«Ὁ Θεός δέν ρίχνει ζάρια»! Ὅταν ἡ ἐπιστήμη μετατρέπεται σέ ἰδεολογία

192 193 LM

«Ὁ Θεός δέν ρίχνει ζάρια»!

Ὅταν ἡ ἐπιστήμη μετατρέπεται σέ ἰδεολογία

 

« Θεός δέν ρίχνει ζάρια»! Αὐτός εἶναι ὁ τίτλος ἑνός πολύ ἀξιόλογου ντοκιμαντέρ πού γυρίστηκε ἀπό τήν Drei Linden Filmproduktion στή Γερμανία τό 2001, σέ σκηνοθεσία τοῦ Fritz Poppenberg. Ἡ πρόταση αὐτή «Ὁ Θεός δέν ρίχνει ζάρια» ἀνάγεται σέ ἐπιστολή τοῦ Ἄλμπερτ Ἀϊνστάϊν τοῦ 1926 στόν Γερμανό μαθηματικό καί φυσικό Max Born. Ὁ τίτλος αὐτός ἐπιλέγεται, προφανῶς, γιά νά ὑπογραμμίσει τή βασική θέση τῶν παραγωγῶν, ὅτι ὁ κόσμος καί ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά εἶναι προϊόν τυχαίων διαδικασιῶν ὅπως ὑποστηρίζουν διάφορες ἐπιστημονικές θεωρίες, κυρίως ὅμως ὁ δαρβινισμός καί ὁ νεοδαρβινισμός μέ τή θεωρία ἤ σύνθετη θεωρία τῆς ἐξέλιξης. Μέ βάση τά ἐπιστημονικά πορίσματα, ὑποστηρίζουν οἱ παραγωγοί, πρέπει νά δεχθεῖ κανείς ἕνα σχέδιο στή Δημιουργία. Καί ὅπου ὑπάρχει σχέδιο, φυσικά, ὑπάρχει καί ἕνας σχεδιαστής, ὁ Θεός. Στό συμπέρασμα αὐτό καταλήγει τό ντοκιμαντέρ μέ τή βοήθεια πολλῶν ἐπιστημόνων διάφορων ἐπιστημονικῶν κλάδων, τῆς Μοριακῆς Βιολογίας, Γενετικῆς, Πληροφορικῆς, Χημείας, τῶν Μαθηματικῶν κ.λ.π. Σ’ αὐτό τό ἄρθρο μας θέλουμε νά ἀξιοποιήσουμε τό ντοκιμαντέρ, ἰδίως πρός τήν ἑξῆς κατεύθυνση: νά κάνουμε ἐμφανῆ μέ ἀρκετά παραδείγματα τήν ἐπιστημονική καί τήν μή ἐπιστημονική, τήν ἰδεολογική προσέγγιση στό θέμα τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ Δαρβίνος (1809-1882) μέ τό κεντρικό ἔργο του «Περί τῆς κατα­γωγῆς τῶν εἰδῶν» (1859) δημοσιοποίησε στό β΄ ἥμισυ τοῦ 19ου αἰῶνα τή θεωρία γιά τήν ἐξέλιξη τῶν εἰδῶν. Βασίστηκε στόν Γάλλο φυσιοδίφη Jean-Baptiste Lamarck, ὁ ὁποῖος εἶχε διατυπώσει μιά πρώτη ἐκδοχή τῆς θεωρίας τῆς ἐξέλιξης τό 1809 στό βιβλίο του «Philosophie zoologique (Ζωολογική φιλοσοφία)». Ὁ Δαρβίνος στήριξε τή θεωρία τῆς ἐξέλιξης στίς παρατηρήσεις του γιά τίς παραλλαγές στά εἴδη καί τόν ἀγῶνα γιά ἐπιβίωση πού ὁδηγεῖ στήν ἐπιλογή, δηλ. στήν ἐπιβίωση ἐκείνου τοῦ ὀργανισμοῦ πού ἀποδεικνύεται ὡς πιό ἱκανός στήν προσαρμογή του στίς συνθῆκες τῆς ζωῆς. Ἔπειτα ὁ ὀργανισμός αὐτός κληροδοτεῖ τά χαρακτηριστικά πού τόν ἔκαναν πιό ἱκανό γιά ἐπιβίωση, στούς ἀπογόνους του. Μέ τίς θέσεις αὐτές ὁ Δαρβίνος ἐρχόταν σέ ἄμεση σύγκρουση μέ τόν Χριστιανισμό. Τή θέση τοῦ Θεοῦ παίρνει ἡ ἴδια ἡ φύση, ἡ ὁποία μετατρέπεται σέ θεότητα. Ἡ ὕλη αὐτοοργανώνεται. Ἔτσι, τό παραπάνω βασικό ἔργο τοῦ Δαρβίνου –ἡ πρώτη ἔκδοση ἔγινε σέ 1250 ἀντίτυπα καί ἐξαντλήθηκε ἤδη τήν πρώτη μέρα– γιορτάστηκε στό ἀθεϊστικό κλῖμα τοῦ 19ου αἰῶνα κυριολεκτικά ὡς ἀποκάλυψη. Ὁ συναγωνιστής τοῦ Κάρλ Μάρξ, ὁ Φρίντριχ Ἔνγκελς, πού ζοῦσε τότε στό Μάντσεστερ καί εἶχε ἀποκτήσει ἕνα ἀπό τά 1250 ἀντίτυπα, σέ ἐπιστολή του τρεῖς μέρες ἀργότερα στόν Μάρξ χαρακτηρίζει τόν Δαρβίνο ὡς «ὑπέροχο». Ὁ Μάρξ ἀπό τήν πλευρᾶ του, γράφει, περίπου ἕνα χρόνο ἀργότερα, σέ ἐπιστολή πρός τόν Γερμανό σοσιαλιστή Ferdinand Lassalle: «Πολύ σημαντικό εἶναι τό σύγγραμμα τοῦ Δαρβίνου καί μοῦ ταιριάζει ὡς βάση ἀπό τόν χῶρο τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν γιά τήν ἱστορική πάλη τῶν τάξεων».

