ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ

ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ

 

Τό ρθρο, πού κολουθε, προέρχεται πό τήν γραφίδα το μακαριστο φημερίου καί Προϊσταμένου το Ναο μας, Πρωτοπρεσβυτέρου  μμανουήλ Γεωργίου Βολουδάκη, καί δημοσιεύθηκε στό Περιοδικό «ΕΚΚΛΗΣΙΑ», τήν 1η Μαου 1961. Τό ναδημοσιεύουμε στό Περιοδικό μας γιά τήν μεγάλη πικαιρότητά του, λλά καί ες τιμήν καί μνήμην το Σεβαστο μας παπά Μανώλη (πως τόν προσφωνοσε λαός), το πολλά κοπιάσαντος πί 60 τη ες τήν διακονίαν το Ναο μας, το λαο μας, διαιτέρως δέ το Ποιμνίου τς νορίας μας.

Νά χουμε τήν εχή καί τήν προσευχή του! 

 

Ενα ἀπό τά ἀναμφισβήτητα ἀγαθά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ὑγεία, ἡ κατάστασις δηλαδή τῆς εὐεξίας τοῦ ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ, ἡ ὁποία ἔρχεται ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ὁμαλῆς καί κανονικῆς λειτουργίας τῶν ὀργάνων αὐτοῦ. Ἡ διατάραξις τῆς λειτουργίας ταύτης εἴτε ὑπό ἐσωτερικῶν εἴτε ὑπό ἐξωτερικῶν αἰτίων ἐμφανίζεται ὑπό τήν μορφήν τῆς ἀσθενείας. Λόγῳ τοῦ δυσυνθέτου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ὅπως ἡ ὑγεία, οὕτω καί ἡ ἀσθένεια ἀναφέρονται τόσον εἰς τό σῶμα, ὅσον καί εἰς τήν ψυχήν. Ἔχομεν οὕτω ὑγείαν καί ἀσθένειαν τοῦ σώματος ὡς καί ὑγείαν καί ἀσθένειαν τῆς ψυχῆς. Μέ τήν ὑγείαν καί τήν ἀσθένειαν τοῦ σώματος ἀσχολεῖται ἡ παθολογία καί ἡ ὑγιεινή, μέ τήν ὑγείαν τῆς ψυχῆς καί τήν ἀσθένειάν της ἀσχολεῖται ἡ ψυχιατρική.

Ἡ ἰατρική ἐπιστήμη παραδέχεται τήν ἀλληλεπίδρασιν ἡ ὁποία ὑπάρχει μεταξύ τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς καί ὡς πρός τήν κατάστασιν τῆς ὑγείας καί ὡς πρός τήν τῆς ἀσθενείας τοιαύτην. Πλήν ὅμως τῆς ἰατρικῆς μέ τόν ἄνθρωπον, ὡς δισύνθετον ὄν, ἀσχολεῖται ἡ θρησκεία γενικῶς. Εἰς τήν ἀναπλαστικήν προσπάθειάν της ἡ Χριστιανική θρησκεία, ἐνδιαφέρεται ἐξ ἴσου διά τήν ὑγείαν τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ἐκ τῆς ἁρμονικῆς συνεργασίας ἐν τῇ λειτουργίᾳ τῶν δύο τούτων στοιχείων ἐπιτυγχάνεται καί ἡ ἰσορροπία ἐν τῇ ἀνθρωπίνῃ ζωῇ, ἡ κατάστασις τῆς εὐεξίας καί τῆς ὑγείας. Ἡ χαλάρωσις τῆς ἰσορροπίας αὐτῆς δημιουργεῖ τήν ἀσθένειαν. Ἡ χριστιανική θρησκεία παραδέχεται τήν ἀλληλεπίδρασιν ἡ ὁποία ὑπάρχει μεταξύ τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς, θεωρεῖ ὅμως ὡς ὑπερέχοντα τόν ψυχικόν παράγοντα διά τήν ὁμαλήν καί ἀπρόσκοπον ἰσορροπίαν μεταξύ τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς.

