Σκέψεις πάνω στὴν Ἱερά Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως
Ἐπισκεπτόμενος σχεδὸν καθημερινὰ ἐδῶ καὶ σαρανταδύο χρόνια ἱερατικῆς διακονίας τὴν εὐκατάνυκτη καὶ θεοφώτιστο ἱ Ἀκολουθία τῆς Θ. Μεταλήψεως, ἔχω τὴν ἐντύπωση, κάθε φορὰ ποὺ τὴν ἐπισυνάπτω στὸ Ἀπόδειπνο, ὅτι κάτι καινούριο ἀνακαλύπτω, ποὺ περισσῶς μὲ ψυχωφελεῖ καὶ ἐξάπαντος μὲ προετοιμάζει, τόσο γιὰ τὴν αὐριανὴ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅσο καὶ γιὰ συμμετοχή μου στὰ οὐράνια καὶ φρικτὰ τοῦ Χριστοῦ μου Μυστήρια, ὅπως «τοῦ Θείου Του Δείπνου καὶ μυστικοῦ κοινωνὸς γενέσθαι», Κι αὐτὴ ἡ ἔμπειρία, πιστεύω, ὅτι ἀπομένει καὶ ἀποτελεῖ τὴν ὁριακὴ γραμμή, ἡ ὁποία μᾶς διαχωρίζει ἀπὸ τὸν κόσμο, σύμφωνα μὲ τὸν ἱερὸ λόγο τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου: «Ὁ τῶν Χριστιανῶν κόσμος ἕτερός ἐστί, καὶ διαγωγὴ καὶ νοῦς καὶ λόγος καὶ πρᾶξις ἑτέρα τυγχάνει, καὶ ἡ τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσμου τούτου διαγωγὴ καὶ νοῦς καὶ λόγος καὶ πρᾶξις ἑτέρα· ἄλλο τί εἰσίν ἐκεῖνοι καὶ ἄλλο τί εἰσίν οὗτοι, καὶ πολλὴ διάστασις μεταξὺ τούτων κἀκείνων». Γι’αὐτό, σύμφωνα μὲ τὴν ἀκόλουθη ὁδηγία τῆς ἀρχῆς τῆς Θείας Μεταλήψεως, «Μέλλων προσελθεῖν τοῖς ἀχράντοις Μυστηρίοις ...λέγε μετὰ κατανύξεως τὸν παρόντα Κανόνα...». Κι ὁ Κανόνας, πρέπει νὰ ξέρουμε, πὼς εἶναι ἡ ραχοκοκαλιὰ τῆς ὅλης Ἀκολουθίας, γιατὶ ἔχει τὸ προνόμιο νὰ εἰσάγῃ τὸν πιστὸ στὴν εὐλογημένη κατάνυξη, ἡ ὁποία κατὰ τοὺς ἁγίους Νηπτικοὺς «πρὸς ἔρωτα Θεοῦ πτεροῖ τὴν ψυχήν». Τὸν προετοιμάζει, δηλαδή, ὥστε μὲ περισυλλογή, ἐγκράτεια καὶ ἐνδελεχῆ μελέτη τοῦ εἶναι του, νὰ εὐθυγραμμιστεῖ πλήρως μὲ ὅσα ὁ Κανόνας, αὐτὸς ὁ νοητὸς διδάσκαλος, τὸν συμβουλεύει: «Βεβηλωθεὶς ἔργοις ἀτόποις ὁ δείλαιος ἀναξιος ὑπάρχω, Χριστὲ τῆς μετουσίας, ἥς μὲ ἀξίωσον...γένοιτο ὁ ἄνθραξ τοῦ σοῦ Σώματος, εἰς φωτισμὸν τῷ ἐσκοτισμένῳ ἐμοί...Νοῦν καὶ καρδίαν ἁγίασον, Σῶτερ καὶ τὸ σῶμα μου...». Εἶναι δὲ ὀρθὸ ὅπως ἡ προετοιμασία αὐτὴ γίνει μὲ πειθαρχημένη καὶ προσεγμένη τακτοποίηση τοῦ σπηλαίου τῆς ψυχῆς, ὅπου κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Νηπτικὴ διδασκαλία ἑδρεύουν «οἱ λησταὶ λογισμοί», γι᾿ αὐτὸ καὶ προαπαιτεῖται τὸ Μυστήριο τῆς Ἱ. Ἐξομολογήσεως, ποὺ εἶναι «[τὸ]Μυστήριο τῆς συμφιλίωσης μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τῆς ἐπιστροφῆς σ᾿ Αὐτήν...»( π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν)
Ὅμως, ἄν δοῦμε τὰ πράγματα πιὸ προσεχτικὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή, ἡ Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψως δὲν εἶναι τίποτε περισσότερο ἀπὸ μιὰ ἐκτενὴς προσευχή, ἡ ὁποία ἐπιχειρεῖ νὰ προτρέψει τὸν πιστὸ νὰ κατανοήσει εὐχερῶς πώς νὰ «βαδίσει πρὸς Θείαν Κοινωνίαν». Νὰ βιώσει, δηλαδή, ὅτι γιὰ τοὺς συνειδητὰ πιστοὺς εἶναι σωτήριος «χαρά, ὑγεία καὶ εὐφροσύνη», ἀντίθετα μὲ τοὺς ἀναξίους πού γίνεται «πῦρ φλέγον». Γι᾿ αὐτὸ καὶ λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ τὴ Θεία Κοινωνία καταθέτουμε τὴν εἰλικρινῆ καὶ βαθύτατα ἔντιμη ὁμολογία μας: «Πιστεύω, Κύριε, καὶ ὁμολογῶ ὅτι Σὺ εἶ ἀληθῶς ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι, ὧν πρῶτος εἰμί ἐγώ..»
