ΕΝΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΑ 200 ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821

ΕΝΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ  ΓΙΑ ΤΑ 200 ΧΡΟΝΙΑ
 ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 1821

 

Μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐπετείου τῶν 200 ἐτῶν ἀπό τήν ἡρωϊκή ἐπανάσταση τῶν προγόνων µας τό 1821, ἀποφάσισα νά ἀνατρέξω στά παλιά ἀναγνωστικά, ὅπως αὐτά ἔχουν ἀναρτηθεῖ στό διαδίκτυο, στά ὁποῖα γίνονται ἐκτενεῖς ἀναφορές στήν προσωπικότητα τῶν ἀγωνιστῶν, στό χαρακτήρα τους καί τά κατορθώµατά τους. Ἀναφορές, οἱ ὁποῖες ἀλλοίµονο, λείπουν ἀπό τά σύγχρονα ἀναγνωστικά βιβλία, παρά τό ὅ,τι ἡ καλλιέργεια τῆς γενναιότητας καί τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανικοῦ ἤθους ἀποτελεῖ πολύτιµη βοήθεια στήν ἀντιµετώπιση ὅλων τῶν δύσκολων προβληµάτων, πού βασανίζουν τόν σύγχρονο ἄνθρωπο.

Ἔτσι, µιά σύντοµη ἀναφορά στά πιό χαρακτηριστικά κείµενα, πού ἐντόπισα στά παλιά ἀναγνωστικά, µπορεῖ νά µᾶς ὑπενθυµίσει πώς ἡ βαθιά πίστη στό Θεό, τό θάρρος, ἡ ἀλληλεγγύη, ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο καί τήν πατρίδα καί ἡ ἀληθινή εὐγένεια µέχρι τοῦ βαθµοῦ τῆς αὐτοθυσίας εἶναι µερικές ἀπό τίς ἀρετές, πού χαρακτήριζαν τούς προγόνους µας. Μέ τό παράδειγµά τους ἀπέδειξαν πώς εἶναι ἀρετές πού κατακτῶνται ἀπό τόν ἄνθρωπο καί εἶναι ἱκανές νά µετατρέψουν τόν ἄνθρωπο σέ ἥρωα καί τή µαρτυρική του ψυχή σέ ἁγία ψυχή!

Ἄς δοῦµε τί ἔγραφε ὁ Ὀδυσσέας Ἀνδροῦτσος σέ µιά ἐπιστολή του πρός τούς Γαλαξειδιῶτες:

«Ἀγαπητοί μου Γαλαξειδιῶται,

Ἦτο τό θέλημα Τοῦ Θεοῦ νά ἁρπάσωμεν τά ὅπλα μίαν ἡμέραν καί νά ριφθῶμεν κατά τῶν τυράννων μας.

Τί τήν θέλομεν, ἀδελφοί μου, τήν πολυπικραμένην ζωήν τοῦ δούλου; δέν βλέπετε ὅτι δέν μᾶς ἀπέμεινε τίποτε; καί αὑταί αἱ ἐκκλησίαι μας ἔγιναν τζαμιά καί στάβλοι τῶν Τούρκων. Δέν εἶναι πρέπον νά σταυρώσωμεν τάς χεῖρας. Ἄς ἐρωτήσωμεν καί τήν καρδίαν μας καί ὅ,τι ἀποφασίσωμεν, νά τό βάλωμεν ἐμπρός σύντομα. Ἄν βραδύνομεν, θά μετανοήσωμεν καί τότε ἄδικα θά κτυπῶμεν τήν κεφαλήν μας.

Τήν ἐποχήν αὐτήν ἡ Τουρκία εἶναι ἀπησχολημένη εἰς πολέμους. Ἄς ὠφεληθῶμεν ἀπό τήν περίστασιν αὐτήν, τήν ὁποία μᾶς ἔστειλε Ὁ Θεός εἰσακούων τά δίκαια παράπονά μας.

Εἰς τά ὅπλα, ἀδελφοί! Ἤ νά ἐλευθερωθῶμεν ἤ νά ἀποθάνωμεν ὅλοι. Καλύτερον θάνατον δέν ἠμπορεῖ νά ἐπιθυμήσει Ἕλλην καί χριστιανός.

