ΚΑΥΣΗ ΝΕΚΡΩΝ: Πρόοδος ἤ ἐπιστροφή στόν Μεσαίωνα;

E.E. 177 EKolleti

ΚΑΥΣΗ ΝΕΚΡΩΝ:

Πρόοδος ἤ ἐπιστροφή στόν Μεσαίωνα;

Πρίν ἀπό λίγο καιρό ἔγινε  ἀνακίνηση τοῦ θέµατος τῆς καύσης τῶν νεκρῶν στήν Βουλή ἀπό µιά  βουλευτή τοῦ κυβερνῶντος κόµµατος, µέ ἀφορµή τόν θάνατο τοῦ συζύγου της καί τήν καύση του, σύµφωνα µέ τήν ἐπιθυµία του. Τό περιοδικό µας ἔχει φιλοξενήσει κατά καιρούς ἄρθρα, τά ὁποῖα ἔχουν φωτίσει τό θέµα αὐτό µέ πληρότητα ἀπό ὅλες τίς πλευρές. Ἡ λογική καί Θεολογική θεµελίωση τοῦ ἐνταφιασµοῦ ἔχει γίνει ἀπό τόν π. Β. Βολουδάκη στήν Ἐνοριακή Εὐλογία τοῦ Φεβρουαρίου 2006 στό ἄρθρο του µέ τίτλο «Ἡ καύση τῶν νεκρῶν καί οἱ ἄνθρωποι τῆς... “πυρκαγιᾶς». Ὅµως µέ τήν ἐπαναφορά τοῦ θέµατος στό Κοινοβούλιο, ἀκούστηκαν κάποιοι χαρακτηρισµοί γιά ἐκείνους πού ἐπιµένουν στόν ἐνταφιασµό τόν δικό τους καί τῶν κεκοιµηµένων τους, χαρακτηρισµοί οἱ ὁποῖοι προεβλήθησαν ἐπανειληµµένα ἀπό τά ΜΜΕ: «σκοταδισµός» καί «µεσαίωνας». Οἱ χαρακτηρισµοί δέν µᾶς θίγουν, εἶναι ὅµως πράγµατι τά πράγµατα ἔτσι;

Καί πρῶτα ἀπό ὅλα. Ἀποτελεῖ πραγµατικά κάθε νεωτερισµός πρόοδο; Ἡ πρακτική ἑκατοµµυρίων ἀνθρώπων ἐπί αἰῶνες µπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ἔτσι εὔκολα καί ἐπιπόλαια σκοταδισµός; Εἶναι πράγµατι σκοταδισµός νά φροντίζει κάποιος µέ ἀγάπη τό ἄψυχο σῶµα ἀγαπηµένου του προσώπου; Ἡ φροντίδα αὐτή σέ παλαιότερες ἐποχές γινόταν  ἀποκλειστικά ἀπό τούς οἰκείους του καί ὁ νεκρός παρέµενε στό σπίτι σέ κοινή θέα ὡς τήν ὥρα τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας. Ἡ στιγµή τῆς ἀποµάκρυνσης ἀπό τό σπίτι, σηµατοδοτοῦσε τήν ἀρχή τοῦ πραγµατικοῦ ἀποχωρισµοῦ... Εἶναι σκοταδισµός νά θέλει νά διατηρήσει κάποιος τή σχέση του µέ τόν κεκοιµηµένο, φροντίζοντας τό µνῆµα ὅπου βρίσκεται τό λείψανο ἀφήνοντάς το νά “σβήσει” φυσιολογικά; Εἶναι σκοταδισµός ὁ σεβασµός στά ὀστᾶ τοῦ ἀνθρώπου, σέ αὐτό δηλ. τό ἀποδεικτικό –καί ἰδιαίτερο– σηµάδι τῆς ἐπίγειας παρουσίας του, πού ἡ φύση, µέ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, φροντίζει νά τό διατηρεῖ; Γιατί µπορεῖ τά ὀστᾶ νά µοιάζουν µεταξύ τους, ἔχουν ὅµως τά δικά τους ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ἔντονη παραµένει ἡ ἀνάµνηση ἀπό τήν προσκύνηση, πρίν ἀπό πολλά χρόνια, τῆς χειρός τῆς Ἁγ. Αἰκατερίνης. Τά δάχτυλα ἦταν λεπτά, µακρυά, σχεδόν “εὔθραυστα”. Ἦταν τά δάχτυλα µιᾶς νέας, λεπτῆς κοπέλας, µιᾶς ἀρχοντοπούλας...

