ΑΝΕΠΑΥΘΗ ΕΝ ΚΥΡΙῼ Ο π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΙΛΙΑΣ!

ΑΝΕΠΑΥΘΗ ΕΝ ΚΥΡΙῼ Ο π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΙΛΙΑΣ!

 

Τό πρωΐ τῆς Παρασκευῆς 30 Ὀκτωβρίου 2020 ἐκοιμήθη ὁ ἐπί πολλά ἔτη Ἐφημέριος καί Προϊστάμενος τοῦ Ναοῦ μας, τοῦ Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων, ὁ Πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Φίλιας.

Ὁ π. Νικόλαος εἶχε μακρά ἱερατική δράση, 61 ἐτῶν, μέ πλούσιο ποιμαντικό καί φιλανθρωπικό ἔργο.

Γεννήθηκε τό ἔτος 1931 ἀπό γονεῖς ἁπλούς ἀλλά πολύ εὐσεβεῖς, τόν Γεώργιον καί τήν Ἀργυρώ Φίλια, οἱ ὁποῖοι, μετά τήν Κατοχή καί τά δύσκολα χρόνια, πού ἀκολούθησαν, ξενιτεύθηκαν στόν Καναδᾶ, ὅπου καί τελείωσαν τήν ἐπίγεια ζωή τους. Οἱ γονεῖς του, ἤρχοντο τακτικά τήν Πατρίδα μας γιά νά ἐπισκεφθοῦν τήν οἰκογένεια τοῦ παιδιοῦ τους καί συνεδέθησαν καί μέ ὅλους ἐμᾶς τούς Ἱερεῖς καί τίς οἰκογένειές μας. Ἔτσι εἴχαμε τήν δυνατότητα καί ἐμεῖς οἱ τότε νεώτεροι νά γνωρίσουμε ἀπό κοντά τίς βαθειές πνευματικές ρίζες τῆς  οἰκογενείας τοῦ π. Νικολάου.  Μάλιστα, ἡ μητέρα του Ἀργυρώ εἶχε ἀξιωθεῖ νά εἶναι ἡ πρώτη, πού ἐδέχθη καί φιλοξένησε στόν Καναδᾶ τόν μακαριστόν καί ἅγιον Ἱερομόναχον π. Ἐφραίμ, στήν πρώτη του ἐξόρμηση ἐκτός Ἑλλάδος, πρίν καταλήξει στήν Ἀριζόνα.

Μετά τήν περάτωση τῶν Γυμνασιακῶν του σπουδῶν, ὁ π. Νικόλαος εἰσῆλθε στήν Θεολογική Σχολή Ἀθηνῶν, ἀπό τήν ¨οποία ἀπεφοίτησε στίς 30 Νοεμβρίου 1955. Διετέλεσε Θεολόγος Καθηγητής στήν Κόρινθο καί Κατηχητής, ἕως ὅτου χειροτονήθηκε Διάκονος στόν πανηγυρίζοντα Ἱ. Ναόν τῆς Καπνικαρέας, στίς 21 Νοεμβρίου 1959. Μετά ἀπό πέντε ἡμέρες, στίς 26 Νοεμβρίου, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στόν Ἱ. Ναόν Ἁγ. Στυλιανοῦ (Γκύζη) καί διορίσθηκε ἐκεῖ ὡς Τακτικός Ἐφημέριος.

Διάφορα γεγονότα, πού οἰκονόμησε ὁ Κύριος, ἔφεραν τόν π. Νικόλαον μετά διετία, στίς 19 Ἀπριλίου 1961 ὡς προσωρινόν Ἐφημέριον στόν Ναό μας, τοῦ Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων, ὅπου, ἐπαληθευθείσης τῆς ρήσεως «οὐδέν μονιμότερον τοῦ προσωρινοῦ», ἔμεινε μονίμως Ἐφημέριος, πλήν ἑνός βραχυτάτου διαστήματος – ἀπό 1ης Ἰουνίου 1963 ἕως 8ης Νοεμβρίου 1963 – κατά τό ὁποῖο μετετέθη εἰς τόν Ἱ. Ναόν Ἁγίου Γεωργίου Ἀργυρουπόλεως.

Ἀπό τῆς μεταβάσεώς του στόν Ναόν μας ἀνέλαβε τά Κατηχητικά Σχολεῖα τῆς Ἐνορίας μας καί ἄρχισε τήν ἔκδοση ἑνός τετρασελίδου φυλλαδίου μέ τίτλο «ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΛΟΓΟΣ», τό ὁποῖο ἔγραφε καί ἐπεμελεῖτο ὁ ἴδιος, γράφοντας λόγους πνευματικῆς οἰκοδομῆς ἀλλά καί ἐνοριακές Εἰδήσεις. Τό φυλλάδιο αὐτό ἐξέδιδε ἕως τῆς παραιτήσεώς του, τόν Ἰανουάριον τοῦ 2002, μετά ταῦτα δέ, ἐξέδιδε ἕνα δίφυλλον «ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΗΜΕΡΙΟΥ», ἕως πρό ὀλίγων μηνῶν ἀπό τῆς κοιμήσεώς του.

