ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΙΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ
Ἡ Ὁλοµέλεια τοῦ Συµβουλίου τῆς Ἐπικρατείας (στό ἑξῆς: ΣτΕ) ἔκρινε ἀντισυνταγµατική τήν ἀπόφαση τοῦ Ὑφυπουργοῦ Ἀνάπτυξης καί Ἀνταγωνιστικότητας, πού ἐπέτρεπε τή λειτουργία τῶν ἐµπορικῶν καταστηµάτων ὅλες τίς Κυριακές τοῦ ἔτους, σέ τρεῖς περιφέρειες καί εἰδικότερα σέ ὀκτώ τουριστικές περιοχές τῆς χώρας.
Ἀναλυτικότερα, οἱ παράγραφοι 1 καί 2 τοῦ ἄρθρου 16 τοῦ νόµου 4177/ 2013, ὅπως ἰσχύουν σήµερα, προβλέπουν τά ἀκόλουθα:
«1. Ἐπιτρέπεται προαιρετικά ἡ λειτουργία τῶν ἐµπορικῶν καταστηµάτων τίς ἑξῆς Κυριακές:
α) Τήν πρώτη Κυριακή κατά τήν ἔναρξη ἑκάστης τακτικῆς ἐκπτωτικῆς περιόδου τῆς παραγράφου 1 τοῦ ἄρθρου 15 τοῦ παρόντος νόµου. Σέ περίπτωση πού ἡ πρώτη Κυριακή συµπίπτει µέ ἐπίσηµη ἀργία, ἡ δυνατότητα µετατίθεται τήν ἑπόµενη Κυριακή».
β) Τίς δύο (2) Κυριακές πρίν ἀπό τήν ἡµέρα τῶν Χριστουγέννων.
γ) Τήν Κυριακή τῶν Βαΐων.
δ) Τήν τελευταία Κυριακή κάθε ἔτους.
ε) Δύο Κυριακές κατά τή διάρκεια τῶν ἐνδιάµεσων ἐκπτωτικῶν περιόδων, πού καθορίζονται µέ ἀπόφαση τοῦ οἰκείου Ἀντιπεριφερειάρχη σύµφωνα µέ τήν περίπτωση β΄ τῆς παραγράφου 1 τοῦ ἄρθρου 15 τοῦ παρόντος. Στίς περιφερειακές ἑνότητες στίς ὁποῖες ἡ ὡς ἄνω ἀπόφαση δέν ἔχει ἐκδοθεῖ, ἐπιτρέπεται ἡ λειτουργία τῶν ἐµπορικῶν καταστηµάτων τήν πρώτη Κυριακή τοῦ Μαΐου καί τήν πρώτη Κυριακή τοῦ Νοεµβρίου. Σέ περίπτωση πού ἡ πρώτη Κυριακή συµπίπτει µέ ἐπίσηµη ἀργία, ἡ δυνατότητα µετατίθεται τήν ἑπόµενη Κυριακή.
- Μέ αἰτιολογηµένη ἀπόφαση τοῦ κατά τόπον ἁρµόδιου Ἀντιπεριφερειάρχη, ἡ ὁποία ἐκδίδεται ἐντός διαστήµατος τριῶν (3) µηνῶν ἀπό τήν ἔναρξη ἰσχύος τοῦ παρόντος, ὁρίζονται οἱ περιοχές, στίς ὁποῖες ἐπιτρέπεται προαιρετικά ἡ λειτουργία τῶν ἐµπορικῶν καταστηµάτων καί ἄλλες Κυριακές, πλήν τῶν ἀναφεροµένων στήν παράγραφο 1 λαµβανοµένων ὑπόψη τῶν τοπικῶν ἰδιαιτεροτήτων, ὑπό τίς ἑξῆς προϋποθέσεις:
α) τά ἐµπορικά καταστήµατα νά ἔχουν συνολική ἐπιφάνεια ἐµβαδοῦ, ὅπως αὐτό ἀναγράφεται στό λογαριασµό παροχῆς ἠλεκτρικοῦ ρεύµατος, µέχρι διακόσια πενῆντα (250) τετραγωνικά µέτρα,
β) νά µήν ἀνήκουν ὑπό ὁποιαδήποτε νοµική σχέση σέ ἁλυσίδα καταστηµάτων, ἑξαιρουµένων τῶν περιπτώσεων συµβάσεων δικαιόχρησης (franchise),
γ) νά µήν λειτουργοῦν µέ συµφωνίες συνεργασίας τύπου «κατάστηµα ἐντός καταστήµατος» («shops-in-a-shop») καί νά µήν βρίσκονται σέ ἐκπτωτικά καταστήµατα («outlet»), ἐµπορικά κέντρα ἤ ἐκπτωτικά χωριά. Ἐφόσον ἡ προθεσµία τῶν τριῶν (3) µηνῶν τοῦ προηγούµενου ἐδαφίου παρέλθει ἄπρακτη, ὁ Ἀντιπεριφερειάρχης ὑπέχει πειθαρχική εὐθύνη σύµφωνα µέ τά ἄρθρα 233 καί 234 τοῦ ν. 3852/2010 (Α΄ 87).