Ἔχει ἀποτινάξει ἄραγε κάποιος τόν σκοταδισµό ὅταν πιστεύει ὅτι ἡ καλύτερη λύση γιά τόν ἴδιο –καί ἑποµένως καί γιά τούς συνανθρώπους του– εἶναι ἡ µετά θάνατον καύση τοῦ σώµατος; Μά οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν ἀρχαιότητα µέχρι σήµερα ἔκαιγαν ΜΟΝΟ τά περιττά καί ἄχρηστα δηλ. τά σκουπίδια τους καί ἀπό αὐτά ὄχι ὅλα. Πολλά τά ἄφηναν καί τά ἀφήνουν νά ὁδηγηθοῦν φυσικά στήν ἀποσύνθεση. Οὐδέποτε ἐπίσης σκέφθηκαν νά καύσουν τά κουφάρια τῶν ζώων τους. Μόνο ἄν κινδύνευαν ἀπό κάποια ἐπιδηµία. Καί τότε τό ἔκαναν µέ πραγµατικό πόνο. Σήµερα µάλιστα τά ἐνταφιάζουν σέ εἰδικά νεκροταφεῖα.

Εἶναι ἔνδειξη προόδου, ἤ µήπως ἀντίθετα, ἀπουσιάζει καί ἡ ἁπλή λογική ὅταν φυλάσσουν οἱ ἄνθρωποι ὡς ἀνάµνηση γιά χρόνια ὁλόκληρα, ἀντικείµενα µέ τά ὁποῖα σχετίστηκε ὁ ἀποθανῶν καί ἀπό τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο δέν θέλουν νά διατηρήσουν καµία ὑλική ἀνάµνηση, ἀλλά τόν καταστρέφουν ὁλοκληρωτικά; Εἶναι ἔνδειξη  λογικῆς, προόδου καί ἀγάπης τό ἄψυχο σῶµα ἀγαπηµένου προσώπου, πού µέχρι πρίν λίγα λεπτά ἤ πρίν λίγη ὥρα τοῦ κρατοῦσες τό χέρι ἤ τοῦ χάϊδευες τό µέτωπο,  νά τό παραδίδεις στήν –σύµφωνα µέ ἀπαίτηση τοῦ θανόντος– πυρά καί νά παραλαµβάνεις στάχτη; Καί µάλιστα γνωρίζοντας ὅλη τήν ἀποκρουστική διαδικασία τῆς καύσης καί ὅσων ἀκολουθοῦν; Διότι γιά νά ἔχει ἐπιλέξει κάποιος αὐτή τή νέα µέθοδο ἐννοεῖται ὅτι πρέπει νά γνωρίζει, πρέπει νά ἔχει πάρει ἀκριβεῖς πληροφορίες. Στό τεῦχος 150 τῆς Ἐνοριακῆς Εὐλογίαςκ. Ἀν. Μυρίλλας µᾶς περιγράφει µέ παραστατικό τρόπο τήν τόσο φρικτή καί ἐξευτελιστική γιά τόν νεκρό διαδικασία. Ἀντιγράφουµε ἀπό τό ἄρθρο του: «...Ἔπειτα, ἀφοῦ σβήσουν τά φλόγιστρα, ἕνας ἀπό τούς ἐργαζοµένους ἀνοίγει τήν πόρτα καί µέ ἕνα µακρύ σιδερένιο ἐργαλεῖο ἀρχίζει νά χτυπάει τά πυρωµένα ὀστᾶ... Μέ αὐτό τόν τρόπο ὁ ἐργάτης σπάζει τά ὀστᾶ (κάποια χτυπάει µέ πεῖσµα διότι εἶναι πιό σκληρά ἀπό ὅσο θά ἔπρεπε) καί στή συνέχεια µέ ἕνα ἄλλο ἐργαλεῖο σαρώνει τά ἀποκαΐδια... κι ἀνακατεύει καί τήν σκόνη τῶν προηγούµενων νεκρῶν... Ὅλα αὐτά καταλήγουν σέ ἕνα µεταλλικό σκεῦος... Ἐπειδή τά κόκκαλα, ναί µέν ἔχουν σπάσει, ἀλλά ὑπάρχουν κοµµάτια ἀρκετά µεγάλα, χωρίς νά ἔχουν γίνει ὅλα σκόνη, τήν µακάβρια αὐτή δουλειά τήν ἀναλαµβάνει ἕνα µίξερ...».  Πρόοδος ἤ σκοταδισµός;

Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν καίει ὅ,τι θεωρεῖ ἄχρηστο, καίει ὅµως καί ὅ,τι µισεῖ. Καίει µέ φανατισµό βιβλία µέ τό περιεχόµενο τῶν ὁποίων διαφωνεῖ, καίει µετά µανίας σηµαῖες καί σύµβολα µισητά, καίει ἀνθρώπους γιά νά τούς κλείσει τό στόµα. Στό ἄρθρο τοῦ π. Β. Βολουδάκη διαβάζουµε: «Δέν ὑπάρχει µεγαλύτερη ἐκδίκηση ἀπό τήν ἐκδίκηση τῆς ψυχῆς πού παραµελήθηκε ἀπόλυτα σέ ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή γιά νά δοθῆ ἀπόλυτη προτεραιότητα στό σῶµα της. Αὐτή ἡ ψυχή µισεῖ τελικά τόσο θανάσιµα τό σῶµα της, ὥστε τό καίει (!)»...