Καὶ νομίζω ὄτι αὐτὴ ἡ ἐγκάρδια ὁμολογία εἶναι ἀδιαμφισβίτητα τὸ κλειδὶ ποὺ ἀνοίγει τὴν θύρα εἰσόδου στὸ Ὑπερῶον, ὅπου τελεῖται «ὁ Δεῖπνος Του ὁ Μυστικὸς εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν μας καὶ ζωὴν τὴν αἰώνιον». Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπισυνάπτουμε στὰ παραπάνω καὶ τό, «Καθάρισον, Κύριε, τὸν ρύπον τῆς ψυχῆς μου καὶ σῶσον με ὡς φιλανθρωπος».
Τώρα, κοιτάζοντας καὶ μελετῶντας προσεχτικὰ τὴν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως, παρατηροῦμε νὰ χωρίζεται σὲ τρία μερη: Δύο προπαρασκευαστικά, ποὺ ἐντάσσονται στὸ χρονικὸ πλαίσιο τῆς παραμονῆς, καὶ τῆς προσμονῆς, ὅσον ἀφορᾶ στὴν «μετὰ φόβου Θεοῦ» προσέλευσή μας στὸ μέγιστον τῶν Θείων Μυστηρίων: στὴ Μετάληψη Σώματος καὶ Αἵματος Χριστοῦ, κι ἕνα τρίτο, τὸ ὁποῖο διαβαζεται μετὰ τὴ Θεία Κοινωνία. Προσέχοντας δὲ πιὸ ἐπιμελῶς τὴν ὅλη Ἀκολουθία, βλέπουμε νὰ περιλαμβάνει: α. Τὸν Κανόνα, ποὺ ψάλλεται σὲ ἦχο β΄, κατανυκτικό καὶ θυμίζει τοὺς κανόνες τῶν Τριωδίων τῶν Νυμφίων τῆς Μ. Ἑβδομάδος. Ὁ Κανόνας δὲ αὐτὸς ἐπισυνάπτεται στὸ Μικρὸ Ἀπόδειπνο. β. Τρεῖς ψαλμούς, συναφεῖς μὲ τὴν ἱ. Ἀκολουθία «στίχοι τῶν ὁποίων μποροῦν νὰ συσχετιστοῦν μὲ τὴ συμμετοχὴ στὴ Θεία Μετάληψη. Ψαλμ. 22, 5. 23, 3…Ψαλμ. 115, 4, «Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι…»( π. Γ. Μεταληνός) καί γ. Δέκα εὐχὲς μὲ βαθύτατο Δογματικὸ περιεχόμενο, ποὺ ἐπιτρέπουν στὸν πιστὸ νὰ προσεγγίσει, ἔστω καὶ ἐν περιλήψει, τὴν Ὀρθόδοξο Χριστολογία, Σωτηριολογία καὶ Ἀνθρωπολογία, δηλαδή, τὴν «Ὀρθόδοξο Θεολογία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καὶ εἶναι τὸ βασικὸ θεμέλιο, γιὰ νὰ βιώσει ὁ πιστὸς «ὅτι τοῦτο αὐτὸ ἐστί τὸ ἄχραντον Σῶμα Σου καὶ τοῦτο αὐτὸ ἐστί τὸ τίμιον Αἷμα Σου {Κύριε}…Ἐγὼ δὲ ὁ ἐλειενὸς τολμῶν δέξασθαι ( αὐτά), μὴ καταφλεχθείην, ἀλλὰ δέξαι με….καὶ φώτισόν μου τὰ τῆς ψυχῆς αἰσθητήρια, καταφλέγων μου τὰ τῆς ἁμαρτίας ἐγκλήματα…».
Κανονικὰ οἱ Ψαλμοὶ καὶ οἱ εὐχὲς θὰ πρέπει νὰ εἰπωθοῦν τὸ πρωΐ, πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, ὅμως, γιὰ λόγους οἰκονομίας, ἀναγινώσκονται ἀπὸ πολλοὺς ἐφημερίους τὴν παραμονή.
