Ὁ ρεαλισμός τῆς Οἰκουμενικότητος
καί ἡ φαντασιοπληξία τῆς παγκοσμιοποίησης
Ἡ θρησκεία, σύμφωνα μέ τόν Γερμανό φιλόσοφο Λουδοβίκο Φόϊερμπαχ (1804-1872), ἕναν ἐκ τῶν θεμελιωτῶν τῆς ἀθεΐας, ἀποτελεῖ φαντασίωση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός καί ἡ θρησκεία εἶναι τό προϊόν τῶν ἀνθρώπινων ἐπιθυμιῶν. Αὐτό, πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος σέ σχετικό βαθμό, τή σοφία, τή δύναμη, τήν ἀγάπη κ.λ.π., ἐπιθυμεῖ νά τό ἔχει σέ ἀπόλυτο βαθμό. Ἐφ’ ὅσον ὅμως αὐτή ἡ ἐπιθυμία του δέν μπορεῖ νά ἱκανοποιηθεῖ στόν κόσμο αὐτό, στήν ζωή αὐτή, ἀποδίδει αὐτές τίς ἰδιότητες σέ ἀπόλυτο βαθμό στόν Θεό. Ἔτσι δημιουργεῖται, κατά τόν Φόϊερμπαχ, ὁ πάνσοφος, παντοδύναμος, πανάγαθος κ.λ.π. Θεός. Ὁ ἄνθρωπος, κατασκευάζοντας μέ τόν τρόπο αὐτό τόν Θεό του σύμφωνα μέ τίς δικές του προδιαγραφές, καταφεύγει σέ ἕναν φανταστικό κόσμο, στόν ὁποῖο μποροῦν νά βροῦν ἐκπλήρωση οἱ ἐπιθυμίες του, μέ ἀποτέλεσμα, ὡστόσο, τήν ἀλλοίωση ὅλης τῆς ζωῆς του καί τήν ἀλλοτρίωση τοῦ ἐαυτοῦ του. Διότι ὁ θεῖος αὐτός κόσμος, τό προϊόν τῆς φαντασίας του, γίνεται γι’ αὐτόν πραγματικός καί ὁ πραγματικός κόσμος τῆς ζωῆς ἀπαξιώνεται.
Σίγουρα, ὡς πρός τίς διάφορες θρησκεῖες, πού ὑπάρχουν στόν κόσμο, εἶχε δίκαιο ὁ Γερμανός φιλόσοφος. Ἀλλά στόν ἕναν ἀληθινό Θεό μπορεῖ νά ἀντιστοιχεῖ μόνο μιά Ἀληθινή Θρησκεία. Ὅλες οἱ ἄλλες πρέπει νά εἶναι ἐπινοήσεις ἀνθρώπων! Πράγματι, ἐάν μελετήσει κανείς τίς θρησκεῖες θά διαπιστώσει εὔκολα, ὅτι πρόκειται γιά προϊόντα ἀνθρώπινης φαντασίωσης. Μιά μόνο θρησκεία διδάσκει ὅλα ἐκεῖνα, πού εἶναι ἀδύνατο νά τά ἐπινοήσει διάνοια ἀνθρώπου: ὁ Χριστιανισμός. Ἀλλά καί πάλι, ὄχι ὁ Χριστιανισμός σέ ὅλες τίς ἐκδοχές του. Τόσο στόν Παπισμό ὅσο καί στίς ποικίλες ἐκδοχές τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ὁ Θεός, μέ τίς ἰδιότητες πού Τόν διακρίνουν, ἔχει μοιάσει πολύ στόν ἄνθρωπο, ἔχει μετατραπεῖ ὄντως σέ δημιούργημα, ἔστω μέ τελειότατες προδιαγραφές, τοῦ ἀνθρώπινου νοῦ. Προβάλλεται ἕνας Θεός κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τῆς ἀρρωστημένης ἀνθρώπινης ψυχολογίας. Στή δέ συνέχεια αὐτοῦ τοῦ ἀλλοιωμένου Χριστιανισμοῦ τῆς Δύσης παρουσιάζεται ἡ ἀθεΐα τοῦ Φόϊερμπαχ καί ἄλλες ποικίλες ἐκδοχές της, ὡς ἕνα ἐπί πλέον βῆμα πρός τή διαστροφή τοῦ ψυχικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ φανερά πιά προβάλλει τόν ἑαυτό του ὡς Θεό.