Ἡ ἀπόφαση τοῦ Ἀντιπεριφερειάρχη δύναται νά ἀναθεωρεῖται ἐτησίως, µέ ἀπόφαση πού ἐκδίδεται κατά τό µῆνα Ἰανουάριο καί πρώτη ἐφαρµογή τόν Ἰανουάριο τοῦ 2015. Ἐάν δέν ἐκδοθεῖ ἡ ἀπόφαση, ἰσχύει ἡ προηγούµενη ρύθµιση».
Ἡ δέ παράγραφος 5 τοῦ ἄρθρου 16 τοῦ ἴδιου ὡς ἄνω νόµου, ὅπως αὐτή προστέθηκε µέ τό πρῶτο ἄρθρο τοῦ νόµου 4254/2014 ὁρίζει τά ἑξῆς:
«5. Μέ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἀνάπτυξης καί Ἀνταγωνιστικότητας πού ἐκδίδεται µετά ἀπό διαβούλευση µέ τοπικούς καί συλλογικούς φορεῖς ὁρίζονται τρεῖς (3) τουριστικές περιοχές, ὅπου ἐπιτρέπεται πιλοτικά γιά ἕνα (1) ἔτος ἡ προαιρετική λειτουργία τῶν ἐµπορικῶν καταστηµάτων καί τίς ὑπόλοιπες Κυριακές, πέραν τῶν ἀναφεροµένων στήν παράγραφο 1 τοῦ παρόντος χωρίς τή συνδροµή τῶν προϋποθέσεων πού ἀναφέρονται στήν παράγραφο 2 τοῦ παρόντος καί χωρίς νά ἀπαιτεῖται ἀπόφαση τοῦ Ἀντιπεριφερειάρχη. Μέ ὅµοια ἀπόφαση µπορεῖ νά ὁρίζεται ὁ φορέας παρακολούθησης τῆς δράσης γιά τήν ἐξαγωγή συγκριτικῶν συµπερασµάτων καί κάθε ἄλλη λεπτοµέρεια.»
Κατ’ ἐπίκληση τῆς ἀνωτέρω ἐξουσιοδοτικῆς διατάξεως τοῦ ἄρθρου 16 παράγραφος 5 τοῦ ν. 4177/2013, ἐκδόθηκε ἡ ὑπ’ ἀριθµόν Κ1-1119/ 7.7.2014 ἀπόφαση τοῦ Ὑφυπουργοῦ Ἀνάπτυξης καί Ἀνταγωνιστικότητας, µέ τήν ὁποία ἐπετράπη πιλοτικά γιά ἕνα χρόνο ἡ προαιρετική λειτουργία τῶν ἐµπορικῶν καταστηµάτων καί τίς ὑπόλοιπες Κυριακές, πέραν τῶν ἀναφεροµένων στήν ἀνωτέρω παρ. 1 τοῦ ἄρθρ. 16 τοῦ Ν. 4177/2013, στίς ἑξῆς τρεῖς Περιφέρειες:
«(…)1. Περιφέρεια Ἀττικῆς καί εἰδικότερα: (α) Ἱστορικό κέντρο Δήµου Ἀθηναίων, ὅπως αὐτό προσδιορίζεται καί ὁριοθετεῖται ἀπό τό Π.Δ. 21.9/13.10.1979 (ΦΕΚ Δ΄ 567) ὅπως ἰσχύει. (β) Δῆµος Ραφήνας-Πικερµίου.
- Περιφέρεια Κεντρικῆς Μακεδονίας καί εἰδικότερα:
(α) Ἱστορικό κέντρο Δήµου Θεσσαλονίκης, ὅπως αὐτό προσδιορίζεται καί ὁριοθετεῖται ἀπό τήν Υ.Α. ΥΠΠΟ/ ΔΙΛΑΠ/Γ/3046/51009/14.10.1994 (ΦΕΚ Β΄ 833). (β) Περιφερειακή ἑνότητα Χαλκιδικής.