Ἀκούραστος, μέ σπάνια ἐργατικότητα ὑπηρέτησε ὄχι μόνο τούς ἐνορῖτες μας ἀλλά καί πιστούς ἄλλων Μητροπόλεων, μεταβαίνων, μετά ἀπό πρόσκληση σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν στίς Ἐπαρχίες τους κατά τίς περιόδους Μεγάλης Ἑβδομάδος γιά ἐξομολόγηση πιστῶν καί τέλεση τῶν Ἱ. Ἀκολουθιῶν. Ἔτσι διηκόνησε στίς Μητροπόλεις Ἱερισσοῦ, Μηθύμνης, Ζιχνῶν, Φωκίδος καί Φλωρίνης.

Ἀνέπτυξε μεγάλη φιλανθρωπική δράση, πραγματοποιών μηνιαῖες Ἐξορμήσεις μέ πνευματικά του παιδιά σέ διάφορα Φιλανθρωπικά Ἱδρύματα καί Ἱερά Προσκυνήματα.

Στίς 26 Ἰουνίου 1973 ἔγινε Πρωτοπρεσβύτερος καί τήν 1η Ἰανουαρίου 1988 ἀνέλαβε Προϊστάμενος τοῦ Ναοῦ μας ἕως τήν 29 Ἰανουαρίου 2002, ὁπότε καί ὑπέβαλε τήν παραίτησή του στήν Ἱ. Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν. Ἀόκνως ὑπηρέτησε καί μετά τήν παραίτησή του, μέ ψυχικά νεανικό ἐνθουσιασμό. Ὁ Ναός μας ἐτίμησε τήν προσφορά του, ἀπονέμοντάς του «ΠΕΡΓΑΜΗΝΗΝ ΤΙΜΗΣ» καί συμβολικό δῶρο, μέ τήν συμπλήρωση 50 ἐτῶν Ἱερωσύνης του, τήν Ε΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, στίς 5 Ἀπριλίου 2009. Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος τοῦ ἀπένειμε τόν Μεγαλόσταυρον τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιά τήν πολύκαρπη Ἱερατική του Διακονία.

Τούς τελευταίους μῆνες ἔμεινε κλινήρης, ἐπιβαρυνθείσης τῆς ὑγείας του, καί κατά τήν διάρκεια τῆς ἀσθενείας του ἔδειξαν τήν ἀγάπη τους, πλήν τῆς οἰκογενείας του, καί ἀρκετά πνευματικά του παιδιά, ἰδιαιτέρως δέ ἡ κ. Μαρία Δημοπούλου καί ἡ φοιτήτρια θυγατέρα της Ἄννα.

Εὐθύς, μέ τήν ἀναγγελία τοῦ θανάτου του ἔσπευσαν οἱ Ἐφημέριοι τοῦ Ναοῦ, π. Βασίλειος Βολουδάκης, π. Πασχάλης Γρίβας καί π. Γεώργιος Χάας καί ἑτοίμασαν τό σκήνωμά του κατά τήν ἐκκλησιαστική τάξη καί τόν ἐνέδυσαν μέ τήν Ἱερατική του στολή.

Τό πρωί τῆς Δευτέρας, 2 Νοεμβρίου 2020, ἐτελέσθη στόν Ἱ. Ναό τοῦ Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων ἡ Νεκρώσιμος Ἀκολουθία εἰς Ἱερεῖς καί ἐν συνεχείᾳ ἐψάλη ἡ συνήθης Νεκρώσιμος Ἀκολουθία, Προεξάρχοντος τοῦ Ἐπισκόπου Φαναρίου κ. Ἀγαθαγγέλου. Συμμετέσχον πολλοί Κληρικοί, ἐκτός τῶν Ἐφημερίων τοῦ Ναοῦ καί τοῦ συνταξιούχου συνεφημερίου μας Πρωτ. Φιλίππου Μίαρη: Ὁ Προϊστάμενος τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀρχιμ. Ἀστέριος Χατζηνικολάου, ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Παρακλήτου Ἀρχιμ. Μωϋσῆς, ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Ἱ. Κελλίου Μπουραζέρη Ἁγίου Ὄρους, Ἀρχιμ. Σάββας, ὁ Ἀρχιμ. Μάξιμος Πάνος, ὁ Ἀρχιμ. Ἀπόστολος Τσολάκης, ὁ Ἀρχιμ. Σάββας Ζέρβας καί  ὁ Πρωτ. Βασίλειος Γεωργόπουλος.

Ἐπικηδείους ἐκφώνησαν ὁ Ἐκπρόσωπος τοῦ Μπουραζερίου π. Σάββας, ὁ Προϊστάμενος τοῦ Ναοῦ π. Βασίλειος Βολουδάκης καί ὁ υἱός τοῦ π. Νικολάου, Καθηγητής κ. Γεώργιος Φίλιας.

Ἐν συνεχείᾳ θά παραθέσουμε τήν ὁμιλία τοῦ π. Βασιλείου Βολουδάκη, ἡ ὁποία ἐκφωνήθηκε ἀπό στήθους καί ἀπομαγνητοφωνήθηκε πρόθυμα καί ἐγκαίρως ἀπό τόν θεολόγον κ. Γεράσιμον Βουρνᾶν, ὅπως, ἐπίσης, καί ἐπικήδειον τοῦ Μπουραζερίτου Μοναχοῦ π. Νεκταρίου, υἱοῦ καί αὐτοῦ τοῦ π. Νικολάου, ὁ ὁποῖος παρέστη στή Νεκρωσιμον Ἀκολουθία καί μᾶς ἔστειλε γραπτῶς, ὅταν ἐπέστρεψε στό Ἅγιο Ὄρος, λίγα λόγια εὐγνωμοσύνης πρός τόν πατέρα του.