 

Ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς

 

Ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς εἶναι κατ’ αὐτήν προϋπόθεσις τῆς ὑγείας τοῦ σώματος καί ἡ ἀσθένειά της, προϋπόθεσις τῆς ἀσθενείας τοῦ σώματος. Τήν ἀλήθειαν αὐτήν μᾶς τήν πληροφορεῖ καί ἡ Ἁγία Γραφή, ὅταν ἀκούομεν τόν Κύριον νά λέγῃ εἰς ἀμφοτέρους τούς παραλυτικούς «Τέκνον ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» καί «Ἴδε ὑγιής γέγονας μηκέτι ἁμάρτανε». Ἀποτέλεσμα δηλαδή τῆς γενικῆς παραλυσίας ἀμφοτέρων τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν ἦτο ἡ ἀσθένεια τῆς ψυχῆς, τήν ὁποίαν ἐπροκάλεσε ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία ἡ ὁποία ἐμφανίζεται εἰς τήν πρώτην ἐκδήλωσίν της ὡς παρακοή καί ἀποστασία ἀπό τόν Θεόν. Ἡ ἀποστασία αὐτή εἶναι ἔργον τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου.

Εἶναι ἤδη φανερόν καί γνωστόν ὅτι τό πολυτιμότερον καί ἁγιώτερον στοιχεῖον τοῦ ἀνθρώπου ἡ ψυχή ὑπόκειται εἰς σοβαρούς κινδύνους, εἰς ἀσθένειαν, εἰς τραυματισμούς, εἰς ἀναπηρίαν. Ἐκτός τῶν μαρτυριῶν ἐκ τῆς Ἁγίας Γραφῆς, εἰς τήν ὑμνογραφίαν τῆς Ἐκκλησίας μας, πλεῖσται ὅσαι εἶναι αἱ ἐκκλήσεις τῆς ἀσθενοῦς καί τετρευματισμένης ψυχῆς εἴτε πρός τόν Χριστόν εἴτε πρός τήν ὑπεραγίαν Μητέρα, δι’ ὧν ζητεῖται ἡ θεραπεία αὐτῆς. «Ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τήν ἀσθένειαν», «θεράπευσον τῆς ψυχῆς μου τά τραύματα» καί τά τοιαῦτα. Ἡ ἁμαρτία ὡς δηλητηριώδης ἰός εἰσέρχεται εἰς τόν ψυχικόν κόσμον τοῦ ἀνθρώπου ὑπό πλείστας ὅσας μορφάς διά νά δηλητηριάση, νά ἀνοίξῃ σπήλαια καί πληγάς, διά νά νεκρώσῃ καί ἀχρηστεύσῃ κυριολεκτικῶς τό θεῖον τοῦτο δῶρον. Ἐάν διά τό σῶμα ἡ καρδία ἀποτελεῖ τό κυριώτερον καί λεπτότερον ὄργανον διά τήν ὁμαλήν λειτουργίαν τοῦ ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ καί κατ’ ἀκολουθίαν ἡ παραμικρά βλάβη καί προσβολή ἐκθέτει εἰς σοβαρούς κινδύνους τήν ζωήν τοῦ ἀνθρώπου, οτω διά τόν λον σωτερικόν πνευματικόν κόσμον το νθρώπου, ψυχή εναι τό εαισθητότερον ργανον, το ποίου παραμικρά προσβολή θέτει ες σοβαρόν κίνδυνον τήν πνευματικήν λειτουργίαν το ψυχικο μας κόσμου. Ἡ ἁμαρτία, ἥτις εἶναι ἡ παράβασις τοῦ Νόμου καί εἰς τάς ἀσημάντους ἐκδηλώσεις της, εἶναι αἰτία καί ἀφορμή νά θέσῃ εἰς κίνδυνον ἀσθενείας τήν ψυχήν μας. Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀσθένεια τῆς ψυχῆς καί ἠθική μόλυνσις, ὡς μᾶς πληροφορεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος. «Τότε μόνον μεμολύσμεθα, τε τήν δυσωδεστάτην μαρτίαν ργαζόμεθα», (ἐπιστολή πρός Ἀμοῦν). Καί ὁ κίνδυνος αὐτός εἶναι πάντοτε ἐμπρός μας εἰς τήν καθημερινήν μας ζωήν, εἰς τήν ἐξάσκησιν τῶν καθηκόντων μας εἰς τά σχέσεις μας μετά τῶν χριστιανῶν μας, εἰς τήν ἰδιωτικήν μας ζωήν. Καί ἡ ἐλαχίστη παρεκτροπή ἐκ τοῦ ἠθικοῦ νόμου, ὅστις εἶναι ὁ γνώμων καί ὁ ὁδηγός τῆς ζωῆς μας, τραυματίζει σοβαρώτατα τήν ψυχήν μας, διά νά ἐκδηλώσῃ ἔντονα τούς ἐσωτερικούς της τραυματισμούς καί ἐπί τοῦ σώματός μας, τό ὁποῖον συμπάσχει πολλές φορές καί ἐκτίθεται καί αὐτό εἰς σοβαρωτάτους κινδύνους, διότι ἡ ψυχή μας πονεῖ. Καί ἡ ἁγία Γραφή ἔχει νά μᾶς παρουσιάσῃ πλείστας εἰκόνας τῆς καταστάσεως αὐτῆς, ἀλλά καί ἡ σύγχρονος ψυχιατρική διά τῶν ἐπισήμων καί σοβαρῶν ἐκπροσώπων της ἐπαναλαμβάνει τήν ἀλήθειαν αὐτήν καί τήν ἀποδεικνύει διά τῆς ἐπιστήμης, ὅταν τονίζῃ ὅτι πολλαί σωματικαί διαταραχαί καί ἀσθένειαι ἔχουν αἰτίαν τήν ἀσθένειαν τῆς ψυχῆς, ἥτις παρεξετράπη ἀπό τήν ἠθικήν ζωήν.