- Περιφέρεια Νοτίου Αἰγαίου καί εἰδικότερα:
(α) Δῆµος Ρόδου (β) Δῆµος Κῶ (γ) Δῆµος Σύρου-Ἐρµούπολης (δ) Δῆµος Μυκόνου (ε) Δῆµος Θήρας».
Στή συνέχεια προσέφυγαν στό ΣτΕ ἡ Ἐθνική Συνοµοσπονδία Ἑλληνικοῦ Ἐµπορίου, ἡ Γενική Συνοµοσπονδία Ἐπαγγελµατιῶν-Βιοτεχνῶν-Ἐµπόρων Ἑλλάδος, ἡ Ὁµοσπονδία Ἰδιωτικῶν Ὑπαλλήλων Ἑλλάδος, ὁ Ἐµπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης καί 20 καταστηµατάρχες καί ἔµποροι καί αἰτήθηκαν νά ἀκυρωθεῖ ὡς ἀντισυνταγµατική καί παράνοµη ἡ ἐπίµαχη Ὑπουργική Ἀπόφαση.
Παράλληλα, παρέµβαση ὑπέρ τῆς ἐφαρµογῆς τῆς Ὑπουργικῆς Ἀπόφασης, ἔκαναν στό ΣτΕ οἱ: 1) Σύνδεσµος Ἐπιχειρήσεων καί Βιοµηχανιῶν (ΣΕΒ) 2) Σύνδεσµος Ἑλληνικῶν Τουριστικῶν Ἐπιχειρήσεων 3) Σύνδεσµος Ἐπιχειρήσεων Λιανικῆς Πώλησης Ἑλλάδος καί 4) Ἐπιτροπή Ἀνταγωνισµοῦ. Ἡ Ἐπιτροπή Ἀνταγωνισµοῦ µάλιστα, ἐκπροσωπήθηκε ἐνώπιον τοῦ ΣτΕ διά τοῦ πληρεξουσίου δικηγόρου καί Καθηγητή Συνταγµατικοῦ Δικαίου καί Δικαίου τῶν Ἀνθρώπινων Δικαιωµάτων στή Νοµική Σχολή Ἀθηνῶν, Φίλιππου Σπυρόπουλου, ὁ ὁποῖος συµµετεῖχε στή συγγραφική ὁµάδα τοῦ «Καινοτόµου Συντάγµατος γιά τήν Ἑλλάδα», ἑνός σχεδίου Συνταγµατικῆς Ἀναθεώρησης, µέ τό ὁποῖο ἐπιδιώκεται, ὅπως σηµειώσαµε σέ προηγούµενο τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ µας, ὁ ἀποχριστιανισµός τῆς Πατρίδας µας καί ἡ θεσµική ὑποβάθµιση τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.
Ἡ ὑπόθεση παραπέµφθηκε στήν Ὁλοµέλεια τοῦ ΣτΕ λόγῳ τῆς µείζονος σπουδαιότητάς της κατ’ ἐφαρµογή τῆς διάταξης τοῦ ἄρθρου 14 παράγραφος 2 ἐδάφιο α’ τοῦ Προεδρικοῦ Διατάγµατος 18/1989.