Μέ βάση τίς παραπάνω κεντρικές θέσεις τοῦ Φόϊερμπαχ θά μποροῦσε νά συμπεράνει κανείς, ὅτι κατ’ ἐξοχήν ἡ ἀθεΐα εἶναι ἐκείνη πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά στερεώνεται γερά στή πραγματικότητα τῆς ζωῆς. Ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ὅμως συμβαίνει. Ἐκεῖνοι πού εἶναι χωρίς Θεό, ἐνστερνίζονται κατ’ ἐξοχήν μιά φανταστική πραγματικότητα, ἐπειδή ἁπλούστατα ἡ ζωή χωρίς Θεό δέν ἀντέχεται, ὅπως ὑπογραμμίζει πολύ χαρακτηριστικά ὁ Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς. Χωρίς Θεό οἱ ἄνθρωποι ὅλο καί περισσότερο ἐκφυλίζονται, χάνουν τή λογική τους, ἀποκτηνώνονται καί μάλιστα φαντάζονται καί προβάλλουν στή συνέχεια αὐτή τήν ἀποκτήνωση ὡς φυσική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ἰδιαίτερα χαρακτηριστική εἶναι ἡ ἐπιχειρηματολογία αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων. Πολύ συχνά προβάλλουν τό ἐπιχείρημα: Μά αὐτό παρατηρεῖται καί στά ζῶα. Καί δέν συνειδητοποιοῦν ὅτι μέ τήν ἐπιχειρηματολογία αὐτή ὁμολογοῦν τήν ἀποκτήνωσή τους, ὅτι ἔχουν ξεφύγει πλέον ἀπό τό ἀνθρώπινο εἶδος.
Ἀφοῦ ἀρνοῦνται ἀκόμα καί τήν ψυχή, οἱ πεπεισμένοι ἄθεοι, μετατρέπονται σέ καθαρά κρεάτινες ὑπάρξεις καί ζοῦνε μόνο γιά τή ἱκανοποίηση τῆς σάρκας τους. Αὐτή τήν ἐκτροπή τῆς ζωῆς τους φροντίζουν βέβαια νά τήν διακοσμοῦν καί νά τήν ἐπενδύουν μέ φανταχτερά ἰδεολογικά χρώματα. Ἔτσι μέ αὐτόν τόν ἐντυπωσιακό ἐξωτερικό διάκοσμο δέν εἶναι πλέον σέ θέση νά ἀντιλαμβάνονται τή κενότητα καί τήν γύμνια τῆς ζωῆς τους. Γι’ αὐτό ὅλες οἱ προσπάθειές τους τείνουν στό νά προβάλλουν τή διαστροφή ὡς ὑγεία καί ἰδανική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτή σέ γενικές γραμμές εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ παγκοσμιοποιημένου ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας, γιά τήν προβολή τοῦ ὁποίου ξοδεύονται δισεκατομμύρια, στήνονται ἀμέτρητες καμπάνιες καί δημιουργοῦνται νέα νομοθετήματα. Αὐτός ὁ νέος παγκοσμιοποιημένος ἄνθρωπος προβάλλεται ὡς πρότυπο ἀνθρώπου στά νέα προγράμματα σπουδῶν τῶν ἐκπαιδευτικῶν συστημάτων. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, πού ξεπερνάει ἀκόμα καί τούς προσδιορισμούς τοῦ φύλου. Πῶς; Ἰσχυρίζεται ὅτι τό βιολογικό φῦλο εἶναι κάτι τό φανταστικό ἐνῶ τό κοινωνικό φῦλο, ἐκεῖνο πού ἐπιθυμεῖ καί ἐπιλέγει, εἶναι τό πραγματικό καί, ἄρα, τό φυσικό. Μέ τήν πεποίθηση αὐτή τοῦ δημιουργεῖται ἡ αἴσθηση ὅτι ἀνάγεται σέ πρωτόγνωρα ὕψη ἀνθρώπινης “ἐλευθερίας”, ἀφοῦ προσδιορίζει πλέον “ἐλεύθερα” τό φῦλο του, καταστρατηγῶντας κάθε ἔννοια βιολογικῆς ἀναγκαιότητας.
