Αὔγουστος 2021
Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος
«Μετεμορφώθης ἐν τῷ ὄρει, Χριστέ ὁ Θεός
… λάμψον καί ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς
τό Φῶς Σου τό ἀΐδιον…» (Ἀπολυτίκιον)
Ἄν ποτέ ἡ φτωχή καί ταλαίπωρη ψυχή μας ἔννοιωσε κάποια ἀπειροελάχιστη καί νηπιώδους μορφῆς κατάνυξη ἤ γλυκύτητα ἤ συναίσθηση τῆς ἐμπαθείας μας, συνοδευομένη κι ἀπό καμμιά σταγόνα δάκρυ, τήν ὥρα τῆς κραυγῆς μας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ …» ἤ τήν ὥρα τῆς προσελεύσεώς μας στό Ποτήριον τῆς Ζωῆς, αὐτό μή μᾶς φανεῖ κάτι σπουδαῖο· ἁπλούστατα, κατά τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, γιά μιά ἔστω ἀπειροελάχιστη στιγμή, ὁ Χριστός «ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν μας, λέγων· ἀνάβλεψον» καί νοερῶς ἀναβλέψαμε στιγμιαίως, προτοῦ ξανατυφλωθοῦμε λόγῳ παρατάσεως – φεῦ! - τῆς ἐμπαθείας μας.
Ἀλλά καί ὁ μακαριστός Γέρων Ἱερομόναχος Ἰωάννης τῆς Μονῆς τοῦ Νέου Βάλαμο στήν Φινλανδία, πολλάκις ἐτόνιζε στά πνευματικά του τέκνα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδή ἡ ψυχή του εἶναι θεῖον ἐμφύσημα, εἶναι φυσικό κάποια ἤ κάποιες φορές νά κατανύσσεται καί νά ἐκχέει μιά σταγόνα δάκρυ. Ἀκόμη καί ὁ πλέον ἐμπαθής.
Αὐτή ἡ νηπιώδης ἐμπειρία - ἄν ποτέ τήν βιώσουμε – εἶναι καί τό αἴτημα πού ἐκφράζουμε στόν Δεσπότην Χριστόν, ὅταν ψάλλουμε στό σημερινό Ἀπολυτίκιο: «Λάμψον καί ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς τό φῶς Σου τό ἀΐδιον (Κύριε)». Ἄρα λοιπόν, γιά νά τό ψάλλει αὐτό τό αἴτημα σύμπασα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ὄχι κάποιοι λίγοι, κεκαθαρμένοι καί ἀπαθεῖς, αὐτό σημαίνει, ὅτι ὅλοι μας, ἀκόμη καί οἱ ἐμπαθέστεροι, μποροῦμε καί πρέπει νά γίνουμε μέτοχοι καί κοινωνοί αὐτῆς τῆς ἐλλάμψεως. Δέν παρακαλεῖ ποτέ γιά ἀκατόρθωτα πράγματα ἡ Ἐκκλησία διά τῶν Ὑμνογράφων της.
Ὅταν λοιπόν φέρνουμε συχνά στόν λογισμό μας τήν σημερινή Δεσποτική ἑορτή, αὐτό εἶναι ἡ καλύτερη προετοιμασία μας γιά μιά ἐν ταπεινώσει στάση μας μπροστά στόν Δεσπότη μας Χριστό· εἴτε αὐτή γίνεται τήν ὥρα τῆς ἐμπόνου κραυγῆς μας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ …» εἴτε ὅταν «βαδίζουμε πρός Θείαν Κοινωνίαν» καί παρακαλοῦμε: «Πλαστουργέ, μή φλέξῃς με τῇ μετουσίᾳ».