 

ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ π. ΝΙΚΟΛΑΟΝ ΦΙΛΙΑΝ

ἀπό τόν π. Βασίλειον Βολουδάκην

 

ταν τόν Φεβρουάριο τοῦ 2002, ὁ πατὴρ Νικόλαος, μοῦ παρέδιδε ἀπό τῆς Ὡραίας Πύλης ἐνώπιον τοῦ λαοῦ τὴν εὐθύνη αὐτοῦ του Ναοῦ καὶ τῆς Ἐνορίας, ἡ πρώτη σκέψη ποὺ κυριάρχησε στό νοῦ μου ἦταν: Ζῶ τώρα, τή στιγμὴ, ποὺ θὰ παραδώσω κι ἐγὼ στὸν ἑπόμενο! Δὲν σκέφτηκα τίποτα ἄλλο, παρὰ ὅτι ἀπό  τῆς  στιγμῆς τῆς παραλαβῆς ἕως τῆς παραδόσεως μεσολαβεῖ ἕνα κλάσμα χρόνου. Καὶ πράγματι! Πέρασαν τόσα χρόνια, τόσο γρήγορα, καὶ σήμερα, βλέποντάς τον κείμενον καὶ ἕτοιμον νὰ παραδώση τὸ σῶμα του στὴν «γῆν ἐξ ἧς ἐλήφθημεν» ὅλοι, μιά παρόμοια σκέψη κυριαρχεῖ. Βλέπω τὸν ἑαυτό μου σ’ αὐτὸ τὸ φέρετρο!  Πόσο σύντομα γίνονται ὅλα... 

Πρωτίστως γιὰ αὐτὲς τὶς δύο σκέψεις τὸν εὐχαριστῶ πολὺ. Τόν εὐχαριστῶ, ὅμως, ὄχι μόνο γιατί μοῦ ἔδωσε ἀφορμή γιά τίς σκέψεις μου αὐτές, ἰδίως γιά τήν πρώτη,  ἀλλά καί γιατί μέ τὴν μετέπειτα παρουσία καὶ συμπαράστασή του,  μπορέσαμε –χάριτι Θεοῦ – ὅλοι οἱ Πατέρες νὰ συνεχίσουμε αὐτὸ τὸ  ἔργο  καὶ νὰ ἐργαζόμεθα γιά νά τὸ παραδώσουμε ὅταν ἔρθη ἡ ὥρα μας. Νὰ τὸ παραδώσουμε ὡς μία πνευματικὴ σκυτάλη στοὺς ἐπιγενομένους.

Εἶμαι ἴσως ὁ παλαιότερος ποὺ τὸν θυμᾶμαι νὰ ἔρχεται σ’ αὐτὸν τὸν Ναὸ, ἐνῶ ἤμουν τότε 10 ἐτῶν. Χειροτονήθηκε Διάκονος τὸ 1959, τὴν 21η Νοεμβρίου, στὸν πανηγυρίζοντα Ἱερὸ Ναὸ τῆς Καπνικαρέας ἀπὸ τὸν τότε βοηθὸ Ἐπίσκοπο τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, Ἐπίσκοπο Ἀχαΐας Παντελεήμονα Καρανικόλα, ὁ ὁποῖος μετέπειτα ἐξελέγη Μητροπολίτης Κορίνθου. Σὲ λίγες ἡμέρες ἀπό τῆς πρώτης χειροτονίας του, σὲ πέντε μέρες, στὶς 26 Νοεμβρίου τοῦ 1959,  χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Στυλιανοῦ Γκύζη.   Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομά του, θέλησε νὰ τὸν φέρη ἐδῶ, στόν Ναό του. Ἐκεῖ εἶχε ἐκλεγεῖ ὡς Τακτικὸς ἐφημέριος μὲ ἐκλογὴ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ  Ἀρχιεπισκόπου Θεοκλήτου, ἀλλά μετά ἀπό δύο χρόνια, μετετέθη  στόν Ναό μας ὡς προσωρινὸς ἐφημέριος μέν, ὅμως ἐν τῇ πράξει ἔμεινε μόνιμος Ἱερεύς, Πρωθιερεὺς καὶ Προϊστάμενος αὐτοῦ τοῦ Ναοῦ ἐπὶ ἔτη πολλὰ, ἕως ὅτου συμπλήρωσε 61 χρόνια Ἱερωσύνης ὡς Ἐφημέριος καί Συνταξιοῦχος!

 Πράγματι, βλέποντάς τον σήμερα κατακείμενον ἀποροῦμε ἀλλὰ βεβαιωνόμαστε. Ἀποροῦμε γιατί βλέπουμε ἕναν Ἱερέα, ποὺ ἦταν φτερωτός, ἦταν ἐκεῖνος, ποὺ ὅπου περνοῦσε ἐνέπνεε, ἔδινε τὸ μήνυμα, ἔδινε τὸ στίγμα τῆς Ἱερωσύνης, στὴν ὁποία ὅλοι πειθαρχοῦν. Ἦταν τὰ «ἀνεμίζοντα ράσα», ὅπως ἔλεγαν μερικοὶ χαρακτηριστικά. Ἔσπευδε παντοῦ, γιατί εἶχε λάβει αὐτὸ τὸ ἰδίωμα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, νὰ σπεύδῃ παντοῦ, νὰ τρέχῃ παντοῦ, νὰ ἐξυπηρετῇ τοὺς πάντας, ὄχι μόνο ὡς ἐπισκέπτης, ὄχι μόνο ὡς παρηγορητὴς, ἀλλὰ ἔφθασε στό σημεῖο νὰ ἐκτελῇ  ἀκόμη καί χρέη babysitter(!), ὅταν κάποιες μητέρες δὲν εἶχαν κανέναν ἄλλον νά ἀφήσουν στὸ σπίτι τους μέ τό μωρό, γιατί ἔπρεπε νά πᾶνε σέ ἐπείγουσα ἐργασία,  ἔσπευδαν στὸν πατέρα Νικόλαο!  — «Πάτερ δὲν ἔχω κανέναν»!  — «Ἔρχομαι ἐγώ νὰ κρατήσω τὸ παιδί!», ἀπαντοῦσε πρόθυμα ἐκεῖνος.