Τοποθέτησα αὐτές τίς σκέψεις στήν ἀρχή τοῦ κειμένου, γιά νά συνειδητοποιήσουμε τίς ἔννοιες τοῦ πραγματικοῦ καί τοῦ φανταστικοῦ, ὅπως γίνονται ἀντιληπτές στό νέο ἀνθρωποείδωλο τῆς παγκοσμιοποιημένης ἀνθρωπότητας. Στόν ἀντίποδα αὐτῆς τῆς καθαρά φανταστικῆς ἔννοιας τοῦ “πραγματικοῦ”, πού βασίζεται ἀποκλειστικά στήν ἄνευ ὁρίων ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου, βρίσκεται τό ὄντως πραγματικό, πού ταυτίζεται μέ τήν οἰκουμενικότητα καί βιώνεται σέ κορυφαῖο βαθμό στό γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς.
Ἄς ἔρθουμε ὅμως στήν οἰκουμενικότητα τοῦ γεγονότος τῆς Πεντηκοστῆς. Βλέπουμε 11 ψαράδες, τή στενή ὁμάδα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Μέχρι τήν ἡμέρα τῆς ἔλευσης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κρύβονταν, ἦταν φοβισμένοι, περικυκλωμένοι ἀπό ἕναν, πρός αὐτούς, ἐχθρικό κόσμο. Εἶχαν λάβει, βέβαια, ἀπό τό Πάσχα, τήν βεβαιότητα τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ. Τούς εἶχε ἐμφανιστεῖ τόσες φορές. Ἀλλά μέ τήν Ἀνάληψή Του εἶχαν μείνει χωρίς τή σωματική παρουσία τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ τους. Εἶχαν λάβει ὡστόσο τήν ὑπόσχεση γιά «τήν δύναμιν ἐξ ὕψους». Καί ὄντως, τούς βλέπουμε τελικά νά θεμελιώνουν τήν μόνη ἀληθινή θρησκεία! Ποιοί; Ψαράδες! Καί τί θρησκεία; Μιά θρησκεία μέ ἕναν ἀσύλληπτο δυναμισμό! Ὄχι μόνο ἄντεξε σέ τρεῖς αἰῶνες διωγμῶν, ἀλλά παρά τό τεράστιο πλῆθος τῶν μαρτύρων, ἑκατομμυρίων μαρτύρων, κατέγραψε ἡ θρησκεία αὐτή καί μιά συνεχῶς αὐξητική τάση πιστῶν. Αὐτός εἶναι ρεαλισμός σέ ὕψιστο βαθμό, αὐτή εἶναι ἡ ἱστορική πραγματικότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Στή συνέχεια παραθέτουμε ἕνα παράδειγμα δημιουργίας ἄλλης θρησκείας, ὥστε νά ἔχουμε ἕνα σημεῖο σύγκρισης: «Τό 1792 μέσα στήν παραζάλη τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, πού κατήργησε μέ διάταγμα τόν Θεό καί τόν Χριστό, καί ἀποφάσισε νά φτιάξει δική της θρησκεία, ἕνας La Reveillere Lepeaux (Λά Ρεβεγιέρ Λεπῶ) ἔφτιαξε μιά δικῆς του ἔμπνευσης θρησκεία: τήν θρησκεία τῶν θεοφιλανθρώπων.
