοῦ ἐκσυγχρονισμένου «χριστιανισμοῦ», πού μέ ἰδιαίτερα συντονισμένο καί συστηματικό τρόπο προωθεῖται ἀπό ὅλες τίς πολιτικές δυνάμεις, πού ἔχουν κυβερνήσει αὐτόν τόν τόπο ἀπό τήν μεταπολίτευση –καί ἰδίως τό 2008– καί ἔπειτα. Καί, φυσικά, δέν εἶναι μόνο τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἀλλά καί πληθώρα ἄλλων θεμάτων πού διαμορφώνουν μέσῳ τῶν πολιτικῶν ἐπιλογῶν τίς συνειδήσεις τῶν πολιτῶν αὐτῆς τῆς χώρας. Πότε στόν τόπο αὐτό ἔγινε οὐσιαστικός διάλογος γιά τό βασικό δόγμα τῆς πέρα γιά πέρα ἐκκοσμικευμένης πολιτικῆς μας, τό ex occidente lux, ὅτι τό φῶς μᾶς ἔρχεται ἀπό τή Δύση. Ἀπό ποιά Δύση; Ἀπό τή Δύση, πού ἀπό τήν ἐμφάνιση τῶν Φράγκων στήν ἱστορική σκηνή πάντοτε στάθηκε μέ κατακτητικές διαθέσεις ἀπέναντι στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή. Ἐνδεικτικά ἀναφέρω τίς Σταυροφορίες καί τίς ἑνωτικές συνόδους προκειμένου νά λάβει ἡ Ἀνατολή στρατιωτική ὑποστήριξη ἐναντίον τῶν Ὀθωμανῶν.
Καλό θά ἦταν, ἄν παίρναμε τά καλά τῆς Δύσης, τήν τεχνολογία της, ἀλλά οἱ πολιτικές μας ἐξουσίες ἐπιλέγουν σχεδόν ἀποκλειστικά ὅλα τά ἀποσυνθετικά στοιχεῖα, τά σκουπίδια τῆς Δύσης. Στήν προσαρμογή ἤ καλύτερα τήν ἀπόλυτη ὑποταγή μας στή Δύση βλέπουμε τή σωτηρία μας, τή Δύση θεωροῦμε ὡς πανάκεια γιά τή λύση ὅλων τῶν προβλημάτων μας. Προβάλλει ἡ Δύση τίς ἐκτρώσεις, τόν πολιτικό γάμο γιά χριστιανούς, τό αὐτόματο διαζύγιο, τήν πολυπολιτισμική κοινωνία, τό οὐδετερόθρησκο κράτος καί οὐδετερόθρησκο ἡ πολυθρησκειακό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν; Τά υἱοθετοῦμε καί ἐμεῖς. Ἐξισώνει ἡ Δύση τίς παρά φύσιν ὁμοφυλοφιλικές σχέσεις μέ τίς σχέσεις τοῦ γάμου; Τό κάνουμε καί ἐμεῖς. Ἀλλά καί τό οἰκονομικό μοντέλο τῆς Δύσης ἐφαρμόζουμε μέ ἀπόλυτα καταστροφικές συνέπειες γιά μᾶς, γιά τή χώρα μας.