Ὁ χριστιανός δύναται καί ὀφείλει νά παραμένῃ ψυχικῶς ὑγιής. Τοῦτο εἶναι μέγα ἀγαθόν δωρηθέν ὑπό τοῦ Θεοῦ, ἄνευ οὐδεμιᾶς ἰδικῆς του προσπαθείας. Δύναται ὁ χριστιανός νά παραμείνῃ ὑγιής διότι τοῦ ἐδόθη ἡ ἱκανότης καί ἡ δυνατότης τῆς ἀναγεννήσεώς του διά τοῦ βαπτίσματος. Τό φωτεινόν παράδειγμα τοῦ Νέου Ἀδάμ, τοῦ Θεανθρώπου Σωτῆρος μας, τοῦ νικήσαντος τούς πειρασμούς καί τάς ὀδύνας τοῦ θανάτου διά τῆς ὑπακοῆς του εἰς τό Ἅγιον θέλημα τοῦ Θεοῦ καί διά τῆς ἀρετῆς του, εἶναι μία θετική ὑπόσχεσις καί ἀπόδειξις τοῦ κατορθωτοῦ τῆς διατηρήσεως τῆς ψυχικῆς ὑγείας του καί τῆς συνεχίσεώς της πρός πραγματοποίησιν εὐτυχεστέρων καί ἀγαθοτέρων ἐπιτευγμάτων. Ἐλέχθη ἀνωτέρω ὅτι ἡ ψυχή ἀποτελεῖ ὡς ἐκ τῆς φύσεώς της ἕνα εὐαίσθητον ἀλλά καί πολύτιμον στοιχεῖον τῆς ὑπάρξεώς μας. Ὁ Κύριος πολλάκις ἐτόνισε τήν ἀξίαν τῆς ψυχῆς, ὅταν λέγει: «Τί γάρ ὠφελήσῃ ἄνθρωπον ἐάν κερδίσῃ τόν κόσμον ὅλον καί ζημιωθῇ τήν ψυχή αὐτοῦ». Καί «τί δώσ νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο». Ἡ διατήρησις ἑπομένως τῆς ψυχικῆς ὑγείας δέν εἶναι μόνον ἀτομικόν μας συμφέρον, ἀλλά καί θεία ἐπιταγή. Κατ’ ἀκολουθίαν πρέπει νά ἐξευρεθοῦν ὅλα ἐκεῖνα τά μέσα, διά τῶν ὁποίων θά κατορθωθῇ νά διατηρηθῇ ἡ ψυχή μας ὑγιής. Πρέπει νά γνωρίζωμεν, ὅτι ἡ ψυχή ἔχει ἰδικήν της ζωήν. Δημιουργεῖ μέ ἄλλους λόγους ἕνα ἰδικόν της κλῖμα, μέσα εἰς τό ὁποῖον ζῇ, κινεῖται, ἀναπνέει, τρέφεται. Ἕνα κλῖμα μέσα εἰς τό ὁποῖον κυριαρχεῖ καί διαχέεται ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί τό εἰδικόν αὐτό κλῖμα δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἐκεῖνο τό ὁποῖον λέγομεν πνευματικήν ζωήν. Εἶναι ἡ ζωή τήν ὁποίαν πρέπει νά ζῇ κάθε χριστιανός, ἐάν θέλῃ νά διατηρῆται καί νά εὑρίσκεται πράγματι εἰς τήν ζωήν.