Εἶχε ἀπό πίσω του ὅλον τόν παντοδύναμο μηχανισμό τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης. Μιλᾶμε γιά ἄριστες συνθῆκες, ἀφοῦ ὁ λαός ἦταν ἀγανακτισμένος κατά τῆς φράγκικης φεουδαρχικῆς ἱεραρχίας τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καί τό ἔδαφος ἦταν προετοιμασμένο ἀπό τό ἔργο τῶν Διαφωτιστῶν! Καί ποιό τό ἀποτέλεσμα; Παρ’ ὅτι ἡ θρησκεία πού ἐπινοήθηκε ἦταν λογοκρατική, γελοῦσαν οἱ πάντες μέ τά καμώματα τοῦ Λά Ρεβεγιέρ Λεπῶ! Ἀκόμη καί οἱ ἡγέτες τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης! Καί ἐκεῖνος διαμαρτυρόταν!
–Δέν μέ βοηθᾶτε, ὅσο πρέπει! Τό θέμα δέν πάει μπροστά! Μά γιατί ὁ Χριστός τά κατάφερε καί ἐμεῖς δέν κάνουμε τίποτε; Τότε ἕνας ἡγέτης τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης τοῦ εἶπε:
–Εἶναι πολύ ἁπλό. Ἄν καί σύ θέλεις νά πετύχει τό ἔργο σου, διάλεξε μιά Παρασκευή. Καί σταυρώσου. Καί πέθανε στόν σταυρό. Καί ἐμεῖς θά σέ θάψουμε. Μόνο πρόσεξε, νά ἀναστηθεῖς τήν Κυριακή! Τότε, ὅλα θά πᾶνε καλά!... Μετά ἀπό λίγο οἱ ἐμπνεύσεις τοῦ Λά Ρεβεγιέρ Λεπῶ διαλύθηκαν»1.
Ἀλλά καί αὐτές οἱ προϋποθέσεις πού ἀνέφερε ὁ ἡγέτης τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης δέν ἀρκοῦν. Χρειάζεται, ὅπως βλέπουμε στούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ἡ δύναμις ἐξ ὕψους.
Τί κάνει αὐτή ἡ δύναμις ἐξ ὕψους, τί κατορθώνει αὐτή ἡ ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ’ αὐτούς τούς ψαράδες; Σύμφωνα μέ τό κείμενο τῶν Πράξεων, σύμφωνα μέ τήν ἱστορική πραγματικότητα τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καί σύμφωνα μέ τήν ὑμνογραφία, πού ἀποδίδει αὐτή τήν πραγματικότητα, οἱ μαθητές, «οἱ τοῦ Σωτῆρος ἐρασταί χαρᾶς ἐπλήσθησαν, καί θάρσος ἔλαβον οἱ πρώην δειλιῶντες». Ἐκεῖ πού πρίν φάνηκαν δειλοί, τώρα ἐμφανίζονται θαρραλέοι, στερεωμένοι μέσῳ τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτούς τούς ἁπλούς μαθητές ὁ Χριστός τούς ἀναδεικνύει «πανσόφους», τούς χαρίζει τή συμμετοχή στή δική Του σοφία, στήν ὁποία κανένας δέν μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ. Ἔχει κεντρική σημασία ἐδῶ τό γεγονός τοῦ ἔρωτος πρός τόν Σωτῆρα, ἡ ὁλοκληρωτική στροφή πρός τόν Θεάνθρωπο Χριστό, τό νά ἐπιθυμεῖ κανείς μέ ὅλη τήν ὕπαρξή του τή σχέση καί τήν ἐπικοινωνία μέ τόν Κύριο. Μόνο ἔτσι μπορεῖ νά γίνει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι αὐτή ἡ στερέωση, νά κατορθώνεται ἡ σταθερότητα καί τό ἀκλόνητο στή βίωση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καί ἡ συμμετοχή στή σοφία Του.