Ἡ Ὁλοµέλεια τοῦ ΣτΕ ἐξέδωσε σχετικά τήν ἀπόφαση ὑπ’ ἀριθµόν 100/2017, στήν ὁποία ἀναφέρει µεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς: «9. Ἐπειδή τό Σύνταγµα ὁρίζει στό ἄρθρο 2 ὅτι: «1. Ὁ σεβασµός καί ἡ προστασία τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελοῦν τήν πρωταρχική ὑποχρέωση τῆς Πολιτείας. 2. … », στό ἄρθρο 4 ὅτι: «1. Οἱ Ἕλληνες εἶναι ἴσοι ἐνώπιον τοῦ νόµου. 2. … », στό ἄρθρο 5 ὅτι: «1. Καθένας ἔχει δικαίωµα νά ἀναπτύσσει ἐλεύθερα τήν προσωπικότητά του καί νά συµµετέχει στήν κοινωνική, οἰκονοµική καί πολιτική ζωή τῆς Χώρας, ἐφόσον δέν προσβάλλει τά δικαιώµατα τῶν ἄλλων καί δέν παραβιάζει τό Σύνταγµα ἤ τά χρηστά ἤθη. 2. …», στό ἄρθρο 21 ὅτι: «1. Ἡ οἰκογένεια, ὡς θεµέλιο τῆς συντήρησης καί προαγωγῆς τοῦ Ἔθνους, καθώς καί ὁ γάµος, ἡ µητρότητα καί ἡ παιδική ἡλικία τελοῦν ὑπό τήν προστασία τοῦ Κράτους. 2. … 3. Τό Κράτος µεριµνᾶ γιά τήν ὑγεία τῶν πολιτῶν… », στό ἄρθρο 22 ὅτι: «1. Ἡ ἐργασία ἀποτελεῖ δικαίωµα καί προστατεύεται ἀπό τό Κράτος, πού µεριµνᾶ γιά τή δηµιουργία συνθηκῶν ἀπασχόλησης ὅλων τῶν πολιτῶν καί γιά τήν ἠθική καί ὑλική ἐξύψωση τοῦ ἐργαζόµενου ἀγροτικοῦ καί ἀστικοῦ πληθυσµοῦ. … 2. … », στό ἄρθρο 25 ὅτι: «1. Τά δικαιώµατα τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἀτόµου καί ὡς µέλους τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου καί ἡ ἀρχή τοῦ κοινωνικοῦ κράτους δικαίου τελοῦν ὑπό τήν ἐγγύηση τοῦ Κράτους. Ὅλα τά κρατικά ὄργανα ὑποχρεοῦνται νά διασφαλίζουν τήν ἀνεµπόδιστη καί ἀποτελεσµατική ἄσκησή τους. Τά δικαιώµατα αὐτά ἰσχύουν καί στίς σχέσεις µεταξύ ἰδιωτῶν στίς ὁποῖες προσιδιάζουν. Οἱ κάθε εἴδους περιορισµοί πού µποροῦν κατά τό Σύνταγµα νά ἐπιβληθοῦν στά δικαιώµατα αὐτά πρέπει νά προβλέπονται εἴτε ἀπευθείας ἀπό τό Σύνταγµα εἴτε ἀπό τό νόµο, ἐφόσον ὑπάρχει ἐπιφύλαξη ὑπέρ αὐτοῦ καί νά σέβονται τήν ἀρχή τῆς ἀναλογικότητας» καί στό ἄρθρο 106 ὅτι: «1. Γιά τήν ἑδραίωση τῆς κοινωνικῆς εἰρήνης καί τήν προστασία τοῦ γενικοῦ συµφέροντος τό Κράτος προγραµµατίζει καί συντονίζει τήν οἰκονοµική δραστηριότητα στή Χώρα, ἐπιδιώκοντας νά ἐξασφαλίσει τήν οἰκονοµική ἀνάπτυξη ὅλων τῶν τοµέων τῆς ἐθνικῆς οἰκονοµίας. Λαµβάνει τά ἐπιβαλλόµενα µέτρα γιά τήν ἀξιοποίηση τῶν πηγῶν τοῦ ἐθνικοῦ πλούτου, ἀπό τήν ἀτµόσφαιρα καί τά ὑπόγεια ἤ ὑποθαλάσσια κοιτάσµατα, γιά τήν προώθηση τῆς περιφερειακῆς ἀνάπτυξης καί τήν προαγωγή ἰδίως τῆς οἰκονοµίας τῶν ὀρεινῶν, νησιωτικῶν καί παραµεθόριων περιοχῶν. 2. Ἡ ἰδιωτική οἰκονοµική πρωτοβουλία δέν ἐπιτρέπεται νά ἀναπτύσσεται σέ βάρος τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας ἤ πρός βλάβη τῆς ἐθνικῆς οἰκονοµίας. 3. … ».