Ἐγώ, καθώς γνωρίζετε, ἠμπορῶ νά ζήσω λαμπρά μέ πλούτη καί τιμᾶς καί δόξαν. Ὅ,τι καί ἄν ζητήσω, οἱ Τοῦρκοι προθύμως θά μοῦ τό δώσουν, διότι φοβοῦνται τό σπαθί τοῦ Ἀνδρούτσου. Ἀλλά σᾶς λέγω τήν ἀλήθειαν, ἀδελφοί μου, δέν θέλω νά καλοπερνῶ ἐγώ καί τό Γένος μου νά ὑποφέρει εἰς τήν δουλείαν.

Ἀπό τήν Πελοπόννησον μοῦ γράφουν, ὅτι εἶναι ὅλοι ἕτοιμοι μέ τά παλικάρια των. Θέλω ὅμως νά εἶμαι βέβαιος, ὅτι θά μέ ἀκολουθήσετε. Ἄν κάμετε σεῖς ἀρχήν ἀπό τό ἕν μέρος καί ἐγώ ἀπό τό ἄλλο, θά σηκωθεῖ ὅλη ἡ Ρούμελη.

Περιμένω ἀπάντησιν μέ τόν κομιστήν τῆς ἐπιστολῆς μου. Τήν μπαρούτην καί τά βόλια τά ἔλαβα καί τά ἐμοίρασα.

22 Μαρτίου 1821  Σᾶς χαιρετῶ καί σᾶς γλυκοφιλῶ.

                                                        Ὁ ἀγαπητός σας               Ὀδυσσεύς Ἀνδροῦτσος»

Πῶς εἶναι δυνατόν νά συνδυάζονται τόσο ἁρµονικά στήν ἴδια προσωπικότητα τόση γλυκύτητα µέ τόση γενναιότητα καί τόση ἀλληλεγγύη καί πνεῦµα αὐτοθυσίας µέ τόσο ἰσχυρή ἀγωνιστικότητα, ἐλεύθερο πνεῦµα καί εὐφυΐα!

Ἀντίστοιχα καί ὁ Καραϊσκάκης σέ ἄλλο κείµενο ἀναγνωστικοῦ ἐµφανίζεται τό ἴδιο γενναῖος καί ἀλληλέγγυος:

«Στό 1826 ὁ Καραϊσκάκης µέ τρεῖς χιλιάδες  ἄνδρες διανυκτέρευε στό ὕπαιθρο κοντά στό Κερατσίνι. Ἦταν Δεκέµβρης µήνας καί ἡ νύχτα ἦταν ἄγρια καί παγερή. Τό χιόνι ἦταν στρωµένο καί ὁ στρατός ὑπόφερε πολύ.

Ἐκεῖ πιό πέρα ἦταν ἀραγµένο τό πλοῖο τοῦ Ψαριανοῦ Γιαννίτση, πού ἦταν στίς διαταγές τοῦ ἀρχιστρατήγου. Ὁ πλοίαρχος βλέποντας τόν καιρό, ἔστειλε µιά βάρκα, γιά νά παραλάβει τόν ἀρχηγό νά περάσει τή νύχτα του στό πλοῖο, γιά νά µήν κακοπαθήσει.

Ἡ ἀποστολή βρῆκε τό χαλύβδινο ἀρχηγό νά κοιµᾶται µέ τήν κάπα του, ἔχοντας γιά προσκέφαλο ἕνα λιθάρι καί τά νῶτα του ἀκουµπισµένα σέ ἕνα θάµνο χιονισµένο. Ὁ Καραϊσκάκης ξυπνῶντας στή φωνή τοῦ ναύτη, πήδησε ὀρθός καί κατά τήν κλέφτικη συνήθεια ἐπίασε µέ τό δεξί του τήν πιστόλα του.

– Τί εἶναι ὠρέ; ρώτησε

– Ἀρχηγέ, ἡ νύχτα εἶναι κρύα, χιονόκαιρος ὅπως βλέπεις. Γι’ αὐτό ὁ καπετάν Γιαννίτσης σέ προσκαλεῖ νά κοιµηθεῖς στό καράβι.

– Ε, εἶναι τόσο µεγάλο τό καράβι σας καί τούς παίρνει ὅλους ἐκείνους γιά; ἀπάντησε δείχνοντας τούς στρατιῶτες του.

– Ὄχι!