π. Κων. Καλλιανός στό τεῦχος 163 τῆς Ἐνοριακῆς Εὐλογίας µᾶς ἐπισηµαίνει ὅτι «ὑπάρχει καί µιά ἄλλη διάσταση στό ζήτηµα αὐτό τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν. Καί αὐτή ἀφορᾶ τήν ἠθεληµένη ἀπόσταση τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, ἀπό αὐτό πού οἱ Πατέρες ὀνόµασαν µνήµη θανάτου».  Ἐάν ὑπῆρχε ἀγάπη θά ἔδιωχνε µακρυά τόν φόβο, ἀκόµη καί τόν φόβο τοῦ θανάτου. Ὅµως πῶς νά ὑπάρξει ἀγάπη πραγµατική γιά τόν συνάνθρωπο καί πολύ περισσότερο γιά τόν νεκρό συνάνθρωπο ἄν δέν ὑπάρχει πρῶτα ἡ ἀγάπη γιά τόν Θεό;

Ἕνα ἐπιχείρηµα, πού ἐπικαλοῦνται οἱ ἐπιζητοῦντες τήν καύση, εἶναι ἡ ἔλλειψη χώρου στά νεκροταφεῖα, γιά µᾶς κοιµητήρια. Εἶναι ὅµως ἔνδειξη πολιτισµοῦ καί προόδου νά µή βρίσκει ἡ ἀνθρωπότητα χῶρο γιά τούς νεκρούς της; Ἕνας ὁλόκληρος πλανήτης δέν ἐπαρκεῖ; Ἡ ἀπροθυµία εὕρεσης χώρου φανερώνει “ἁπλᾶ” τήν ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος, σεβασµοῦ καί ἀγάπης,  φανερώνει στενότητα καρδιᾶς καί αἰσθηµάτων...

Ἡ ἀνθρωπότητα πάντως θά πρέπει νά ἐκφράζει καθηµερινά τήν εὐγνωµοσύνη της πρός ὅλα αὐτά τά ἑκατοµµύρια τῶν ἀνθρώπων, µέχρι σήµερα πού διατήρησαν τήν πρακτική τοῦ ἐνταφιασµοῦ τῶν σωµάτων καί δέν τά κατέστρεψαν. Διατήρησαν τή µνήµη τῆς ἀνθρώπινης παρουσίας. Διαφορετικά θά ἀκούγαµε διδασκαλίες σήµερα τοῦ τύπου ὅτι, ὄχι µόνο ἡ φύση, ἀλλά καί τά ἀνθρώπινα ἔργα –ναοί, σπίτια, γεφύρια κ.λ.π. – ἔγιναν ἀπό µόνα τους... Καί ἐπί πλέον ὅλοι αὐτοί οἱ τάφοι µέ τά εὑρήµατά τους, ἔδωσαν τή δυνατότητα γιά ἔρευνα σέ ἐπιστήµονες πολλῶν καί διαφόρων κλάδων. Ἡ δική µας ἐποχή ὅµως, ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται, ἄν δέν ἀντιδράσουµε, θά παραδώσει στίς ἑπόµενες γενεές µόνο στάχτη! Κυριολεκτικά καί µεταφορικά...