Τήν ἱστορική πραγματικότητα τοῦ γεγονότος τῆς Πεντηκοστῆς, μᾶς δίνουν τά ἐξωτερικά αἰσθητά σημεῖα, ἀντιληπτά ἀπό ὅλους: ἡ βιαία πνοή καί οἱ πύρινες γλῶσσες, πού κατά τόν ὑμνογράφο δροσίζουν τούς μαθητές. Ἐδῶ προφανῶς γίνεται ἡ σύνδεση μέ τούς τρεῖς νεανίσκους στήν κάμινο τοῦ Ναβουχοδονόσωρα, οἱ ὁποῖοι ἐπίσης αἰσθάνθηκαν τή δρόσο μέσα στή φωτιά τῆς καμίνου. Καί ἔπειτα ἀκολουθεῖ τό ἔκτακτο φαινόμενο, οἱ μαθητές νά μιλοῦν ξένες γλῶσσες καί ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ μέσῳ τοῦ λόγου τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ νά μεταδίδεται μέ τούς αἰσθητούς ἤχους τῶν γλωσσῶν ὅλων ἐκείνων πού ἦσαν ἐκεῖ. Ὁ ἐκτός τοῦ Θεοῦ κόσμος, ὁ ἐχθρικός πρός τόν Θεό κόσμος, ὅπως συμβαίνει σέ ὅλες τίς ἐποχές, χλευάζει τό θαυμαστό αὐτό γεγονός, κατηγορῶντας τούς μαθητές γιά μέθη. Καί ὅμως οἱ μαθητές καί οἱ ὑπόλοιποι πιστοί ἐκεῖ, τόσο μέ τό κοινό βίωμα ὅσο καί μέ τήν ἐκπληκτική ἔκφραση τῆς κατάργησης τοῦ γλωσσικοῦ ἐμποδίου, μαρτυροῦν τή συμφωνία ὅλων, ὅτι μέ τήν Ἔλευση τοῦ Παναγίου Πνεύματος στίς καρδιές ὅλων τῶν πιστῶν, ὅλοι κληθήκαμε σέ ἑνότητα, σέ θεία ἁρμονία, ὅπως τονίζει ἡ ὑμνογραφία. Αὐτό εἶναι καί τό κύριο γνώρισμα τῆς οἰκουμενικότητας. Μέσα στή θεία αὐτή ἁρμονία βιώνονται καί ὅλα τά ἄλλα χαρακτηριστικά τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού καί αὐτά εἶναι ἀναγνωριστικά καί ἐκφραστικά στοιχεῖα τῆς οἰκουμενικότητας, ἡ σοφία, ἡ εὐθύτητα, ἡ σύνεση, ἡ ἀγαθότητα, τό νοερό καί τό ὁδηγητικό στοιχεῖο, ἐκεῖνο τῆς κάθαρσης καί τῆς θεοποίησης κ.ἄ. Ὅλα αὐτά φανερώνουν τήν ἀνθρώπινη ποιότητα τῆς οἰκουμενικότητας τοῦ χριστιανισμοῦ, δίνουν τίς ἀληθινές ἀνθρώπινες διαστάσεις στήν πληρότητά τους. Ἤ μᾶλλον δέν πρέπει νά γίνει λόγος ἁπλῶς γιά ἀνθρώπινες διαστάσεις. Πρόκειται τελικά γιά θεανθρώπινες μέσα ἀπό τή Θεία Χάρη, πού δίνεται στόν ἄνθρωπο.