– Τότε φύγε!

– Καί ξανάπεσε µέ τήν κάπα του νά κοιµηθεῖ!»

Ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἔβαζαν πάνω ἀπό ὅλα τό κοινό καλό καί τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο!

Τά µαρτυρικά ἐκεῖνα χρόνια πρωτοπόροι στόν ἀγώνα γιά τήν ἐλευθερία τῆς σκλαβωµένης Ἑλλάδας ἀλλά καί τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς τῶν ἀγωνιστῶν ἦσαν οἱ ἁπλοί Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι πρῶτοι ἔδιναν τό παράδειγµα τοῦ πνευµατικοῦ βίου καί τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης γιά τήν πατρίδα:

«Ράσο, εὐλογηµένο ράσο! Πόσο σφιχτά ἀντάµωσες στήν ψυχή σου θρησκεία καί πατρίδα! Καί πόσα βάσανα τράβηξες καί γιά τίς δύο! Ὅταν πρωτοῆρθαν τά χρόνια τῆς σκλαβιᾶς, ὅλοι οἱ ἄρχοντες καί οἱ σοφοί ἔφυγαν ἀπό τήν Πόλη στήν Ἰταλία. Καί ὁ φτωχός ὁ ραγιάς, σάν ἦρθε στόν ἑαυτό του ἀπό τήν πρώτη ταραχή, δέν εἶδε κανέναν ἄλλο γύρω του παρά τό κουρελιασµένο ράσο τοῦ παπᾶ. Ἐκεῖνος ὁ ἁπλοϊκός παπᾶς δούλευε ὅλη µέρα στό χωράφι του καί σά νύχτωνε καλά, τραβοῦσε γιά κανένα ἐρηµοκκλήσι νά ἀνοίξει τό κρυφό σχολειό. Καί ἐκεῖνος ὁ ἀδύνατος παπᾶς, µέ τή φλόγα τῆς ψυχῆς του, ἔχυνε βάλσαµο στόν πόνο τοῦ ραγιά ὅλα τά χρόνια τῆς σκλαβιᾶς.

Ὁ ἴδιος ὁ παπᾶς ἄφηνε τό θυµιατό καί ἐπίανε τό καριοφίλι καί τό εὐλογηµένο ράσο ἀνέµιζε πάντα µπροστά σέ κάθε πόλεµο καί σέ κάθε χαλασµό! Καί ἔσωσε τή θρησκεία µας καί τήν πατρίδα µας µαζί.

Ράσο εὐλογηµένο ράσο! Δίπλα στόν Ἄγνωστο Στρατιώτη, πού ὅλοι οἱ λαοί ὑψώνουν, γιά νά τιµήσουν τά θυσιασµένα νιάτα, ἀξίζεις νά σοῦ ὑψώσωµε ἕνα σεµνό µνηµεῖο καί νά γράψωµε ἐπάνω «Στόν ἄγνωστο Ἱερέα».

Ἕνας ἀπό τούς τόσους θυσιασµένους νέους ἦταν καί ὁ Ἀθανάσιος Διάκος. Ἦταν µόλις 29 ἐτῶν καί ἦταν ἀπό τούς γενναιότερους. Πῶς βρίσκει ἕνας νέος ὄµορφος ἄνδρας τό ψυχικό σθένος νά θυσιάσει τή ζωή του γιά τήν πατρίδα, ἐάν οἱ ὀρθόδοξες χριστιανικές ἀρετές δέν ἔχουν γίνει βίωµά του καί δέν ἔχουν ποτίσει τήν καρδιά καί τό µαρτυρικό αἷµα του;

«Ὧρες πολλές πολεµοῦσε µέ λιγοστούς συντρόφους. Ἀλλά οἱ Τοῦρκοι ἦταν πολλοί. Καί ἀφοῦ δέν τοὔµεινε οὔτε τουφέκι οὔτε σπαθί γερό, τόν πῆραν σκλάβο, βουτηγµένο µές στό αἷµα του. Ἦταν τοῦ Ἄϊ Γιώργη ἡ γιορτή κι αὐτός ἦταν 29 ἐτῶν. Στῆς ἄνοιξης τήν ὀµορφιά λυπήθηκε τά νιάτα του. Ἔριξ’ ὁλόγυρα ἀπελπισίας µατιά καί φώναξε:

Γιά ἰδές καιρό πού διάλεξε, ὁ χάρος νά µέ πάρει,

τώρα π’ ἀνθίζουν τά κλαριά,

καί βγάζ’ ἡ γῆ χορτάρι!

