Ἀντί στεφάνων στόν π. Φίλιππον Μίαρην
Ὁ μακαριστός κατηχητής μας
Πατήρ Φίλιππος Μίαρης
(+Σεπτέμβριος 2023) – Μία εἰκόνα πραότητος.
«Οἱ τόν Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ κηρύξαντες,…
οἱ τήν ὁδόν τήν στενήν βαδίσαντες,
τεθλιμμένην πάντες οἱ ἐν βίῳ,
οἱ τόν Σταυρόν ὡς ζυγόν ἀράμενοι
καί ἐμοί (τῷ Χριστῷ) ἀκολουθήσαντες ἐν πίστει·
δεῦτε ἀπολαύετε, ἅ ἡτοίμασα ὑμῖν
βραβεῖα καί στέφη τά οὐράνια»
(Ὁμιλεῖ νοητῶς ὁ Χριστός)
Οἱ ἀνωτέρω φράσεις εἶναι μέρος τῶν Νεκρωσίμων «Εὐλογηταρίων», πού ψάλλονται στίς κηδεῖες καί στά Μνημόσυνα, ὅλων τῶν ἐν Κυρίῳ κοιμηθέντων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, κάθε ἡλικίας, φύλου, ἰδιότητος κλπ. Καί ἀποτελοῦν ἕνα ποιητικό σῶμα, μαζί καί μέ τά ἄλλα συναπτόμενα μέλη τῶν «Εὐλογηταρίων». Ὅμως, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τίς Ἐκδόσεις τῶν Ἱερατικῶν Εὐχολογίων, ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἄργησε νά «ἀπομονώσει» κατά κάποιον τρόπον τίς ἀνωτέρω φράσεις καί νά τίς χρησιμοποιεῖ ἔκτοτε στίς περιπτώσεις κηδείας ἤ μνημοσύνου μόνον Κληρικῶν ἤ Μοναχῶν.
Καί αὐτό, δέν ἦταν τυχαία ἀπόφαση καί ἀπόφανση τῆς Ἐκκλησίας. Διότι, πράγματι, τό «ρασοφορεμένο» θά λέγαμε τάγμα τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας, δηλαδή Κληρικοί καί Μοναχοί, εἶναι αὐτοί πού διαχρονικῶς ἦσαν «οἱ τόν Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ κηρύξαντες, οἱ τήν ὁδόν τήν στενήν καί τεθλιμμένην βαδίσαντες»· ἦσαν αὐτοί πού σήκωσαν «Τόν Σταυρόν ὡς ζυγόν καί τῷ Χριστῷ ἠκολούθησαν ἐν πίστει», ὅπως μελωδεῖ τό κείμενο.
Πρός ὅλους αὐτούς, ὁ ἀγωνοθέτης Χριστός, ὅπως καταλήγει τό ἐν λόγῳ κείμενο, ἀνακοινώνει: «Δεῦτε ἀπολαύετε, ἅ ἡτοίμασα ὑμῖν βραβεῖα καί στέφη τά οὐράνια».
Αὐτή ἡ βαρυσήμαντη Κυριακή ἀνακοίνωση, σήμερα ἐπανέρχεται στό προσκήνιο τῆς ἐνοριακῆς ζωῆς τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων. Ἐπανέρχεται μέ τήν πρόσφατη ἀναχώρηση γιά τόν Οὐρανό τοῦ μακαριστοῦ - πλέον – σεβαστοῦ, ἀγαπητοῦ, ἀειμνήστου, ἀξιομακαρίστου, ἀλλά καί πολυκλαύστου ἐφημερίου τῆς Ἐνορίας, πατρός Φιλίππου.
Στήν νοητή καί νοερή πνευματική ἁλυσίδα τῶν Ἱερέων, γιά τούς ὁποίους ἀνωτέρω ἔκαναν λόγο τά «Εὐλογητάρια», προσετέθη πλέον ἀνεπιστρεπτί καί ὁ κατηχητής μας πατήρ Φίλιππος, «ποιμήν καλός» γενόμενος τῆς Ἱερᾶς Ἐνορίας ταύτης, ὡς τελευταῖος (τρόπον τινά) κρίκος αὐτῆς τῆς ἁλυσίδας.
Ἔφυγε ἀπό κοντά μας πλήρης ἡμερῶν, ἀλλά καί πλήρης σωματικῶν ἀσθενειῶν, οἱ ὁποῖες τόν χαλύβδωσαν πνευματικῶς καί τόν δοκίμασαν «ὡς χρυσόν ἐν χωνευτηρίῳ». Καί – τό σπουδαιότερο – τόν κατέστησαν μία ζωντανή εἰκόνα πραότητος, ὑπομονῆς καί ἀοργησίας.
