ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Η ΠΡΑΞΙΣ ΤΟΥ 1928!

Ἐνεργεῖ ὡς Πατριαρχικό ἡφαίστιο, τό ὁποῖο ἀπειλεῖ καί νά “πετρώση“ πνευματικά ὁλόκληρη τήν Βόρεια Ἑλλάδα καί σταδιακά νά τήν προσαρτήση ἐδαφικά στήν Τουρκία.

ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Η ΠΡΑΞΙΣ ΤΟΥ 1928!

Ὁ συντάκτης της, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειος ὁ Γ΄, νεωτεριστής, πιστός ὑπηρέτης τῶν Τούρκων καί Μασῶνος, ὡς μαρτυρεῖ ἡ Μεγάλη Στοά τῆς Ἑλλάδος!

Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Βασιλείου Ε. Βολουδάκη

Χαράσσω τίς γραμμές πού ἀκολουθοῦν, μέ βαθύτατον σεβασμό πρός τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, τό ἀγωνισθέν ἐπί πολλούς αἰῶνες ὑπέρ τῶν δικαίων τῆς Πίστεως ἀλλά καί ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας τῆς Πατρίδος, γιατί στήν ἐλεύθερη καί πνευματική Πατρίδα καλλιεργεῖται ἡ Πίστη.

Προτάσσω τόν σεβασμό μου πρός τό Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως (τόν ὁποῖον –ἐξ ἄλλου– ἔχω πλειστάκις καταθέσει, ὅπως καί πρός τό ἀξίωμα τοῦ ἑκάστοτε Πατριάρχου, τόν ὁποῖο μνημονεύω σέ κάθε Θ. Λειτουργία πού τελῶ), γιά νά γνωρίζουν οἱ καλοπροαίρετοι ὅτι ὅσα γράφω δέν ἔχουν σκοπό νά πλήξουν τόν θεσμό τοῦ Πατριαρχείου, ἀλλά τίς ἐνέργειες τῶν Ὑπευθύνων τοῦ Πατριαρχείου, παλαιοτέρων καί συγχρόνων.

Ἡ διευκρίνησή μου αὐτή γίνεται γιά τούς καλοπροαιρέτους, διότι οἱ κακοπροαίρετοι ἐξακολουθοῦν καί θά ἐξακολουθήσουν νά μέ συκοφαντοῦν ὅτι πλήττω τόν Πατριαρχικό θεσμό ὁσάκις διεκδικῶ –μέ ἀτράνταχτα ἱστορικά ἀλλά καί Θεολογικά ἐπιχειρήματα– τήν ἀπόλυτη Αὐτοκεφαλία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Αὐτοκεφαλία, ἡ ὁποία στίς μέρες μας δέν εἶναι ἁπλή διοικητική ἀναγκαιότητα, ἀλλά ἀναγκαιότητα Ἐκκλησιολογικῆς προστασίας τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν “ὀθνεῖαν” καί ἐξευρωπαϊσμένη Παποπροτεσταντική παραλλαγή τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, πού διαμορφώνει καί διοχετεύει στά πέρατα τῆς Οἰκουμένης τό Πατριαρχικό ἐπιτελεῖο.

Συνεπῶς δέν γράφω γιά διεκδίκηση ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας (ἡ ὁποία, ἐξ ἄλλου, ἐμένα προσωπικά δέν μέ ἀφορᾶ, γιατί οὔτε εἶμαι οὔτε πρόκειται νά γίνω Ἐπίσκοπος), ἀλλά γράφω, γιατί πρόκειται γιά θέμα Πίστεως! Ἐκτός ἐάν κάποιοι θεωροῦν λογικό, ἀπό τήν μιά μεριά νά μάχωνται τούς Οἰκουμενιστές ὡς διαφθορεῖς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ἀπό τήν ἄλλη νά μή θέλουν νά τούς ἀφαιρέσουν ἀντικανονικές διοικητικές ἐξουσίες, ὥστε νά προστατευθοῦν ὅσο τό δυνατόν περισσότερες Χῶρες τῆς Γῆς ἀπό τήν λοιμική Οἰκουμενιστική ἐπιδημία!