Καί γεννᾶται τό ἐρώτημα: Δέν ὑπάρχουν ἀξίες στόν τόπο αὐτό; Στή δική μας Παράδοση; Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση; Αὐτός ὁ τόπος δέν προσέφερε καί δέν ἔχει νά προσφέρει τίποτε σέ μᾶς τούς Νεοέλληνες; Καί πρῶτα ἀπό ὅλα: Ποιά εἶναι ἡ θέση τῆς πολιτικῆς, στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση; Ἡ πολιτική, μέ τήν Ὀρθόδοξη ἔννοια, εἶναι μέρος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι διακονία μέσα στό Ἐκκλησιαστικό Σῶμα καί ὄχι ἕνα αὐτόνομο ἐξουσιαστικό οἰκοδόμημα πέρα καί ἀπέναντι ἀπὸ τό Σῶμα αὐτό. Τό βλέπουμε ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη στόν Λαό τοῦ Θεοῦ καί τούς ἀρχηγούς αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ, ὅπως π.χ. στόν Μωϋσῆ, τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, τούς Κριτές, μέχρι τελικά τήν ἐγκατάσταση τῆς βασιλείας στό Ἰσραήλ, ἡ ὁποία γίνεται κάτω ἀπό τίς ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ μέ ἐπίβλεψη τήν πνευματική ἐξουσία. Ἀπό ποιόν προέρχεται ἡ πολιτική, ἐάν ὄχι ἀπό τόν Δημιουργό τῶν πάντων, τόν Θεό, καί ἀπό τίς δικές Του ὁδηγίες γιά τή συμβίωση τῶν ἀνθρώπων; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό αὐτές τίς ὁδηγίες, τίς ἀντιστρατεύεται καί τίς ἀντικαθιστᾶ μέ τίς δικές του, ὅπως π.χ. στήν ἀδελφοκτονία τοῦ Κάϊν. Δηλαδή σέ κάθε αὐτόνομη ἀνθρώπινη θεώρηση τῆς κοινωνίας, ἕνα βασικά ἴσχυε καί ἰσχύει πάντα, ὁ νόμος τοῦ ἰσχυροτέρου. Καταπατᾶμε τούς ἀδυνάτους. Καί ἐάν βρίσκονται ἀνάμεσά τους δυνατοί, πού δέν μποροῦμε νά τούς συνεταιριστοῦμε, τούς ἐξοντώνουμε μέ πολλούς καί διαφορετικούς τρόπους. Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐξουσίας, καί αὐτοί πού τούς στηρίζουν, αὐτό ἐφαρμόζουν κατά κόρον. Σήμερα κατ’ εὐφημισμόν ὀνομάζεται τό σύστημα αὐτό Δημοκρατία.
Βλέποντας τήν πολιτική παράδοση στήν Παλαιά Διαθήκη καλούμαστε στή συνέχεια νά δοῦμε σύντομα καί τή θέση τῆς πολιτικῆς στήν Καινή Διαθήκη. Στήν Καινή Διαθήκη, ἐκ μέρους τῶν Ἀποστόλων, ἔχουμε μιά ἰδιαίτερα σαφῆ τοποθέτηση. Ἡ ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ, στόν ὁποῖο «ἐδόθη … πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» εἶναι ἡ πηγή κάθε ἐξουσίας στόν κόσμο αὐτό. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει: «οὐ γάρ ἔστι ἐξουσία, εἰμή ὑπό Θεοῦ, αἱ οὖσαι ἐξουσίαι ἐκ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσί» (Ρωμ. 13,1). Αὐτήν τήν πᾶσαν ἐξουσίαν τοῦ Χριστοῦ ὁρίζουν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, μέ τή μορφή δύο διακονιῶν, ἐκείνη τοῦ Λόγου, πού κράτησαν γιά τόν ἑαυτό τους καί ἐκείνη τῶν τραπεζῶν, τῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν, πού δόθηκε στούς ἑπτά διακόνους. Τούς ἐπέλεξαν οἱ πιστοί σύμφωνα μέ τόν λόγο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μέ βασικό διακριτικό στοιχεῖο, νά εἶναι πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου, προφανῶς γιά νά μπορέσουν νά ἐξασκοῦν μέ πληρότητα τό ἀξίωμά τους. Πῶς τό ἐξασκοῦσαν; Ποιμαινόμενοι ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους, αὐτοί οἱ πρῶτοι πολιτικοί τῆς Ἐκκλησίας, φρόντιζαν τήν ὁριζόντια διάσταση