Ἡ ψυχική ὑγεία, ἡ ἐξασφαλισθεῖσα διά τοῦ βαπτίσματος ὀφειλομένη εἰς τήν ἐνέργειαν τοῦ Θεοῦ καί τῆς Χάριτός Του δέν πρέπει νά παραμείνῃ στατική. Πρέπει νά ἐξελιχθῇ καί νά ἀναπτυχθῇ εἰς τελειοτέραν μορφήν ζωῆς, εἰς ζωήν πνευματικήν. Ἡ ἐξέλιξις καί ἡ ἀνάπτυξίς της εἰς τελειοτέραν μορφήν θά γίνῃ διά τῶν ἰδίων τοῦ πιστοῦ προσπαθειῶν καί φροντίδων μέχρι τοῦ δυνατοῦ ὁρίου τῆς δραστηριότητός του, ἡ δέ Θεία Χάρις θά ἔρχεται ἀρωγός εἰς τήν ἀγωνιστικήν αὐτήν προσπάθειαν τοῦ πιστοῦ, διά νά τόν ἐνισχύῃ εἰς τήν προσπάθειάν του αὐτήν. Εἶναι ἕνας συνεχής ἀγών τοῦ πιστοῦ ἄνευ διακοπῆς προχωροῦντος μέ βῆμα σημειωτόν, συμπαραστατούμενος πάντοτε ὑπό τοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖον ἐπικαλεῖται εἰς τόν ἀγῶνα του αὐτόν, διά νά φθάσῃ εἰς τό τέρμα τῶν ὁραματισμῶν του, ἤτοι νά ζῇ καί κινῆται εἰς τάς σφαίρας τοῦ πνεύματος.

«Ζ δέ οκέτι γώ ζ δέ ν μοί Χριστός», αἰσθάνεται τήν ἀνάγκην νά διακηρύξῃ ὁ μεγάλος αὐτός ἀγωνιστής, ὁ ἅγιος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐξαρτήσει τήν ζωήν του ἀπό τόν Ἀρχηγόν τῆς ζωῆς, ἀπό τόν Ὁποῖον καί τρέφεται καί προάγεται εἰς μεγάλην πνευματικήν προσωπικότητα. Τό αὐτό πρέπει νά ἐπαναλαμβάνωμεν καί ἡμεῖς, ὅταν κατορθώσωμεν νά ἐξαρτήσωμεν τόν ἑαυτόν μας ἀπό τόν Χριστόν, ἀπό τόν Νόμον καί τάς Ἐντολάς τοῦ Ὁποίου πρέπει νά ρυθμίζωμεν τήν ζωήν μας καί εἰς τάς ἐλαχίστας ἐκδηλώσεις της διά νά βοηθῆται εἰς τόν πνευματικόν της καταρτισμόν.