Μοῦ προξενεῖ, ἐπίσης, μεγάλη ἐντύπωση ὅτι οἱ συκοφάντες μου προέρχονται –ὅπως ἰσχυρίζονται– ἀπό τόν χῶρο τῶν ἀντιοικουμενιστῶν καί, ἐνῶ αὐτοί οἱ ἴδιοι πολύ συχνά, ὄχι μόνο κάνουν κριτική, ἀλλά καί σπιλώνουν καί ὑβρίζουν μέ ἀπρεπῆ, εἰρωνικά καί ἀσεβῆ λόγια καί γελοιογραφίες τίς Οἰκουμενιστικές ἐνέργειες τοῦ Πατριάρχου, χωρίς νά θεωροῦν αὐτό πού κάνουν προσβολή τοῦ θεσμοῦ τοῦ Πατριαρχείου, τήν ὁποιαδήποτε δική μου κριτική γιά τήν ἀντικανονικότητα τῆς Πατριαρχικῆς Πράξεως τοῦ 1928 ἤ τήν διεκδίκηση τῆς Αὐτοκεφαλίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀποκαλοῦν προσβολή τοῦ Πατριαρχικοῦ θεσμοῦ! Καί ἐπειδή τό πρᾶγμα δέν ἔχει λογική ἐξήγηση, τό ξάστερο συμπέρασμα εἶναι ὅτι αὐτοί, μέ τό πρόσχημα καί τό προκάλυμμα τοῦ ἀντιοικουμενισμοῦ, ἐξυπηρετοῦν μέ ἀπόλυτη συνέπεια τήν Ἀμερικανοτουρκική συμπαι-γνία γιά τήν κατάτμηση τῆς Πατρίδος μας καί τήν παράδοσή της στήν Οἰκουμενιστική διακυβέρνηση τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ Κέντρου, πού εἶναι, δυστυχῶς, τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως!

Πῶς “ἐβασίλευσε” ἡ Πράξη τοῦ 1928;

Γιά τήν κατανόηση τοῦ θέματος, εἶναι, κατ’ ἀρχάς, ἀναγκαῖο, νά ἐξετάσουμε ἀπό πιό κοντά τήν Πράξη τοῦ 1928, γιά νά διαπιστώσουμε τό πῶς καί τό γιατί αὐτή ἀπέκτησε τόσο κῦρος καί βαρύτητα ὥστε νά ἀπειλῆ, ὄχι μόνο τήν Ἐκκλησιαστική Ἑνότητα τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί τήν ἐδαφική ἀκεραιότητα τῆς Πατρίδος μας.

Ἡ ἀρχή ἔγινε μέ τήν Μεταπολίτευση, ὅταν μέ εἰσήγηση πρός τήν Ἱερά Σύνοδο τοῦ καθηγητοῦ κ. Βλασίου Φειδᾶ –τότε ἀποκλειστικοῦ ἐκπροσώπου τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως– καί τήν σύμπραξη τοῦ Ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου, ἡ Πράξη αὐτή κατεγράφη στό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος μαζί μέ τόν Πατριαρχικό Τόμο τοῦ 1850. Μέχρι τότε, ἡ Πράξη τοῦ 1928 ἦταν σάν νά μήν ὑπῆρχε. Καί, ἐνῶ ἡ καταγραφή αὐτή ἔγινε οὐσιαστικά γιά νά ἀλλοιωθῆ τό πνεῦμα τοῦ Συνοδικοῦ Τόμου, πού δίνει ξεκάθαρη καί Ἀπόλυτη Αὐτοκεφαλία στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἔπεισαν τήν τότε Ἱεραρχία νά συγκατατεθῆ, μέ τό “πονηρό” ἐπιχείρημα ὅτι μέ αὐτήν τήν κατοχύρωση θά ἀπετρέπετο στό ἑξῆς ὁποιαδήποτε παραβίαση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κανονικότητος, ὅπως ἔγινε μέ τό Πραξικόπημα τῆς 21ης Ἀπριλίου τοῦ 1967, λές καί ἕνα Πραξικόπημα τοῦ μέλλοντος θά τηροῦσε ἐπακριβῶς τίς διατάξεις τοῦ Συντάγματος!

Ἀπό τότε κάποιοι προσπάθησαν καί προσπαθοῦν νά χρησιμο-ποιήσουν ὡς ἐπιχείρημα ὑπέρ τοῦ Πατριαρχείου τό γεγονός ὅτι ὁ Συνοδικός Τόμος καί ἡ Πατριαρχική Πράξη τοῦ 1928 κατοχυρώνονται στό ἰσχῦον Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος. Δέν ἔκαμαν, ὅμως, τόν κόπο νά σκεφθοῦν λίγο περισσότερο πάνω στό ἐπιχείρημα αὐτό καί γι’ αὐτό λησμόνησαν τό σπουδαιότερο. Λησμόνησαν πώς ὁ Συνοδικός Τόμος ρητῶς ὁρίζει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὄχι μόνο ἀναγνωρίζεται Αὐτοκέφαλος ἀλλά καί διοικεῖ «τά τῆς Ἐκκλησίας κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας ἐλευθέρως καί ἀκωλύτως ἀπό πάσης κοσμικῆς ἐπεμβάσεως»!