Τώρα νιώθει βαθιά συγκίνηση ὁ κάθε στρατιώτης στῆς Ἀλαµάνας τή θωριά. Ὁλόγυρά της ὅλα µαρτυροῦν τοῦ Διάκου τό µαρτύριο καί τό µουρµούρισµα τοῦ Σπερχειοῦ φέρνει στή θάλασσα καί διαλαλεῖ στά πέρατα τῆς γῆς, πώς οἱ λεβέντες ξέρουν καί νά ζοῦν, ξέρουν καί νά πεθαίνουν.»

Θά κλείσω τό ἀφιέρωµά µου αὐτό στούς ἥρωες τοῦ 1821 µέ τό ἀπόσπασµα ἀπό τόν ἐπικήδειο πρός τόν Μακρυγιάννη τοῦ Α. Γούδα:

«Ἀποκαλύψατε τήν κεφαλήν καί θέλετε εὕρη ἀνωτέρῳ τοῦ δεξιοῦ µετώπου ἕν πολύτιµον παράσιµον µίαν οὐλήν καί ὑπ’ αὐτήν κάταγµα µετ’ εἰσθλάσεως, ἀποκαλύψατε τόν τράχηλον καί θέλετε εὕρη πολυτιµότερον παράσηµον, σφαῖραν ἐχθρικήν ἐγκεκυστρωµένην καί ἄχρι τῆς σήµερον εἰς τάς σάρκας τοῦ στρατηγοῦ, ἀποκαλύψατε τό στῆθος καί θέλετε ἰδῆ διά µιᾶς τρία συνάµα ἔτι πολυτιµότερα παράσηµα, τρεῖς µεγάλας οὐλάς, ἀποκαλύψατε τόν ἀριστερό βραχίονα καί θέλετε εὕρη τό µέγιστον τῶν παρασήµων, ἀπηρχαιωµένον κάταγµα µετά τινός δυσµορφίας, ἀποκαλύψατε τόν δεξιόν µηρόν καί ἐπ’ αὐτοῦ θέλετε εὕρη παράσηµον πολυτιµότερον πάσης οἱασδήποτε ταινίας, µίαν δηλαδή τεραστίαν οὐλήν. Αἱ πληγαί συχνά ἠνοίγοντο αἱµορροοῦσαι. Ὁ ἐξ’ αὐτῶν πυρετός κατεβίβρωσκεν αὐτόν. Ἡ ζωή του διήρχετο σχεδόν ἐπί τῆς κλίνης. Βαρεῖαι νόσοι ἐπήρχοντο, ἡ δέ ἀνάρρωσις ἐγίνετο βραδυτάτη. Ταῦτα ἦσαν τά ἀγαθά ὡς ἔλαχεν ὁ Μακρυγιάννης ὡς ἀµοιβῆς τῶν ὑπέρ πατρίδος ἐξόχων ὑπηρεσιῶν αὐτοῦ. Πληγαί καί ἀσθένειαι πολυώδυνοι, καί µετ’ αὐτῶν πενία δυσθεράπευτος ὁµοίως ὡς ἐκεῖναι.»

Δέν ὑπάρχουν λόγια νά ἐκφράσουν τή συγκίνηση καί τό δέος µπροστά στό µεγαλεῖο τῆς ψυχῆς τους. Ὁ Θεός παραχώρησε τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος µας χάρη στίς ὑπεράνθρωπες θυσίες τῶν ἡρώων προγόνων µας. Ὡς Ἕλληνες ἔχουµε χρέος νά τούς τιµοῦµε µέ ὕψιστες τιµές καί νά ἀγωνιζόµαστε γιά τή διατήρηση τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανικοῦ ἤθους  στήν πατρίδα µας, πού ἐκεῖνοι πρῶτοι ἐνσάρκωσαν µέ τόν ὑποδειγµατικό βίο τους.

 

Δρ. Ἰωάννα Β. Τυροβολᾶ

Ὀδοντίατρος Ὀρθοδοντικός

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 131

Νοἐμβριος 2021