- Ἐπειδή ἀπό τίς προπαρατεθεῖσες διατάξεις, ἐν συνδυασµῶ ἑρµηνευόµενες, προκύπτουν τά ἀκόλουθα: Τό Σύνταγµα ἀναγνωρίζει τόν ἄνθρωπο ὡς ὑπέρτατη ἀξία, χάριν τῆς ὁποίας ὑφίσταται καί ὀργανώνεται ἡ ἔννοµη τάξη, θεσπίζει δέ τά ἐπί µέρους ἀτοµικά καί κοινωνικά δικαιώµατα γιά τήν διασφάλιση τῆς ἐπί ἴσοις ὅροις ἐλεύθερης ἀναπτύξεως τῆς προσωπικότητας ἑκάστου καί τήν ἀπόλαυση τῶν ἐννόµων ἀγαθῶν πού ἀντιστοιχοῦν στό περιεχόµενο τῶν δικαιωµάτων αὐτῶν (ΣτΕ 867/1988 Ὁλοµέλεια). Στό πλαίσιο τοῦ χαρακτήρα αὐτοῦ τοῦ Συντάγµατος κατοχυρώνεται γιά τούς πάσης φύσεως ἐργαζοµένους καί ἀπασχολουµένους (ἐξηρτηµένα ἤ ἀνεξάρτητα ἐργαζόµενους, ἐλεύθερους ἐπαγγελµατίες κ.λπ.) τό δικαίωµα τοῦ ἐλευθέρου χρόνου καί τῆς ἀπολαύσεώς του, ἀτοµικά καί ἀπό κοινοῦ µέ τήν οἰκογένειά τους, ὡς τακτικό διάλειµµα τῆς ἑβδοµαδιαίας ἐργασίας. Τό δικαίωµα αὐτό ὑπηρετεῖ τήν ὑγεία καί τήν ὁµαλή ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότητας, µέ τήν φυσική καί ψυχική ἀνανέωση πού προσφέρει ἡ τακτική ἀργία στόν ἐργαζόµενο ἄνθρωπο ἐντός τῆς κάθε ἑβδοµάδας ἐργασίας (ἄρθρα 5 παράγραφος 1, 21 παράγραφος 3 τοῦ Συντάγµατος). Συναφῶς δέ, προσφέρει καί τήν δυνατότητα ὀργανώσεως τῆς κοινωνικῆς καί οἰκογενειακῆς ζωῆς του, θέµατα γιά τά ὁποῖα ἐπίσης µεριµνᾶ τό Σύνταγµα (ἄρθρο 21 παράγραφος 3). Περαιτέρω, τό ἀναφερθέν δικαίωµα προσλαµβάνει πρακτική ἀξία γιά τούς ἐργαζοµένους ὅταν αὐτοί δύνανται, µόνοι ἤ ἀπό κοινοῦ µέ τήν οἰκογένειά τους, νά µετέχουν στήν συλλογική ἀνάπαυλα µιᾶς κοινῆς ἀργίας ἀνά ἑβδοµάδα, ὡς τέτοια ἡµέρα δέ ἔχει ἐπιλεγεῖ, κατά µακρά διαµορφωµένη παράδοση, τόσο στήν Ἑλλάδα ὅσο καί στά λοιπά κράτη τῆς Εὐρώπης ἡ Κυριακή, σχετιζόµενη µέ τήν χριστιανική θρησκεία (βλ. τή βασική ἀπόφαση τοῦ Ὁµοσπονδιακοῦ Συνταγµατικοῦ Δικαστηρίου τῆς Γερµανίας BverfG – BvR 2857 καί 2858/07- τῆς 1.12.2009, κυρίως κέφ. Β, ΙΙ. Βλ. ἐπίσης καί τήν ἀπόφαση τοῦ Ὁµοσπονδιακοῦ Διοικητικοῦ Δικαστηρίου BverwG – 1C 25.84- τῆς 15.3.1988). Εἰδικότερα, µέ τόν νόµο ΓΥΝΕ΄ (3455/1909, Α΄ 286/7.12.1909) καθιερώθηκε τό πρῶτον ἡ Κυριακή ὡς γενική ἀργία, ἀπό τόν κανόνα δέ αὐτόν προβλέφθηκαν, τόσο ἀπό τόν νόµο αὐτό ὅσο καί ἀπό ἑπόµενους, ἑξαιρέσεις γιά ἐργασίες καί δραστηριότητες µέ συγκεκριµένα χαρακτηριστικά, οἱ ὁποῖες ἐπιτρέπεται νά ἀσκοῦνται καί κατά τίς Κυριακές καί λοιπές ἀργίες. Κατά τήν θεσµοθέτηση τῶν ἐξαιρέσεων, ὅµως, ὁ κοινός νοµοθέτης δέν εἶναι ἐλεύθερος στίς ἐπιλογές του, ἀλλά ὀφείλει νά λαµβάνει ὑπ’ ὄψιν συγκεκριµένα κριτήρια καί