Σ’ αὐτές τίς τρεῖς ἀρετές ἐπιθυμεῖ νά ἑστιάσει ἡ παροῦσα γραφή τοῦ ὑποφαινομένου, γνωρίζοντας καλῶς ἐκ τῶν προτέρων, ὅτι «ἄκροις δακτύλοις» μακαρίζομεν τόν ἐκλιπόντα Πατέρα.
Ὁ πατέρας μας, πρωθιερεύς Φίλιππος, κέρδισε «τόν ἀμαράντινον στέφανον» μέ τήν ὑπομονή, τήν πραότητα καί τήν ἀοργησία πού ἔδειξε διά βίου, σηκώνοντας τόν βαρύ σταυρό τῶν σωματικῶν θλίψεων, πού πάντοτε ταλαιπωροῦσαν τήν φιλάσθενη σωματική κράση του. Τόν θυμᾶμαι, πολλές φορές, νά λέγει μέ χαμηλή καί πραεῖα φωνή, ὅπως πάντα μιλοῦσε: «Ὦ βάσανά μου»!
Οἱ συνεφημέριοί του, πού παντοιοτρόπως στάθηκαν δίπλα του, στό πλευρό του, ἰδιαιτέρως δέ ἡ σεβαστή πρεσβυτέρα του κυρία Δέσποινα καί τά παιδιά του, Εὐγενία καί Ἀθανάσιος – παιδικοί φίλοι μας – εἶναι ἐκεῖνοι πού, καλύτερα ἀπό κάθε ἄλλον, μποροῦν νά μαρτυρήσουν καί νά βεβαιώσουν τοῦ λόγου τό ἀσφαλές.
Κι αὐτή ἀκριβῶς ἡ μαρτυρική –ἰδιαιτέρως κατά τά τελευταῖα χρόνια τῆς ἐπιγείου ζωῆς του– πορεία, αὐτή ἡ ὑπομονή στίς περιστάσεις πού ἐβίωσε ἡ –οὕτως ἤ ἄλλως– φιλάσθενη σωματική του ὑπόσταση, εἶναι αὐτά πού τόν παρέστησαν καί τόν ἀνέδειξαν ἄξιον τοῦ δευτέρου εὐαγγελικοῦ Μακαρισμοῦ: «Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοί κληρονομήσουσι τήν γῆν», τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Πρόκειται γιά μία πραότητα, πού μόνο ὅσοι δοκιμάζονται στό καμίνι τῶν ποικίλων θλίψεων, μποροῦν νά ἀποκτήσουν. Γι’ αὐτό καί ὅποιος συναναστράφηκε τόν πατέρα Φίλιππο, ἀναγνώρισε στό σεβαστό του πρόσωπο μία εἰκόνα πραότητος· μία μικρογραφία δηλαδή, τοῦ Ἁγίου Νικολάου, πού ὄντως ὀνομάστηκε «εἰκόνα πραότητος» καί τοῦ ὁποίου τόν Ἱερόν Ναόν καί τήν Ἐνορίαν, εὐόρκως καί θεαρέστως ὑπηρέτησε. Ἡ μειλίχια καί πραεία αὐτή φυσιογνωμία του, τόν ἔκανε νά ξεχωρίζει μέσα στήν ὅλη πολύβουη ἐνοριακή ζωή, μέ τίς ἀτέλειωτες μέριμνες καί εὐθῦνες, πού κάθε Ἐνορία ἔχει, πόσῳ μᾶλλον ἡ παροῦσα Ἐνορία, ὡς μία τῶν μεγαλυτέρων τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς.
Ἄς ἔλθουν στό σημεῖο αὐτό, ὡς ἀρωγοί, νά καταθέσουν τήν μαρτυρία τους οἱ ἐπιζῶσες κυρίες τοῦ Φιλοπτώχου Ἐνοριακοῦ Ταμείου, στήν διοίκηση τοῦ ὁποίου ὁ πατήρ Φίλιππος διέπρεψε. Ἄς βεβαιώσουν ὅλους, γιά τήν ἄψογη συνεργασία πού ἐπέδειξε μαζί τους ὁ ἀείμνηστος. Ἄς μιλήσουν οἱ Ἐπίτροποι, οἱ Νεωκόροι, οἱ Ἱεροψάλτες. Ἄς μιλήσει ὅλη ἡ Ἐνορία. Κι ἄν κανείς δέν θελήσει νά μιλήσει, τότε «καί οἱ λίθοι κεκράξονται»!
