Ἀλληλοδιδακτικό – Ἑλληνικό Σχολεῖο
στόν Ἅγιο Πέτρο τήν περίοδο 1824-1825
Τήν ἵδρυση καί τή λειτουργία σχολείων στήν ἐπικράτεια τοῦ ἀρτισύστατου Ἑλλαδικοῦ κρατιδίου ἡ ἔρευνα τήν τοποθετεῖ στήν Καποδιστριακή περίοδο. Τότε γίνεται σοβαρή προσπάθεια µέ τά µέσα τῆς ἐποχῆς ὥστε νά πάρει ἐµπρός ἡ κρατική µηχανή καί στόν τοµέα τῆς παιδείας. Ὁ ἐνθουσιασµός ὅµως τῶν ἐρευνητῶν καί ἡ ἐκθείαση τῆς πρωτοβουλίας ἐκείνης συνήθως σκιάζει τίς προηγούµενες περιόδους, δηλ. αὐτή ὑπό τόν Ὀθωµανικό ζυγό καί αὐτή στά ἐπαναστατικά χρόνια ὅπου ἡ λειτουργία τῶν σχολείων ἐπιβεβαιώνεται ἀπό γραπτές µαρτυρίες. Μαρτυροῦνται καί τότε φιλότιµες πρωτοβουλίες γιά τήν ἄσκηση ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου.
Ἀσφαλῶς στό σηµείωµά µας δέν θά γίνει λόγος γιά τήν ἀναµφισβήτητη λειτουργία σχολείων στά εὔπορα ἀστικά κέντρα τοῦ Ἑλληνισµοῦ τῶν περιόδων ἐκείνων ἀλλά γιά τή σχολική δραστηριότητα στήν ἀγαπηµένη µας ἰδιαίτερη πατρίδα, τήν Κυνουρία.
Εἴχαµε σηµειώσει παλαιότερα τή λενιδιώτικη πληροφορία «ὅτι κατά τούς χρόνους τῆς ἐπαναστάσεως εἴχοµεν σχολεῖον». Σειρά τώρα ἔχει τό σχολεῖο στόν Ἅγιο Πέτρο. Ἐντοπίστηκαν µερικά λιτά ἔγγραφα στά Γενικά Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους πού στοιχειοθετοῦν τό θέµα. Συντάχθηκαν ἀπό τόν Σεπτέµβριο τοῦ 1824 ἕως τόν Ἀπρίλιο τοῦ ἑπόµενου ἔτους καί ἐντάσσονται στήν ἐπίσηµη ἀλληλογραφία µεταξύ ἐπάρχου Ἁγίου Πέτρου καί Διοικήσεως.
Ὁ διορισµένος ἔπαρχος Ἀναγνώστης Οἰκονοµόπουλος µέ ἀναφορά του, 7-9-1824, µεταφέρει αἰτήσεις τῶν δηµογερόντων καί προκρίτων Ἁγίου Πέτρου µέ περιεχόµενο τήν προθυµίαν ὅπου ἔχωσιν εἰς τό νά φωτισθῶσιν τά τέκνα των. Ἀπό τό ἔγγραφο δίδονται πολύτιµες πληροφορίες σχετικές µέ τόν Ἅγιο Πέτρο. Τά πρός φοίτηση νεαρά ἄτοµα ὑπερβαίνουν τά τριακόσια. Στεροῦνται (ἐξόδων εἰς τό νά συστήσωσιν σχολεῖα) σχολείου ἀλληλοδιδακτικοῦ καί Ἑλληνικοῦ, καθ’ ὅτι, ἀφ’ ὅτου διοικεῖ τήν ἐπαρχία Ἁγίου Πέτρου ὁ ἔπαρχος διαπίστωσε ὅτι ὁ τόπος εἶναι ἄκαρπος καί βραχώδης (βουνώδης γράφει), ἄγονος δηλαδή. Παρ’ ὅλη τους τή φτώχεια δέν ἔλειψε ποτέ ἡ σχολή, καθώς ἐδῶ καί δύο ἔτη ἔχωσιν ἀλληλοδιδακτικόν διδάσκαλον, οἰκονοµοῦντες τόν µισθόν του µέρος ἐκ τῶν ἐθνικῶν ὑποστατικῶν ὅπου ἐνταῦθα εὑρίσκονται καί µέρος ἐξ ἰδίων.
