ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ!

E.E.188 DK 1

 ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ!

Παρατηρῶντας κανείς ὅσα ἔχουν συμβεῖ στήν πατρίδα μας, ἀπό τήν περίοδο τῆς ὀνομαζόμενης Μεταπολίτευσης καί μετά, νομίζω εὔκολα διαπιστώνει ὅτι ὅλο τό κοινωνικό γίγνεσθαι, δηλαδή ἡ μορφή καί τά χαρακτηριστικά τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας, ὅπως ἔχουν διαμορφωθεῖ σήμερα, παρουσιάζουν ριζικές καί ραγδαῖες μεταβολές, σέ σχέση μέ τήν ἀντίστοιχη εἰκόνα τῶν χρόνων τῆς «ἀθωότητας» πού προηγοῦνται τῆς δεκαετίας τοῦ 1970.

Σήμερα, αὐτοί πού κατοικοῦν ἐδῶ, δέν ἔχουν μεταξύ τους τήν ἴδια καταγωγή, ὅπως συντριπτικά συνέβαινε μέχρι 25 χρόνια πρίν, μέχρι τότε, δηλαδή, πού στήν Ἑλληνική ἐπικράτεια ζοῦσαν ὅσοι προγονικά διαβιοῦσαν σέ τοῦτον τόν τόπο, μαζί μέ ὅσους Ἕλληνες εἶχαν ἐπιστρέψει στόν μητροπολιτικό τους χῶρο, καταδιωκόμενοι ἀπό τόν κίνδυνο τοῦ ἀφανισμοῦ, ἀφήνοντας πίσω τους ἀλησμόνητες Ἑλληνικές πατρίδες.

Ἡ ἔννοια τοῦ Ἔθνους εἶναι πλέον ρευστή καί ἔχει ἐνοχοποιηθεῖ ἀκόμη καί σάν ἔκφραση, ὥστε νά πρέπει νά αἰσθάνεται ντροπή κανείς ὅταν δηλώνει ὅτι νοιώθει Ἕλληνας, ὅτι εἶναι πατριώτης, ὅτι ἔχει δικαίωμα αὐτοπροσδιορισμοῦ ἤ ὅτι διεκδικεῖ τήν ἰδιοπροσωπεία του. Ἡ ἀγάπη γιά τά ὅσια καί τά ἱερά ἔχει σχεδόν εὐτελισθεῖ, τά ἀγόρια μας πού κάποτε πανηγύριζαν πρίν καταταγοῦν στό στρατό, σήμερα μᾶλλον τρομοκρατοῦνται ἀπό τήν σκέψη ὅτι πρέπει νά προσφέρουν τήν ὑπηρεσία τους στήν Πατρίδα.

Στή συγγραφή καί τή διδασκαλία τῆς Ἱστορίας τείνει νά ἐπικρατήσει μιά ἔντονη τάση ἀναθεωρητισμοῦ πρός τό οὐδέτερο καί ἄνευρο τοῦ χαρακτῆρα της, ὑποκινούμενη ἀπό ἕνα μέρος τῆς διανόησης πού δύσκολα πείθει ὅτι ὁδηγεῖται μόνο ἀπό ἐπιστημονικά κίνητρα καί μᾶλλον ἀφήνει σοβαρές ὑποψίες ὅτι πρακτορεύει ξένα συμφέροντα.

Ἡ γλῶσσα παραφθάρηκε, ἔφυγαν τά πνεύματα καί οἱ τόνοι ἔγιναν ἕνας, θυσία στό βωμό τῆς δῆθεν μαθησιακῆς εὐκολίας. Ἀκόμη καί αὐτός ὁ ἐναπομείνας τόνος ἀπειλεῖται ἀπό τήν καταιγιστική πλημμυρίδα τῆς ἀτονικῆς γραφῆς πού ἐξυπηρετεῖ καλύτερα τίς ἀνάγκες τῶν νέων γιά ἀστραπιαία ἀποκρισιμότητα στά μηνύματα τῶν φίλων διά τῶν μέσων ἠλεκτρονικῆς ἐπικοινωνίας. Οἱ νέοι μας, παρ’ ὅτι ἐξυπνότεροι μέ διαφορά, ἀπό τούς παλαιότερους, ἔχουν σημαντικά περιορισμένο λεξιλόγιο, ἀγνοοῦν τήν καλλιγραφία καί εἶναι κατά βάση ἀνορθόγραφοι.