τοῦ βίου, τίς βιοτικές ἀνάγκες τῶν πιστῶν, ἔτσι ὥστε ὁλόκληρη ἡ ζωή, σέ ὅλες τίς διαστάσεις της, νά τρέφεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί νά βρίσκεται μέσα στήν Ἐκκλησία. Αὐτή ἡ νέα πραγματικότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐγκαθίσταται ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο, ὡς διά τοῦ Σταυροῦ πολίτευμα, στόν κόσμο. Ψυχή καί σῶμα, πνευματικές καί βιοτικές ἀνάγκες καί οἱ ἀντίστοιχες διακονίες αὐτῶν τῶν ἀναγκῶν συνδέονται μέσῳ τοῦ Σταυροῦ «ἀδιάσπαστα καί ἀσύγχυτα» μεταξύ τους στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση στά χρόνια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, ἤ καλύτερα τῆς Ρωμανίας, δέν κάνει λόγο γιά Ἐκκλησία καί Πολιτεία, γιά δύο ξεχωριστά αὐτόνομα μεγέθη, πού καλοῦνται νά συνυπάρχουν καί νά συνεργασθοῦν γιά τό καλό ἑνός τρίτου μεγέθους, τοῦ λαοῦ τῆς Αὐτοκρατορίας. Ὁ λαός τῆς Αὐτοκρατορίας εἶναι τό ἴδιο τό Ἐκκλησιαστικό Σῶμα, τό ὁποῖο, σέ ὅλες τίς ἀνάγκες του, σέ κάθε ἐκδήλωση τῆς ζωῆς του, ὑπηρετεῖται, φροντίζεται καί ποιμαίνεται ἀπό δύο Διακονίες, τήν Ἱερωσύνη (τήν πνευματική ἐξουσία) καί τήν Βασιλεία (τήν κοσμική ἐξουσία). Μέ αὐτή τήν μορφή παίρνουν, μέσῳ τοῦ Ἁγίου Αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ, ἱστορική σάρκα καί ὀστᾶ αὐτά πού καθιέρωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι στήν πρώτη Ἐκκλησία.
Αὐτό τό διά τοῦ Σταυροῦ πολίτευμα παρέμεινε ζωντανό στόν τόπο μας μέχρι τό τέλος τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καί, κατά κάποιον τρόπο, καί στό διάστημα τῆς Τουρκοκρατίας μέ τήν Ἐθναρχία. Ὁ Κυβερνήτης Καποδίστριας θέλησε πάλι νά τό ἀναστήσει στήν παλαιά του αἴγλη. Γι’ αὐτό ὁρίζει γιά τά παιδιά τήν ἴδια παιδεία ὅπως γιά τούς ὑποψήφιους Ἱερεῖς, δηλ. δέν ἀναγνωρίζει δύο εἰδῶν πνευματικότητες, ἀλλά μόνο μία ἑνιαία πνευματικότητα τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος. Μέ τή δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη ὅμως καί τόν ἐρχομό τῶν Βαυαρῶν, ἀντί τοῦ «Διά τοῦ Σταυροῦ Πολιτεύματος» ἐπιλέχθηκε τό «Διά τοῦ Λουθήρου Πολίτευμα». Ἐπιβλήθηκε στόν τόπο αὐτό ἐκ Δυσμῶν ἡ αἵρεση τοῦ Λουθηρανισμοῦ, πού ἐγκαθιστᾶ τήν πολιτική ὡς ἀνεξάρτητο καί ἐκτός Ἐκκλησίας αὐτόνομο μέγεθος. Ἀντί νά περιέχεται ἡ πολιτική ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, τώρα ἡ Ἐκκλησία περιέχεται, γίνεται περιεχόμενο τῆς Πολιτείας, ἡ ὁποία ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς τῆς λέει τί ἔχει νά κάνει καί πῶς νά διοικεῖται. Ἀναφέρω μόνο ἐνδεικτικά: Δήμευση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἀπομάκρυνση τοῦ Κλήρου ἀπό τήν Παιδεία, ἐκπροτεσταντισμός τῆς Παιδείας καί πολλά ἄλλα. Καί φθάνουμε στίς μέρες μας, ὅπου ἡ Πολιτεία –δηλ. ἡ ἐκκοσμικευμένη πολιτική– ἀπαγορεύει στήν Ἐκκλησία νά ἔχει οὐσιαστικό λόγο ἀκόμα καί στό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, τό ὁποῖο, σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῶν Ἀποφάσεων τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, ὀφείλει νά εἶναι μάθημα διαμόρφωσης τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς συνείδησης.