Νά λοιπόν, γιατί αὐτή ἡ ἐν ταπεινώσει στάση μας, εἶναι ἡ προϋπόθεση γιά νά γευθοῦμε τήν πνευματική «καραμέλα» καί τό πνευματικό «γλυφιτζούρι» πού ὁ Δεσπότης μας Χριστός προσφέρει σέ ὅλους μας, ὅταν «ἀεί σφαγιάζεται, ἁγιάζων τούς μετέχοντας». Καί οἱ Πρόκριτοι ἄλλωστε Ἅγιοι Ἀπόστολοι, Πέτρος, Ἰάκωβος καί Ἰωάννης, τί νομίζετε ὅτι ἐγεύθησαν καί ἐβίωσαν; Κάτι τό ἀπειροελάχιστο ἀπό τήν θεία φωτοχυσία· ἕνα πνευματικό «σοκολατάκι, λουκούμι, καραμέλα ἤ γλυφιτζούρι»· καί πάλι «καθώς ἠδύναντο» καί «ὡς ἐχώρουν», κατά τόν Ὑμνογράφο τῆς ἑορτῆς. Κι αὐτό τό λίγο, τό ἐλάχιστο τούς γλύκανε, γιά νά ἀντέξουν τίς πίκρες πού τούς περίμεναν. Τούς γλύκανε, ὥστε αὐθόρμητα νά ὁμολογήσουν: «Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ᾧδε εἶναι», πράγμα φυσικά ἀδύνατον. Γιά φανταστεῖτε νά τούς εἶχε προσφέρει ὁ Δεσπότης Χριστός κάτι ἐντονότερο ἤ δυνατότερο ἤ πνευματικότερο. Ὁ Ὑμνογράφος τό τονίζει αὐτό, ὅτι ἄν γινόταν κάτι τέτοιο, θά ἔχαναν τή ζωή τους!
Πράγματι, ἀπό τήν Παλαιά ἀκόμη Διαθήκη, ὁ Θεός μᾶς λέγει, ὅτι δέν μπορεῖ ἄνθρωπος νά δεῖ τό πρόσωπό Του καί νά παραμείνει ζωντανός. Ἡ ἐμπειρία καί βίωση κάτι δυνατότερου ἀπ’ τό πνευματικό «λουκούμι», πού μᾶς προσφέρει διαχρονικά ὁ Μεταμορφωθείς Κύριος, ἀνήκει στά «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη· ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν». Αὐτά, ἄς μήν ἔχουμε τήν ψευδαίσθηση, ὅτι θά τά ἀποκτήσουμε ἔτι ζῶντες. Ἄς εἴμαστε εὐχαριστημένοι σ’ αὐτά πού ἡ ἐγκόσμια ὕπαρξή μας χωράει. «Καθώς δυνάμεθα» καί «ὡς χωροῦμεν».
Ὁ μακαριστός πλέον Μητροπολίτης Ἀμφιλόχιος τοῦ Μαυροβουνίου (τοὐπίκλην Ράντοβιτς), τό τόνιζε αὐτό στόν Πρόλογο κάποιου Σερβικοῦ Συναξαρίου: ὅτι δηλαδή αὐτά, «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε … κλπ.», εἶναι προσιτά τώρα, μόνο στό παντέφορο ὄμμα τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς οἱ θνητοί, μονάχα κρυφοκοιτᾶμε τήν ἀθέατη αὐτή πλευρά καί ἔτσι, κρυφοκοιτῶντας, πλημμυρίζουμε ἀπό χαρά». Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη του! Ὅπως ὁ Δεσπότης Χριστός ἀποτελεῖ «τοῦ Πατρός τό ἀπαύγασμα» ἔτσι καί ὁ Δεσπότης Ἀμφιλόχιος ἐν προκειμένῳ, τηρουμένων βεβαίως τῶν ἀναλογιῶν, ἦταν τό «ἀπαύγασμα» τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς. Σ’ αὐτό, λοιπόν, τό «κρυφοκοίταγμα», ὅπως τό λέει ὁ κοιμηθείς Ἱεράρχης, καλούμαστε κι ἐμεῖς οἱ ἐμπαθεῖς, ὅταν ἀξιωνόμαστε νά ἑορτάζουμε τήν Δεσποτική ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως, καθώς καί ὅταν, εὐκαίρως-ἀκαίρως, τήν μελετοῦμε