Αὐτό σημαίνει πολύ ἁπλά ὅτι, ἀφ’ ἑνός μέν ἡ Πολιτεία δέν ἔχει κανένα ἀπολύτως δικαίωμα νά ἐλέγξη τήν Ἐκκλησία, γιά τό ἐάν καί κατά πόσον τηρεῖ τόν Πατριαρχικό Τόμο καί τήν Πατριαρχική Πράξη (ἐφ’ ὅσον αὐτό τό ἀπαγορεύει ὁ προστατευόμενος ἀπό τό Σύνταγμα Συνοδικός Τόμος), ἀφ’ ἑτέρου δε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία διά τῆς Συνταγματικῆς κατοχυρώσεως τῶν ἀνωτέρω ἔχει τή δυνατότητα νά ὑποχρεώνη τήν Πολιτεία νά ἐπικυρώνη τίς Ἐκκλησιαστικές ἀποφάσεις της ὥστε νά ἔχουν αὐτές καί νομική ἰσχύ.

Θά ἐπαναλάβουμε αὐτό πού ἔχουμε γράψει καί στό παρελθόν, ὅτι πρέπει κάποτε νά καταλάβουν οἱ πολέμιοι τοῦ Ἑλλαδικοῦ Αὐτοκεφάλου ὅτι τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος κατοχυρώνει Πολιτειακά μόνο τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί μόνον αὐτήν. Τήν προστατεύει, φέρ’ εἰπεῖν, ἀπό ληστρικές ἐπεμβάσεις τῆς Πολιτείας, ὅπως κατά τό παρελθόν ὁ νόμος Τρίτση ἔπεσε στό κενό, γιατί προσέκρουσε στό «ἀκωλύτως ἀπό πάσης κοσμικῆς ἐπεμβάσεως».

Ἐξ ἄλλου, τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος, ὅπως καί κάθε Σύνταγμα, ψηφίζεται γιά νά κατοχυρώνη τά δικαιώματα τῶν πολιτῶν τῆς χώρας καί ὄχι τά συμφέροντα τῶν ἀλλοδαπῶν. Πόσο μᾶλλον ὅταν οἱ ἀλλότριες διεκδικήσεις διασποῦν τήν ἁρμονία τῶν Ἑλληνικῶν πόλεων καί ταράσσουν τήν εἰρήνη τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Τό θέμα, λοιπόν, δέν θά τό λύση ἡ Πολιτεία. Δέν ἔχει κανένα δικαίωμα ἀναμίξεως, παρ’ ἐκτός τοῦ νά ὑπενθυμίση στό Φανάρι ὅτι τό Σύνταγμα τῆς χώρας ἀποσκοπεῖ στό νά διατηρῆ τήν ἐδαφική ἀκεραιότητα τῆς Χώρας καί νά προστατεύη τά νομικά συμφέροντα καί δικαιώματα τῶν πολιτῶν καί ὑπηκόων της!

Βεβαίως, τό ὅτι δόθηκε ἔμφαση στό Σύνταγμα εἰδικά καί μόνο σ’ αὐτήν τήν Πατριαρχική Πράξη καί ὄχι καί στίς προγενέστερές της, πού καί αὐτές ἀναφέρονται σέ προσαρτήσεις ἄλλων περιοχῶν τῆς Πατρίδος μας, μαρτυρεῖ τό “ὕποπτον” τοῦ πράγματος, τό ὁποῖο, δυστυχῶς, δέν εἶχε ὑποψιάσει οὔτε ἀπασχολήσει σοβαρά μέχρι σήμερα τούς Ἕλληνες Ἱεράρχες μας, οἱ ὁποῖοι, ἐφησυχασμένοι σέ μιά συναισθηματική σχέση μέ τό Πατριαρχεῖο μας, θεωροῦσαν βέβηλη πράξη τό νά ρυθμίσουν τά τοῦ Οἴκου τοῦ Θεοῦ, μέ σεβασμό μέν πρός τό Πατριαρχεῖο, ἀλλά, πρωτίστως μέ σεβασμό καί ὑπευθυνότητα ἔναντι τοῦ ἐμπεπιστευμένου εἰς αὐτούς Ποιμνίου τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος.

