Η ΛΟΓΧΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ!

Η ΛΟΓΧΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ!

 

Εἶναι πολλά τά χρόνια πού µᾶς χωρίζουν ἀπό ἐκείνη τή ζεστή µέρα, τήν 26η µέρα τοῦ µηνός Ἰουνίου τοῦ 363. Ἐκείνη τήν ἡµέρα, ὁ Ρωµαϊκός στρατός ἀγωνιζόταν ἐναντίον τῶν Περσῶν, πού τούς ἀκολουθοῦσαν, τυλίγοντάς τους σέ ἕνα κύκλο πού ὁλοένα καί ἔσφιγγε, παίζοντας µαζί τους κλεφτοπόλεµο, στίς µακρινές, καυτές πεδιάδες τῆς Ἀνατολῆς.

Ὁ αὐτοκράτορας τῶν Ρωµαίων, ἀγνοῶντας τόν ἄµεσο κίνδυνο τῆς αὐτοκρατορίας ἀπό τά Γοτθικά φῦλα, τά ὁποῖα ἀπειλοῦσαν νά καταλύσουν τό δυτικό της τµῆµα καί τήν ἴδια τή Ρώµη, στράφηκε νά πολεµήσει τούς Πέρσες, πού, ὄχι µόνο δέν τόν ἐνοχλοῦσαν, ἀλλά τοῦ εἶχαν ζητήσει καί συνθήκη φιλίας, τήν ὁποία ἀπέρριψε µέ ἀλαζονεία! Γιατί; Γιατί εἶχε τήν πεποίθηση ὅτι µέσα του ζοῦσε τό πνεῦµα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου!

Ἔτσι, ἀφοῦ κατάφερε µέ µεγάλη δυσκολία νά φέρει τόν στρατό του καί νά κατεβάσει τά 1000 πλοῖα τοῦ στόλου του µπροστά στήν µεγάλη πόλη Κτησιφῶντα, ἀποφάσισε ξαφνικά νά µήν τήν πολιορκήσει, ἀλλά νά βάλει φωτιά στά ἴδια του τά πλοῖα καί νά πάρει τό δρόµο τῆς ὑποχώρησης, καίγοντας τά πάντα στό πέρασµά του καί καταδικάζοντας τούς στρατιῶτες του σέ µιά µαρτυρική πορεία, πεινασµένους, διψασµένους, ἐξαντληµένους καί ἀποδεκατισµένους ἀπό τίς συνεχεῖς συρράξεις µέ τόν Περσικό στρατό!

Τό ὄνοµα τοῦ Ρωµαίου αὐτοκράτορα; Ἰουλιανός! Κι ἦταν ἀνηψιός τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου κι ὁ τελευταῖος ἡγεµόνας ἀπό τήν οἰκογένειά του. Κάποιοι τόν ὀνόµασαν φιλόσοφο, ὁραµατιστή, ἀσκητή, εὐαίσθητο καί γενναῖο στρατηγό µέ µεγάλη ἀγάπη στούς στρατιῶτες του, τῶν ὁποίων τίς κακουχίες συµµεριζόταν (εἰδικά ὅταν τίς προκαλοῦσε ὁ ἴδιος!).

Ἡ προσωπικότητά του δίχασε –καί ἐξακολουθεῖ νά διχάζει– ἀκόµα καί σύγχρονους ἱστορικούς. Οἱ ἀπόψεις διίστανται ἀπό: «ἕνας ἐπιδειξιοµανής, ψευτο-διανοούµενος, ἀντι-Χριστιανός ἀπολυτάρχης, τοῦ ὁποίου οἱ φιλοδοξίες ξεπερνοῦσαν κατά πολύ τίς περιορισµένες δυνατότητες»1, µέχρι: «Παρόλο πού ἡ διαρκής µου προσπάθεια εἶναι νά ὑµνήσω τά ἐγκώµια αὐτοῦ τοῦ ἥρωα, βρίσκω τίς λέξεις πολύ ἀνεπαρκεῖς γιά τό µεγαλεῖο τῶν κατορθωµάτων του».2

   Ἡ Ἱστορία τόν ὀνοµάζει ἁπλᾶ, Παραβάτη!