Ἴσως μέ τό πιό μοναδικό τρόπο ἡ οἰκουμενικότητα τοῦ χριστιανισμοῦ περιγράφεται στίς παρακάτω προτάσεις μέ τίς ὁποῖες ξεκινάει κάθε Ἀκολουθία στήν Ἐκκλησία μας: «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών, καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν, καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ, καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος, καί σῶσον Ἀγαθέ τάς ψυχάς ἡμῶν.» Ἔχουμε ἐδῶ ὡς βασικά στοιχεῖα τῆς οἰκουμενικότητας τήν ἀνάγκη τῆς ἄμεσης σύνδεσής μας μέ τόν οὐρανό, μέ τόν Βασιλέα τῶν οὐρανῶν, πού εἶναι καί ἡ πηγή τῆς προέλευσής μας, πού ὡς πρόσωπο ταὐτίζεται μέ τήν ἀλήθεια, πού διαπερνάει καί πληρεῖ τά πάντα, πού γι’ αὐτό εἶναι πέρα ἀπό τόπο καί χρόνο ἀλλά ταὐτόχρονα καί ἀπόλυτα αὐτονόητα σέ κάθε τόπο καί χρόνο, πού παρέχει ὅλα τά ἀγαθά καί τήν ἴδια τή ζωή, ἐξασφαλίζοντας ἔτσι καί τήν ποιότητα τῆς ζωῆς τοῦ καθενός μας, πού δέχεται νά ἔλθει μέσα μας, μέσα στό πλάσμα του, νά τό καθαρίσει καί νά τό ἀποκαταστήσει στήν ἀρχική του λαμπρότητα καί ἔτσι καί νά τό σώσει, δίνοντας στή ζωή του αἰώνιες διαστάσεις. Ἔτσι ἡ οἰκουμενικότητα πέρα ἀπό τήν ὁριζόντια διάσταση, σέ κάθε ἐποχή λαμβάνει καί μιά διαχρονική καί μιά αἰώνια διάσταση, μέ τήν ἔννοια τῆς συμφωνίας, τῆς θείας ἁρμονίας ὅλων τῶν ἁγίων, ὅλων τῶν αἰώνων.
Ὅλοι μας ἔχουμε ζήσει τή δική μας Πεντηκοστή μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρῖσμα, πού δεχθήκαμε. Ἐκεῖ ἀποκτήσαμε μιά ὁλοκαίνουργια ὕπαρξη, τή φύση τοῦ πρώτου Ἀδάμ πρίν ἀπό τήν πτώση. Τό ἐρώτημα πού πρέπει νά θέσουμε ὁ καθένας στόν ἑαυτό του εἶναι: Ποῦ πῆγε ἡ ἁγία αὐτή κατάσταση τοῦ ἑαυτοῦ μας; Τί τήν κάναμε; Ἀλλά καί μόνο τό γεγονός, ὅτι καί σήμερα γιορτάζουμε τήν Πεντηκοστή, δίνει σέ ὅλους μας τή δυνατότητα τῆς πραγμάτωσης τῆς Ἔλευσης τοῦ Παναγίου Πνεύματος στή ζωή μας. Μᾶς δίνει τή δυνατότητα γιά τήν προοδευτική μεταβολή της σέ ζωή μέσα στήν ἁγιότητα, στήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ μας. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά συμμετέχουμε καί στήν οἰκουμενικότητα, στή θεία ζωή μέσα στήν ἱστορία, ἀλλά μέ τήν αἰώνια διάστασή της. Ἱστορική πραγματικότητα, ἤ καλύτερα κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, ἔστω κατά προσέγγιση, ἔγινε αὐτή ἡ οἰκουμενικότητα μέ τό διά τοῦ Σταυροῦ Πολίτευμα τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου.