Οἱ θέσεις τοῦ Δαρβίνου –καί αὐτό εἶναι ἰδιαίτερα χαρακτηριστικό– στήν οὐσία δέν εἶχαν καμία ἐπιστημονική βάση. Ναί μέν παρατήρησε παραλλαγές στό ἐπίπεδο τοῦ εἴδους. Αὐτή ἡ ἐξέλιξη ὅμως δέν ὁδηγεῖ σέ ἐξέλιξη πρός τά πάνω, σέ ἐξέλιξη πρός ἄλλο εἶδος. Πρόκειται γιά ἕνα εἶδος ὁριζόντιας ἐξέλιξης. Τήν ἐξέλιξη πού προέβαλε μέ τή θεωρία του, δηλ. ἀπό τό κατώτερο πρός τό ἀνώτερο, δέν τήν παρατήρησε ὁ Δαρβίνος ποτέ καί δέν μπορεῖ καί νά προκύψει ὡς συμπέρασμα τῶν ἀλλαγῶν μέσα στό εἶδος. Τελικά ὁ Δαρβίνος ἐξέφρασε μόνο ὑποθέσεις μέσα στό πνεῦμα μιᾶς ἀθεϊστικῆς ἰδεολογίας.

Πιό ἰδεολογικός ἀκόμα ἀπό τόν Δαρβίνο ὑπῆρξε ὁ περίπου σύγχρονός του Γερμανός ζωολόγος Ἐρνστ Χέκελ (Ernst Haeckel 1834-1919), καθηγητής τῆς συγκριτικῆς ἀνατομίας στό πανεπιστήμιο τῆς Ἰένας. Πάσῃ θυσίᾳ, μέ δῆθεν ἐπιστημονική μεθοδολογία, ζητοῦσε νά ἐπιβάλει τή θεωρία τῆς ἐξέλιξης στή Γερμανία. Στό βιβλίο του «Αἰνίγματα τοῦ κόσμου» (1899) ὁ Χέκελ ἐμφανίζεται ὡς προφήτης μιᾶς νέας μονιστικῆς θρησκείας πού ἱερέας της εἶναι ὁ ἐπιστήμονας. Γιά τόν Γερμανό ζωολόγο ἡ ζωή δέν εἶναι κάτι τό ἰδιαίτερο, ἡ φύση διαπερνᾶται ἀπό ἕνα εἶδος ζωτικῆς ἐνέργειας. Στό βιβλίο αὐτό ἐξέφρασε τήν πεποίθηση, ὅτι τό βασικό ὑλικό τῆς ζωῆς, τό πρωτόπλασμα, θά μπορέσει μελλοντικά νά κατασκευαστεῖ βιομηχανικά. Ἐπίσης προφήτευσε ὅτι ἡ μισητή θρησκεία θά ξεπεραστεῖ καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος πνευματικά θά ἀπελευθερωθεῖ. Ἡ ἀνθρωπότητα, σύμφωνα μέ τίς μεσσιανικές του ρήσεις, θά φθάσει σέ μιά νέα ἐποχή τῆς εἰρήνης. Τό προφήτεψε στό μεταίχμιο τοῦ 20ου αἰῶνα, τοῦ αἰῶνα τῶν δύο παγκοσμίων πολέμων, ἀπό τούς ὁποίους ὁ δεύτερος μέ βεβαιότητα ἔχει ὡς θεμελίωση τόν κοινωνικό δαρβινισμό. Στίς ρατσιστικές θεωρίες τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ τῆς Γερμανίας ὁ κοινωνικός δαρβινισμός βρῆκε πλήρη ἐφαρμογή. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Χίτλερ ἐκφράζεται ἤδη τό 1925 στό βιβλίο «Ὁ ἀγώνας μου» μέ τά ἑξῆς χαρακτηριστικά λόγια: «Ὁ ἰσχυρότερος ὀφείλει νά κυριαρχεῖ καί νά μήν ἀνακατευτεῖ μέ τόν πιό ἀδύνατο, γιά νά μή θυσιάσει τό δικό του μεγαλεῖο. Μόνο τό γεννημένο ἀσθενές πλασματάκι μπορεῖ νά θεωρήσει αὐτή τή θέση ὡς σκληρή. … Διότι, ἐάν δέν κυριαρχοῦσε αὐτός ὁ νόμος, δέν θά μποροῦσε νά νοηθεῖ μιά ἐξελικτική πορεία ὅλων τῶν ζωντανῶν ὀργανισμῶν».

Ὁ Χέκελ πάντως ζητοῦσε νά ἰσχυροποιήσει τίς θέσεις τοῦ Δαρβίνου μέ τό βιογενετικό βασικό νόμο, ὅπως τό ὀνόμασε ὁ ἴδιος (σήμερα χρησιμοποιεῖται στά Γερμανικά ὄχι πιά ἡ λέξη «βασικός νόμος» ἀλλά «βασικός κανόνας», στή δέ Ἀγγλική ὁρολογία ἔχει περάσει μέ τόν ὅρο «θεωρία τῆς ἀνακεφαλαίωσης»). Σύμφωνα μέ τό «νόμο» αὐτό: ἡ ὀντογένεση ἀνακεφαλαιώνει τή φυλογένεση, δηλ. ἡ βιολογική ἀνάπτυξη ἑνός ὀργανισμοῦ εἶναι παράλληλη καί συνοψίζει ὁλόκληρη τήν ἐξελικτική ἀνάπτυξη τοῦ εἴδους. Στίς μέρες μας ἀκόμα καί ἀπό τούς ὑποστηρικτές τῆς θεωρίας τῆς ἐξέλιξης ἡ θέση αὐτή δέν γίνεται πιά ἀποδεκτή. Γεγονός ὅμως εἶναι, ὅτι ἔριξε τήν ἐπιστήμη τῆς Βιολογίας περίπου 100 χρόνια πίσω καί αὐτό, παρ’ ὅλο πού ἔγινε σχετικά ἀπό νωρίς γνωστό ὅτι ὁ περίφημος αὐτός “ἐπιστήμονας” καί ταλαντοῦχος σχεδιαστής, θεμελίωσε τό λεγόμενο νόμο του μέ παραποίηση εἰκόνων ἀπό τήν ἐμβρυακή ἀνάπτυξη διαφόρων ὀργανισμῶν. Τελικά, ἀναγκάστηκε ὁ Χέκελ, λόγῳ τῶν σφοδρῶν ἐπιθέσεων πού τοῦ ἔγιναν, νά παραδεχτεῖ στήν Berliner Volkszeitung τῆς 29.12.1908 μεταξύ τῶν ἄλλων τά ἑξῆς: «Γιά νά θέσω τέλος σ’ αὐτή ἰδιαίτερα ἔντονη διένεξη, θέλω νά ξεκινήσω μετανοιωμένος μέ τήν ὁμολογία, ὅτι ἕνας μικρός ἀριθμός τῶν πολυάριθμων ἐμβρυακῶν εἰκόνων μου εἶναι πραγματικά παραχαραγμένος. Ὅλες ἐκεῖνες στίς ὁποῖες τό δεδομένο ὑλικό παρατήρησης ἔχει τόσα κενά ἤ εἶναι τόσο ἀνεπαρκές, ὥστε στή δημιουργία μιᾶς συνεχοῦς ἁλυσίδας ἐξέλιξης εἶναι κανείς ἀναγκασμένος νά συμπληρώσει τά κενά μέσῳ ὑποθέσεων».