Ἄλλη µιά λέξη πού ἀκούστηκε ἐπίσης πολύ, ἦταν ἡ λέξη µεσαίωνας, γιά τούς ἀνθρώπους πού ἀρνοῦνται τήν καύση τῶν νεκρῶν. Ἀτυχής ἡ ἐπιλογή, γιατί ἡ λέξη «µεσαίωνας» παραπέµπει ἀκριβῶς σέ... καύσεις. Βέβαια στόν Μεσαίωνα τῆς Δύσης –διότι κατά τούς Ἱστορικούς δέν ὑπῆρξε µεσαίωνας στήν Ἀνατολή– οἱ ἄνθρωποι ἐκαίοντο ζωντανοί ἀπό τήν «Ἱερά Ἐξέταση». Ἡ Γαλλική Ἐπανάσταση γιά τούς πολιτικούς καί ἰδεολογικούς ἀντιπάλους της, ἐπέλεξε ἕναν λιγότερο ὀδυνηρό θάνατο, τή γκιλοτίνα.  Μή  θέλοντας ὅµως νά κόψει καί κάθε σχέση µέ τήν πυρά, καθιέρωσε τό 1789 τήν καύση τῶν νεκρῶν ἀπό ἀντίδραση πρός τούς χριστιανούς πού ἐνταφίαζαν τούς νεκρούς τους. Στή συνέχεια, τά παιδιά καί ἐγγόνια  τῶν “χριστιανῶν” τῆς Ἱερᾶς Ἐξέτασης καί τῶν ἀθέων διαφωτιστῶν διατήρησαν τήν ἀκόρεστη δίψα τους γιά ἐξουσία καί ἐπιβολή, προβάλλοντας ὅµως ἔντεχνα τίς ἀξίες τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης: ἐλευθερία, ἰσότητα, ἀδελφοσύνη. Στίς µέρες µας, τά δισέγγονα καί τά τρισέγγονά τους, ἀθέων καί “χριστιανῶν”, σέ ἀπόλυτη συνεργασία σκορποῦν τή φωτιά µέ τά προηγµένα ὁπλικά τους συστήµατα σέ κάθε µέρος τῆς γῆς  πού δέν ὑποκύπτει  στά σχέδιά τους, ἔχοντας πάντα ὡς πρόσχηµα τίς φιλάνθρωπες  διαθέσεις τους. Μέ αὐτούς τούς ἀνθρώπους τοῦ σύγχρονου Μεσαίωνα, ταὐτίζονται ἰδεολογικά καί αὐτούς τούς ἀνθρώπους ὑπηρετοῦν καί ἐξυπηρετοῦν ἐκεῖνοι πού χαρακτηρίζουν τόν ὀρθόδοξο χριστιανό “µεσαιωνικό”  καί ἀγωνίζονται γιά νά κάνουν πραγµατικότητα τήν ἐπιθυµία τους καί νά παραδώσουν ἑκούσια τούς ἑαυτούς τους στά κρεµατόρια. Ἀλήθεια, γιατί ἡ λέξη «κρεµατόριο» δηµιουργεῖ ἀνατριχίλα καί ἀποτροπιασµό, ἐνῶ ἡ λέξη «ἀποτεφρωτήριο» δηµιουργεῖ σέ κάποιους αἰσθήµατα ἀνωτερότητας καί ὑπερηφάνειας;

Ὑπάρχει ὅµως καί µιά ἄλλη παράµετρος. Θά περίµενε κανείς –ἐµεῖς πάντως ὄχι– ἀπό ἀνθρώπους πού δέν πιστεύουν στήν ὕπαρξη µε­τά θάνατον ζωῆς, ὡς κυβερνῶντες, νά ἱεραρχοῦσαν τίς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων µέ βάση τή ζωή καί ὄχι τόν θάνατο, ἰδιαίτερα στίς δύσκολες µέρες πού περνάει ὁ τόπος. Θά περίµενε κανείς –ἐµεῖς πάντως ὄχι– νά ἔδιναν προτεραιότητα στήν ὑγεία τῶν ἀνθρώπων, ἐφ’ ὅσον γι’ αὐτούς εἶναι τό µέγιστο ἀγαθό πού διατηρεῖ τόν ἄνθρωπο στήν “µόνη πραγµατική ζωή”, νά ἔδειχναν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τήν οἰκογένεια καί ἰδιαίτερα τούς πολύτεκνους, ἐφ’ ὅσον αὐτοί σηκώνουν τά µεγαλύτερα βάρη τῆς καθηµερινότητας τῆς “µόνης πραγµατικῆς ζωῆς”, θά περίµενε νά δείξουν κατανόηση στούς ἡλικιωµένους καί νά τούς ἐξασφαλίσουν µιά ἀξιοπρεπῆ διαβίωση, ἐφ’ ὅσον γι’ αὐτούς ἡ «τρίτη ἡλικία» εἶναι ἡ “τελευταία εὐκαιρία” πού ἔχει ἄνθρωπος γιά νά ζήσει... Ὅµως βλέπουµε νά ἀδιαφοροῦν γιά τά φλέγοντα θέµατα ἤ ἀκόµη χειρότερα νά τά ἀντιµετωπίζουν µέ κυνισµό (µειώσεις συντάξεων-µισθῶν, αὐξήσεις φορολογίας, κατάλυση ἐργασιακοῦ  δικαίου κ.λ.π.), καί νά προωθοῦν πολυδάπανα νοµοσχέδια γιά νά ἱκανοποιήσουν τήν ἰδιοτροπία µιᾶς δικῆς τους µειοψηφίας. Καί µάλιστα µιά ἰδιοτροπία γιά “µετά θάνατον”! Πρόοδος ἤ ἐπιστροφή στόν (ἐργασιακό καί ὄχι µόνο) Μεσαίωνα;

Εὐανθία Κωλέττη

Θεολόγος

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 177

Μάϊος 2017