Ἐφ’ ὅσον ἐπλανήθησαν πρός στιγµήν καί οἱ ἐκλεκτοί
ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΦΛΕΡΤ ΜΕ ΤΗΝ ΔΥΣΗ
Στό προπερασµένο τεῦχος ἀσχοληθήκαµε µέ τήν θεωρία τοῦ Λουθήρου καί κάποιες προσπάθειες ἀναθεώρησής της ἐκ µέρους τῆς Εὐαγγελικῆς ἐκκλησίας τῆς Γερµανίας. Ναί µέν ἦταν ὁ Λούθηρος ὁ πρῶτος πού προσπάθησε νά θεµελιώση µιά κατ’ εὐθεῖαν ἀπό τόν Θεόν δοσµένη κοσµική ἐξουσία θεολογικά, δέν ἦταν ὅµως ὁ πρῶτος πού τήν πίστεψε.
Ἀντιθέτως παρατηρεῖται µιά διαχρονική συνέχεια ἀπό τήν ἐµφάνιση τῶν Γερµανικῶν φυλῶν καί τήν ἔµπρακτη ἀνάµιξή τους στό ἱστορικό γίγνεσθαι. Παρατηρεῖται µιά δίψα γιά ἐξουσία, ἡ ὁποία ὡς ὁδοστρωτήρας καταπλακώνει τά πάντα χωρίς νά ὑπολογίση οὔτε ἀνθρώπινες ζωές, οὔτε θρησκεία, οὔτε πολιτισµό. Ὅλη ἀυτή ἡ ἱστορική διαδροµή καταλήγει τελικά σέ θεωρίες περί ἀρείας φυλῆς, περί ὑπερανθρώπου καί ἄλλων παροµοίων. Γι’ αὐτό οὔτε ὁ προτεσταντισµός οὔτε ἡ ἀθεΐα δέν µποροῦσε νά ἀναπτυχθῆ ἀλλοῦ, παρά στήν Γερµανία.
Ἐξ’ ἀρχῆς ἡ ἀντιεκκλησιαστική στάση βασίζεται σέ πολιτικές σκοπιµότητες, διότι ὅπου δέν ὑπάρχει ἐθνική συνείδηση, πρέπει νά καλλιεργηθῆ ἐθνικισµός. Τή θέση τοῦ θετικοῦ αἰσθήµατος τῆς ἀγάπης γιά τήν πατρίδα παίρνει τό ἀρνητικό αἴσθηµα τοῦ µίσους τοῦ ἄλλου. Γιά νά µπορέση νά ἐπιτευχθῆ αὐτός ὁ στόχος, πρέπει νά καλλιεργηθῆ ἕνα αἴσθηµα ὑπεροχῆς, τό ὁποῖο πάλι προϋποθέτει τή διαφορετικότητα καί κατωτερότητα τῶν ἄλλων.
Ἐπειδή αὐτές οἱ θεωρίες εἶναι ἄκρως ἀντίθετες ἀπό τήν χριστιανική διδασκαλία, ἐπῆλθε σταδιακά ἡ ρίξη µέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Μετά τήν καταστροφή καί τήν κατάληψη τῆς Ρώµης καί σταδιακά καί τῶν κτήσεων της στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο ἀπό τούς Γότθους, τούς Οὔννους, τούς Βανδάλους καί ἄλλες Γερµανικές φυλές ἦρθε στό προσκήνιο µιά νέα Αὐτοκρατορία, κατά τό πρότυπο τῆς Ρωµαϊκῆς, ὑπό Γερµανικῆς ἐξουσίας, ἡ Ἁγία Ρωµαϊκή Αὐτοκρατορία Γερµανικοῦ Ἔθνους τοῦ Καρλοµάγνου. Ἕνα ἀπό τά µέτρα, τά ὁποῖα ἐθεσπίσθηκαν, γιά νά καλλιεργηθῆ ἡ διαφορετικότητα, ἦταν ἡ ἀποστασιοποίηση ἀπό τήν ἐνιαία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ διά τῆς αἱρέσεως. Καί ἀκριβῶς τότε ἐµφανίσθηκε ἡ γνωστή προσθήκη τοῦ filioque στό Σύµβολο τῆς Πίστεως.