 

Ἡ προσευχή, τό ὀξυγόνον τῆς ψυχῆς

 

Ἡ προσευχή ἐν συνεχείᾳ, τό ὀξυγόνον τῆς ψυχῆς, ἀποτελεῖ μέσον σοβαρόν καί ἀποτελεσματικόν διά τήν πνευματικήν προαγωγήν μας. «διαλείπτως προσεύχεσθε» μᾶς παραγγέλλει πάλιν ὁ ἔμπειρος ἀγωνιστής, τοῦ ὁποίου ἡ ζωή ἦτο μία συνεχής προσευχή πρός τόν Δημιουργόν του. Δέν ἠμπορεῖ νά νοηθῇ ψυχή χριστιανική καί ψυχή Κληρικοῦ, ἡ ὁποία καθημερινῶς καί ἀδιαλείπτως δέν ἐπικοινωνεῖ μέ τόν δημιουργόν της διά νά ἀναπνεύσῃ τό πνευματικόν ὀξυγόνον της. Καί δι’ ἡμᾶς τούς Κληρικούς ἔχει μεγάλην σημασίαν ἡ προσευχή ἡ ὁποία γίνεται κατά μόνας καί ὄχι ἡ τυπική, ἡ μηχανική, τήν ὁποίαν δέν ὑπαγορεύει ἡ ἐσωτερική μας ἀνάγκη, ἀλλά λόγοι ἐξωτερικοί.

Ἕνα παράδειγμα πνευματικοῦ ἀνθρώπου, ὅστις ἀφῆκε φήμην ἁγίου ἀνδρός, μᾶς πείθει περί τούτου. Πρόκειται περί τοῦ πατρός ωάννου, ερέως τς Κροστάνδης, ὁ ὁποῖος εἰς τό βιβλίον του « ν Χριστ ζωή» γράφει μεταξύ τῶν ἄλλων περί τῆς εἰς πνευματικότητα συντελούσης προσευχῆς. «γαπ νά προσεύχωμαι ες τόν Ναόν το Θεο διαιτέρως ντός το ερο Βήματος, πρό τς γίας Τραπέζης τς Προθέσεως, διότι μέ τήν χάριν το θεο μεταβάλλομαι, ταν ερίσκωμαι ες τόν Ναόν. Κατά τήν προσευχήν τς μετανοίας καί λατρείας, α κανθαι, τά δεσμά τν παθν, πίπτουν πό τήν ψυχήν μου καί ασθάνομαι τόσον λαφρός· λη γοητεία, λον τό δέλεαρ τν παθν ξαφανίζεται καί νομίζω τι ποθνήσκω διά τόν κόσμον καί κόσμος λος μέ τά γαθά του ποθνήσκει δι’ μέ». Καί ἀλλαχοῦ. «Κατά τήν προσευχήν, ταν ψυχή μας εναι καθ’ λοκληρίαν στραμμένη πρός τόν Θεόν καί εναι νωμένη μέ Ατόν, ασθανόμεθα ετυχες, ρεμοι, γαλήνιοι, χαρούμενοι σάν τά παιδιά πού ναπαύωνται ες τήν γκαλιά τς μητρός των». Καί ὁ πολύς Καρέλ λέγει μεταξύ τῶν πολλῶν περί προσευχῆς: «Μέ τήν προσευχή νθρωπος πάει πρός τόν Θεόν καί Θεός σκηνώνει μέσα του».

 

Ὁ ψυχικός καθαρμός μας, ἡ Ἐξομολόγησις

 