Σήμερα φαίνεται νά ἀπέχουμε ἀπό αὐτό, ἴσως ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Σύμφωνα μέ τήν παγκοσμιοποίηση δυτικοῦ τύπου πού ζοῦμε ὅλοι μας στήν καθημερινότητά μας, δέν ὑπάρχει ἀλήθεια. Τό ἰδανικό κοινωνικοπολιτικό σχῆμα συμβίωσης εἶναι τό οὐδετερόθρησκο, ἤ καλύτερα ἄθεο κράτος, ἐπειδή τό κράτος αὐτό καθιερώνει ἕνα πλαίσιο ζωῆς χωρίς Θεό, χωρίς ἀναφορά στόν Θεό. Αὐτό δέν ὑπῆρξε ποτέ στήν Ἱστορία. Πάντοτε ὑπῆρξε ἀναφορά σέ Θεό. Καί φθάσαμε στό σημεῖο, αὐτό τό εἶδος συμβίωσης νά ἐκθειάζεται ἀκόμα καί στά βιβλία θρησκευτικῶν ὡς ἰδανική μορφή κοινωνικῆς ὀργάνωσης τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἐκθειασμός αὐτός γίνεται ἀπροκάλυπτα στόν Φάκελο Μαθήματος(Φ.Μ.) τῆς Τρίτης Γυμνασίου στήν ἑνότητα γιά τήν Ε.Ε., στή σ. 37 καί ἑξῆς. Τονίζεται ἀρχικά ὡς ἰδανικό, οἱ θρησκεῖες νά ἀποτελοῦν καθαρά ἰδιωτική ὑπόθεση μέ δυνατότητα συλλογικῆς ἐπέμβασης στόν κοινωνικό χῶρο, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νά εἶναι ἀπόλυτα οὐδέτερος. Ὀφείλει ὡς δημόσιος χῶρος –διαβάζω ἀπό τόν ΦΜ– νά «διακρίνεται γιά τήν πολυεπίπεδη […] οὐδετερότητά του καί γιά τήν δυνατότητα πού δίνεται σέ κάθε ἰδεολογία, θρησκευτική πίστη κλπ. νά συμβάλλει ἰσότιμα μέ θεωρήσεις οἱ ὁποῖες προβάλλουν ἐπιμέρους μοντέλα ἑρμηνείας τοῦ κόσμου, στό βαθμό πού κάθε μιά ἀπό αὐτές ἐπιδεικνύει σεβασμό ἔναντι τῆς ἐλευθερίας τοῦ κάθε διαφορετικοῦ».
Μέ ἄλλα λόγια αὐτή ἡ προβολή τοῦ οὐδετερόθρησκου κράτους θεωρεῖ ἀνεπίτρεπτο, μιά σχεδόν ὁμοιογενής κοινότητα ἀνθρώπων, σύμφωνα μέ τίς ἀρχές τῆς δημοκρατίας, νά ὁρίσει τόν δικό της δημόσιο χῶρο μέ βάση τίς μεταφυσικές της πεποιθήσεις. Τό οὐδετερόθρησκο, δηλ. τό ἄθεο, πρέπει κατά τήν παραπάνω ἀντίληψη νά ἀποτελεῖ ἀπαραίτητα τήν ταὐτότητα ἑνός κράτους, ἐπειδή διαφορετικά μπορεῖ νά παραβιάζονται τά δικαιώματα κάποιας μειονότητας. Τό ὅτι παραβιάζονται τά δικαιώματα τῆς πλειοψηφίας εἶναι προφανῶς ἀσήμαντο. Αὐτή πρέπει νά ὑποτάσσεται μέ δογματικό τρόπο στήν ἄθεη ἰδεολογία καί ἰδεοληψία. Τό ὅτι παραβιάζονται τά δικαιώματα τοῦ Θεοῦ, φαίνεται ἐπίσης νά εἶναι ἀσήμαντο. Μιλᾶμε στή συνάφεια αὐτή γιά τά δικαιώματα τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή ὁ Θεός διαχρονικά, στήν Παλαιά Διαθήκη, καί ἰδίως στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεανθρώπου, ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ὁ Δημιουργός τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου. Ὡς