   Τήν Ἱστορία, ὅµως, λέγεται ὅτι τή γράφουν οἱ νικητές, δηλαδή, στήν προκειµένη περίπτωση, οἱ “κακοί”  Χριστιανοί. Γιά αὐτό τό λόγο, ἐγώ θά σᾶς διηγηθῶ τή µαρτυρία ἑνός εἰδωλολάτρη, φίλου καί µεγάλου θαυµαστή τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ, τοῦἝλληνα Ἀµµιανοῦ Μαρκελλίνου, ὁ ὁποῖος ἔζησε κοντά του καί τόν συνώδευε  καί ἐκείνη τή µέρα, στήν ἐκστρατεία του κατά τῶν Περσῶν3.

   Ἐκεῖνος µᾶς περιγράφει πώς, τήν παραµονή αὐτῆς τῆς µέρας, ὁ Ἰουλιανός ξύπνησε µέσα στή νύχτα, καί, παριστάνοντας τόν Ἰούλιο Καίσαρα (ὅλα τά µεγάλα πνεύµατα τῶν σπουδαίων ἀνδρῶν φαίνεται ὅτι εἶχαν µαζευτεῖ µέσα του!) καθόταν καί ἔγραφε στή σκηνή του, βυθισµένος σε βαθύ διαλογισµό.4 Ὁ ἴδιος διηγήθηκε στούς πιό κοντινούς του, ὅτι, µέσα στό σκοτάδι, εἶδε τό Πνεῦµα τοῦ Ρωµαϊκοῦ λαοῦ, ὅπως τό εἶχε ξαναδεῖ στή Γαλατία, ὅταν ἐπρόκειτο νά γίνει Αὔγουστος. Αὐτή τή φορά, ὅµως, τό Πνεῦµα ἀναχωροῦσε ἀπό τή σκηνή του, µέ καλυµµένο τό κεφάλι καί τό Κέρας τῆς Ἀφθονίας, πού κρατοῦσε στό χέρι του. Καί, συνεχίζει, παραθέτοντας µιά σειρά ἀπό δυσοίωνα γεγονότα, πού τόν κράτησαν ὅλη τή νύχτα ξάγρυπνο.

   Τήν ἑπόµενη µέρα, 26η τοῦἸουνίου (ἤ 23η κατά τόν Μαρκελλῖνο) ὁ Ρωµαϊκός στρατός συνέχισε τήν πορεία του, µέ τούς ἐχθρούς νά παρακολουθοῦν τό κάθε τους βῆµα, καί ἀπό τούς γύρω λόφους, ἀλλά καί πιό κοντά τους, κρυµµένοι στά δέντρα καί τήν πυκνή βλάστηση. Καί ἦταν τόση ἡ νευρικότητα καί ὁ φόβος τῶν Ρωµαίων (ἰδιαίτερα τούς τροµοκρατοῦσαν οἱ πολεµικοί ἐλέφαντες τοῦ Περσικοῦ στρατοῦ), ὥστε δέν σκέφτηκαν κἄν νά χτίσουν ἕνα πρόχειρο ὀχύρωµα ἀπό κορµούς δέντρων!

   Ὅταν ἡ πρώτη επίθεση ἦρθε στήν ὀπισθοφυλακή, ὁ αὐτοκράτορας δέν σκέφτηκε νά φορέσει οὔτε τήν πανοπλία του, ἤ, ἴσως ζεσταινόταν πολύ καί ἤθελε νά εἶναι πιό εὐκίνητος. Καί ὅταν ἀκολούθησε ἡ δεύτερη κυκλωτερή ἐπίθεση στό κέντρο ἀπό µιά ὁµάδα Πάρθους καβαλλάρηδες, σέ συνδυασµό µέ τούς φοβερούς ἐλέφαντες, πού τόσο ἀντιπαθοῦσαν, ὥστε δέν ἄντεχαν οὔτε κἄν νά τούς βλέπουν οἱ Ρωµαῖοι, τότε ἄρχισε νά τρέχει πέρα-δῶθε, προσπαθῶντας νά καλύψει ὅλα τά µέτωπα.