Στά πλαίσια τοῦ ἀθεολογήτου καί ἀδιακρίτου συναισθηματισμοῦ, εἶχε, μετά τήν Μικρασιατική καταστροφή, βρεῖ γόνιμο ἔδαφος καί τό ἐπικίνδυνο φληνάφημα ὅτι δέν πρέπει νά ἀποδυναμωθῆ τό Πατριαρχεῖο, τώρα πού εἶναι ἐμπερίστατο, ἀλλά πρέπει νά ἔχη ὑπό τήν δικαιοδοσία του περιοχές! Ἔτσι, μέ παραπλανητικό συναισθηματικό τρόπο προσαρτήθηκαν στό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀμερικῆς καί ὁλόκληρη ἡ Εὐρώπη, οἱ ὁποῖες ὑπήγοντο διοικητικά στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος! Δηλαδή, νά μήν ἀποδυναμωθῆ διοικητικά ἕνα οὕτως ἤ ἄλλως αἰχμάλωτο Πατρι-αρχεῖο, ἀλλά νά ἀποδυναμωθῆ ἡ ἐλεύθερη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, γιά νά ἔχη ὁ δυνάστης Τοῦρκος τήν εὐχέρεια νά διορίζη –κατόπιν ἐντολῶν τῆς Ἀμερικής– Πατριάρχες τῆς ἀρεσκείας του πού θά ἀλλοιώνουν τήν Ὀρθόδοξη Πίστη στά πέρατα τῆς Οἰκουμένης! Ἄν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶχε ἀντιληφθεῖ ἐγκαίρως τά αὐτονόητα, δέν θά ἦταν ἡ Ἀμερική καί ἡ Εὐρώπη σήμερα σ’ αὐτό τό ἐλεεινό πνευματικό κατάντημα, ὥστε νά μήν ξεχωρίζης πλέον τούς κοσμικούς ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Ποιμένες!

Εἶναι ντροπή καί αἶσχος ὅλων μας, Κληρικῶν καί λαϊκῶν, πού δέν ἔχουμε τόσα χρόνια ἐξεγερθεῖ ἐναντίον τῶν Πατριαρχικῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀπαγορεύσει στούς κατά τόπους Mητροπολίτες νά βαπτίζουν ἑτεροδόξους καί νά τούς δέχωνται στήν Ὀρθοδοξία, ἐμποδίζοντας ἔτσι, ἐκτός τῶν πολλῶν ἄλλων καί ἕνα ὁλόκληρο Ἀγγλικανικό Πλήρωμα, πού ἀντέδρασε στήν χειροτονία τῶν γυναικῶν, νά γίνη Ὀρθόδοξο, ἀλλά τό ἐγκατέλειψαν νά προσαρτηθῆ ἀναγκαστικά στούς Παπικούς, ἀφοῦ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Θυατείρων εἶχε Πατριαρχική ἐντολή νά μήν τούς δεχθῆ νά προσέλθουν στήν Ὀρθοδοξία!

Γι’ αὐτά τά πνευματικά ἐγκλήματα ἔπρεπε νά γίνη μιά Μεγάλη Σύνοδος. Γιά νά καταδικάση τίς πάμπολλες αὐθαιρεσίες τῶν Πατριαρχῶν ὅλων τῶν Πατριαρχείων –μεταξύ τῶν ὁποίων καί τή σταλινική Πατριαρχική “μόδα” νά ἐκθρονίζουν Ἐπισκόπους καί Ἀρχιεπισκόπους ἄνευ οὐσιαστικῆς δίκης καί ἀπολογίας τῶν ἐκθρονιζομένων– καί ὄχι γι’ αὐτά πού συγκαλεῖται ἡ σχεδιαζομένη Μεγάλη Σύνοδος, τήν ὁποία οἱ διοργανωταί της ἔχουν τό θράσος καί τήν ἀλαζονεία νά τήν ἀποκαλοῦν Ἁγία!

Αὐτόν τόν Πατριαρχικό ἐπεκτατισμό ἐπί ζημίᾳ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί, κατ’ ἐπέκτασιν, ἐπί ζημίᾳ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ὑπηρετεῖ, τελικά, ἡ Πράξη τοῦ 1928. Ἐνεργεῖ ὡς Πατριαρχικό ἡφαίστιο, τό ὁποῖο ἀπειλεῖ νά “πετρώση” πνευματικά ὁλόκληρη τήν Βόρεια Ἑλλάδα καί σταδιακά νά τήν προσαρτήση καί ἐδαφικά στήν Τουρκία.