Αὐτή ἡ αἱρετική διδασκαλία "Γερµανικῆς ἐθνικότητας" ἐξυπηρετοῦσε ἀρχικά καθαρά πολιτικά σχέδια. Παρά τίς ἀρχικές ἀντιδράσεις τοῦ Πάπα καί κάποιων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν ἐπεκράτησε ἡ διδασκαλία αὐτή σ’ ὅλη τή Δύση. Λόγω τῆς αὐθεντίας καί πρωτοκαθεδρίας τοῦ Πάπα (τό ἀλάθητον εἶναι πολύ µεταγενέστερο) ἔγινε µαζί µέ ἄλλες πλάνες δογµατική διδασκαλία τῶν Ρωµαιοκαθολικῶν, πού ὁδήγησε τελικά στίς Σταυροφορίες ἐναντίον τῶν "ἀπίστων" Ὀρθοδόξων τῆς Ἀνατολῆς.
Μέ τήν τριτόµηση τῆς Αὐτοκρατορίας στούς γιούς τοῦ Καρλοµάγνου χάνεται σιγά σιγά ὁ ἐθνικός χαρακτῆρας τῆς αὐτοκρατορίας. Ἐν τούτοις διεξάγονται ὑπό τήν εὐλογία καί αἰγίδα τοῦ πάπα οἱ Σταυροφορίες ἔναντι τῶν λεγοµένων ἀπίστων µέ ἀποτέλεσµα τήν πρώτη ἅλωση τῆς Βασιλευούσης, τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τῶν γύρω της Βυζαντινῶν κτήσεων.
Οἱ Βυζαντινοί ἀναγκάζονται νά ἀναδιοργανωθοῦν στή Νίκαια. Ἐκεῖ µεγαλουργεῖ ὁ αὐτοκράτωρ Ἅγ. Ἰωάννης Βατάτζης ὁ Ἐλεήµων. Σέ ἐλάχιστο χρονικό διάστηµα κατορθώνει τήν ἀναδιοργάνωση τοῦ κράτους, τῆς Παιδείας, τῆς Οἰκονοµίας, ἀλλά καί τήν ἐπανάκτηση τῶν περισσοτέρων περιοχῶν πού εἶχαν καταληφθῆ ἀπό τούς Σταυροφόρους, πλήν τῆς ἰδίας τῆς Βασιλευούσης. Μέ τήν ἔµπρακτη ἁγιότητα καί ἁπλότητα ὁ ἅγ. Ἰωάννης Βατάτζης ἔγινε παράδειγµα γιά τούς ὑπηκόους του: Καλλιέργησε ὁ ἴδιος τά κτήµατα γιά τήν ἐξασφάλιση τῶν ἐξόδων τῆς αὐλῆς, πολέµησε ὁ ἴδιος πάντα στήν πρώτη γραµµή, ἦταν πρῶτος στόν Ἐκκλησιασµό, ἔκτισε πλῆθος Ναῶν καί Μοναστηρίων καί κατάφερε ὡς κανείς ἄλλος νά συζεύξη τόν Ἑλληνισµό µέ τήν Ὀρθοδοξία. Ὅλες αὐτές οἱ ἀρετές τόν ὑπερύψωναν στά µάτια τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος τόν ἀπεκάλεσε «Πατέρα».
Οἱ πλέον πιστοί καί σηµαντικοί συνεργάτες του ἦταν ἡ σύζυγός του, ἡ βασίλισσα Εἰρήνη Λασκαρίνα, ὁ Πατριάρχης Γερµανός Β΄ καί ὁ λόγιος ἱεροµόναχος Νικηφόρος Βλεµµύδης, καθηγούµενος τῆς Ἱ. Μ. Ἁγ. Γρηγορίου Νεοκαισαρείας.
Τίς ἐπιτυχίες ἀκολούθησαν ὅµως καί δυσκολίες µέ ἐδαφικές ἀπώλειες στά δυτικά ἀπό τό Δεσποτᾶτο τῆς Ἠπείρου καί στά νοτιοανατολικά ἀπό τούς Σταυροφόρους πού εἶχαν ἀνασυγκροτηθῆ µέ τήν ἔνταξη Κουµάνων στά στρατεύµατά τους. Καί ἡ µεγαλύτερη ἀτυχία: ὁ θάνατος τῆς Βασιλίσσης Εἰρήνης.
Κάτω ἀπό αὐτές τίς ἀπειλές καί πολύ πιεστικές συνθῆκες ἀναζητᾶ ὁ Ἰωάννης Βατάτζης ἕνα σύµµαχο στόν Γερµανό αὐτοκράτορα Φρειδερῖκο Β΄ Stauffen.
