Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

170 5

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Στό ερό Εαγγέλιο (Μτ. 17, 14-23) περιγράφεται τό συμβάν, τι ογιοι πόστολοι δέν μποροσαν νά ατρεύσουν τόν σεληνιασμένο, τόν ποο τελικά άτρεψε Σωτήρας. Προβληματισμένοι πό τό γεγονός ατό οδιοι ρώτησαν τόν Διδάσκαλό τους : Ποιά ταν ατία ατς τς δυναμίας τους; Καί Χριστός τούς διαβεβαίωσε, τι γιά παρόμοια νέργεια χρειάζεται πίστη, προσευχή καί νηστεία.

ταν κάποιος μς λέγει κάτι, ρκετές φορές βρισκόμαστε σέ μφιβολία: Νά πιστέψουμε νά μή πιστέψουμε σα μς λέει; άν ξέρουμε τι πρόκειται γιά ψεύτη, σφαλς κλείνουμε μλλον πρός τό νά μή τόν πιστέψουμε, παρά νά το δίνουμε πίστη. άν μως ξέρουμε τι εναι σοβαρός νθρωπος, πού δέν ξεστομίζει φαντασιώσεις, λλά πραγματικά, ληθινά γεγονότα, εμαστε εκολα διευθετημένοι νά πιστέψουμε τόν λόγο του. Καί στό ρώτημά του: «Δέν μέ πιστεύεις;» - παντμε μέσως: «Σέ πιστεύω, πς νά μή σέ πιστέψω, διότι σέ ξέρω νθρωπον καθώς πρέπει καί γεμάτος νθρωπιά». πίστη ατή εναι μπιστοσύνη πού χουμε στά λεγόμενα τν λλων, μπιστοσύνη βασισμένη στήν ντιμότητα καί τήν ξιοσύνη τν λλων.

τσι λειτουργον τά πράγματα νάμεσα στούς νθρώπους.

μες μως, ταν μιλμε γιά τήν «πίστη» ναφερόμαστε δίως στήν πίστη πρός τόν Θεό καί σ’ ατά πού διος μας προστάζει, σ’ατά πού διος μς διδάσκει γιά τόν αυτόν Του καί γιά τά θελήματά Του ς πρός τούς νθρώπους. Ατή εναι θρησκευτική πίστη. Μέ ατή τήν ννοια, πίστη εναι μπιστοσύνη πού δείχνουμε πρός τόν Θεό καί πρός τίς ποκαλύψεις Του, ξέροντας τι Θεός δέν ποδέχεται τό ψέμα, λλά διος εναι ατό-λήθεια, καί διος πιθυμε, πιδιώκει τήν σωτηρία μας. Μέ τήν πίστη νοίγουμε τίς ψυχές μας γιά νά δεχθομε τόν Θεό καί τήν ληθινή καί για διδασκαλία Του. ποιος πιστεύει ρχεται σέ σχέση μέ τόν Θεό καί τότε μέσα του πλημμυρίζει πό θεες δυνάμεις, οποες τόν νδυναμώνουν, τόν φωτίζουν, τόν παρηγορον, τσι στε «τίποτε πλέον δέν το εναι δύνατον» (Μτ.17,20). πίστη γίνεται δηλαδή τό παράθυρο τς ψυχς, πό τόν ποο εσχωρον μέσα μας τό φς καί δύναμη το Χριστο.

Καί τό γεγονός ατό τό βλέπουμε ξεκάθαρα καί πολλές φορές στήν ζωή το Σωτήρα Χριστο. σες φορές κάποιος ρχόταν στόν Σωτήρα γιά νά Το ζητήσει τήν βοήθεια, Κύριος ησος Χριστός τόν ρωτοσε: «Πιστεύεις, τι μπορ νά τό κάνω;” «Μόνο πίστευε» (Μκ 5, 36), «ε δύνασαι πιστεσαι, πάντα δυνατά τ πιστεύοντι» (Μκ 9, 23). Στήν δέ πάντηση «Πιστεύω, Κύριε» γινόταν κπλήρωση το ατήματος, καί Σωτήρας τολεγε « πίστη σου σέ σωσε!» (Λκ 8, 48. 18,48). Κύριος θελε νά φωτίσει καί νά βοηθήσει τόν ποιονδήποτε ρχόταν πρός Ατόν, λλά ζητοσε πό τόν ατοντα νά χει πίστη, νά δείξει πίστη σ’ Ατόν καί τήν θεϊκή του δύναμη. Καί μέσω τς πίστεως, κενοι Το πρόσφεραν μέ πόλυτη μπιστοσύνη τήν ψυχήν τους, νοιγαν τήν ψυχήν τους γιά νά δεχθον τήν κροή τς δωρες το Θεο, τήν θεία χάρη. Νά φέρουμε στήν μνήμη μας τό γεγονός, τι, ταν ατρεύτηκε κείνη αμορροοσα γυναίκα, Σωτήρας πάντησε στήν πορία τν μαθητν: «γ γρ γνων δναμιν ξελθοσαν π’ μο.» (Λκ 8, 46). πάνω σ’ατόν πού πιστεύει ληθινά κατεβαίνει θεία δύναμη πού πηγάζει πό τόν ησον Χριστόν. δέ πιστός δέν ασθάνεται πλέον μόνος, λλά ασθάνεται τήν παρουσία τοησο Χριστο, δέν ργάζεται πλέον μόνο μέ τίς δυνάμεις του, λλά καταλαβαίνει, ασθάνεται τήν βοήθεια θείας δυνάμεως. κριβς γιά τόν λόγο ατό, Σωτήρας λέγει τι «γι’ ατόν πού πιστεύει πραγματικά λα το εναι δυνατά». Ατός μπορε «κόμη καί βουνά νά μετακινήσει» (Μτ 17, 20).