Δυό µέρες µετά τό Ἐκτελεστικό, 9-9-1824, συµφωνεῖ µέ τό διαβιβασθέν αἴτηµα τῶν Ἁγιοπετριτῶν, καί δίδει ἐντολή στό Ὑπουργεῖο Οἰκονοµίας τοῦ λοιποῦ νά µήν εἰσπράττουν οἱ ἐνοικιασταί τῶν ἐθνικῶν προσόδων ἐνοίκια ἀπό τά ἀφιερωθέντα κτήµατα τῆς σχολῆς ἀλλά αὐτά νά διατίθενται ὡς λειτουργικά ἔξοδά της καί µισθός τοῦ δασκάλου. Στήν κατακλείδα τοῦ ἐγγράφου ἀναφέρονται ὀνοµαστικά ἀπό ποιά ἐθνικά κτήµατα προέρχονται οἱ πρόσοδοι, ἤτοι ἀπό «τοῦ πύργου τοῦ Τρικαλίτου µέ τόν κῆπον του, ἐθνικόν ὁσπίτιον, δύων µύλοι ἐθνικοί καί τεσσάρων στρεµµάτων ἀµπελιοῦ».
Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1825 ἐπανέρχονται οἱ Ἁγιοπετρίτες ἐπιστάτες Πάνος Σαριγιάννης καί Ἀναγνώστης Κονδάκης µέσῳ τοῦ ἐπάρχου Ἁγ. Πέτρου Οἰκονοµόπουλου καί τοῦ γραµµατέα τοῦ ἐπαρχείου Ἀναγνώστη Μανωλάκη µέ ἔγγραφό τους ζητοῦντες νά τούς δοθεῖ ἄδεια νά πωλήσουν τά περιουσιακά στοιχεῖα τοῦ σχολείου, προκειµένου νά ἀνεγείρουν νέα οἰκοδοµή σχολείου ἐπειδή δέν ὑπάρχει «καµµία οἰκία ἁρµόδιος καί ἀνάλογος τῆς ἀλληλοδιδακτικῆς µεθόδου».
Στά τέλη Ἀπριλίου τό Ἐκτελεστικό διατάσσει τό Ὑπουργεῖο Ἐσωτερικῶν νά διορίσει ἐπιτροπή τούς κυρίους Πάνον Σαρρηγιάννην καί Ἰωάννην Ἀναγνώστου πρός ἐκποίηση τῆς οἰκίας καί τοῦ µύλου ἀλλά ὄχι καί τῆς ἀµπέλου διότι δέν συγχωρεῖται ἀπό τόν Νόµον.
Ἀπό τίς πληροφορίες πού παρατέθηκαν φρονοῦµε πώς δέν εἶναι ἀστήρικτος ὁ ἰσχυρισµός περί λειτουργίας σχολείων ἀλληλοδιδακτικῶν καί Ἑλληνικῶν στούς πρώϊµους ἐπαναστατικούς χρόνους δηλ. πρίν τήν ἔλευση τοῦ Καποδίστρια. Ἡ πρωτοβουλία αὐτή µπορεῖ νά χρεωθεῖ σέ δύο παράγοντες. Πρῶτον στήν κρατική φροντίδα, ὅσο καί νά ἀκούγεται παράξενο, καί δεύτερον στίς πρωτοβουλίες τῶν τοπικῶν κοινωνιῶν.
Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ Ἐθνοσυνέλευση τοῦ Ἄστρους, Ἀπρίλιος τοῦ 1823, µεταξύ ἄλλων καθιέρωσε καί τό θεσµό τοῦ Ἐφόρου τῆς Παιδείας καί στή θέση αὐτή διόρισε τόν Θεόκλητο Φαρµακίδη. Μετά τήν παραίτησή του καταλαµβάνει τή θέση ὁ ἱεροδιάκονος Γρηγόριος Κωνσταντᾶς. Αὐτός µέ ἔγγραφό του 23-2-1825 ἀναφέρει ὅτι σχεδιάζει γιά διάστηµα 4-5 µηνῶν νά περιέλθει τά σχολεῖα τῆς Πελοποννήσου (γιά ἐπιθεώρηση;). Πρός τοῦτο ζητᾶ περισσότερα χρήµατα γιά τά ἀτοµικά του ἔξοδα – ἀνάγκες καί, ἐπίσης, νά τοῦ χορηγηθεῖ καί τό περί πορισµοῦ τῶν σχολείων σχέδιον ὥστε νά ἀπαντᾶ σέ ὅσους τόν ἐρωτοῦν ἐπί τούτου (πῶς καί µέ ποιά µέσα θά λειτουργοῦν τά σχολεῖα κάθε τόπου).
Ἐνδέχεται οἱ εἰδήµονες ἐπί τοῦ θέµατος νά ἰσχυρισθοῦν ὅτι οἱ περί τήν Παιδεία ἀσχολούµενοι κάτ΄ αὐτή τήν περίοδο εἶναι ἁπαξάπαντες γόνοι τῶν διαφωτιστῶν δασκάλων καί τοῦ κινήµατος τοῦ Διαφωτισµοῦ γενικότερα. Ἀκόµη ἴσως ἔχουν τή γνώµη ὅτι τό Γένος χωρίς αὐτούς –δηλαδή τούς Διαφωτιστές– θά ζοῦσε στό σκότος τῆς ἀµάθειας καί ἀπαιδευσίας. Πόσο ὅµως ἀληθές µπορεῖ νά εἶναι αὐτό; Πόσο λαµβάνουν ὑπ’ ὅψη τους τήν καθηµερινότητα τῶν προγόνων µας κατοίκων τῶν κυνουριακῶν κέντρων Πραστοῦ, Ἁγ. Πέτρου, Λεωνιδίου κ.ἄ. ἐκείνης τῆς ἐποχῆς;
Ποιό διαφωτιστικό ρεῦµα ὤθησε τούς Ἁγιοπετρίτες νά πάρουν µόνοι τους τήν πρωτοβουλία ὥστε νά ἔχουν ἀλληλοδιδακτικό σχολεῖο πρίν τό 1824; Τό ἴδιο καί τούς κατοίκους τοῦ Λεωνιδίου; Μήπως οἱ κατά πολύ ἀνεπτυγµένες ἐµπορικές συναλλαγές, ἡ ἀξιοσύνη τους στή ναυτιλία Πραστιωτῶν-Λενιδιωτῶν, ἡ ἴδια ἡ καθηµερινότητα τούς ἀνάγκαζε, ὄχι µόνο νά γνωρίζουν ἄριστα Ἑλληνικά (µακάρι νά φτάναµε πολλοί ἀπό ἐµᾶς στό ἐπίπεδο τοῦ γραπτοῦ λόγου τους ὅπως φαίνεται στά κείµενά τους) µά καί ξένες γλῶσσες. Ἡ µορφωτική αὐτή ποιότητα µεγάλου µέρους εὔπορων κυνουριακῶν οἰκογενειῶν ἀποδεικνύει ὅτι δέν περίµεναν τούς Διαφωτιστές νά τούς ἀνοίξουν τά µάτια ἀλλά ἀποτελεῖ καρπό τῆς δικῆς τους προκοπῆς, φιλοτιµίας καί ἀνάγκης.
Εἴθε νά δώσει ὁ Θεός νά ξεπεταχτοῦν ἀπό τίς τοπικές µας κοινωνίες στελέχη ἱκανά καί ἄξια, ὅµοια µέ τούς τιµηµένους Ἁγιοπετρίτες, πού µέ τίς πρωτοβουλίες τους νά ξαναδώσουν ζωή καί ζωντάνια στόν εὐλογηµένο τόπο µας. Γιατί ἀπό τό ὑδροκέφαλο κράτος τῶν Ἀθηνῶν, ὅπως τό σηµερινό, τί ἔχει νά περιµένει κανείς;
π. Γεώργιος Πετρῆς
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 166-167
Ἰούνιος-Ἰούλιος 2016