Αὐτή τήν φορά οἱ Γερµανοί αἰσθανόµενοι τήν ἀπώλεια τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας στόν Δυτικό κόσµο στράφηκαν ἐναντίον τοῦ Πάπα καί τῶν Σταυροφόρων, εἶχαν δηλ. ἕναν κοινό ἐχθρό µε τούς Βυζαντινούς. Λόγῳ τῆς Ἀρχαιοελληνικῆς Παιδείας τοῦ Φρειδερίκου στήν Νεάπολη καί τῆς ἀγάπης του γιά τόν ἀρχαῖο πολιτισµό καί λόγῳ τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ Φρειδερῖκος ἦταν καί βασιλέας τῆς ἑλληνόφωνης Σικελίας, ὁ Βατάτζης βλέπει ἕναν σοβαρό συνοµιλητή.
Συµφωνεῖται ἡ συµµαχία τῶν δύο ἀνδρῶν, τήν ὁποίαν ἤθελαν νά ἰσχυροποιήσουν µέ τόν γάµο τοῦ Ἰωάννου Βατάτζη µέ τήν 12χρονη κόρη τοῦ Φρειδερίκου, Κωνσταντία, ὁ ὁποῖος ἔγινε στή Νίκαια µετά τήν βάπτιση τῆς Κωνσταντίας, ἡ ὁποία µετωνοµάσθηκε Ἄννα. Συµφώνησε ὁ αὐτοκράτωρ µέ τόν γάµο, παρά τήν ἀντίθετη γνώµη καί συµβουλή τοῦ Νικηφόρου Βλεµµύδη.
Γρήγορα διαπιστώνει ὁ αὐτοκράτωρ τό ἄτοπο αὐτοῦ τοῦ γάµου. Καί σ’ αὐτό τό σηµεῖο ἀρχίζει ἡ µεγαλύτερη περιπέτεια τῆς ζωῆς του. Ἡ παιδαγωγός τῆς 12χρονης Ἄννης, ὀνόµατι Φρίγκα, προτίθεται νά παρηγορήση τόν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος πιάνεται στά σατανικά της δίχτυα. Παρουσιάζεται παντοῦ ὡς βασίλισσα, ντυµένη τήν πορφυρή στολή καί µέ ἕναν ἔκλυτο βίο, ἐντελῶς ξένο γιά τήν αὐλή τοῦ ἁπλοῦ Βατάτζη. Ὁ µόνος πού ἀντιδρᾶ καί ἐλέγχει τόν αὐτοκράτορα καί τήν Φρίγκα, τήν ὁποία ἀποκαλεῖ Φρίκη, εἶναι ὁ Νικηφόρος Βλεµµύδης. Ἐξ αἰτίας τούτου ἡ Φρίγκα µισεῖ τόν Βλεµµύδη θανάσιµα καί ζητάει σάν ἄλλη µαινοµένη Ἡρωδιάς «τήν κεφαλή τοῦ Βλεµµύδη ἐπί πίνακι». Ὁ Βατάτζης φυσικά δέν δέχθηκε, ἀλλά ἔκλαψε πικρῶς, µετενόησε καί ἀνάγκασε τήν Φρίγκα νά ἐπιστρέψη στήν πατρίδα της.
Ὁ δέ ἐξουσιοµανής Φρειδερῖκος εἶχε κατορθώσει µέ τή βοήθεια τῶν Σταυροφόρων νά ἀνακηρυχθῆ Βασιλέας τῶν Ἱεροσολύµων, µετά καί ἀπό συµµαχία µέ τούς Μουσουλµάνους τῆς περιοχῆς, καί ἑποµένως δέν ἀσχολήθηκε καί πολύ µέ τόν Βατάτζη. Ὁ ἴδιος ἐξ’ ἄλλου ὁ Φρειδερίκος ἀπάντησε στόν ἀφορισµό του ἀπό τόν Πάπα Γρηγόριο Θ΄ τήν Κυριακή τῶν Βαΐων τό 1239, ὅτι «στήν ἀρχή τῆς δηµιουργίας τοῦ κόσµου ἡ πρόνοια καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τοποθέτησε στό στερέωµα τοῦ οὐρανοῦ δύο φωστῆρες, ἕνα µεγαλύτερο καί ἕνα µικρότερο: τόν µεγαλύτερο γιά νά κυβερνᾶ τήν ἡµέρα, τόν µικρότερο γιά νά κυβερνᾶ τήν νύχτα. Ἡ ἴδια Θεία Πρόνοια ἤθελε καί στό στερέωµα τῆς γῆς δύο ἐξουσίες, τουτέστιν τήν Ἱερατική καί τήν αὐτοκρατορική.»