Ποιὰ φυλακή, ποιὸ νοσοκομεῖο ποιὰ Ἱερὰ Μονὴ δὲν τὸν εἶδε, νὰ σπεύδῃ, νὰ φροντίζῃ, νὰ παρηγορῇ, νὰ νουθετῇ, νὰ ἐπιστρέφῃ ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν πλάνη μὲ αὐτὸν τὸν ἁπλὸ τρόπο, ποὺ εἶχε, τῆς προσεγγίσεως τῶν ἀνθρώπων. Γὶ αὐτὸ δὲν τὸν παρεξηγοῦσε κάνεις. Γιατί ἔβλεπε τὸ ἱερατικὸ ἦθος νὰ ὑπερισχύη.

Μπορεῖ σήμερα ὁ σεβαστὸς Γέρων νὰ εἰπῇ στὸν Κύριο: «ἴδε μου τὸν κόπον ὅσος καὶ τὰς ἁμαρτίας πάσας ἄφες μοι Θεὲ τῶν ὅλων». Ἐκοπίασε σ’ αὐτὴ τὴν ζωὴ ὅσο λίγοι. Δὲν πιστεύω νὰ ὑπάρχῃ ἄλλος συνάδελφος, ὄχι μόνο στὴν Ἱερωσύνη, ἀλλὰ σὲ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐργασία ποὺ νὰ εἶχε τέτοιον συνάδελφο ἢ καὶ Προϊστάμενο, μὲ τέτοια ἐργατικότητα, νὰ ἀναπληρώνῃ τοὺς πάντας, μέχρι πρὸ ἐλαχίστου χρόνου, πρὸ ἔτους, ποὺ, κατὰ τὴ μετάβασή του σὲ μία φιλανθρωπικὴ ἐκδήλωση μὲ ἐνορίτες, πνευματικά του τέκνα, τοῦ συνέβη ἕνα ἀτύχημα, τὸ ὁποῖο, τὸν ἀπέσυρε ἀπὸ τὴν ἐνεργὸ δράση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ καί τὸν μετέθεσε νὰ προσεύχεται κὰτ ἰδίαν καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὴν οἰκογένειά του καὶ γιὰ τὴν ἐνορία του καὶ τὰ πολυπληθῆ πνευματικά του τέκνα, τὰ ὁποῖα τὸν βοήθησαν καὶ τοῦ συμπαραστάθηκαν περισσότερο ἀπὸ ὅσο συμπαρίσταται κανείς στοὺς φυσικούς του γονεῖς. Εἶναι πάρα πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ συνέτρεξαν. Αὐτὴν τὴν ὥρα θὰ μνημονεύσω μόνο τὴν κυρία Μαρία Δημοπούλου καὶ τὴ θυγατέρα της Ἄννα, οἱ ὁποῖες ἤσαν πρωταγωνίστριες σ’ αὐτὸ τὸ ἱερὸ ἔργο.

Βλέπω τὸν πατέρα Νικόλαο σὰν κατηχητόπουλο ἐγὼ, νὰ μᾶς διδάσκει. Βλέπω μπροστά μου αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὅλα τά στιγμιότυπα, ἐκεῖνα ποὺ ζήσαμε κοντά του. Ζήσαμε πάρα πολλὰ! καὶ ὅπως ὁ ἴδιος ἔλεγε: — «Παιδιὰ, περισσότερες ὧρες βλέπω ἐσᾶς ἐδῶ στὴν ἐκκλησία παρὰ τὴν οἰκογένειά μου». Τὸν βλέπω Κατηχητὴ, νὰ παίζη βόλεϊ, τὸν βλέπω νὰ μᾶς διδάσκῃ σὲ αὐτὴ τὴν παλιὰ Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου, στόν περίβολο τοῦ μεγάλου Ναοῦ (ποὺ εἶχε μεταβληθεῖ σὲ Σχολεῖο καὶ ἐν συνεχείᾳ μετετράπη σὲ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου), νὰ μᾶς διδάσκῃ καὶ νὰ μᾶς κηρύττῃ τὸν λόγο Τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀναλαμβάνῃ μὲ ἄμεσο τρόπο τὴν λύση τῶν νεανικῶν μας προβλημάτων. Ὡς χαρακτήρας ἐγὼ ἀπὸ κατηχητόπουλο εἶχα πάντοτε συζήτηση μαζί του, πολλὲς φορὲς ἀντιτιθέμενη, ἀλλὰ πάντοτε ἀπὸ αὐτὴ τὴ συζήτηση ἔβγαινε ὁ καρπὸς αὐτὸς, ὁ ὁποῖος πραγματικά μᾶς θρέφει καὶ γι’ αὐτὸ, ἐκεῖνο πού ἔχει μείνει μέσα στὴν ψυχή μου γιά τήν παρουσία του εἶναι ἕνα δυνατὸ παράδειγμα Ἱερέως, ἁπλοῦ Λευίτη, ὁ ὁποῖος, παρὰ τὴν μόρφωσή του, παρὰ τὴ μόρφωση τῆς πρεσβυτέρας του Ἀμαλίας, παρὰ τὴν μόρφωση καὶ τὴν ἐξέλιξη τῶν παιδιῶν του σὲ Μοναχό καὶ σὲ καθηγητάς Πανεπιστημίου, ἦταν ὁ ἁπλὸς παπάς, ὁ Παπανικόλας, ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος εἶχε συνυφάνει τὴν προσωπικότητά του μὲ τὴ λειτουργία αὐτοῦ του Ναοῦ.

