Ὁ Μέγας Ἅγιος Κωνσταντῖνος
Ὁ μήνας Μάϊος, στήν Ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, κυριαρχεῖται ἀπό γεγονότα πού σημειολογικά συνδέονται μέ τή βασιλεύουσα τῶν πόλεων, τήν Κωνσταντινούπολη. Ἕνα τέτοιο γεγονός εἶναι καί ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης.
Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἀποτελεῖ γιά τούς ἀμφισβητίες τῆς πίστεώς μας τό πλέον ἀμφιλεγόμενο πρόσωπο μεταξύ τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ Δύση βέβαια ποτέ δέν τοῦ συγχώρησε τήν ἀπόφαση νά μεταφέρει τήν πρωτεύουσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους στήν Ἀνατολή καί αὐτό διαπιστώνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι τό ὄνομά του δέν χαίρει τῶν προτιμήσεων τῶν ἐκεῖ χριστιανῶν (τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου ἀπουσιάζει στό δυτικό κόσμο).
Δικαιοῦται ἄραγε τέτοιας τιμῆς αὐτός ὁ κατά τήν Ἱστορία Μέγας; Ἄς δοῦμε ποιούς λόγους θά ἔβρισκε ἕνας ἁπλός μελετητής τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνδρός.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος προφανῶς δέν λογίζεται ὡς Ἅγιος ἐπειδή ὑπῆρξε ὁ πρῶτος χριστιανός Βασιλέας (τό ἄν καί πότε βαπτίσθηκε χριστιανός ἀποτελεῖ ἄλλωστε τό μέγιστο σημεῖο τῆς ἀμφισβητήσεώς του), οὔτε γιατί ἔπαυσε τούς διωγμούς ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, οὔτε γιατί προήδρευσε τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οὔτε, ἴσως, γιατί συνέβαλε στό ἔργο τῆς εὑρέσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπό τήν Ἁγία μητέρα του.
Ἀκόμη περισσότερο δέν λογίζεται ὡς Ἅγιος, ἐπειδή μετέφερε στή χριστιανική Ἀνατολή τήν πρωτεύουσα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, οὔτε γιατί ἔκτισε σπουδαίους χριστιανικούς ναούς (τῆς Ἁγίας Σοφίας, τῆς Ἀναστάσεως, τῶν Ἀποστόλων), οὔτε γιατί ἀποποιήθηκε τή λατρεία τῶν εἰδώλων, οὔτε γιατί ὑπῆρξε μέγιστη στρατιωτική φυσιογνωμία.
Ἀδιαμφισβήτητα ὅμως, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος πρέπει νά τιμᾶται ὡς Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας διότι ὑπῆρξε σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θείου Θελήματος, ἀφοῦ «τοῦ Σταυροῦ Του τόν τύπον ἐν οὐρανῷ ἐθεάσατο καί ὡς ὁ Παῦλος τήν κλίσην οὐκ ἐξ ἀνθρώπων ἐδέξατο» (ὅπως ἀναφέρει καί τό ἀπολυτίκιό του), καί «Ἐν Τούτῳ Νίκα» τούς πολεμίους του.
Τέτοιας τιμῆς δικαιοῦται ἐπίσης διότι εἶναι ὁ μόνος «θεός» στήν Ἱστορία πού αὐτοβούλως ἀποκαθήλωσε τόν ἑαυτό του, ἀποποιούμενος τή λατρεία τοῦ προσώπου του ὡς θεοῦ, ἀπό τούς ὑπηκόους τῆς Αὐτοκρατορίας (οἱ Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες ἀπό τά χρόνια τοῦ Νέρωνα λατρευόταν ὡς θεοί), ὑποκλιθείς στό ἀνυπέρβλητο μεγαλεῖο τῆς Θεότητας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἀκόμη τοῦ ἁρμόζει νά τιμᾶται ὡς Ἅγιος διότι ἀνεγνώρισε τήν Χριστιανική Πίστη, ὡς τήν κατ’ ἐξοχήν θρησκεία πού ἐκφράζει τό Κράτος, παρότι τήν ἐποχή ἐκείνη οἱ Χριστιανοί ἀποτελοῦσαν, περίπου, τό 5% τῶν κατοίκων τῆς Αὐτοκρατορίας.
Πρωτίστως ὅμως ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος πρέπει νά τιμᾶται ὡς Ἅγιος διότι ὡς τέτοιον τόν ἀνέδειξε ὁ Θεός μέ τό νά μυροβλήση τό Ἱερό του λείψανο, καί μέ τό νά ἀναγνωρισθῆ στήν συνείδηση τοῦ Γένους τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Δημήτριος Κοσκινιώτης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀριθμ. Τεύχους 177
Μάϊος 2017