Στήν ἴδια ἐποχή μέ τόν Δαρβίνο καί τόν Χέκελ ὑπῆρξε ὅμως καί ἕνας ὄντως ἐπιστήμονας, ὁ μοναχός Γρηγόριος Μέντελ (Gregor Mendel 1822-1884). Στό μοναστήρι του στή Μοραβία στή πόλη Brunn (σήμερα: Brno, πόλη τῆς Τσεχίας) ἀπέδειξε μέ τά πειράματά του τήν ἀλήθεια τοῦ λόγου τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅτι ἡ δημιουργία τῶν ζώντων ὀργανισμῶν, τῶν φυτῶν καί τῶν ζώων ἔγινε «κατά γένος» (ἐπαναλαμβάνεται ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά 10 φορές στή Γένεση 1, 11-25). Γι’ αὐτό τό λόγο τόν ἀντιμετώπιζαν στήν ἐποχή του μέ περιφρόνηση, μέ ἀπόρριψη ἤ ἀποσιωποῦσαν τήν ἔρευνά του. Ἀντίθετα μέ τόν Δαρβίνο, πού ἐπί πέντε χρόνια ἔκανε ταξίδια ἀνά τόν κόσμο καί χρειάστηκε παραπάνω ἀπό ἕνα τέταρτο τοῦ αἰῶνα γιά νά συνθέσει τή θεωρία του, χωρίς καμία πειραματική βάση καί πραγματική παρατήρηση, πού θά μποροῦσε νά στηρίξει τίς ὑποθέσεις του, ἐκεῖνος ἦταν πραγματικά ἐπιστήμονας: Τοῦ ἀρκοῦσαν μιά χούφτα σπόρων καί κάποια λίγα τετραγωνικά μέτρα χῶμα στό μοναστήρι του, γιά νά ἀποδείξει τή σταθερότητα τῶν κληρονομικῶν ἑνοτήτων. Ὁ ὅρος γονίδιο δημιουργήθηκε ἀργότερα. Ὅταν π.χ. διασταυρώνεται λουλούδι μέ λευκά ἄνθη μέ λουλούδι μέ κόκκινα ἄνθη, προκύπτουν στή δεύτερη γενεά λουλούδια ὅλα μέ ρόζ ἄνθη. Σύμφωνα μέ τόν Δαρβίνο καί τόν Χέκελ οἱ ἀπόγονοι τῶν λουλουδιῶν τῆς δεύτερης γενεᾶς μέ ρόζ ἄνθη θά ἔπρεπε νά εἶναι ἐπίσης ὅλοι μέ ρόζ ἄνθη. Στά πειράματα τοῦ Μέντελ ἀποδεικνύεται ὅτι αὐτό εἶναι λάθος ὑπόθεση. Στήν ἑπόμενη, τήν τρίτη γενεά σπᾶνε πάλι τά χαρακτηριστικά τῶν χρωμάτων. Προκύπτει ἕνα φυτό μέ κόκκινα, δύο μέ λευκά καί ἕνα μέ ρόζ ἄνθη (δηλ.: 1-2-1). Δέν γίνεται μεῖγμα.