Σήμερα, ὡς ὁ παλαιότερος ποὺ τὸν θυμᾶμαι ἀπὸ τὴν μικρή μου ἡλικία τοῦ ἐκφράζω τὴν εὐγνωμοσύνη μου γιὰ ὅσα μοῦ προσέφερε καὶ γιὰ ὅσες προσευχὲς ἔκανε ἀπὸ τότε ποὺ μὲ γνώρισε μέχρι τοῦ τέλους του γιὰ τὴν κατὰ Θεὸν προκοπή μου καὶ τῆς οἰκογενείας μου.

Μεταφέρω τὶς εὐχές, τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ πατρὸς Ἠλία Στεφοπούλου καὶ τοῦ πατρὸς Ἠλία Φρατσέα οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀσθενεῖς, ὁ μὲν πρῶτος πρὸ ὀλίγου ἐξῆλθε τοῦ νοσοκομείου, καὶ ὁ πατὴρ Ἠλίας Φρατσέας εἰσῆλθε σήμερα μὲ ἔντονη ἐπιδείνωση τῆς ὑγείας του. Ἐκφράζω, ὅπως πιστεύω, καὶ πολλοὺς ἄλλους, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν ἀπὸ τὸ πρωὶ κατὰ τὴν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Νεκρωσίμου Ἀκολουθίας εἰς Ἱερέα, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν νά πάρουν τήν εὐχή του καί,  κατόπιν παρακλήσεως καὶ τῆς οἰκογένειας λόγῳ τῶν περιοριστικῶν μέτρων ἀνεχώρησαν ἀμέσως καὶ δέν παρέμειναν μαζί μας μέχρι αὐτῆς τῆς ὥρας. Ὅμως ἦρθαν, προσκύνησαν, πῆραν τὴν εὐχή του καί κατέθεσαν τὴν εὐγνωμοσύνη τους.

 Ὁ πατὴρ Νικόλαος ἤδη πέρασε στὴν ἱστορία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς αὐτῆς τῆς Ἐνορίας ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τῆς Πατρίδος μας, ἀφοῦ –ἐκτός τῆς ἱερατικῆς του προσφορᾶς– συνδέθηκε ἡ διακονία του μέ ἱερές προσωπικότητες, ὅπως οἱ μακαριστοί, π. Σπυρίδων Σγουρόπουλος, π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος (ἦσαν συμφοιτηταί), Μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστῖνος, π. Ἐφραίμ τῆς Ἀριζόνα, π. Εὐμένιος τοῦ Λοιμωδῶν καί ἄ.

 Πράγματι, μᾶς φαίνεται παράξενο τό πῶς αὐτὸς ὁ φτερωτὸς Ἱερέας ἔχει μείνει ἄπνους, ἄφωνος καὶ ἀκίνητος! Ἀλλὰ μὴ βλέπετε τὰ φαινόμενα. Ἡ ψυχὴ του τρέχει, καὶ ὅπως τοῦ ἔλεγα: — «Πάτερ Νικόλαε, θὰ ἀργήσῃ ὁ Θεὸς νὰ σᾶς πάρῃ, γιατί ὅταν πᾶτε ἐκεῖ θὰ τοὺς τροποποιήσετε τὸ Τυπικό του Οὐρανοῦ»! Αὐτὸ τὸ λέγαμε χαριτολογῶντας. Ὅπως, ἐπίσης, μᾶς ἔλεγε: — «Μὴν πεῖτε πολλὰ στὴν κηδεία μου γιατί θὰ σηκωθῶ πάνω νὰ σᾶς διακόψω!». Ἐνθυμούμενος, λοιπὸν, αὐτὰ τὰ λόγια του, σταματῶ ἐδῶ.