Φθάνουμε, λοιπόν, στὴν πλέον σημαντικὴ στιγμή, λίγο δηλαδή, μετὰ τὸν μελισμόν τοῦ Τιμίου Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἀμνοῦ, ὅπου διαβάζονται καί οἱ ἔσχατες εὐχὲς λίγο πρὶν τὴν Θ. Μετάληψη τοῦ Κλήρου καὶ ἐν συνεχείᾳ τοῦ λαοῦ. Νομίζω, ὅτι αὐτὴ ἡ ὅλη προετοιμασία, λίγα λεπτὰ πρίν τὴ Θεία Μεταληψη εἶναι ἡ πλέον σημαντικὴ καὶ ἱερωτέρα. Γιατὶ εἶναι ἡ κορυφαία ὥρα ἐκείνης τῆς προσδοκίας, ὅπου «μέλλεις φαγεῖν ἄνθρωπε, ἄνθρωπε, Σῶμα Δεσπότου»Κι ὄντως! Δὲν ὑπάρχουν λόγια γιά νὰ ἐκφράσουν τὸν ἐσωτερικὸ κλυδωνισμὸ, ποὺ νοιώθει ὁ ἔντιμος πιστὸς, καθὼς μυστικὰ εὔχεται «Δέσποτα Φιλάνθρωπε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς μου, μὴ εἰς κρῖμα μοι γένοιτο τὰ Ἅγια ταῦτα διὰ τὸ ἀνάξιον εἶναι με, ἀλλ’ εἰς κάθαρσιν καὶ ἁγασμὸν ψυχῆς τε καὶ σώματος, καὶ εἰς ἀρραβῶνα τῆς Μελλούσης ζωῆς καὶ Βασιλείας». Καί, γιὰ νὰ προσδέσει στὰ παραπάνω καὶ τὴν ὁμολογία του «Ἐμοὶ δὲ τῷ προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ ἀγαθὸν ἐστίν, τίθεσθαι ἐν τῷ Κυρίῳ τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μου».
Ἀνέφερα τὴ λέξη ὁμολογία, γιατὶ θέλω νὰ τὴν παραλληλίσω μὲ κάτι ποὺ ἔγραψε ὁ μακαριστὸς π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν: « Ἕνας εὐσεβὴς ἱερέας, ὅταν τὸν ρώτησαν πῶς πρέπει νὰ ζεῖ κανεὶς τὴν Χριστιανικὴ ζωὴ στὸν κόσμο ἀπάντησε: Ἁπλόυστατα, ἔχοντας στὸ νοῦ του συνέχεια ὅτι αὔριο, μεθαύριο, μετὰ ἀπὸ δυὸ τρεῖς μέρες θὰ Κοινωνήσει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια»! Ἄν, λοιπόν, ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας δὲν ἔχει συνάρτηση καὶ συνάντηση μὲ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεώς μας στὸν Κ. Ἰ. Χριστόν, τὸ Ζωοποιὸν Σῶμα τοῦ Ὁποίου καὶ τὸ Ζωηρὸν Αἷμα Του «πηγὴ ἀγαθῶν καθίστανται», τότε θὰ χρειασθεῖ νὰ ἐπαναξετάσουμε τὴν σχέση μας μὲ Ἐκεῖνον, ποὺ διά στόματος τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶπε: «Σὺ γὰρ εἶπας, Δέσποτά μου …πίνων δὲ μου καὶ τὸ Αἷμα ἐν ἐμοὶ μὲν οὕτως μένεις… Ἀληθὴς ὁ λόγος πάντως τοῦ Δεσπότου καὶ Θεοῦ μου».
Τέλος, ἡ Εὐχαριστὶα μετὰ τὴν Θεία Μεταληψη εἶναι μιὰ ἄλλη δοξολογία, γιατὶ ἀξιωθήκαμε τῆς «καλῆς μετουσίας….τῶν ζωοποιῶν μυστικῶν δωρηματων», τὰ ὁποῖα εὔχεται ὁ πιστὸς ὅπως τύχουν «ἐπ’ εὐεργεσίᾳ καὶ ἁγιασμῷ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν….εἰς ἴασιν ψυχῆς καὶ σώματος, εἰς ἀποτροπὴν παντὸς ἐναντίου, εἰς φωτισμὸν τῶν ὀφθαλμῶν τῆς καρδίας μου, εἰς εἰρήνην τῶν ψυχικῶν μου δυνάμεων, εἰς πίστιν ἀκαταίσχυντον».
Μακάριοι ὅσοι μποροῦν νὰ συνεχίσουν νὰ πορεύονται μὲ τὸν λόγο τοῦ μακαριστοῦ π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν, ποὺ ἀναφέρει πὼς «τὸ ἰδανικὸ εἶναι, ἡ ὅλη ζωὴ τοῦ κάθε συνειδητοῦ Χριστιανοῦ νὰ εἶναι μιὰ προετοιμασία γιὰ τὴ Θεία Κοινωνία»! Ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία λ. χ. μᾶς εἶναι τρανὸ παράδειγμα. Δὲ νομίζετε;
Σκόπελος π. Κωνσταντῖνος Ν. Καλλιανός
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 219
Νοέμβριος 2020