Ἡ ἐπιστημονική ἔρευνα τοῦ Μέντελ γιά τήν κληρονομικότητα ἐκδόθηκε τό 1866 μέ τόν τίτλο «Versuche uber Pflanzenhybriden (Πειράματα σέ ὑβρίδια φυτῶν)». Τυπώθηκε σέ γνωστό εἰδικό περιοδικό καί στάλθηκε σέ παραπάνω ἀπό 120 πανεπιστήμια. Τό 1868 ἔγινε ὁ Μέντελ ἡγούμενος καί δέν εἶχε πιά πολύ χρόνο γιά τήν ἔρευνα. Ὅταν πέθανε τό 1884 λέγεται ὅτι εἶπε: «ἡ δική μου ὥρα δέν ἔχει ἔρθει ἀκόμα». Ἡ ὥρα τοῦ Μέντελ ἦρθε τελικά τό 1900, ὅταν τρεῖς ἐπιστήμονες ἀνεξάρτητοι ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο, ὁ Ὀλλανδός Hugo de Vries, ὁ Γερμανόs Carl Correns καί ὁ Αὐστριακόs Erich Tschermak-Seysenegg, μέ δικά τους πειράματα, κατέληξαν στά ἴδια συμπεράσματα μέ τόν Μέντελ καί ἀναγνώρισαν τήν ἐργασία του. Στήν Ἀγγλία, ὁ William Bateson ἔκανε γνωστή τήν ἔρευνα τοῦ Μέντελ καί συνάντησε ἔντονη πολεμική ἀπό τόν δαρβινιστή Raphael Weldon, ὁ ὁποῖος ὡς πρόεδρος τῆς ζωολογικῆς ἐπιτροπῆς τῆς Royal Society, τῆς ἐθνικῆς Ἀκαδημίας τῶν ἐπιστημῶν τοῦ Ἡνωμένου Βασιλείου, προσπάθησε νά ἀποτρέψει κάθε δημοσίευση καί ἀκρόαση σχετικά μέ τήν ἀνακάλυψη τοῦ Μέντελ. Ἡ πολεμική ἐναντίον τοῦ μεντελισμοῦ ἔφθασε στό σημεῖο, τό 1903 προσωρινά νά μή δέχεται πλέον τό παγκοσμίως γνωστό περιοδικό «Nature» ἄρθρα πού ὑποστήριζαν τίς θέσεις τοῦ Μέντελ. Ἔφθασε δηλ. στό σημεῖο νά μπλοκάρεται ἕνας ὁλόκληρος κλάδος τῆς ἐπιστήμης στό ὄνομα τῆς δαρβινικῆς ἰδεολογίας.