Εὔχομαι, καλὴ Ἀνάσταση! Καλὴ Ἀνάπαυση! Καὶ ὁ Κύριος νὰ δώσῃ τὴν Χάρη καὶ τὴν Χαρά Του στὰ παιδιὰ του, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀγόρια ἀλλὰ ἔφεραν καὶ τὰ ἀντίστοιχα κορίτσια ὡς συζύγους, οἱ ὁποῖοι συμπαραστάθηκαν ὅσο λίγα παιδιὰ καὶ ἐγγόνια στὸν Πατέρα καὶ στὸν Παππού τους. Εἶδε καὶ δισέγγονο, καὶ ἀπῆλθε γιὰ νὰ συνεχίσῃ τὴν Ἱερατική του διακονία ἀπὸ τὸν Οὐρανό. Τὸν ἐνδύσαμε μὲ ὁλόκληρη τὴν ἱερατικὴ στολὴ, γιατί θυμηθήκαμε αὐτὸ ποὺ μᾶς ἔλεγε ἕνας ἅγιος ἱερέας, ὁ Παπὰ Δημήτρης ὁ Γκαγκαστάθης: «Προσέξτε καλὰ δὲν θὰ μοῦ φορέσετε μόνο το πετραχήλι ἀλλὰ ὅλη τὴ στολή. Δὲν θὰ πάω ἐκεῖ Ἐπάνω γιὰ νὰ τελέσω Ἁγιασμὸ, ἀλλά γιά νά τελέσω τὴ Θεία Λειτουργία»!

Σὲ αὐτὴ τὴ Θεία λειτουργία εὐχόμεθα νὰ εἶναι ἱερουργὸς καὶ νὰ δέεται ὑπὲρ ὅλων ἡμῶν. Αἰωνία του ἡ μνήμη!».

  

ΛΟΓΟΙ  ΥΪΚΗΣ  ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟΝ  π. ΝΕΚΤΑΡΙΟΝ ΜΠΟΥΡΑΖΕΡΙΤΗΝ

«Τόν ἔπαινον αὐτοῦ ἐξαγγελεῖ ἐκκλησία»

(Σοφία Σειράχ, 39, 10)

 

+ Μνήμη πρωτοπρεσβυτέρου Νικολάου Φίλια + (1931-2020)

 

Σεβαστοί ἅγιοι Πατέρες καί ἐν Χριστῷ ἀγωνιζόμενοι Ἀδελφοί τῆς Ἐνορίας Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων, ὁ κατά πνεῦμα δικός σας καί κατά σάρκα δικός μας πατέρας, πρωθιερεύς Νικόλαος, ὁ γνωστός τοῖς πᾶσι παπα-Νικόλας, «ἐνδεδυμένος τήν τῆς ἱερατείας χάριν», μέ ἅπασαν τήν ἱερατικήν του στολήν – εὐγενῇ φροντίδι τοῦ σεβαστοῦ προϊσταμένου πατρός Βασιλείου - ἀπῆλθε τῶν προσκαίρων, προκειμένου νά «βάλει Εὐλογημένη» καί νά λειτουργήσει στό ὑπερουράνιο θυσιαστήριο, «σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» λειτουργοῖς τοῦ Ὑψίστου. Τό ὑπεγράμμισε, ἄλλωστε, ὁ προρηθείς π.Βασίλειος, πού εἶχε καί τό «γενικόν πρόσταγμα», κατά τήν κατανυκτική Ἐξόδιον Ἀκολουθίαν στόν Ναό (μας) σας. Ταπεινῶς καί υἱϊκῶς, τόν εὐχαριστοῦμε.

Δέν θά ἀναφερθῶ σέ ἐπαίνους τοῦ σεπτοῦ προσώπου τοῦ μακαριστοῦ πατρός, διότι, ὅπως ἀναφέρεται στόν τίτλο τῆς παρούσης προσλαλιᾶς, «τόν ἔπαινον αὐτοῦ ἐξαγγελεῖ ἐκκλησία». Ἁπλῶς, ἔρχομαι νά σᾶς ἀναφέρω, ὅτι σέ κάθε ὀλιγάριθμο ἤ πολυάριθμο μοναστικό κοινόβιο - ὅπως τό δικό μας – οἱ κατά σάρκα γονεῖς ἑνός μοναχοῦ, θεωροῦνται καί τιμῶνται ὡς γονεῖς ὅλων τῶν μοναχῶν τοῦ κοινοβίου. Ἔτσι, καί στό δικό μας μονύδριο, ὁ δίς κατ’ ἔτος ἐρχομός τοῦ πατρός Νικολάου, ἐχαιρετίζετο φαιδρῶς ὑφ’ ὅλης τῆς ἀδελφότητος. Ὁ πατήρ, ἐρχόμενος ἐδῶ, γινόταν ὑποδεκτός «μέ τιμές» γενικοῦ γονέως. Ὁμολογῶ πώς θά μᾶς λείψει - ἤδη μᾶς λείπει - ἡ παρουσία του, ἡ πατρική του ἀγάπη καί τό χαμόγελό του· ἀκόμα καί τά ποιήματά του, πού κάθε φορά ἀπήγγελνε, ἁπλοϊκά μέν κατά τήν φράσιν, πλούσια δέ κατά τήν προαίρεσιν, δέν θά ἀκουσθοῦν πλέον. Εἶναι λίγο ἀπίστευτο, ὅτι τό στόμα του ἐσίγησεν. Αὐτό τό στόμα, πού «ἔλεγε πολλά», κατά τό ρῆμα τοῦ Ἁγίου γερο-Πορφυρίου, πού τόν ἤξερε.