Σύγκριση τῶν Πατριαρχικῶν Πράξεων 1866, 1882 καί 1928

Πατριαρχικές Πράξεις ἐξεδόθησαν σταδιακά, μετά τίς ἀλληλοδιάδοχες προσαρτήσεις στό Ἑλληνικό Κράτος Ἑλληνικῶν ἐδαφῶν, πού εἶχαν καταλάβει διάφοροι ξένοι κατακτητές. Οἱ Πράξεις αὐτές ἐξεδόθησαν, μετά τόν Συνοδικό Τόμο τοῦ 1850, κατά τά ἔτη 1866, 1882 καί 1928 γιά νά ἐπικυρωθῆ ἡ ἐπανυπαγωγή τῶν περιοχῶν τῆς Πατρίδος μας, ἀπό τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως (στό ὁποῖο εἶχαν μετά τήν Ἅλωση (1453) ὑπαχθεῖ διά τῆς βίας μέ Φιρμάνι τοῦ Σουλτάνου), καί πάλι στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, συμφώνως καί μέ τήν ἐπιταγή τοῦ Συνοδικοῦ Τόμου τοῦ 1850: «... ὡρίσαμεν τῇ δυνάμει τοῦ Παναγίου καὶ Τελεταρχικοῦ Πνεύματος διὰ τοῦ παρόντος Συνοδικοῦ Τόμου, ἵνα ἡ ἐν τῷ Βασιλείῳ τῆς Ἑλλάδος Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀρχηγὸν ἔχουσα καὶ κεφαλήν, ὡς καὶ Πᾶσα ἡ Καθολικὴ καὶ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, τὸν Κύριον καὶ Θεὸν καὶ Σωτῆρα ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ὑπάρχῃ τοῦ λοιποῦ κανονικῶς αὐτοκέφαλος ...ἐπιγινώσκομεν αὐτὴν καὶ ἀνακηρύσσομεν πνευματικὴν ἡμῶν ἀδελφὴν ...καὶ ὡς τοιαύτην τοῦ λοιποῦ ἀναγνωρίζεσθαι καὶ μνημονεύεσθαι τῷ ὀνόματι «Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» δαψιλεύομεν δὲ αὐτῇ καὶ πάσας τὰς προνομίας καὶ πάντα τὰ κυριαρχικὰ δικαιώματα, τὰ τῇ ἀνωτάτῃ Ἑκκλησιαστικῇ ἀρχῇ παρομαρτοῦντα...»!

Γιά νά μήν ὑπάρξη ἀμφισβήτηση ὡς πρός αὐτό πού ἐννοεῖ ὁ Πατριαρχικός Τόμος γιά τά δαψιλευθέντα κυριαρχικά δικαιώματα πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἐφρόντισε ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἄνθιμος (Ὁ Πατριάρχης τοῦ Συνοδικοῦ Τόμου) νά διευκρινήση σέ συνοδευτική τοῦ Τόμου Συνοδική Ἐπιστολή, ὅτι «τοῦ λοιποῦ τὴν κατὰ τὸν ἡμέτερον Συνοδικὸν Τόμον καθεστηκυίαν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἁπαξά­παν­τες ἀναγνωρίσητε ἀνωτάτην Ἐκκλησιαστικὴν ἀρχήν, περιβεβλημέ­νην ἅπαντα τὰ δικαιώματα ἐπὶ τῶν ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησιῶν, ὅσα περ ἐκέκτητο πρότερον ὁ καθ’ ἡμᾶς Ἀποστολικὸς Πατριαρχικὸς Οἰκουμενικὸς Θρόνος».

Ἀπό τήν σύγκριση τῶν Πατριαρχικῶν Πράξεων 1866, 1882 καί 1928 ἀποκαλύπτεται ἡ μεγάλη σκευωρία πού χαλκεύθηκε εἰς βάρος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἱεραρχίας ἀλλά καί τῆς Πατρίδος μας, μέ τήν συμπαιγνία τοῦ Μασώνου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Βασιλείου τοῦ Γ΄ καί τῶν Τούρκων, μετά τήν Μικρασιατική κατά-στροφή. Ἄς κάνουμε τήν σύγκριση:

Οἱ Πατριαρχικές Πράξεις τοῦ 1866 καί τοῦ 1882 ἐκφράζουν ἀπολύτως τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί ἦθος. Προτάσσουν τήν οἰκουμενική Κανονική Ἀρχή ὅτι εἴθισται τά ἐκκλησιαστικά πράγματα, οἱ ἐκκλησιαστικές διοικήσεις νά συμμεταβάλλονται μέ τίς πολιτει-ακές μεταβολές.

Ἔτσι, μετά τήν ἕνωση τῆς Ἑπτανήσου μέ τήν Ἑλλάδα, στίς 21 Μαΐου 1864, ἐκδίδεται τό 1866 «Πατριαρχική καί Συνοδική Πρᾶξις» τοῦ Πατριάρχου Σωφρονίου καί τῆς ὑπ’ αὐτόν Ἱ. Συνόδου, ἡ ὁποία ὁρίζει τά «περί τῆς ὑπαγωγῆς τῶν Ἐπαρχιῶν τῆς Ἑπτανήσου τῇ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ἑλλάδος».