Στή Σοβιετική Ἕνωση, τό πρῶτο κράτος τοῦ κόσμου πού ἀνήγαγε τόν ὑλισμό σέ ὕψιστη θεότητα, ὁ δαρβινισμός ὁδήγησε στήν πεποίθηση, ὅτι μποροῦσε νά βελτιωθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Ὡς στόχος τέθηκε ὁ homo sowjeticus, ἡ δημιουργία ἑνός νέου ἀνθρώπου, ἀνώτερου τῶν ἀνθρώπων τῶν ἄλλων κοινωνιῶν. Ἡ πραγματικότητα ὅμως πού διαμορφώθηκε ἦταν ἐντελῶς διαφορετική. Μέ τρένα μεταφέρθηκαν τό 1929 οἱ καλύτεροι ἀγρότες τῆς χώρας στή Σιβηρία, ὅπου ἑκατομμύρια ἐξαφανίστηκαν. Ταὐτόχρονα μέ τήν κολλεκτιβοποίηση τῆς γεωργίας, πού ὁδήγησε στήν Οὐκρανία σέ ἑκατομμύρια νεκρούς, ξεκίνησε ὁ ἑξαφανισμός τῆς ἐπιστήμης τῆς βιολογίας. Ἀπόλυτα κυρίαρχη προσωπικότητα ἔγινε ὁ Trofim Denissowitsch Lyssenko, εὐνοούμενος τοῦ Στάλιν καί τοῦ Χρουστσόφ, ὁ ὁποῖος μέ ἐπιστημονικά ξεπερασμένες θέσεις μέσα στά πλαίσια τῆς θεωρίας τῆς ἐξέλιξης, προωθοῦσε μιά βελτίωση τῆς ἀγροτικῆς παραγωγῆς, χωρίς ὅμως νά ἐπιφέρει τά ἀποτελέσματα πού ὑποσχόταν. Ἐπί 30 χρόνια περίπου (μέχρι τό 1962) ἦταν ὁ βασικός βιολόγος τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης μέ καταστροφικές συνέπειες τελικά γιά τήν ἀγροτική παραγωγή. Κατάφερε νά ἐξουδετερώσει κάθε ἀντίθετη ἄποψη. Στό στόχαστρό του ἦταν κυρίως ἀντιδαρβινιστές ὅπως ὁ διεθνῶς ἀναγνωρισμένος βιολόγος καί γενετιστής Nikolai Iwanowitsch Wawilow, ὁ ὁποῖος εἶχε σπουδάσει στήν Ἀγγλία καί ὡς μαθητής τοῦ William Bateson ἦταν ὑποστηρικτής τῶν θέσεων τοῦ Μέντελ. Στήν ἐποχή πού ἤδη τά χρωμοσώματα μποροῦσαν νά παρατηροῦνται στά ἐργαστήρια, ὁ Lyssenko ἀρνήθηκε τήν ὕπαρξη γονιδίων, τά ὁποῖα χαρακτήρισε ὡς εὔρημα ἀντιδραστικῶν δυνάμεων. Οἱ ἀντίπαλοι τοῦ Lyssenko στιγματίστηκαν ὡς ἐχθροί τοῦ λαοῦ καί ἐκτελέστηκαν. Ο Wawilow σέ ἕναν ἀπό τούς τελευταίους λόγους του εἶπε: «Θά πεθάνουμε στή πυρά, θά καοῦμε, ἀλλά δέν θά προδώσουμε τίς πεποιθήσεις μας». Καταδικάστηκε τόν Ἰούλιο τοῦ 1941 σέ θάνατο μέ τήν αἰτιολογία τοῦ σαμποτάζ τῆς σοβιετικῆς γεωργίας. Μετά ἀπό μεγάλο χρονικό διάστημα βασανισμῶν πέθανε τελικά ἀπό πείνα μέσα στή φυλακή (Ἰανουάριος τοῦ 1943) ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού εἶχε ἐξασφαλίσει τή διατροφή ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Μετά τή γενική καταδίκη τῶν νόμων τῆς κληρονομικότητας τοῦ Μέντελ καί τῆς γενετικῆς τόν Αὔγουστο τοῦ 1948 στήν Σοβιετική Ἀκαδημία τῶν Γεωργικῶν Ἐπιστημῶν ὁ Lyssenko μέ τούς συνεργάτες του κατάφερε νά «καθαρίσει» ὅλα τά πανεπιστήμια καί ἐργαστήρια τῆς χώρας ἀπό κάθε στοιχεῖο ἀντίθετο στήν ἐπίσημη κρατική ἰδεολογία τοῦ λαμαρκισμοῦ καί δαρβινισμοῦ, μέ ἀποτέλεσμα ἡ σοβιετική ἀγροτική οἰκονομία νά παραμείνει δεκαετίες πίσω ἀπό ἐκείνη τῆς Δύσης. Ἀλλά καί στόν δυτικό κόσμο βρῆκε ἀπήχηση αὐτή ἡ ἰδεολογική τοποθέτηση τῆς σοβιετικῆς πολιτικῆς. Χαρακτηριστικό δεῖγμα εἶναι τό ποίημα τοῦ πολύ γνωστοῦ Γερμανοῦ δραματουργοῦ καί λυρικοῦ Μπέρτολτ Μπρέχτ μέ τίτλο «Die Erziehung der Hirse (Ἡ ἀνατροφή τοῦ κεχριοῦ 1950)», στό ὁποῖο δοξάζει τίς πεποιθήσεις τοῦ Λαμάρκ καί τοῦ Δαρβίνου γιά τήν κληρονομικότητα ὡς μεγάλες ἐφευρέσεις καί τόν Στάλιν ὡς μεγάλο ἡγέτη τῆς συγκομιδῆς καρπῶν γιά τό λαό τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης. Ἔχοντας βέβαια ὑπ’ ὄψη μας τά ἑκατομμύρια θύματα καί τίς ἐκτελέσεις τῶν πραγματικῶν ἐπιστημόνων βιολόγων καί γενετιστῶν τῆς τότε Σοβιετικῆς Ἕνωσης στό ὄνομα τοῦ λαμαρκισμοῦ καί δαρβινισμοῦ, τό ποίημα αὐτό ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό ὑπόδειγμα τοῦ κυνισμοῦ, πού βλέπουμε νά ἐπικρατεῖ ὅλο καί περισσότερο στήν ἐποχή μας.

Λέων Μπράνγκ

Δρ. Θεολογίας

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 192-193

Αὔγουστος-Σεπτέμβριος 2018