Δημιουργός προφανῶς ἔχει κάθε δικαίωμα νά ὁρίζει τό πῶς ὀφείλει νά λειτουργεῖ ὁ ἄνθρωπος καί ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία προκειμένου νά μπορέσει νά ἐκπληρώσει τόν σκοπό της, τήν ὁμοίωση τῶν μελῶν της μέ τόν Χριστό. Καί προφανῶς καί οἱ χριστιανοί ὡς σχεδόν ὁμογενεῖς κοινότητες ἔχουν κάθε δικαίωμα νά ὁρίσουν τόν δημόσιο χῶρο τους, ἔτσι ὥστε νά διαμορφώνεται σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀλλά κατά τούς συγγραφεῖς τοῦ ΦΜ, ὁ Θεός δέν ἔχει τέτοια δικαιώματα καί οὔτε φυσικά οἱ χριστιανοί πού ἀκολουθοῦν τίς ὁδηγίες Του. Γιατί ὅμως; Ἡ ἀπάντηση ἐδῶ, μάλιστα ἀπό χείλη ἀρχιερέα, εἶναι ὄντως ἐκπληκτική: ἐπειδή ὁ ἴδιος ὁ Χριστός θεωρεῖ τό οὐδετερόθρησκο κράτος ὡς ἰδανική μορφή κοινωνικῆς συμβίωσης τῶν ἀνθρώπων. Θεωρεῖ, ὅτι ἡ κοινωνία, πού διοργανώνει τό δημόσιο χῶρο της σάν νά μήν ὑπάρχει Θεός, πετυχαίνει τή μαγική συνταγή γιά τήν εὐτυχισμένη συμβίωση τῶν ἀνθρώπων! Διαβάζω ἀπό τό ΦΜ στή σ. 38: «Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὡς ἄνθρωπος, δέν ἀπευθύνθηκε στήν ἰδιωτική σφαῖρα τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων [...] ἀλλά ἀντίθετα τόλμησε νά μαρτυρήσει δημόσια τό μήνυμα τοῦ Πατέρα Του, νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιό Του, ὡς μία μεταξύ πολλῶν σωτηριολογική πρόταση στό πλαίσιο τοῦ Ἑλληνορωμαϊκοῦ κόσμου, μέ τέτοια μάλιστα παρρησία, ὥστε νά ὑποστεῖ ὁ ἴδιος τήν μῆνιν καί τήν καταδίκη τῆς θρησκευτικῆς ἐξουσίας μέ τήν ἀρωγή τοῦ κρατικοῦ βραχίονα. Ἡ ἴδια ἡ βιοτή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ προβάλλει ἑπομένως, ὡς τό πλέον κατάλληλο παράδειγμα δημόσιας μαρτυρίας τῆς πίστης, μέ ἀπόλυτο σεβασμό στήν διαφορετικότητα καί συνύπαρξη τῶν ποικίλων ἐπιμέρους κοσμοθεωρήσεων»!
Νομίζουμε, ὅτι δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι μέ βάση τό παραπάνω κείμενο, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἀσπάζεται ἀπόλυτα τό ἰδεολόγημα τοῦ οὐδετερόθρησκου, ἤ καλύτερα ἄθεου κράτους. Τί νά πεῖ κανείς, πῶς νά χαρακτηρίσει αὐτόν τόν ἄμεσα ἀπό τήν ἀθεΐα κατευθυνόμενο παραλογισμό, ὁ ὁποῖος διαγράφει μέ μιά μονοκονδυλιά ὅλο τόν πολιτισμό τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς καί στιγματίζει ἐμμέσως πλήν σαφῶς τό διά τοῦ Σταυροῦ πολίτευμα τοῦ ὄντως μεγάλου Ἁγίου Κωνσταντίνου ὡς προϊόν φασιστικῆς ἐπιβολῆς;
Λέων Μπράνγκ
Δρ. Θεολογίας
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 201
Μάϊος 2019