Τά ἔθιμα, δεῖγμα τῆς πολιτισμικῆς μας συνέχειας χάνονται, οἱ Ἕλληνες ξέχασαμε τίς ὡραῖες συνήθειες τοῦ ἱστορικοῦ τους παρελθόντος, δέν τραγουδοῦμε πιά οὔτε χορεύουμε πιασμένοι ὅλοι μαζί ὅπως προαιώνια ἔκαναν οἱ πρόγονοί μας, δέν θέλουμε νά ἔχουμε συγγενεῖς, ἀλλά μᾶλλον προτιμοῦμε τούς φίλους, ἔχουμε περιορίσει τήν ἐπικοινωνία μας μέ τούς πλησίον καί χάσαμε τό φιλότιμο, ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό της φυλῆς μας. Τό σπουδαιότερο, πάψαμε νά δημιουργοῦμε παράδοση.

Ἀμφιβάλλουμε ἀκόμη καί γιά τόν Θεό μας. Ἀπέχουμε ἀπό τή Λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί πορευόμαστε τό δρόμο τῆς ζωῆς ἐντελῶς ἀκατήχητοι. Χάσαμε τήν αἴσθηση τοῦ μέτρου καί τήν ἐγκράτεια παραδομένοι στήν ἀφθονία τῶν ἀπολαύσεων πού ἱκανοποιοῦν τήν κοιλιά καί τό ὑπογάστριό μας. Γιά πρώτη φορά στήν Ἱστορία, σέ συνθῆκες εἰρήνης, οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες ἐπιτίθενται μέ καταστρεπτική μανία στίς Ἐκκλησιές τους.

Οἱ δημογραφικοί δεῖκτες, ἀνησυχητικοί. Γίναμε ἕνα λαός στήν πλειοψηφία του γηρασμένος, μέ πληθυσμό πού πεθαίνει γεωμετρικῶς χωρίς οἱ γεννήσεις νά μποροῦν ἔστω νά ἀναπληρώσουν τίς ἀπώλειες. Ἡ ὄρεξη γιά τόν εὐλογημένο γάμο, γιά σπίτι, οἰκογένεια, προκοπή ἔχει ξεθυμάνει στούς νέους μας.

Ἀναστήματα πουθενά. Ποῦ νά προστρέξει ὁ λαός; Ἐκκλησία, πολιτικός κόσμος, διανόηση, στρατιωτική ἡγεσία, δικαιοσύνη; Σχεδόν παντοῦ μετριότητες πού χρωστοῦν γιά τή θέση τήν ὁποία κατέχουν. Ὅλοι πρόθυμοι νά συνεργαστοῦν μέ τούς δυνατούς τῆς ἡμέρας, ἀδιάφοροι γιά τό κόστος πού ἐπωμίζονται οἱ πολίτες.

Συνέβησαν τυχαῖα, ἄ­ρα­γε, ὅλα αὐτά στό δημόσιο βί­ο τῶν Ἑλλήνων; Πιθα­νῶς, ὄν­­τως αὐτά νά εἶναι τά ἀποτε­λέ­σματα τῆς μετάβασης ἀπό τή ζωή στό χωριό σέ συνθῆκες ἀστικοῦ βίου καί ἑπομένως συ­νέ­βησαν ὡς συνέπειες τῆς προ­ό­δου καί τῆς ἀλλαγῆς τοῦ lifestyle. Ὅπως ὅλοι οἱ λαοί, εἴμαστε καί οἱ Ἕλληνες θύματα τῆς παγκοσμιοποίησης. Σί­γουρα οἱ ἐπαΐοντeς τῶν Kοινωνικῶν Ἐπιστημῶν μποροῦν νά ἑρμηνεύσουν τό φαινόμενο.