προϋποθέσεις, οὕτως ὥστε ἀφ’ ἑνός νά µήν ἀνατρέπεται ὁ κανόνας καί ἀφ’ ἑτέρου οἱ ἐξαιρέσεις νά ἐπιβάλλονται ἀπό τό δηµόσιο συµφέρον, τό ὁποῖο συνίσταται ὄχι στήν ἁπλή ἐπαύξηση τοῦ κέρδους ὁρισµένων ἐπιχειρήσεων ἤ δραστηριοτήτων οὔτε στήν ἐξυπηρέτηση ἀναγκῶν πού δύνανται νά ἱκανοποιοῦνται ὁµαλά κατά τίς ἐργάσιµες ἡµέρες ἀλλά στήν ἐξυπηρέτηση βασικῶν ἀναγκῶν τῶν πολιτῶν, τῶν ὁποίων ἡ ἱκανοποίηση δέν δύναται νά ἀνασταλεῖ κατά τίς Κυριακές καί τίς ἀργίες. Στό πλαίσιο αὐτό ἐντάσσονται α) ἰδιωτικές ἐργασίες, οἱ ὁποῖες ὑπηρετοῦν τήν ἀπόλαυση ὁρισµένων βασικῶν ἀναγκῶν ἀναψυχῆς τῶν πολιτῶν κατά τίς ἀργίες (ἑστιατόρια καί λοιπά καταστήµατα ὑγειονοµικοῦ ἐνδιαφέροντος, λειτουργίες πολιτισµοῦ) καί β) ἡ ἀνάγκη ὁρισµένων ἰδιωτικῶν ἐπιχειρήσεων νά λειτουργοῦν συνεχῶς (π.χ. ἐργοστασίων), γιά λόγους τεχνικούς, ἐν συνδυασµῷ καί µέ λόγους ἀφορῶντες τήν οἰκονοµική τους ἐπιβίωση. Τό ἴδιο ἰσχύει γιά λειτουργίες, ἀσκούµενες ἀπό τό Δηµόσιο ἤ ἀπό τόν ἰδιωτικό τοµέα, οἱ ὁποῖες ὑπηρετοῦν εὐθέως τό δηµόσιο συµφέρον, ὅπως τήν ἀσφάλεια τῶν πολιτῶν, τήν ὑγεία (νοσοκοµεῖα), τήν συγκοινωνία καί ἐπικοινωνία, τήν ὕδρευση. Στό προαναφερθέν πλαίσιο πρέπει νά ἐνταχθοῦν καί λελογισµένες ἐξαιρέσεις ἐπιβαλλόµενες γιά ὁρισµένους τόπους καί ὁρισµένες περιόδους τοῦ ἔτους ὡς πρός τόν οἰκονοµικό κλάδο τοῦ τουρισµοῦ, καί δή ὑπό τήν προϋπόθεση ὅτι οἱ ἐξαιρέσεις αὐτές ὑπηρετοῦν τόν βιώσιµο τουρισµό καί δέν ὑπερβαίνουν τά ὅρια τῆς ἀρχῆς τῆς ἀναλογικότητος (ἄρθρο 25 παράγραφος 1 τοῦ Συντάγµατος). Εἰδικότερα, καθ’ ὅσον ἀφορᾶ τόν τουρισµό, ἡ ἀποµάκρυνση ἀπό τόν κανόνα τῆς ἀργίας κατά τίς Κυριακές ἐπιχειρεῖται ὑπό τήν προϋπόθεση ὅτι α) ἡ ἐξαίρεση ἀφορᾶ σαφῶς προσδιοριζόµενες περιοχές, στίς ὁποῖες ἡ οἰκονοµικοκοινωνική ζωή ἐξαρτᾶται σέ µεγάλο βαθµό ἀπό τόν κλάδο τοῦ τουρισµοῦ, β) οἱ ἐξαιρέσεις προσδιορίζονται µέ ἀκρίβεια κατά χρόνο καί κατά τό δυνατόν σέ διάσπαρτες ἡµέρες ἀνά ἔτος, ἀναλόγως τοῦ χαρακτήρα τῆς κάθε περιοχῆς καί τῆς τουριστικῆς περιόδου (θερινός, χειµερινός τουρισµός), ὥστε νά µήν ἀναιρεῖται ὁ πυρήνας τοῦ προαναφερθέντος συνταγµατικοῦ δικαιώµατος καί γ) ἡ κατ’ ἐξαίρεση ἐπιτρεπόµενη ἐργασία εἶναι πράγµατι πρόσφορη γιά τήν ἐξυπηρέτηση τοῦ σκοποῦ τῆς βιώσιµης τουριστικῆς ἀναπτύξεως. Οἴκοθεν νοεῖται ὅτι ἡ συνδροµή τῶν ἐκτεθεισῶν προϋποθέσεων πρέπει νά τυγχάνει πλήρους τεκµηριώσεως κατά τήν νοµοθέτηση τῶν ἐξαιρέσεων, ὥστε, πλήν τῶν ἄλλων, νά καθίσταται ἐφικτός καί ὁ δικαστικός ἔλεγχος τῆς συνταγµατικότητάς τους. (….)