   Καί τότε, γράφει ἐπί λέξει ὁ Μαρκελλῖνος: «Μία λόγχη τοῦ ἱππικοῦ, ὁδηγηµένη, κανείς δέν ξέρει ἀπό ποιόν, ἔξυσε τόν βραχίονά του, διαπέρασε τά πλευρά του καί σφηνώθηκε στό κάτω µέρος τοῦ ἥπατός του. Προσπάθησε νά τήν τραβήξει ἔξω µέ τό δεξί του χέρι, ἀλλά καί οἱ δύο πλευρές τῆς λόγχης ἦσαν κοφτερές κι αἰσθάνθηκε τά δάχτυλά του νά κόβονται µέχρι τό κόκκαλο. Ἔπεσε ἀπό τό ἄλογό του, δηµιουργήθηκε ἕνας συνωστισµός στό σηµεῖο ἐκεῖνο καί µεταφέρθηκε στή σκηνή του, ὅπου τοῦ δόθηκε ἰατρική βοήθεια».5  Τό ἴδιο βράδυ πέθανε, ἐν µέσῳ φιλοσοφικῆς συζητήσεως, κατά τόν θαυµαστή του ἱστορικό, γεγονός, γιά τό ὁποῖο µποροῦµε νά ἀµφιβάλλουµε, νοµίζω, γιατί θάνατος ἀπό µια τέτοια πληγή, ἔχει τόσο φοβερούς πόνους, ὥστε ἡ φιλοσοφική συζήτηση θά ἦταν µᾶλλον ἀδύνατη. Γιά νά εἴµαστε πάντως ὑπέρ τό δέον ἀντικειµενικοί, ἄς µήν δεχτοῦµε καί τό «Νενίκηκάς µε Ναζωραῖε», πληροφορία, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό χριστιανικές πηγές.

   Θά µπορούσαµε ὅµως νά τήν δεχτοῦµε, γιατί εἶναι µιά πραγµατικότητα. Ἡ ἀντιπαράθεση τοῦ Ἰουλιανοῦ, ἦταν ἀνάµεσα στόν ἴδιο προσωπικά, καί στόν Χριστό. Δηλαδή, ἔστησε τό πρόσωπό του ἀπέναντι στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί κάλεσε τούς ἀνθρώπους, τῆς ἐποχῆς του, πού τόν γνώρισαν καί θαύµασαν τίς περίφηµες “ἀρετές” του, τό περίφηµο µορφωµένο καί µέ πολλές περγαµηνές µυαλό του, κάλεσε τούς στρατιῶτες του, πού εἶχαν ζήσει ἀπό κοντά τήν ἀσκητική ζωή του καί τή γενναιότητά του (ἀλλά εἶχαν ὑποστεῖ καί τίς συνέπειες τῆς ἀνοησίας του), κάλεσε ὅλη τήν τότε γνωστή οἰκουµένη, τέλος πάντων, νά τόν ἐπιλέξει, αὐτόν, ἀντί τόν Χριστό.  Τούς κάλεσε, ἀσκῶντας ὅλο τό βάρος τῆς ἀπόλυτης ἐξουσίας του.

Ὅσοι, τώρα,  ἱστορικοί ὑποστηρίζουν ὅτι δέν δίωξε τούς χριστιανούς, ἐπειδή τό 362 , ὅταν ἔβγαλε τό διάταγµα, πού ἐπανέφερε τήν εἰδωλολατρεία σάν ἐπίσηµη θρησκεία, τό συνώδευε καί ἀπό µία διακήρυξη ἀνεξιθρησκείας, αὐτοί µποροῦν νά πᾶνε νά ἐνηµερώσουν καί τόν ἅγιο Μάρτυρα Ἀρτέµιο, τόν ἅγιο Μάρτυρα Θεοδώρητο τόν πρεσβύτερο, τόν ἅγιο Μάρτυρα Δοµέτιο καί ὅλους τούς ἄλλους πού δέν τό πληροφορήθηκαν καί ἔκαναν τό λάθος νά ἐπιλέξουν τόν Χριστό ἀντί γιά τόν... “ἀνεξίθρησκο” αὐτοκράτορα, πληρώνοντας αὐτή τήν ἐπιλογή µέ τή ζωή τους!

   Ἀξίζει ὅµως νά δοῦµε τί εἴδους ἦταν αὐτή ἡ “σπουδαία” προσωπικότητα, πού εἶχε τήν αὐτοπεποίθηση ὅτι θά σταθεῖ ἀπέναντι στόν «Ναζωραῖο», ἐλπίζοντας νά Τόν νικήσει.

   Ὄντας βαπτισµένος χριστιανός, ὅσο ζοῦσε ὁ γιός τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου Κωνστάντιος ΙΙ (καί ἐνῶ ὁ ἴδιος χρονολογεῖ τήν ἀποστασία του ἀπό τό 351) δέν εἶχε τολµήσει νά φανερώσει τή µεταστροφή του σέ ἕνα εἶδος εἰδωλολατρικῆς  καί φιλοσοφικῆς θρησκείας δικῆς του κατασκευῆς. Ὅταν ὅµως ἀνέβηκε στό θρόνο τό 361 (καί ἐνῶ είχε ἤδη ἀναγορευθεῖ αὐτοκράτορας ἀπό τό στρατό του στό Παρίσι, φορῶντας ἀντί γιά στέµµα τό κολλᾶρο ἑνός ἀλόγου!), τότε φανέρωσε δηµόσια τό πρόσωπό του!