Μποροῦμε ὅμως νά δοῦ­με καί μιά ἄλλη ἐκδοχή, παρ’ ὅτι μπορεῖ νά φανεῖ ὅτι καλπάζει ἡ φαντασία μας! Μπορεῖ, λοιπόν, αὐτά νά μήν συνέβησαν τυχαῖα, ἀλλά ἴσως ἔγιναν στό πλαίσιο τῶν ἀλλαγῶν πού συζητοῦν οἱ ἰσχυροί τοῦ κόσμου, στίς συναντήσεις τους, πού πραγματοποιοῦνται κατά καιρούς. Βλέπετε, ἔρχονται στή σκέψη μας καί ὅσα λέγεται ὅτι εἰπώθηκαν, περί τό 1973, ἀπό τό στόμα τοῦ Henry Kissinger, τότε Ὑπουργοῦ τῶν Ἐξωτερικῶν τῶν ΗΠΑ ὅτι, δηλαδή οἱ Ἕλληνες εἶναι ἕνας ἀνυπότακτος λαός καί γιά νά ἐλέγχονται ἔπρεπε νά ἀλλοιωθοῦν ἡ γλῶσσα, ἡ Ἱστορία, τά ἤθη, οἱ ἀξίες καί οἱ παραδόσεις τους. Γιά τό ἄν, πραγματικά, ἔκανε τήν περίφημη αὐτή δήλωση, ὁ σημαίνων αὐτός παράγων καί ποιά ἦταν τά ἀκριβῆ λόγια του, ἔχει γίνει πολλή συζήτηση, ὀφείλω ὅμως νά ὁμολογήσω τό γεγονός ὅτι, ἐγώ ὁ ἴδιος ὑπῆρξα αὐτήκοος μάρτυς τῆς ἀφήγησης ἑνός ἀπό τά σπουδαιότερα καί σεβασμιότερα πρόσωπα τῆς Ἑλληνικῆς διανόησης, ὅταν ἐδῶ καί χρόνια ἀνέφερε πώς εὑρισκόμενος στή Γερμανία ἐκείνη τήν ἐποχή, γιά μεταπτυχιακές σπουδές, θυμᾶται ζωηρά πώς ἄκουσε στό ραδιόφωνο ἀπό τόν Παῦλο Μπακογιάννη νά ἀναφέρει τήν εἴδηση στό Ἑλληνικό πρόγραμμα τῆς Deutche Welle.

Ἄν ὑποθέσουμε, λοιπόν, ὅτι ὄντως αὐτές οἱ μεταβολές πού συνέβησαν τόσο ραγδαῖα στήν Ἑλληνική Κοινωνία δέν ἦταν καί τόσο τυχαῖες, ὀφείλουμε νά ὁμολογήσουμε ὅτι τό πρᾶγμα ἦταν τελικά πολύ εὔκολο. Σέ λιγότερο ἀπό σαράντα χρόνια οἱ Ἕλληνες φαίνεται ὅτι ἀποδυθήκαμε σέ μιά προσπάθεια, χωρίς μέτρο, νά ἀποποιηθοῦμε στοιχεῖα τῆς ἰδιοπροσωπεία μας πού ἄντεξαν γιά αἰῶνες ἀκόμη καί σέ συνθῆκες σκλαβιᾶς. Φθάσαμε ἐσχάτως, ἀκόμη καί στό σημεῖο νά ἀμφιβάλλουμε γιά τήν Ἑλληνικότητα μιᾶς ἀπό τίς σπουδαιότερες κοιτίδες τοῦ πολιτισμοῦ μας, τοῦ εἶναι μας, τῆς Μακεδονίας. Φάνηκε ἀπό τήν ἔκβαση τῶν πραγμάτων ὅτι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες δέν προβάλλαμε ἰδιαίτερη ἀντίσταση στόν καταιγισμό τῶν ἀλλαγῶν πού ἐπιχειρήθηκαν στόν κοινωνικό μας ἱστό.

Ποιά ἦταν ὅμως ἡ μέθοδος, πού ἐνδεχομένως ἐφαρμόσθηκε γιά νά πετύχει τό ἐγχείρημα; Παλιά καί πετυχημένη ἡ συνταγή, ὁ εὐδαιμονισμός καί ὁ τρυφηλός βίος. Δόθηκε ἁπλᾶ ἔμφαση στήν ἀπολύτως φυσική τάση τοῦ ἀνθρώπου γιά ἐξασφάλιση ὑλικῆς εὐημερίας, ἄνεσης, ἀφθονίας ἀγαθῶν καί προσωπικοῦ πλούτου ὡς αὐτοσκοποῦ. Καλοπέραση χωρίς ὅρια, μέ ἁπλᾶ λόγια. Ἔλεγε μέ πόνο ἕνας ἁπλός ἀλλά σπουδαῖος Βορειοηπειρώτης πού ἦλθε στήν πατρίδα, λίγο καιρό πρίν ἀνοίξουν τά σύνορα, περί τό 1990, μέ κίνδυνο γιά τή ζωή του: «Ἀλλοιῶς ἦταν ἡ Ἑλλάδα πού περιμέναμε!». Πῶς ξεγελάστηκε αὐτός ὁ λαός, πού χαρακτηρίζεται γιά τή δεινότητά του στά