Ὅλοι ὅσοι τόν ζήσαμε, μαρτυροῦμε γιά τήν ἀοργησία καί μειλιχιότητα τοῦ Ἐφημερίου μας, τοῦ Κατηχητοῦ μας, τοῦ Ἐξομολόγου, τοῦ Ἱεροκήρυκος, τοῦ «καλοῦ Ποιμένος» γενικότερα. Ὁ ὑποφαινόμενος, τόν εἶχα Κατηχητή στά γυμνασιακά μου χρόνια καί – λίγες φορές –Πνευματικό, ὁσάκις ὁ καθαυτό πνευματικός μου μακαριστός πατήρ Ἐμμανουήλ Βολουδάκης (πατέρας τοῦ σεβαστοῦ μας πατρός Βασιλείου) ἐκωλύετο, γιά διαφόρους ἔκτακτους λόγους, νά μέ ἐξομολογεῖ. Μέσα μου μένει ἡ ἀνάμνηση τῶν, ἀπό τῆς Ὡραίας Πύλης, Κυριακάτικων ὁμιλιῶν του, πού καί μόνη ἡ ἁπαλή φωνή του σοῦ μετέδιδε κάτι λίγο ἀπό τήν πλούσια ἐσωτερική του πραότητα καί ἀοργησία. Σᾶς βεβαιώνω εἰλικρινά, ὅτι οἱ χειρότερες καί δυσκολότερες στιγμές τῆς ζωῆς του – εὐτυχῶς, μετρημένες στά δάκτυλα τῆς μιᾶς χειρός - ἦταν αὐτές πού τόν ἀνάγκασαν – καί μή θέλοντα – νά ἐκνευρισθεῖ καί νά ὑψώσει τήν φωνή, λόγῳ κάποιας ἀχαρακτήριστης συμπεριφορᾶς μερικῶν προσώπων – μετρουμένων, ὅπως ἐδήλωσα, εἰς τά δάκτυλα τῆς μιᾶς χειρός. Φαντάζομαι καί ὑποθέτω, σέ τί δύσκολη κατάσταση περιῆλθε τότε ὁ μονίμως φιλήσυχος πατήρ.
Μέ τόν πατέρα μας καί συνεφημέριό του, ἐπί μακράν σειράν ἐτῶν, παπά-Νικόλαον Φίλιαν, εἶχε ἀγαστή συνεργασία, ἄν καί οἱ χαρακτῆρες καί ὁ ψυχισμός τους ἦσαν μονίμως ἐκ διαμέτρου ἀντίθετοι. Κι ὅμως, στήν πρό τριετίας κηδεία τοῦ παπά-Νικόλαου, δέν μποροῦσε νά συγκρατήσει τά δάκρυα καί τούς λυγμούς του· οὔτε καλά-καλά νά ἀρθρώσει τίς νεκρώσιμες Ἱερολογίες του δέν μποροῦσε· φοβήθηκα πρός στιγμήν, μήπως δέν ἀντέξει ἡ πολυπαθής καρδιά του καί πέσει νεκρός, πηγαίνοντας νά τόν συναντήσει στόν Οὐρανό. Ὁ ψυχικός του πόνος προσετίθετο στόν μονίμως καρδιακόν του πόνο. Εἶχε χάσει τόν συνεφημέριο, τόν συνάδελφο, τόν συναγωνιστή. Καί νά, πού «ὁ καί νεκρῶν καί ζώντων τήν ἐξουσίαν ἔχων» Κύριος, τούς ξαναένωσε μετά τριετίαν – καί κάτι λιγότερο – γιά νά ξανασυλλειτουργήσουν στό ὑπερουράνιο, πλέον, Θυσιαστήριον, «ὅπου ἦχος καθαρός ἑορταζόντων» καί «Πάσχα κροτούντων αἰώνιον».