Κι ὅμως, ὁ πατέρας μας δέν ἔλεγε, ἀλλά ἔπραττε πολλά. «Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν». Καί ἐμεῖς ἄν σιωπήσουμε, «οἱ λίθοι κεκράξονται». Μέ τήν λέξη «τοῖς πένησιν» ἐννοοῦμε ὄχι μόνο τήν μορφή τῆς ὑλικῆς, ἀλλά κυρίως τῆς πνευματικῆς πενίας, τῆς ὁποίας οἱ κάτοχοι προσέτρεχαν στόν παπα-Νικόλα, ὡς εἰς πνευματικόν σιτοδότην. «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται». Οἱ ἐλεήμονες, τόσον οἱ ὑλικῶς, ὅσον καί οἱ πνευματικῶς ἐλεοῦντες. Μά, μήπως μόνο ὁ ἀναφερθείς Μακαρισμός βρῆκε τήν ἐφαρμογή του στήν βιοτή τοῦ πατρός; Ὅλοι οἱ εὐαγγελικοί τοῦ Κυρίου Μακαρισμοί, τούς ὁποίους καθ’ ἑκάστην ἐμεῖς οἱ Μοναχοί καθηκόντως ἀναγινώσκουμε, ἐβιώθησαν ὑπό τοῦ μακαριστοῦ αὐτοῦ ἱερέως. Ἀπό τόν πρῶτο: «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι», μέχρι τόν τελευταῖο: «Μακάριοι ἐστέ, ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς». Κι ἔτσι τώρα, ἀκράδαντα πιστεύουμε, ὅτι «χαίρεται καί ἀγαλλιᾶται, ὅτι ὁ μισθός αὐτοῦ πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Κάτι πού θά πρέπει νά τονισθεῖ ἐπίσης ἐδῶ, εἶναι ὅτι ὁ πατέρας μας, ὡς πολύτεκνος ἱερεύς, ἤξερε, κατά τόν καλύτερο τρόπο, νά κρατάει τίς ἰσορροπίες πού χρειάζονται, ἀνάμεσα στά συζυγο-πατρικά οἰκογενειακά καθήκοντα ἑνός πολυτέκνου καί στίς ἱερατικο-εφημεριακές του ὑποχρεώσεις, ποικίλης μορφῆς. Εἶναι ἕνα θέμα δύσκολο γιά κάθε ἔγγαμο καί δή πολύτεκνο ἱερέα αὐτές οἱ ἰσορροπίες. Τά κατάφερε λοιπόν ἄριστα. Ποτέ δέν μᾶς ἔλειψε ἡ παρουσία του ὡς πατέρα, παρουσία πού ἐξεδηλώνετο ποικιλοτρόπως. Δέν μᾶς ἔλειψε ἡ στοργή του, τό χάδι του, ἡ φροντίδα του γιά κάποια βόλτα μας, ἐκδρομή μας, σεμνή διασκέδασή μας, γιά κάποια παιγνίδια μας, καθώς καί γιά κάποιο «ξέσκασμα», μεταβαίνοντας ὅλοι μαζί ἐκτός οἰκίας, χάριν ἀναψυχῆς καί χαλαρώσεως. Κι ἀπ’ τήν ἄλλη μεριά, τά ἐφημεριακά του καθήκοντα ἐξετελοῦντο στό ἀκέραιο, λόγῳ καί τῆς φυσικῆς του σβελτάδας, πού τά πρόφταινε ὅλα καί γιά ὅλους. Ἀξέχαστο θά μοῦ μείνει τό γεγονός, ὅτι, ὅταν κατά τήν μηνιαία καλοκαιρινή ἄδειά του, βρισκόταν κοντά μας, παραθερίζοντας οἰκογενειακῶς ἐκτός Ἀθηνῶν, κάθε μέρα τηλεφωνοῦσε στόν Ναό, γιά νά πληροφορηθεῖ ἀπό τόν ἐφημερεύοντα συνάδελφό του ἤ τόν νεωκόρο, μήπως παρουσιάσθηκε κάποιο θέμα ἤ πρόβλημα, πού νά χρειάζεται νά συνδράμει κι ἐκεῖνος. Καί σέ τέτοια περίπτωση, δέν δίσταζε νά διακόψει τήν νόμιμη ξεκούραση καί ἄδεια πού ἐδικαιοῦτο, προκειμένου νά βοηθήσει τήν κατάσταση. Ἔτσι, λοιπόν, σ’ αὐτήν τήν «λεπτομέρεια», ὁ πατέρας μας ὑπῆρξε ἄριστος οἰακοστρόφος, κρατῶντας τίς ἀναφερθεῖσες πρέπουσες ἰσορροπίες, ὅπως ἄλλωστε καί πολλοί ἄλλοι παλαιότεροι καί σύγχρονοι ἔγγαμοι ἱερεῖς. Πῆρε λοιπόν «ἄριστα» στίς ἐξετάσεις αὐτές. Κι ἐμεῖς τά παιδιά του – μιά καί ἡ μητέρα πρεσβυτέρα ἔχει προαπέλθει τοῦ πατρός μας – «ὁμολογοῦμεν καί οὐκ ἀρνούμεθα· καί ὁμολογοῦμεν» τοῦ λόγου τό ἀσφαλές.

Μήν σᾶς κουράζω ὅμως ἄλλο μέ δικά μου λόγια. Θά τελειώσω μέ λόγια κάποιου ἄλλου πατρός. Πρόκειται γιά τόν ἄγνωστο σέ μένα ἱερέα πατέρα Βασίλειον Χριστοδούλου, ἐφημέριον Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Καλλιθέας Ἀθηνῶν καί δόκιμον συγγραφέα. Σ’ ἕνα βιβλίο του, ἀναφέρεται στήν ζωή ἑνός γνωστοῦ του ἱερέως, μᾶλλον ἐπαρχιακοῦ.