Γιατί ὅμως προηγουμένως μίλησα γιά «Διά τοῦ Λουθήρου πολίτευμα»; Τό ὀνόμασα ἔτσι, ἐπειδή ὁ Λούθηρος διασπᾶ τήν ἑνότητα τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς. Καταργῶντας, στήν ἀντιπαπική μανία του, τήν εἰδική Ἱερωσύνη καί ὅλη τήν ἐκκλησιαστική παράδοση πρίν ἀπ’ αὐτόν, ὑποκαθιστᾶ αὐτά μέ μιά ἀτομική ἀπ’ εὐθείας σύνδεση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό μέσῳ τῆς ἀτομικῆς πίστης καί τῆς θείας χάριτος πού ἐμπνέει αὐτήν τήν πίστη. Καί τό μόνο σημεῖο ἀναφορᾶς αὐτῆς τῆς πίστης εἶναι ὁ Χριστός, ὅπως τόν φαντάζεται ὁ καθένας σύμφωνα μέ τή δική του κατανόηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Στήν ἀτομική ἀπ’ εὐθείας σύνδεση μέ τόν Χριστό δίνει μιά μυστική διάσταση καί τήν ὀνομάζει ἀόρατη Ἐκκλησία. Αὐτή ἀποτελεῖ τό βασίλειο τοῦ Θεοῦ, στό ὁποῖο ἀνήκουν ὅλοι ὅσοι ἔχουν δικαιωθεῖ μέσῳ τῆς πίστης μέ πρῶτο τόν Λούθηρο. Ἀπό ἐκεῖ καί ἔπειτα ὑπάρχει τό βασίλειο τοῦ κόσμου, τό ὁποῖο κυριαρχεῖται ἀπόλυτα ἀπό τήν κοσμική ἐξουσία. Ἀπευθείας ἐγκατεστημένη ἀπό τό Θεό αὐτή, ὡς κεφαλή ἐλέγχει καί ἀπόλυτα τήν ὁρατή Ἐκκλησία, δηλ. τό ἔργο τῶν κηρύκων, οἱ ὁποῖοι ὀφείλουν νά καλλιεργοῦν τήν πίστη στούς πνευματικά ἀκόμα ἀνώριμους ἀνθρώπους. Ἔχουμε δηλ. μιά ἀνεξάρτητη καί πέρα ἀπό τήν Ἐκκλησία αὐτόνομη πολιτική ἐξουσία, ἡ ὁποία μάλιστα ἐλέγχει ἀπόλυτα τήν Ἐκκλησία καί τῆς ὁρίζει τί ἔχει νά κάνει. Στήν ἐποχή τοῦ Λουθήρου αὐτή ἡ πολιτική ἐξουσία εἶχε ἀκόμα χριστιανική χροιά. Αὐτό ὅμως σταματάει προοδευτικά ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Διαφωτισμοῦ καί ἔπειτα, μέχρι νά καταλήξουμε στίς καθαρά ἄθεες καί ἀντίχριστες ἐκδοχές τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, ἤ, στήν λεγόμενη οὐδετερόθρησκη, πού καί αὐτή εἶναι ἄθεη.
Ἔτσι βλέπουμε, ὅτι ὁ Προτεσταντισμός εἰσάγει τήν ἐκκοσμίκευση τῆς πολιτικῆς. Καί αὐτή τήν ἐκκοσμικευμένη πολιτική ἐγκατέστησαν οἱ Βαυαροί στόν τόπο μας.
Καί τό διά ταῦτα.
Ἐμεῖς, πού θέλουμε νά ἀνήκουμε στήν Ἐκκλησία, θά συνεχίσουμε νά πολεμᾶμε τά συμπτώματα καί νά ἀφήσουμε τήν βαθειά ἀρρώστια ἀνέπαφη; Θά μείνουμε πιστοί στόν αἱρετικό Λούθηρο, συμβάλλοντες μέ τίς ἐνέργειές μας στή διατήρηση αὐτοῦ τοῦ καρκινώματος τῆς πολιτικῆς, πού ὅλο καί περισσότερο προωθεῖ τήν ἐκκοσμίκευση τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἤ, νά τό ποῦμε πιό ξεκάθαρα, ἐξοστρακίζει τόν Χριστό ἀπό τήν πατρίδα μας; Ἤ θά ἐπιστρέψουμε στήν πολιτική τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ἁγίων Αὐτοκρατόρων πού βλέπει τόν ἑαυτό της ὡς διακονία μέσα στήν Ἐκκλησία; Ἡ εὐθύνη εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου δική μας.
Λέων Μπράνγκ
Δρ. Θεολογίας
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Τεῦχος 196
Δεκέμβριος 2018