νοερῶς. Αὐτό τό «κρυφοκοίταγμα» ἔκαναν καί οἱ τρεῖς πρόκριτοι Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐπί τοῦ ὄρους Θαβώρ. Καί ὅταν ἔτσι «κρυφοκοιτᾶμε» τόν Μεταμορφωθέντα καί Μεταμορφούμενον Κύριον, τότε κι Ἐκεῖνος, μᾶς «κρυφο-μιλάει» μέ τή σειρά του, λέγοντάς μας, τρόπον τινά: Παιδί μου, αὐτό τό λίγο, γλειφιτζούρι-λουκούμι-καραμέλα, πού πρός ὥραν σέ γλυκαίνει πνευματικῶς, ὅταν μέ λαμβάνεις μέσα σου διά τῶν Ἁγίων Μυστηρίων, τοῦ Σώματος καί Αἵματός Μου, ἤ διά τῆς καλλιεργείας – κατά δύναμιν – τῆς «εὐχῆς», τοῦ ὀνόματός Μου, δέν εἶναι παρά ὁ ἀρραβώνας τοῦ οὐρανίου μου καί αἰωνίου μου «ζαχαροπλαστείου», τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ὅπου ὑπάρχουν ἐδέσματα οὐράνια, μπροστά στά ὁποῖα ὠχριοῦν αὐτά τά λίγα πού τώρα γεύεσαι. Ἁπλῶς σοῦ τά παραχωρῶ, γιά νά σοῦ ἀνοίξω τήν ὄρεξη, νά ἐπιθυμήσεις αὐτά τά οὐράνια ἀγαθά, πού ὄντως «ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὐς οὔκ ἤκουσε …κλπ.». Αὐτά περίπου μᾶς κρυφο-λέγει ὁ Δεσπότης μας Χριστός. Γιά νά μᾶς προκαλέσει τό φιλότιμο νά τόν ἀγαπήσουμε, οὕτως ὥστε, «μένοντες ἐν τῇ ἀγάπῃ Αὐτοῦ», νά τοῦ κράζουμε ἱεροκρυφίως τό αἴτημα τοῦ Ἀπολυτικίου: «Λάμψον καί ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς, τό φῶς Σου τό ἀΐδιον, Κύριε». Γιά νά φθάσουμε, ἠλεημένοι οἱ ἐλεεινοί, στήν ἀπόλαυση τοῦ αἰωνίως ἀνοικτοῦ «ζαχαροπλατείου» τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Τίς ἀνωτέρω σκέψεις, σεβαστοί ἅγιοι Πατέρες καί ἐν Χριστῷ ἀγωνιζόμενοι ἀδελφοί τῆς Ἐνορίας σας (μας), τίς καταθέτω μέ πολύ σεβασμό, ἀγάπη, ἀλλά καί πόνο ψυχῆς. Ἄν τά ἀνωτέρω ἦταν ἀκατόρθωτα γιά μᾶς τούς ρυπωθέντας τῇ ἁμαρτίᾳ, δέν θά τά ἔκανε ἡ Ἐκκλησία μας αἴτημα στόν Δεσπότη Χριστό, διά τῶν λόγων τοῦ Ἀπολυτικίου πού μνημονεύσαμε, ὅπως προελέχθη. «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἔξετε», εἶπεν ὁ Κύριος. Καί ἤδη τήν ἔχουμε καί τήν βιώνουμε· «ἀλλά θαρσεῖτε – συμπληρώνει - ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον»· τόν κόσμον μέ ὅλες του τίς ρυπαρότητες, δαιμονικότητες, πανδημίες καί ἰούς. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ ἐν τῷ Ὄρει τῷ Θαβώρ Μεταμορφωθείς, «ἐξῆλθες νικῶν καί ἵνα νικήσῃς», πᾶσαν νόσον, πᾶσαν ἀσθένειαν, πάντα δαίμονα καί διάβολον.
«Σοί πρέπει πᾶσα δόξα τιμή καί προσκύνησις,
νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν!
Μοναχός Νεκτάριος
Κελλίον Ἁγίου Νικολάου Μπουραζέρη – Καρυαί ΑΓ.ΟΡΟΣ
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Ἄρθρου 228-229
Αὔγουστος-Σεμπτέμβριος 2021