   Ὁ µεγάλος θαυµαστής του Ἀµµιανός Μαρκελλῖνος,6 ἐπαινεῖ τόν φιλοσοφικό νοῦ του, τήν ἀσκητική ζωή του, τόσο στίς ἐκστρατεῖες ὅσο καί στά ἀνάκτορα, πού προκαλοῦσε κατάπληξη καί θαυµασµό σέ ὅλους. Ἐπαινεῖ τή σύνεσή του, λέγοντας ὅτι δέν έξώρισε κανένα χριστιανό ἐπίσκοπο, ἀντίθετα ἀνεκάλεσε ἀπό τίς ἐξορίες τους, ὅλους τούς αἱρετικούς ἐπισκόπους, γνωρίζοντας ὅτι ἡ ἀνοχή του θά πυροδοτοῦσε τίς διαµάχες τῶν αἱρέσεων καί γνωρίζοντας κατά τά ἀκριβῆ λόγια τοῦ Μαρκελλίνου ὅτι: «...  …ἡ ἀνοχή θά αὔξανε τήν ἔνταση τῶν διαφορῶν τους καί δέν θά κινδύνευε, ἔτσι ἀπό τήν δηµόσια ἀντιπαράθεση ἑνός ἑνωµένου µετώπου. Ἡ πεῖρα τόν εἶχε διδάξει ὅτι κανένα ἄγριο θηρίο δέν εἶναι τόσο ἐπικίνδυνο γιά τόν ἄνθρωπο, ὅσο ἐπικίνδυνοι εἶναι οἱ χριστιανοί  ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον».7

   Εἶχε, ὅµως ταὐτόχρονα τήν “ἐξυπνάδα”, νά ἀπαγορεύσει στούς χριστιανούς νά διδάσκουν παιδιά, ἤ ρητορική, ἤ φιλοσοφία!

   Νοµίζω, σέ αὐτό τό σηµεῖο, ἀξίζει νά σηµειωθεῖ τό πόσο καλά γνωρίζουν τίς ἀδυναµίες µας οἱ ἐχθροί µας. Καί πόσο ἐµεῖς, ὄχι µόνο δέν διορθωνόµαστε µέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, ἀλλά γινόµαστε καί χειρότεροι!

   Ταὐτόχρονα, ὁ Ἀµµιανός Μαρκελλῖνος, µᾶς δίνει –ἴσως ἐν ἀγνοίᾳ του–  καί τήν πραγµατική διάσταση ὅλων αὐτῶν τῶν “ἀρετῶν” τοῦ Ἰουλιανοῦ. «Ἦταν», µᾶς λέει, «ἀσταµάτητος ὁµιλητής καί πολύ σπάνια ἔµενε σιωπηλός. Τοῦ ἄρεσε νά ἔχει τή δηµόσια ἀποδοχή καί τίς ἐπευφηµίες τοῦ πλήθους, ζητῶντας ἐπαίνους ἀκόµα  καί γιά τίς πιό ἀσήµαντες αἰτίες καί, αὐτός ὁ πόθος του γιά ἐπιδοκιµασία, τόν ὁδηγοῦσε σέ συναναστροφές µέ ἀνάξια πρόσωπα».8

   Ἴσως νά ἦταν αὐτή ἡ αἰτία, πού δέν συµπάθησε καί δέν ἐκτίµησε κανέναν ἀπό τούς µεγάλους Ἁγίους, τούς ὁποίους συνάντησε καί περιφρόνησε στή ζωή του. Αὐτοί δέν θαµπώθηκαν ἀπό τίς “ἀρετές” του, (ἤξεραν καλά τί θά πεῖ ἀρετή), δέν τόν θαύµασαν, δέν τόν κολάκεψαν. Ἕνας ἀπό αὐτούς, µάλιστα, (κάποιος “ἀσήµαντος” ...Βασίλειος(!), τόν ὁποῖο συνάντησε γιά τελευταία φορά πρίν ἀπό τήν τελευταία του ἐκστρατεία, ὅταν πέρασε ἀπό τήν Καισάρεια, ὅπου ἐκεῖνος ἦταν ἐπίσκοπος καί τόν ἀπείλησε ὅτι θά “ἐξηγηθεῖ” µαζί του ἐπιστρέφοντας!) ὄχι  µόνο δέν πτοήθηκε ὅταν τοῦ εἶπε ὁ Ἰουλιανός: «ἀνέγνων, ἔγνων, κατέγνων», δηλώνοντας τήν καταφρόνια του γιά τίς (ὅπως εἰρωνικά ἀποκαλοῦσε) “χριστιανικές Γραφές”, ἀλλά εἶχε καί τό “θρᾶσος” νά τοῦ ἀπαντήσει: «ἀνέγνως, ἀλλ᾽οὐκ ἔγνως, ἐάν γάρ ἔγνως, οὐκ ἄν κατέγνως»!