- Ἐπειδή ἐν προκειµένῳ, µέ τήν ἐξουσιοδότηση τοῦ ν. 4254/2014, καί ἀνεξαρτήτως λόγων ἀναφεροµένων στό δικαίωµα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν χριστιανῶν τό θρήσκευµα πολιτῶν, προσβάλλονται, ἐξ ἐπόψεως µέν οὐσίας, οἱ ἐκτεθεῖσες στήν 10η σκέψη συνταγµατικές ἀρχές, ὅπως εἰδικότερα αὐτές ἑρµηνεύθηκαν καί ἐν σχέσει µέ τόν κλάδο τοῦ τουρισµοῦ, ἐξ ἐπόψεως δέ τύπου, διότι ἡ ἐξουσιοδότηση αὐτή ἀντιτίθεται στήν παράγραφο 2 ἄρθρου 43 τοῦ Συντάγµατος, καθόσον ἡ ἀναφορά της σέ «τρεῖς τουριστικές περιοχές», χωρίς εἰδικότερο καί συγκεκριµένο προσδιορισµό εἶναι ἀόριστη. Συνεπῶς, ἡ βασισθεῖσα στήν ἐξουσιοδότηση αὐτή προσβαλλοµένη ὑπουργική ἀπόφαση εἶναι µή νόµιµη. (…)».
Ἡ ἀνάλυση τῆς ἐξεταζόµενης ἀπόφασης τῆς Ὁλοµέλειας τοῦ ΣτΕ θά ἦταν ὀρθότερο νά πραγµατοποιηθεῖ ἀπό ἕναν εἰδικό Συνταγµατολόγο. Στό πλαίσιο τοῦ παρόντος ἄρθρου θά περιορισθοῦµε στό νά καταθέσουµε ὁρισµένες σκέψεις µας σχετικά µέ τήν ἀπόφαση αὐτή.
Ἡ Κυριακή θεσπίστηκε καί νοµοθετήθηκε ὡς ἀργία ἀπό τόν θεόπνευστο Αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντῖνο τό 321 µ.Χ., ὡς ἡµέρα ἀναπαύσεως, ἀγαλλιάσεως, Θείας Λατρείας καί ἀγαθοεργίας. Σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στό Ἑλληνικό Κράτος, ὅπως ἀναφέρεται καί στήν ἴδια τήν ἀπόφαση 100/2017 τῆς Ὁλοµέλειας τοῦ ΣτΕ, τό 1909 µέ νόµο καθιερώθηκε γιά πρώτη φορά ἡ Κυριακή ὡς γενική ἀργία.
Εἶναι βεβαίως πολύ θετικό τό ὅτι ἡ Ὁλοµέλεια τοῦ ΣτΕ ἐξέδωσε µία ἀπόφαση µέ τήν ὁποία κρίθηκε ὡς ἀντισυνταγµατική ἡ λειτουργία τῶν ἐµπορικῶν καταστηµάτων ὅλες τίς Κυριακές τοῦ ἔτους, καί µάλιστα µέ ἀναλυτική καί ἐµπεριστατωµένη αἰτιολογία. Ἔθεσε µέ αὐτό τόν τρόπο ὁπωσδήποτε ἕνα φραγµό στήν κρατική ἀσυδοσία, πού πιστεύει ὅτι µπορεῖ νά καταργήσει αὐτή τήν τόσων αἰώνων καθιερωµένη ἐκκλησιαστική καί νοµοθετική ἀργία τῆς Κυριακῆς καί µάλιστα µέ µιά ἁπλή Ὑπουργική Ἀπόφαση, χωρίς κἄν νά τηρήσει τόν ἀπαιτούµενο ἀπό τό Σύνταγµα τύπο τοῦ Προεδρικοῦ Διατάγµατος (ἀρ. 43 παρ. 2 τοῦ Συντάγµατος).