Ἄλλο μέσον τό ὁποῖον θά μᾶς βοηθήσῃ διά νά ζῶμεν πνευματικήν ζωήν εἶναι ὁ ψυχικός καθαρμός μας, ὅστις ἐπιτυγχάνεται διά τῆς ἐξομολογήσεως. Ὀφείλομεν ἐκεῖνο τό ὁποῖον συνιστῶμεν εἰς τούς ἄλλους ἡμεῖς πρῶτοι νά τό ἐκτελῶμεν, διότι θά μᾶς βοηθήσῃ σοβαρῶς εἰς τόν πνευματικόν μας καταρτισμόν, εἰς τήν ζωήν τήν ὁποίαν προσπαθῶμεν νά ζήσωμεν. Ἡ συνειδητή Μετάληψις τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ γινομένη συχνά, ἀποτελεῖ μέσον πρός ἄσκησιν καί αὔξησιν τῆς πνευματικῆς ζωῆς μας. Δι’ ἡμᾶς τούς Κληρικούς ἐνέχει ἰδιαιτέραν σημασίαν ἡ συνειδητή καί μετά μεγάλης προσοχῆς προσέλευσις εἰς τά ἄχραντα μυστήρια, ἀφοῦ κατά τεκμήριον προσερχόμεθα συχνότερον καί ὡς ἐκ τούτου ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς τυπικῆς προσελεύσεώς μας. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἄλλων Ἱερῶν κειμένων εἶναι ἐπίσης μέσα, τά ὁποῖα ὑποβοηθοῦν τόν ἀγωνιζόμενον διά νά εὑρίσκεται πάντοτε ἐντός τοῦ κύκλου τῆς πνευματικῆς του περιοχῆς. Ἡ καλλιέργεια καί ἀνάπτυξις ὅλων τῶν ἀρετῶν καί ἡ ἐκδήλωσις των εἰς ἔργα καί πράξεις μᾶς πληροφοροῦν ὅτι εὑρισκόμεθα διαρκῶς εἰς τήν ζώνην τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καί αἰσθανόμεθα τό ἄρωμά της. Καί ἐπ’ αὐτοῦ ἔχει λεχθῇ προσφυῶς «ὅτι ἡ ψυχή ἀναπνέει ἀπό τάς ἐναρέτους πράξεις». Ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἐλαχίστων ἀκόμα, ἡ συναίσθησις ὅτι εἴμεθα ἐφήμεροι καί παροδικοί καί ὅτι δέν ἔχομεν «δε μένουσαν πόλιν, λλά τήν μέλλουσαν πιζητομεν» καί γενικῶς εἰπεῖν ἡ ἐξάρτησίς μας ὡς κλημάτων ἀπό τόν καρπόν τῆς ἀμπέλου – τόν Κύριόν μας, ὅλα αὐτά μᾶς βοηθοῦν νά καταρτίσωμεν ἑαυτούς καί νά ζήσωμεν κατά τό ἅγιόν του θέλημα.

Πρέπει δέ νά ἔχωμεν ὑπ’ ὄψιν, ὅτι ἐάν πᾶς πιστός ὀφείλει καί δύναται νά εἶναι ψυχικῶς ὑγιής καί νά ζῇ πνευματικήν ζωήν, πολύ περισσότερον ἐπιβάλλεται τοῦτο εἰς τόν καλούμενον νά χειραγωγῇ ψυχάς. Διότι ἕνας ἀσθενής ἰατρός δύναται μέ τάς ἰατρικάς του συμβουλάς νά θεραπεύῃ ἕνα πάσχοντα ἄνθρωπον, ἐνῶ ἕνας ψυχικῶς ἀσθενής Κληρικός ἀδυνατεῖ νά θεραπεύσῃ ἕνα ψυχικῶς πάσχοντα. Ὑπάρχει δέ καί ὁ κίνδυνος, ὅταν ἡ ψυχική ἀσθένεια τοῦ κληρικοῦ ἐμφανίζεται ἔντονη νά ἀκούσωμεν παρά τῶν Χριστιανῶν μας καί τό «ατρέ θεράπευσον σεαυτόν». Θά ἦτο λοιπόν προτιμότερον ἡ παρουσία μας νά ἀρωματίζῃ τά γύρω μας καί οἱ καρποί τῆς πνευματικῆς ζωῆς μας νά εἶναι ἔκδηλοι καί νά μαρτυροῦν τήν πραγματικήν μας ζωήν καί οἱ καρποί αὐτοί δέν εἶναι ἄλλοι παρά οἱ μνημονευόμενοι ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. « καρπός το πνεύματος στί γάπη, χαρά, ερήνη, μακροθυμία, χριστότης, γαθοσύνη, πίστις, πραότης, γκράτεια» καί οὕτω ἡμεῖς οἱ πνευματικοί οἱ ζῶντες δηλαδή πνευματικήν ζωήν θά καταρτίζωμεν τούς ψυχικῶς πάσχοντας εἰς δόξαν τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Θεοῦ.

 

π. Ἐμμανουήλ Γ. Βολουδάκης

Πρωτοπρεσβύτερος

 

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 219

Νοέμβριος 2020