   Κάποιοι “κακοί” χριστιανοί, µάλιστα, λένε ὅτι αὐτός ὁ συγκεκριµένος Βασίλειος (τόν ὁποῖο οἱ ...“ἀφελεῖς” ὀνοµάζουν Μέγα) ἔπαιξε ρόλο στό νά δοθεῖ ἐντολή ἀπό µιά «Ὑπέρµαχο Στρατηγό» στόν στρατιωτικό ἅγιο Μερκούριο, νά ἀναλάβει αὐτός τή “µονοµαχία” µέ τόν ἀντίπαλο αὐτοκράτορα. Καί, λένε ἀκόµα, ὅτι ὅταν ὁ ... “ἀσήµαντος” ἐπίσκοπος πῆγε στή λάρνακα µέ τό σῶµα τοῦἉγίου Μάρτυρος Μερκουρίου καί διαπίστωσε ὅτι ἡ λάρνακα δέν ἄνοιγε, γιατί ὁ στρατιώτης, πού ἀναπαυόταν ἐκεῖ, ἔλειπε νά ἐκτελέσει τήν ἐντολή τῆς Στρατηγοῦ του, τότε κατάλαβε ἀπό ποιόν ἦταν ὁδηγηµένη ἡ λόγχη, πού ἦρθε ἀπό τόν οὐρανό, χωρίς κανείς νά δεῖ ἀπό ποῦ καί πῶς.

   Ἀλλά, εἴπαµε, αὐτά τά λένε οἱ “κακοί” χριστιανοί καί οἱ “καλοί” καί φιλόσοφοι καί µέ πολλές περγαµηνές, δέν τά πιστεύουν. Γι᾽αὐτό διαλέγουν τόν αὐτοκράτορά τους καί ὄχι τόν «Ναζωραῖο».  Καί νά τόν χαίρονται!!!

  

Γιά Σχόλια: ninetta1blogspot.com                         Νινέττα Βολουδάκη

 

 «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 226-227

Ἰούνιος-Ἰούλιος 2021

 

Ὑποσημειώσεις:

  1. Woods D., Review of Tougher S., Julian the Apostate, Edinburgh: Edinburgh University Press, 2007, in Classics Ireland 14 (2007) p.141 ff.
  2. Libanius, Funeral Oration Upon the Emperor Julian.
  3. Ἀµµιανός Μαρκελλῖνος: Εἰδωλολάτρης Ρωµαῖος στρατιώτης και ἱστορικός, Ἑλληνικῆς καταγωγῆς ἀπό τήν Ἀντιόχεια. Γεννήθηκε περίπου το 330 µ. Χ καί πέθανε κάπου ἀνάµεσα στό 391 µέ 400 µ. Χ. Ἔγραψε τήν ἱστορία τῶν τελευταίων Ρωµαίων αὐτοκρατόρων (Res Gestae) ἀπό τήν ἐνθρόνιση τοῦ Νέρβα (96) µέχρι τόν θάνατο τοῦ Οὐαλλεντιανοῦ στή µάχη τῆς Ἀδριανουπόλεως, τό 378 µ. Χ.
  4. Ammianus Marcellinus 24,6
  5. Ammianus Marcellinus Res Gestae Book 23,3: Translation Walter Hamilton, 1986. Penguin Books 2004. Μετ. Ἀπό τήν Ἀγγλική µετάφραση τοῦ Λατινικοῦ κειµένου.
  6. Ammianus Marcellinus Res Gestae Book 23,4 tr Hamilton W.
  7. Ammianus Marcellinus 21.2 tr Hamilton W.
  8. Ammianus Marcellinus 23. 4 tr Hamilton W.