Ἀλλά καί στό ἐπίγειο αὐτό Θυσιαστήριο τῆς Ἐνορίας ταύτης, ἡ παράσταση καί λειτουργία τοῦ πατρός Φιλίππου ἦταν ἱεροπρεπέστατη. «Ἐκύκλωνε» τήν Ἁγία Τράπεζα, μαζί μέ τούς συν-μακαριστούς, πλέον, συνεφημερίους του. Ἄς θυμηθοῦμε πρός στιγμήν τά ὀνόματά τους: πατήρ Θεμιστοκλῆς Παπακωνσταντίνου (μαθητής, στή Ριζάρειο, τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου), πατήρ Κωνσταντῖνος Καρανικόλας, πατήρ Ἐμμανουήλ Βολουδάκης, πατήρ Νικόλαος Φίλιας, πατήρ Ἠλίας Στεφόπουλος καί ὁ πολύκλαυστος διάκονός μας πατήρ Τιμόθεος Λαγουδάκης. Μία ἱεροπρεπής χορεία, μεταφερθεῖσα καί μεταφυτευθεῖσα στόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς, στήν ἐπουράνια «Ἐνορία» τοῦ Ἁγίου μας Νικολάου, μαζί μέ τούς ἀείμνηστους ψάλτες, νεωκόρους, κατηχητές, ἐπιτρόπους, ἀνακαινιστές, βοηθούς τοῦ φιλοπτώχου καί φιλανθρωπικοῦ ἐνοριακοῦ ἔργου· καί μέ ὅλους τούς «ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου κοιμηθέντας» ἐνορίτας, «ὧν τά ὀνόματα ἐν βίβλῳ ζωῆς».
Ὁ σεβαστός μας πατήρ Βασίλειος Βολουδάκης εἶναι τώρα ὁ τελευταῖος ἐπιζῶν κρίκος αὐτῆς τῆς ἱερᾶς ἁλυσίδος. Καί μακάρι, εὐχόμεθα, εἰς ἔτη πολλά νά ζεῖ καί νά τιμᾶ τήν μνήμη τους, διηγούμενος ἅμα καί τίς ἀρετές καί τούς ἀγῶνες τους στίς ἐπερχόμενες νέες ἐνοριακές γενεές. Πρᾶγμα πού ἤδη τό κάνει.
Στήν σεβαστή καί πονεμένη – χήρα πλέον – πρεσβυτέρα κυρία Δέσποινα καί στά παιδιά τους καί παιδικούς μας φίλους Εὐγενίαν καί Ἀθανάσιον, εὐχόμεθα, οἱ εὐχές τοῦ πατρός Φιλίππου νά τούς συνοδεύουν καί νά τούς «καταδιώκουν πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς» τους. Ὁ Δεσπότης μας Χριστός νά ἀναπαύει αἰωνίως τήν ἱερά ψυχή του καί ὅλοι μας νά ἔχουμε, ὄχι μόνο τήν ἁγία εὐχή του – πρᾶγμα εὐνόητο καί εὔκολο– ὅσο κυρίως τήν πραότητα, ὑπομονή καί ἀοργησία του, ἀρετές δυσκολοκατόρθωτες γιά ὅσους δέν δοκιμάσαμε (ἀκόμη) σοβαρές θλίψεις.
Πατέρα μας πολύκλαυστε, νοητῶς γονυπετοῦμε μπροστά στό ἱερό σου σκήνωμα καί υἱϊκῶς σοῦ εὐχόμεθα τό «Καλήν Ἀνάσταση»! Στίς εὐπαρησίαστες προσευχές σου «μνήσθητι καί ἡμῶν»!
Τοῦ σεβαστοῦ μας πατρός Φιλίππου, τοῦ πράου καί ἡσύχιου ποιμένος τῆς Ἐνορίας ταύτης εἴη ἡ μνήμη αἰωνία, ἀγήρως, ἄφθιτος καί ἄληστος! Σπένδουμε δάκρυον θαλλερόν, ὡς νεκρολούλουδο ψυχῆς, πρός τῆς ἁγίας σοροῦ του, νοερῶς καί νοητῶς.
Ἄς κλείσει ἡ παροῦσα σταυρο-αναστάσιμη προσλαλιά καί γραφή, μέ τά λόγια τοῦ «Ἐξαποστειλαρίου» τῆς νεκρωσίμου πρός ἱερεῖς ἀκολουθίας (ἀπό χειρόγραφο ἀνέκδοτο): (ὁμιλεῖ ἡ ψυχή)
«Νῦν ἀνεπαυσάμην καί εὗρον ἄνεσιν πολλήν·
ὅτι ἐτέχθην ἐν φθορᾷ καί μετετέθην πρός ζωήν».
Ἡ εὐχή του μετά πάντων! Ἀμήν!
Υἱϊκῶς καί ὀφειλετικῶς Μοναχός Νεκτάριος
Κελλίον Ἁγίου Νικολάου Μπουραζέρη - Μονῆς Χιλανδαρίου
Καρυαί ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
«Ἐνοριακή Εὐλογία» Ἀρ. Τεύχους 256
Δεκέμβριος 2023