E.E.188 DK 2μαθηματικά, ὅτι μπορεῖ νά ξοδεύει περισσότερα ἀπό ὅσα παράγει ἤ ὅτι μπορεῖ νά ἀπολαμβάνει χωρίς νά κοπιάζεις; Πῶς ξέχασε ὅτι «οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνο ζήσεται ἄνθρωπος»; Ὁ τρυφηλός, δηλαδή ὁ μαλθακός καί ἡδυπαθής βίος, αὐτός πού χαρακτηρίζεται ἀπό ἀνέσεις, ἀπολαύσεις καί σαρκικές ἡδονές δέν ἦταν ποτέ χαρακτηριστικό τῆς φυλῆς. Φτώχεια, ἀκτημοσύνη, μόχθος, ἱδρώτας, αἴσθηση μέτρου ἦταν τά στοιχεῖα τοῦ βίου τῶν Ἑλλήνων ὅλων τῶν αἰώνων. Ὁ δανεισμός, πού ἦταν ἀπαραίτητος γιά τήν ἐπίπλαστη αὔξηση τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου τῶν πολιτῶν, ὑπῆρξε δυσανάλογος σέ σχέση μέ τίς οἰκονομικές ἐπιδόσεις τοῦ Κράτους καί ὁδήγησε τελικά στήν ἐκτόξευση τῶν χρεῶν τῆς Χώρας σέ μεγέθη πού καθιστοῦν τήν ἀποπληρωμή τους μαθηματικά ἀδύνατη καί μέ πρόσχημα τά χρέη αὐτά, κατεστάλη κάθε ἀντίσταση στήν ἄνευ ὅρων ἀποξήλωση καί τῶν τελευταίων στοιχείων τῆς ἰδοπροσωπείας μας, πού ἀπροσχημάτιστα μᾶς ὑποδεικνύονται πλέον.

Γιά νά πετύχει, ὅμως, ἡ μέθοδος μᾶλλον ἦταν ἀπαραίτητο καί κάτι ἄλλο. Ἐκμαυλίσθηκαν οἱ «φύλακες», αὐτοί, δηλαδή, πού στήν Πολιτεία, πού ἔπλασε σέ ἐκεῖνον τό διάλογο μέ τούς μαθητές του ὁ Σωκράτης, εἶχε ἀναθέσει τόν μέγιστο ρόλο τῆς ἀσφάλειας, τῆς προστασίας καί τῆς ὑπεράσπισης αὐτῶν πού λογίζονται ὡς ἡ περιουσία τῆς «πόλεως», τῆς Πολιτείας δηλαδή. Παρασύρθηκαν αὐτοί στή διαφθορά, ἐξαγοράσθηκαν συνειδήσεις, πρόταξαν τό ἴδιον ὄφελον ἀντί αὐτοῦ τοῦ συνόλου, ὑπῆρξαν ἀγνώμονες τῆς τιμῆς μέ τήν ὁποία τούς ἐπιδαψίλευε πλουσιοπάροχα ὁ λαός ὅλα αὐτά τά χρόνια. Χωρίς τή συνέργειά τους δέν θά ἦταν ἐφικτή ἡ ὑλοποίηση ἑνός τέτοιου σκοποῦ. Βρέθηκαν, φαίνεται πολλοί πρόθυμοι νά συνεργαστοῦν.

Καλές οἱ διαπιστώσεις. Ὅ,τι ἔγινε, ἔγινε. Πῶς, ὅμως, θά διορθωθεῖ ἡ κατάσταση; Δυστυχῶς νομίζω μόνο μέ θαῦμα, τό ὁποῖο δέν θά ἔρχεται ὅσο δέν τό ζητᾶμε1. Γίνονται ὅμως τέτοια θαύματα; Γιατί ὄχι, ἐδῶ ἄνοιξε ἡ Ἐρυθρά Θάλασσα γιά νά περάσει ὁ Ἰσραηλιτικός λαός. Τί χρειάζεται λοιπόν; Νά μετανοήσει ὁ λαός!

Ὅπως ἔλεγε σέ μιά συζήτηση, ἕνας Ἁγιορείτης γέρων, «Ἄν μετανοήσει ὁ λαός, ἡ ὑπόθεση εἶναι δυό, τρεῖς μέρες γιά τόν Θεό». Ἀπό ἐμᾶς ἐξαρτᾶται.

Δημήτριος Κοσκινιώτης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» - Ἀρ. Φύλλου 188

Ἔτος 2018

 

  1. Μπορεῖ νά τό ζητᾶμε, ἀλλά αὐτό δέν ἔρχεται ἐφ’ ὅσον τό αἴτημα δέν εἶναι ἀποτέλεσμα αὐτομεμψίας καί προσευχῆς, καθ’ ὅσον λέγεται στή Γραφή: «Αἰτεῖσθε καί οὐ λαμβάνετε, ὅτι κακῶς αἰτεῖσθε».