Βιογραφῶντας τον καί ἀναφερόμενος εἰδικότερα στά τέλη τῆς ζωῆς του, χρησιμοποιεῖ παραβολικῶς τήν εἰκόνα τοῦ ἡλίου. Ὁ ἥλιος, τονίζει ὁ πατήρ, ὅταν μεσουρανεῖ, εἶναι πολύ δυνατός, σχεδόν καυτός καί μή δυνάμενος νά ὁραθεῖ μέ γυμνόν ὀφθαλμό, καίτοι γνωρίζουμε καί ἀναγνωρίζουμε τήν εὐεργετική του παρουσία στή ζωή μας. Ὅταν ὅμως φθάσει τό λιόγερμα, τότε, ὄχι μόνο μπορεῖς νά ἀπολαύσεις ὀφθαλμοφανῶς τά ὡραῖα χρώματα πού σέ γλυκαίνουν αἰσθητικῶς, ἀλλά καί ἐνδομύχως εὔχεσαι, νά μήν χαθεῖ αὐτός ὁ δύων ἥλιος. Ἀλλ’ ὅμως τοῦτο εἶναι ἀδύνατον, διότι ἡ φυσική θεία Τάξις ἀπαιτεῖ νά σβήσει. Ἔτσι καί ὁ βιογραφούμενος ὑπό τοῦ πατρός Βασιλείου ἱερεύς, καθώς λέγει, ὅταν ἦταν στό μεσουράνημα τῆς ἱερατικῆς ζωῆς του, δέν ἦταν δυνατόν πρεπόντως νά ἐκτιμηθεῖ, λόγῳ τοῦ ἐντόνου χαρακτῆρος του. Ὅταν ὅμως ἔφθασε στή δύση τῆς ζωῆς του, ἦταν τόσο γλυκός, πού κανείς δέν ἤθελε νά τόν χάσει ἀπ’ τά μάτια του· κι ὅμως, ἔδυσε… Αὐτή εἶναι ἡ ἀπό Θεοῦ ὁρισθεῖσα τάξις.

Νομίζω, ὅτι τά ἴδια ἀκριβῶς ταιριάζουν καί γιά τόν πατέρα Νικόλαο, πού ὅταν ἦταν στό μεσουράνημά του καί συμβιώναμε, δέν ἦταν δυνατόν νά τόν ἐκτιμήσουμε. Στή δύση ὅμως τῆς ζωῆς του, τότε εἴδαμε τά ὡραῖα του χρώματα, ἀπαύγασμα τῆς ἐναρέτου βιοτῆς του. Ἦταν ὅμως – καί εἶναι - ἀργά, «καθώς ἐκέλευσεν ὁ εἰπών, ὅτι γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσει, ὅπου πάντες βροτοί πορευσόμεθα, ἐπιτάφιον θρῆνον ποιοῦντες ὠδήν, τό Ἀλληλούια», κατά τήν ἔκφραση τῆς παννυχίδος τοῦ Ψυχοσαββάτου. «Θάνατε, ὡς πικρόν σου τό μνημόσυνον», λέγει ὁ «Ἐκκλησιαστής». Ὁ περίφημος Σαίξπηρ, τελειώνει τό γνωστό ἔργο του «Ἄμλετ», μέ τά λόγια: «Κοιμήσου, ἄρχοντα· καί ἀγγέλων φτερουγίσματα, ἄς σέ νανουρίζουν». Νομίζω, δέν εἶναι ἄστοχη φράση, σάν ἀκροτελεύτιο λόγιο. Ξεκουράσου, πάτερ, ἀπό τούς κόπους σου.

Ἡ μνήμη του ἄς εἶναι αἰωνία, ἀγήρως καί ἄληστος. Ἄς ἔχουμε ὅλοι τήν εὐχή του!  Ὁ Θεός νά τόν ἀναπαύει νῦν καί ἀεί· αἰωνίως!».

Μετά τόν «τελευταῖον ἀσπασμόν», ἡ πομπή κατευθύνθηκε στήν νεκροφόρον μέ προορισμό τό Α΄ Κοιμητήριον Ἀθηνῶν. Τόν π. Νικόλαον προέπεμψε ὁ π. Βασίλειος ἕως τῆς ταφῆς. Συνακολούθησαν καί ὅλοι οἱ Πατέρες, οἱ ὁποῖοι συμμετέσχον στήν Ἐξόδιο Ἀκολουθία. Πρό τοῦ ἐνταφιασμοῦ, ὁ π. Βασίλειος παρέδωσε τόν ἐπιστήθιον Σταυρόν τοῦ π. Νικολάου στόν υἱόν του, π. Νεκτάριον Ἁγιορείτην.

Ὁ Ἱερός μας Ναός ἐτέλεσε καί τό 40θήμερον Μνημόσυνον τοῦ  π. Νικολάου, τό Σάββατο, 5 Δεκεμβρίου 2020, παραμονή τῆς ἑορτῆς του, μέ τήν ὁποία, κατ’ Οἰκονομίαν Θεοῦ συνέπεσε ἡ συμπλήρωση 40 ἡμερῶν ἀπό τῆς κοιμήσεώς του!

Ὁ Χριστός μας νά ἀναπαύσῃ τόν σεβαστόν μας π. Νικόλαον, ἐν «Χώρᾳ Ζώντων»!

 

π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ»  Ἀρ. Τεύχους 220

Δεκέμβριος 2020