Ἡ Ἐθνική Ἐπέτειος τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940 µᾶς βρίσκει καί φέτος ἀνέτοιµους νά τήν κατανοήσουµε, νά τήν ζήσουµε καί νά τήν ἀξιοποιήσουµε γιά τήν ἀντιµετώπιση τῶν πολλῶν καί περιπλόκων προβληµάτων τοῦ σήµερα.
Αὐτό πού µᾶς συµβαίνει, εἶναι καί τό καίριο πρόβληµα τῶν σηµερινῶν προβληµάτων µας. Τό νά µή µποροῦµε νά ἰδοῦµε καί νά οἰκειοποιηθοῦµε τά γεγονότα πού σηµατοδότησαν τήν νεώτερη ἱστορία µας καί ζωντάνεψαν τήν Πίστη τῶν Πατέρων µας µέ τήν αὐτοπρόσωπη Παρουσία τῆς Παναγίας µας, γιά ἄλλη µιά φορά, ὡς Ὑπερµάχου Στρατηγοῦ στά πεδία τῶν µαχῶν κατά τοῦ Ἄξονος τῆς ἀλαζονείας, τῆς βαρβαρότητος καί τοῦ ἐπεκτατισµοῦ.
Πρέπει κατεπειγόντως νά µᾶς ἀπασχολήση τό ἐρώτηµα: Πῶς µέσα σέ ἑβδοµήντα χρόνια –µέ τό πέρασµα µιᾶς γενιᾶς– ἀλλοτριωθήκαµε τόσο πολύ, πού δέν θυµίζουµε πιά οὔτε τόν Χριστιανό ἀλλ’ οὔτε καί τόν Ἕλληνα!
Τώρα, πού δέν θυµίζουµε αὐτό πού ἔχει ἀξία, τώρα, πού σάν ὅλα τ’ ἄλλα, δέν µᾶς λέει τίποτα καί ἡ ἱστορία µας, “τό ἔχουµε ρίξει” στίς... προφητεῖες! Μᾶς ἀρέσει νά ἀκοῦµε καί νά µεταφέρουµε προφητεῖες, παλαιές καί σύγχρονες, γιά τά µελλούµενα πού πρόκειται νά συµβοῦν! Καί εἴµαστε σίγουροι ὅτι ξέρουµε καλά νά ἑρµηνεύουµε τίς προφητεῖες, παρ’ ὅτι ἔχουµε οἰκτρά ἀποτύχει στήν ἑρµηνεία καί στήν ἀξιοποίηση τῶν γεγονότων πού πέρασαν! Ἀλλοίµονο!
Αὐτή ἡ βλακώδης προφητολαγνεία µας, ἐξηγεῖ ἀπόλυτα καί τή σηµερινή κατάστασή µας, ἀπό τήν ὁποία µόνο ὁ Θεός µπορεῖ νά µᾶς λυτρώση, ἄν µᾶς λυπηθῆ, θεωρώντας µας –ὅπως ἔλεγε ὁ µακαριστός π. Ἐπιφάνιος– ἤ βλάκες ἤ τρελούς!
Τελειώνουµε τήν “ἐλεγεία” µας, µέ ἕνα ἀπόσπασµα ἀπό τό ποίηµα «Ὁ Κῆπος τοῦ Προφήτη» τοῦ µεγάλου Λιβανέζου ποιητή Χαλίλ Γκιµπρᾶν (جبرانخليلجبران, 1883-1931), πού τό ἔγραψε τό 1923 καί ἀκτινογραφεῖ µέ ἐκπληκτικό τρόπο τήν πνευµατική ἐθνική µας ἀσθένεια ἀλλά καί καταγράφει τίς συνέπειές της στήν καθηµερινή µας ζωή:
«Τό ἔθνος νά λυπᾶστε, ἄν φορεῖ ἔνδυµα πού δέν τό ὕφανε.
Ψωµί ἄν τρώει, ἀλλά ὄχι ἀπ’ τή σοδειά του.
Κρασί ἄν πίνει, ἀλλά ὄχι ἀπό τό πατητήρι του.
Τό ἔθνος νά λυπᾶστε,
πού δέν ὑψώνει τή φωνή παρά µονάχα στή ποµπή τῆς κηδείας.
Πού δέν συµφιλιώνεται, παρά µονάχα µές τά ἐρείπιά του.
Πού δέν ἐπαναστατεῖ,
παρά µονάχα σάν βρεθεῖ ὁ λαιµός του ἀνάµεσα στό σπαθί καί τήν πέτρα.
Τό ἔθνος νά λυπᾶστε πού ἔχει ἀλεποῦ γιά πολιτικό,
ἀπατεῶνα γιά φιλόσοφο,
µπαλώµατα καί ἀποµιµήσεις εἶναι ἡ τέχνη του.
Τό ἔθνος νά λυπᾶστε πού ἔχει σοφούς ἀπό χρόνια βουβαµένους»!
Τήν Ἑλλάδα νά λυπᾶστε, προσθέτω ἐγώ, πού ἐνῶ ἔπρεπε νά εἶναι «τό Φῶς τοῦ κόσµου», ἔγινε σκοτάδι καί, παρ’ ὅτι οἱ ἀλλοεθνεῖς τῆς δίνουνε τό φῶς τῶν συµβουλῶν τους, ἐξακολουθεῖ νά µήν ἀκούη!
Ὁ καθένας µας ἄς ἀναλάβη τίς εὐθῦνες του!...
πρωτ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 134
Ὀκτώβριος 2013