Τό ἴδιο ἐπαναλαμβάνεται ἀπό τόν Πατριάρχη Ἰωακείμ, ὅταν τό 1881 ἐπανενώνονται μέ τήν Ἑλλάδα μέρη τῆς Ἠπείρου καί τῆς Θεσσαλίας. Τό ἑπόμενο ἔτος (1882), ἐκδίδεται «Πατριαρχική καί Συνοδική Πρᾶξις», ἡ ὁποία ἀρχίζει ὡς ἑξῆς: «Τῆς τῶν πολιτειῶν καταστάσεως ὡς ἐπί τό πολύ μεταβαλλομένης ταῖς τοῦ χρόνου φοραῖς καί ἄλλοτε ἄλλως μεταπιπτούσης, ἀνάγκη καί τά περί τήν διοίκησιν τῶν ἐπί μέρους Ἐκκλησιῶν ταύτη συμμεταβάλλεσθαι καί συμμεθαρμόζεσθαι. δή καί ὁ ἱερώτατος Φώτιος ἐδήλου ἄλλοτε λέγων, “τά ἐκκλησιαστικά, καί μάλιστά γε τά περί τῶν ἐνοριῶν δίκαια, ταῖς πολιτικαῖς ἐπικρατείας καί διοικήσεσι σύμμεταβάλλεσθαι εἴωθεν”».

Ἐν ἀντιθέσει μέ τίς προηγηθεῖσες Πατριαρχικές Πράξεις, ἡ Πράξη τοῦ 1928, ἐκδίδεται σέ ἕνα ὕποπτο χρονικό διάστημα, ὄχι μετά τούς Βαλκανικούς πολέμους, πού θά ἦταν φυσικό, ἀλλά μετά ἀπό …15 χρόνια, ἀφοῦ προηγήθηκε ἡ Μικρασιατική καταστροφή καί ἄρχισαν οἱ ὕποπτες συναλλαγές μεταξύ Τούρκων καί Ἑλλήνων Ἀξιωματούχων.

Ἡ ἐπιγραφή τῆς «Πατριαρχικῆς καί Συνοδικῆς Πράξεως» τοῦ 1928 διαφέρει ἀπό τίς προηγούμενες καί εἰσάγει γιά πρώτη φορά ἕναν ἄγνωστο μέχρι τότε ὅρο, τόν ὅρο «Νέες Χῶρες»! Ἐπιγγράφεται: «Περί τῆς διοικήσεως τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων τῶν Νέων Χωρῶν». Στή συνέχεια, καί ἐνῶ κατ’ ἐπανάληψιν ἀποκαλεῖ τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος «Αὐτοκέφαλον», θέτει καί ἕναν πρωτοφανῆ καί ἀντικανονι-κό ὅρο, ὅτι «ἡ διοίκησις τῶν Ἐπαρχιῶν τούτων διεξάγεται ἐφεξῆς ἐπιτροπικῶς ὑπό τῆς πεφιλημένης Ἁγιωτάτης Ἀδελφῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος…». Γιατί, ἆραγε, ὑπάρχει αὐτή ἡ διαφοροποίηση; Τήν ἀπάντηση πρέπει νά ἀναζητήσουμε στό ἱστορικό τῆς ἐποχῆς τοῦ Πάτριάρχου Βασιλείου τοῦ Γ΄, ἀλλά καί στό ἴδιο τό βιογραφικό τοῦ Πατριάρχου.

Ποιός εἶναι ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειος ὁ Γ΄ καί ποιές οἱ Πράξεις του;

Ὁ Πατριάρχης Βασίλειος ὁ Γ΄ εἶναι ἴσως ὁ πρῶτος Πατριάρχης πού περιῆλθε ὅλες τίς Εὐρωπαϊκές Χῶρες καί ἐργάσθηκε στίς Βιβλιοθῆκες τους, εἰσπνέοντας, ὅμως, ὅλο τό δηλητήριο τῆς πλάνης τοῦ αἱρετικοῦ Χριστιανισμοῦ τῆς Δύσεως καί ἰδιαιτέρως τοῦ Προτεσταντισμοῦ, σέ βαθμό τέτοιον ὥστε νά κερδηθῆ περισσότερο ἀπό τήν φιλοσοφία καί νά ἀνακηρυχθῆ τό 1884 διδάκτορας φιλοσοφίας τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μονάχου! Μέ αὐτή τήν Θεολογική του ἀλλοίωση, προτείνει σέ συγγράμματά του τόν γάμο Κληρικῶν μετά τήν χειροτονία τους καί τήν ἐκλογή ἐγγάμων Ἐπισκόπων!