*

Βλέπετε πόσο μεγάλη εναι δύναμη τς πίστεως; Ατή μς συνδέει μέ τόν Θεό, ατή μς γεμίζει μέ τό φς τς διδασκαλίας Του καί μέ τήν περιόριστη δύναμή Του. Ατή μς τοποθετεπό τήν σκέπη το Θεο καθ’ λα τά συμβάντα τς ζως μας.

πό ατά δέν πρέπει νά συμπεραίνουμε, τι μες πρέπει νά περιμένουμε μόνο πό τήν πίστη μας νά μς συμβον θαύματα. χι. Εναι λήθεια, τι πίστη κάνει καί θαύματα, λλά μες δέν πιστεύουμε στόν Θεό μόνο γιά νά δομε θαύματα στό κάθε βμα μας. Τό πιό θαυμάσιο γεγονός στό φαινόμενο τς πίστεως δέν τυγχάνουν τά θαύματα, λλά τό τι διά μέσου τς πίστεως δημιουργεται σύνδεση, σχέση τονθρώπου μέ τόν Θεό: περιόριστος Θεός ρχεται καί κατοικε μέσα στήν καρδιά μας. πάρχει ραγε μεγαλύτερο θαμα πό ατό; σφαλς χι!.

Καί πό ατό συνεπάγεται τό δεύτερο θαυμάσιο γεγονός: τι, δηλαδή, πίστη λλάζει τήν δια τήν ψυχή. πίστη κάνει τόν κακό νθρωπο – καλόν, τόν γωιστή – νά θυσιάζεται γιά τόν συνάνθρωπο, πό τούς μαρτωλούς – γίους, πό πολεμίους – φιλειρηνικούς, πό βίαιους νθρώπους – πιους, καί οτω κατ’ξς. Καί μπορ νά πτι σ’λόκληρο τόν κόσμο δέν πάρχει μεγαλύτερο θαμα πό ατή τήν λλαγή τς ψυχς, βάσει τς ποίας οπόδουλοι τς μαρτίας λευθερώνονται πό ατή τήν δουλεία τους καί γίνονται ργάτες τς γαθοσύνης.

Γι’ατό ο πραγματικοί πιστοί δέν ζητον τό θαμα. λλά ζητον πως – μέ τήν χάρη το Χριστο ψυχή τους νά γίνεται λο καί καθαρότερη, λο καί πιό γεμάτη πό γάπη, πό πραότητα, πό ταπεινοφροσύνη, πό ερήνη καί ζωή τους νά μπλουτίζεται συνεχς μέ γαθοεργίες. Διότι πίστη χωρίς καλά ργα εναι νεκρή (ακ. 2,26). πίστη χωρίς ργα εναι πως τό δένδρο πού δέν καρποφορε.  

Νά πιστεύουμε λοιπόν μέ λη τήν δύναμη τς ψυχς μας στόν Κύριο καί Σωτήρα ησο Χριστό. Νά δεχόμαστε μέ πίστη τήν διδασκαλία Του, πού τήν εαγγελίζεται γία μας κκλησία. Νά χαιρόμαστε, τι διος δέχεται τήν πίστη μας καί ξεχειλίζει μέσα μας τίς θεες δυνάμεις. λλά μες νά μετατρέψουμε καί νά ναδείξουμε τίς θεες ατές δυνάμεις σέ καλά ργα.

«Γι’ ατόν πού πιστεύει πραγματικά λα το εναι δυνατά», δηλαδή κενος θά χει τή δύναμη νά μετακινήσει πό τήν θέση τους καί νά γκρεμίσει λόκληρα βουνά πό κακία, βουνά πού ψώθηκαν στήν ψυχή του, καί νά τά ντικαταστήσει μέ βουνά πό καλοσύνη. κενος θά ργάζεται μέ γάπη καί ρμή, στε ζωή λων νά γίνει καλύτερη, πιό φωτεινή, στε ερήνη καί συγκατάνευση νά κυριεύσουν παντο. Ατός δέν χει νάγκη πό θαύματα διότι κατέχει πίστη, τήν πηγή το θαύματος, διότι ποιοδήποτε θαμα εναι κυρίως πίστη «νεργούμενη ν γάπη», πηγάζουσα μέσα μας πό τόν Θεό πρός εεργεσίες στήν ζωή τν νθρώπων...

                                ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΛΑΔΙΝ

                                Μητροπολίτου Τρανσυλβανίας

                                                             Μετάφραση:

                                                      π. λίας Φρατσέας

«ΕΝΟΡΙΑΚΗΕΥΛΟΓΙΑ» ρ. Τεύχους 170

κτώβριος 2016

Τό ρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στό περιοδικό “Mitropolia Ardealului», τος ΙV, 1959, τεχος 7-8, σ. 582-584.

Συγγραφέας γεννήθηκε τήν 18η Δεκεμβρίου 1914 στήν πόλη μπρούντ (Ρουμανία). Σπούδασε στίς Θεολογικές Σχολές τς ράντεα, το Κισινέου, το Βουκουρεστίου καί τς Βιέννης. πό τό 1943 μέχρι τό 1967 ταν καθηγητής Θεολογίας στήν πόλη Σιμπίου (Ρουμανία). ν τό 1967 κλέχθηκε ρχιεπίσκοπος Σιμπίου καί Μητροπολίτης Τρανσυλβανίας. κοιμήθη τό τος 1986.