Σέ τί διαφέρει αὐτή ἡ ἀπάντηση τοῦ Φρειδερίκου ἀπό τήν θεωρία τοῦ Λουθήρου τρεῖς ἑκατονταετίες ἀργότερα; Τελικά ὑπάρχει διαφορά µεταξύ Παπικῆς καί Προτεσταντικῆς ἀλαζονείας, ἤ εἶναι οἱ δύο ὄψεις ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ νοµίσµατος τοῦ Καίσαρος;
Θά κλείσουµε µέ ἕνα πολύ ἐπιτυχηµένο σχόλιο ἀπό τό βιβλίο τῆς Καθηγουµένης τῆς Ἱ. Μ. Ἁγ. Ἀθανασίου Σφηνίτσης Ἠµαθίας Ὀλυµπιάδος µοναχῆς µέ τίτλο «Πατέρα, Ἑλλήνων (Ἀφηγηµατική βιογραφία τοῦ Ἁγ. Βασιλέως Ἰωάννου Γ’ Βατάτζη τοῦ Ἐλεήµονος)», τό ὁποῖο µᾶς ἔστειλε ἡ ἴδια πέρυσι, πληροφορηθεῖσα τά ἐγκαίνια τοῦ Ξενῶνος τοῦ Φιλοπτώχου µας.
Γράφει χαρακτηριστικά στίς σελ. 202-3: «Οἱ προσπάθειες τοῦ Βατάτζη καί τοῦ Πατριάρχου Γερµανοῦ Β΄ γιά τήν ἕνωση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ἀπέτυχαν. Καί πῶς θά µποροῦσαν νά πετύχουν, ἀλήθεια, ὅταν ξεκινοῦσαν ἀπό τήν παράλογη ἀπαίτηση τοῦ Πάπα, νά ὑποτάξει τήν Ἀνατολική Ἐκκλησία στήν Ἐκκλησία τῆς Ρώµης; Μόνο ὡς κόµπλεξ κατωτερότητος νοεῖται ἡ συµπεριφορά τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας τότε καί ἡ συµπεριφορά τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας τῆς Εὐρώπης τώρα ἀπέναντι στήν Ὀρθοδοξία καί στήν Ἑλλάδα.
Ἀπό τή στιγµή πού ἡ Δύση µυήθηκε στήν γλυκυτάτη θρησκεία τοῦ Χριστοῦ καί εἰσῆλθε στή σφαῖρα τοῦ πολιτισµοῦ, µέ τροφό καί παιδαγωγό τήν ἀρχαία Ἑλλάδα καί τό Βυζάντιο, ἀµέσως γεννήθηκε µέσα της ὁ φθόνος γιά τήν εὐεργέτιδα Ἑλλάδα.
Καί δέν ἔµεινε ὁ φθόνος στό λογισµό µόνο, ἀλλά προχώρησε στήν πράξη. Ἔπρεπε οἱ Ἕλληνες νά ταπεινωθοῦν, νά εὐτελιστοῦν, νά καταργηθοῦν, νά ὑποταχτοῦν ψυχῇ τε καί σώµατι στήν ἀλαζονική καί κοµπλεξική Δύση. Ἔτσι ὅλα τά Ἑλληνικά θαύµατα τοῦ πολιτισµοῦ θά θεωροῦνταν Εὐρωπαϊκά.
Τό σχῖσµα τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτήν τήν αἰτίαν εἶχε, τήν κοµπλεξική ἐπιβολή τῶν Λατίνων στήν Ἑλληνική Ἀνατολή.
Οἱ σταυροφορίες ἐπίσης ξεκίνησαν ἀπό τό ἴδιο κόµπλεξ, τήν ὑποδούλωση τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνισµοῦ.
Σέ πολέµους, πού ἀκολούθησαν ἀργότερα, ἡ κοµπλεξική Εὐρώπη πολλές φορές ταπείνωσε καί ἀδίκησε τήν Ἑλλάδα.
Καί σήµερα µέ διάφορες προφάσεις ἀπό τό ἴδιο κόµπλεξ ξεκινοῦν οἱ "νούντσιοι" τῆς Εὐρώπης, γιά νά ἐξαθλιώσουν τήν Ἑλλάδα.
Ποῦ εἶναι ὅµως οἱ Ἕλληνες Βατάτζηδες καί οἱ Πατριᾶρχαι Γερµανοί νά ποῦν τό ΟΧΙ;»
π. Γεώργιος Χάας
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 148
Δεκέμβριος 2014