Τό 1889 ἐξελέγη Μητροπολίτης Ἀγχιάλου, τό 1909 ἔγινε Μητροπολίτης Πελαγονίας καί σέ ἕνα χρόνο μετετέθη στήν Μητρόπολη Νικαίας (1910)! Μέ τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν, ἀνταλλάσσεται μαζί μέ τόν Ἐπίσκοπο Δέρκων Κωνσταντῖνο καί ἔρχονται στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ὁ Κωνσταντῖνος ἀναλαμβάνει Συνοδικά καθήκοντα ἀπό 3 Ὀκτωβρίου 1923 ἕως 17 Δεκεμβρίου 1924 καί ἐν συνεχείᾳ ἐκλέγεται Πατριάρχης στίς 17 Δεκεμβρίου 1924 ὡς Κωνσταντινουπόλεως Κωνσταντῖνος ὁ ΣΤ΄. Μόλις μετά ἀπό 43 ἡμέρες Πατριαρχίας(!), στίς 30 Ἰανουαρίου τοῦ 1925, ἀπελαύνεται βιαίως ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη (σιδηρο-δρομικῶς), μέ ἀνεξήγητο τρόπο, δεδομένου ὅτι ὑπῆρξε δεινός διπλωμάτης καί ἄριστος χειριστής τῶν πολιτειακῶν ζητημάτων, πρᾶγμα τό ὁποῖο φανερώνει ὅτι ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Πατριαρχικό Θρόνο, διότι δέν ἤθελε νά ὑπηρετήση τά Τουρκικά συμφέροντα. Ὁ Κωνσταντῖνος ὁ ΣΤ΄ κατέφυγε στήν «Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν» γιά νά ἐπανέλθη στήν Κωνσταντινούπολη ἀλλά ἡ προσφυγή του δέν εἶχε ἀποτέλεσμα καί ἔτσι παρητήθη στίς 22 Μαΐου 1925, ἐξαναγκαζόμενος ἀπό τά μεθοδευμένα γεγονότα.

Τότε ἐξελέγη Πατριάρχης ὁ ἐκλεκτός τῶν Τούρκων Βασίλειος ὁ Γ΄. Εἶναι ὁ Πατριάρχης, ὁ ὁποῖος, ἐκτελώντας τίς ὁδηγίες τῆς Μεγάλης Μασωνικῆς Στοᾶς, ἄλλαξε τό Ἡμερολόγιο τοῦ Πατριαρ-χείου! Ἐπί τῆς Πατριαρχίας του ἀναθεωρήθηκε τό «Καταστατικό τοῦ Ἁγίου Ὅρους», πρᾶγμα πού πρέπει νά τεθῆ κατεπειγόντως πρός συζήτησιν ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, καί ὑπεγράφη ἡ ἀνταλλαγή πληθυσμῶν Ἑλλάδος καί Τουρκίας μέ ἐξαίρεση τούς Πατριαρχικούς καί τόν Πατριάρχη! Εἶναι γνωστά σέ ὅλους μας τά ἀποτελέσματα καί οἱ συσχετισμοί σέ ἀριθμούς αὐτῆς τῆς ὀλέθριας γιά τήν Πατρίδα μας ἀνταλλαγῆς, τήν ὁποία ὑπέγραψε ὁ Πατριάρχης καί ὄχι ἡ Ἑλληνική Κυβέρνηση! Ἡ Μεγάλη Στοά τῆς Ἑλλάδος καταγράφει τόν Πατριάρχη Βασίλειον τόν Γ΄, μεταξύ τῶν διακεκριμένων καί ἐπιφανῶν Μασώνων τῆς Ἑλλάδος(!), καταλογίζει δέ ὡς μέγα ἐπίτευγμά του τήν ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου τοῦ Πατριαρχείου καί «ὁ νοῶν, νοείτω»!