Ὅµως, ἡ ἀπόφαση τοῦ ΣτΕ ἀκύρωσε µόνο τήν ἀπό 7.7.2014 Ὑπουργική Ἀπόφαση, χωρίς νά ἐπηρεάζει ὅσα προβλέπουν οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 16 τοῦ νόµου 4177/ 2013, πού ἀνωτέρω παραθέτουµε καί ἀφοροῦν τή λειτουργία ὅλων τῶν καταστηµάτων σέ ὅλη τή χώρα ὀκτώ Κυριακές το χρόνο καί τή δυνατότητα λειτουργίας µικρότερων καταστηµάτων, πού δέν ἀνήκουν σέ ἁλυσίδες, περισσότερες Κυριακές τοῦ ἔτους, µέ ἀπόφαση τοῦ οἰκείου Ἀντιπεριφερειάρχη. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή, ἡ ἀπόφαση τῆς Ὁλοµέλειας ἔχει σχετική µόνο ἀξία.
Περαιτέρω, εἰδικότερα ὡς πρός τή σκέψη τῆς Ὁλοµέλειας, ὅτι ἡ ἐκδοθεῖσα Ὑπουργική Ἀπόφαση εἶναι µή νόµιµη «ἀνεξαρτήτως λόγων ἀναφεροµένων στό δικαίωµα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν χριστιανῶν τό θρήσκευµα πολιτῶν» θά πρέπει νά παρατηρηθοῦν τά ἀκόλουθα: Ἡ (µοναδική στήν Ἑλλάδα) ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος στήν ἀρχή τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τῆς Χώρας, ἡ κρατική ρύθµιση τοῦ καθεστῶτος τῆς ἐπικρατούσης θρησκείας (ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγµατος), οἱ θρησκευτικοί ὅρκοι τοῦ Προέδρου τῆς Δηµοκρατίας καί τῶν βουλευτῶν (ἄρθρο πάρ. 2 καί 59 πάρ. 1 τοῦ Συντάγµατος) καί προπάντων ἡ «βασική ἀποστολή τοῦ Κράτους» νά παρέχει παιδεία πού ἀποσκοπεῖ µεταξύ ἄλλων στήν «ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως τῶν Ἑλλήνων» (ἄρθρο 16 πάρ. 2 τοῦ Συντάγµατος) καταδεικνύουν ὅτι τό Σύνταγµα δέν ἐπιτρέπει στό Ἑλληνικό Κράτος νά ἀναπτύξει ἀντιθρησκευτική ἤ ἀθεϊστική πολιτική. Ἑποµένως, δέν ἐπιτρέπεται νά καταργηθεῖ ἀπό τήν κρατική ἐξουσία ἡ ἀργία τῆς Κυριακῆς πρωτίστως γιά λόγους ἀναγόµενους στή θρησκεία καί τή θρησκευτική συνείδηση! Ἐξάλλου, σύµφωνα µέ τήν παράγραφο 3 ἔδ. α. τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Συντάγµατος «Τό κείµενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς τηρεῖται ἀναλλοίωτο.» Τό δέ κείµενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς στό βιβλίο τῆς Ἐξόδου ἀναφέρει : «Μνήσθητι τήν ἡµέραν τῶν Σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν. Ἕξ ἡµέρας ἐργᾶ καί ποιήσεις πάντα τά ἔργα σου τῇ δέ ἡµέρᾳ τῇ ἑβδόµῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῶ σου, οὐ ποιήσεις ἐν αὐτῇ πᾶν ἔργον, σύ καί ὁ υἱός σου καί ἡ θυγάτηρ σου, ὁ παῖς σου καί ἡ παιδίσκη σου, ὁ βοῦς σου καί τό ὑποζύγιόν σου καί πᾶν κτῆνος σου καί ὁ προσήλυτος ὁ παροικῶν ἐν σοῖ. Ἐν γάρ ἕξ ἡµέραις ἐποίησε Κύριος τόν οὐρανόν καί τήν γῆν καί τήν θάλασσαν καί πάντα τά ἐν αὐτοῖς καί κατέπαυσε τῇ ἡµέρᾳ τῇ ἑβδόµῃ «διά τοῦτο εὐλόγησε Κύριος τήν ἡµέρα τήν ἑβδόµην καί ἠγίασεν αὐτήν» (Ἐξ. Κ΄, 8-11)». Ἔτσι, ἡ Κυριακή ἀργία ἀποκτᾶ, ἔµµεσα ἔστω, Συνταγµατική περιωπή, πρωτίστως ὡς ἐντολή τοῦ Θεοῦ, καί ὄχι ὡς ἁπλῆ ἀνάπαυλα ἀπό τήν ἐργασία!