Εἶναι, λοιπόν, προφανές ὑπό ποῖες προϋποθέσεις ἐξεδόθη ἡ Πατριαρχική Πράξη τοῦ 1928 καί γιά ποιόν σκοπό ἐξεδόθη. Παρ’ ὅτι, βεβαίως, σέ κανένα σημεῖο τῆς Πράξεως αὐτῆς δέν γίνεται λόγος περί «ἄχρι καιροῦ» παραχωρήσεως τῶν «Νέων Χωρῶν», ὅπως ὑποστηρίζουν σήμερα οἱ Πατριαρχικοί, ὥστε νά προλειαίνουν τό ἔδαφος γιά ἐπανυπαγωγή τῶν «Νέων Χωρῶν», δηλαδή ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ ΜΑΣ, στήν ἐκκλησιαστική δικαιοδοσία τοῦ ὑπό τήν Τουρκική κατοχή Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Τό ὅτι ὁ Πατριάρχης ἐτόλμησε νά ζητήση ἀπό τήν Κυβέρνηση τήν ἐπανυπαγωγή σέ ἐκεῖνον τῆς Βορείου Ἑλλάδος δέν σημαίνει ὅτι ἔχει καί τήν ἐξουσία νά τό πράξη. Πρῶτον, διότι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει Ἀρχιεπίσκοπον καί Ἱεραρχία οἱ ὁποῖοι ἤδη ἐπαγρυπνοῦν ἀλλά, πρός τό παρόν, συγκρατοῦνται, χάριν τῆς ἱστορίας τοῦ Πατριαρχείου καί, δεύτερον, διότι –ὅπως προείπαμε– δέν εἶναι θέμα τῆς Κυβερνήσεως νά ἀναμειχθῆ, ἐφ’ ὅσον ὁ κατοχυρωμένος ἀπό τό Σύνταγμα, ὡς Νόμος τοῦ Κράτους Συνοδικός Τόμος ρητῶς ὁρίζει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὄχι μόνο ἀναγνωρίζεται Αὐτοκέφαλος ἀλλά καί διοικεῖ «τά τῆς Ἐκκλησίας κατά τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας ἐλευθέρως καί ἀκωλύτως ἀπό πάσης κοσμικῆς ἐπεμβάσεως»!

Μέ τήν ἀντορθόδοξη, ἀντικανονική καί ἀντεθνική Πράξη τοῦ 1928, ἡ Τουρκία ἔχει ἐγκατασταθεῖ ὡς Τουρκικός Ἐπίτροπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί κατ’ ἐπέκτασιν καί ὡς Τουρκικός Ἐπίτροπος τῆς Ἑλλάδος μέ Πατριαρχικό καμουφλάζ.

Σημαία καί ἀπάντησή μας πρός τούς Πατριαρχικούς, οἱ ὁποῖοι εἴτε δέν ὑποψιάζονται τί ἐξυπηρετοῦν, ἤ ἐν γνώσει τους –πρᾶγμα πού δέν θέλουμε νά πιστέψουμε– ἐξυπηρετοῦν, εἶναι –ὅπως γράψαμε καί ἄλλοτε– ἡ Συνοδική ἐπιστολή τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλε-ως πρός τόν Πάπα Λέοντα τόν ΙΓ΄, μέ τήν ὁποία διατρανώνεται ἡ διαχρονικὴ ἀνεξαρτησία καὶ τὸ αὐτοδιοίκητο τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν τῆς Οἰκουμένης: «Ἑκάστη κατὰ μέρος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία ἐν τε τῇ Ἀνατολῇ καὶ τῇ Δύσει ἦν ὅλως ἀνεξάρτητος καὶ αὐτοδιοίκητος κατὰ τοὺς χρόνους τῶν ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων· ὅπως δὲ οἱ Ἐπίσκοποι τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς, οὕτω καὶ οἱ τῆς Ἀφρικῆς, τῆς Ἱσπανίας, τῶν Γαλλιῶν, τῆς Γερμανίας καὶ τῆς Βρεττανίας ἐκυβέρνων τὰ τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτῶν ἕκαστος διὰ τῶν ἰδίων Τοπικῶν Συνόδων, οὐδὲν ἀναμείξεως δικαίωμα ἔχοντος τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης, ὅστις καὶ αὐτὸς ἐπίσης ὑπήγετο καὶ ὑπεῖκεν εἰς τὰς συνοδικὰς ἀποφάσεις. Ἐν σπουδαίοις δὲ ζητήμασι δεομένοις τοῦ κύρους τῆς καθόλου Ἐκκλησίας ἐγίνετο ἔκκλησις εἰς Οἰκουμενικὴν Σύνοδον, ἥτις μόνη ἦν καὶ ἔστι τὸ ἀνώτατον ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησία κριτήριον».

Ἡ ἱστορική αὐτή ἐπιστολή τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως μπορεῖ νά ἀποτελέση καί τόν ὁδοδείκτη γιά τήν εἰρηνική ἐπίλυση τῆς διενέξεως τῶν δύο αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν (Κωνσταντινουπόλεως καί Ἑλλάδος), καθ’ ὅσον ἐκφράζει τό Ὀρθόδοξο φρόνημα ὅτι «ἀνώτατον ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ κριτήριον» εἶναι ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος καί ὄχι τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως!

Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

Πρωτοπρεσβύτερος

«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ» 13-5-2016